«Θεράπευε σπάνια,
ανακούφιζε συχνά,
παρηγόρα πάντα»
Ιπποκράτης
Υπάρχει απέραντη σοφία σε αυτά τα λόγια του πατέρα της ιατρικής επιστήμης που, αν προσαρμόζονταν στη σύγχρονη εποχή μας, θα μπορούσαν να έχουν την εξής μορφή:
«Αγάπα τον εαυτόν σου ως τον πλησίον σου».…
Πόσο συχνά συμβαίνει, όμως, τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας, όταν η οργανωμένη και συστηματοποιημένη προσπάθεια παρηγοριάς και στήριξης, π.χ. ασθενών που πάσχουν από σοβαρές και συχνά μη αναστρέψιμες ασθένειες, απουσιάζει παντελώς, ενώ θα έπρεπε να κατέχει -ως όφειλε- κεντρική θέση στην ιατρική φροντίδα των ατόμων αυτών;
Στήριξη: η ικανότητα και οι προϋποθέσεις του να στηρίζουμε και να παρηγορούμε
Γιατί δεν υπάρχει κάποιο μάθημα στην εκπαίδευση ιατρών και νοσηλευτών για κάτι που, σύμφωνα με τον πατέρα της ιατρικής, αλλά και την κοινή λογική, θα έπρεπε να συμβαίνει πάντα;
Μήπως, όμως, έτσι όπως έχουν τα πράγματα στη λεηλατημένη και κατακαημένη τούτη χώρα, ακόμα και αν υπήρχε μία οργανωμένη τέτοιου είδους ιατρική φροντίδα, θα θυσιάζονταν, στο βωμό της προσπάθειας δημιουργίας πλεονάσματος στον κρατικό προϋπολογισμό; Μήπως θα θεωρούνταν ως κοστοβόρος, αλλά και μη έχουσα νόημα, από τη στιγμή που απευθύνεται σε ασθενείς που πολλοί από αυτούς ούτως ή άλλως δεν πρόκειται να… ζήσουν για πολύ;
Η απουσία ή η ελλιπής δυνατότητα παροχής και πρόσβασης σε μια πιο ουσιαστική στήριξη, σε στιγμές οριακές, για έναν άνθρωπο δεν οφείλονται μόνο σε αντικειμενικές αλλά και σε υποκειμενικές δυσκολίες. Πολλά άτομα, που έχουν βιώσει μεγάλη θλίψη ή κάποιου άλλου είδους πολύ επώδυνες καταστάσεις, αναφέρουν συχνά την «εξαφάνιση» φίλων ή/και συγγενών αλλά, ταυτόχρονα, και τη δημιουργία νέων και απρόσμενων φιλιών, σε ορισμένες περιπτώσεις. Στα δύσκολα, δοκιμάζεται όχι μόνον η φιλία αλλά και η ικανότητα του καθενός μας να μπορεί να στηρίζει και να παρηγορεί κάποιον που το έχει απόλυτη ανάγκη.
Δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω την περίπτωση ενός 9χρονου κοριτσιού που έσβησε μόνο του στο ογκολογικό τμήμα του νοσοκομείου, γιατί οι ίδιοι οι γονείς του, από ένα ορισμένο σημείο της ασθένειάς του και μετά, δεν άντεχαν καν να το επισκέπτονται και να είναι δίπλα του τις τελευταίες του στιγμές. Λίγο πριν κλείσει για πάντα τα ματάκια του, μου έδωσε μία διπλωμένη σελίδα χαρτιού, ζητώντας μου να τη δώσω στους γονείς του όταν κάποια στιγμή τους συναντήσω. Στη σελίδα αυτή, είχε ζωγραφίσει τον εαυτό της ανάμεσά τους με την αφιέρωση: «Μανούλα και πατερούλη σας αγαπώ πολύ και για πάντα»…
Τι είναι η παρηγοριά;
Όλοι κουβαλούμε εντός μας ενός είδους εσωτερικό χάρτη που μας καθοδηγεί στις δύσκολες, απρόβλεπτες και χαοτικές καταστάσεις που θα τύχει να αντιμετωπίσουμε στο μέλλον. Ο εσωτερικός αυτός χάρτης αντιπροσωπεύει την προσωπική στάση ζωής του καθενός μας που βασίζεται, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στις προσωπικές μας εμπειρίες από ανάλογες καταστάσεις, ήδη από την αρχή της ζωής.
Όλοι μας γνωρίζουμε και έχουμε βιώσει λίγο-πολύ την τεράστια σημασία που έχει η παρουσία κάποιου ατόμου δίπλα μας, σε στιγμές πολύ δύσκολες έως οριακές, Αυτό έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία, όταν καταφέρνει να μην κατακλύζεται, στον ίδιο βαθμό με εμάς, από τα δυσβάσταχτα συναισθήματα που βιώνουμε, κάτι που του δίνει τη δυνατότητα και το κουράγιο να μας συμπαραστέκεται, να μας παρηγορεί και να μας στηρίζει ουσιαστικά και αποτελεσματικά.
Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε πως η ικανότητα μας να παρηγορούμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αναγνώριση και αποδοχή της θλίψης και των όποιων άλλων δυσβάσταχτων συναισθημάτων κάποιου και τη δυνατότητά μας να καταφέρουμε να του δημιουργήσουμε μια σπίθα ελπίδας και αισιοδοξίας για τη συνέχεια.
Και μόνο η απλή παρουσία μας δίπλα σε κάποιον που νιώθει απελπισία και απόγνωση μπορεί να του μεταδώσει μια αίσθηση ελπίδας. Ας μην ξεχνάμε πως η μεγαλύτερη θλίψη είναι αυτή που κανείς γύρω μας δεν μπορεί να δει…
Οι προϋποθέσεις της ικανότητας παροχής στήριξης και παρηγοριάς
Πώς μπορούμε, όμως, να παρηγορήσουμε αποτελεσματικά κάποιον; Είναι κάτι τέτοιο εφικτό;
Μια θεμελιακή αρχή που θα πρέπει να έχουμε υπόψη είναι πως ΔΕΝ υπάρχει παρηγοριά για κάθε είδους πόνο και θλίψη. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε μια αδυσώπητη πραγματικότητα, απλά και μόνο παρηγορώντας. Μπορούμε, όμως, να την κάνουμε -με διάφορους τρόπους- μια ιδέα πιο ανεκτή.
Μία πρώτη και σημαντικότατη προϋπόθεση είναι η δυνατότητα ύπαρξης επαρκούς χρόνου και χώρου που αποτελούν είδη πολυτελείας, τουλάχιστον όσον αφορά στην παροχή ιατρικής φροντίδας την εποχή που διανύουμε τα τελευταία χρόνια.
Η παρουσία κάποιου δίπλα μας, που να αντέχει αυτά που εμείς οι ίδιοι δεν αντέχουμε και μας φροντίζει με διάφορους πολύ απλούς και ανθρώπινους τρόπους, όπως το να μας προσφέρει ένα φλιτζάνι ζεστό τσάι, έναν καφέ, ένα ποτήρι νερό ή μια ζεστή αγκαλιά, είναι κάτι που δίνει την αίσθηση πως δεν είμαστε μόνοι με αυτά που ζούμε.
Η παρουσία μας δίπλα σε κάποιον που θρηνεί ή βιώνει μια κρίση καθώς και η αντοχή και υπομονή μας απέναντι στο χρόνο που χρειάζεται για να ολοκληρώσει τη διεργασία του πένθους του, του δίνουν σταδιακά την απαραίτητη δύναμη και το κουράγιο για να συνεχίσει το δύσκολο αγώνα που δίνει.
Αυτός που στηρίζει και παρηγορεί, αντιπροσωπεύει μια αναπληρωματική αίσθηση ελπίδας πως η ζωή συνεχίζεται ή πως μπορεί να συνεχιστεί κάποια στιγμή. Για να εμφυσήσουμε, όμως, μια τέτοια αίσθηση σε κάποιον που πενθεί, θα πρέπει να είμαστε σε θέση να αντέχουμε και να διαχειριζόμαστε αποτελεσματικά την προσωπική μας αίσθηση ανημπόριας και να μη λυγίζουμε μπροστά στις όποιες αδικίες της ζωής και στην αδυσώπητη σκληρότητα του θανάτου ή της αρρώστιας.
Για τέτοιου είδους καταστάσεις, κανείς μας δεν μπορεί να κάνει κάτι που να τις αναιρέσει ή να τις αναστρέψει. Αυτός που πλήττεται π.χ. από μια βαριά ασθένεια αναρωτιέται πάντα: «Γιατί εγώ;». Στο ερώτημα αυτό δεν υπάρχει απάντηση. Ο θάνατος αποτελεί μέρος της ζωής που ο καθένας μας θα πρέπει, ως ένα βαθμό τουλάχιστον, να αποδεχθεί.
Μία ακόμη σημαντική προϋπόθεση της ικανότητας για παρηγοριά και στήριξη είναι η υπέρβαση των συνηθισμένων ορίων που συνήθως υφίστανται στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Η σωματική επαφή και η ζεστασιά που μπορούμε να μεταδώσουμε μέσα από αυτήν είναι στοιχεία ανεκτίμητα και θα ήταν ευχής έργο να καταλύονταν τα όρια αυτά, τουλάχιστον κάποιες οριακές στιγμές ακόμα και αυτής της ίδιας της ιατρικής φροντίδας.
Μετά από πολλά χρόνια κλινικής εμπειρίας, και έχοντας εφαρμόσει για μεγάλο χρονικό διάστημα το «πρωτόκολλο» του ρόλου και της στάσης που θα όφειλα να τηρώ ως ειδικός, είμαι σε θέση πλέον να δηλώσω με χαρά και ανακούφιση, αλλά και όντας σε θέση -αν χρειασθεί- να παραθέσω όλα τα απαραίτητα επιχειρήματα, πως τον έχω «παραβιάσει» αρκετές φορές όταν η κοινή λογική και η διαίσθησή μου το υπαγόρευαν. Διαπίστωσα πως το αποτέλεσμα αυτής της ευελιξίας ήταν ασύγκριτα καλύτερο από κάθε άποψη…
Είναι απάνθρωπο να αφήνεται ένας βαριά ασθενής μόνος και χωρίς την αναγκαία ανθρώπινη παρουσία και σωματική επαφή σε έναν απομονωμένο θάλαμο νοσηλείας. Με τον ίδιο τρόπο που οι περισσότεροι από εμάς, όταν είναι πολύ λυπημένοι, έχουμε την ανάγκη -απουσία άλλου ατόμου δίπλα μας – να αγκαλιάσουμε ένα μαξιλάρι ή κάποια μαλακή κουβέρτα, όταν ξαπλώνουμε στο κρεβάτι μας, έτσι και ένα άτομο που αντιμετωπίζει μια οριακή κατάσταση ζωής μπορεί πραγματικά να νιώσει κάποια ανακούφιση, αγκαλιάζοντας ένα λούτρινο ζωάκι ή ένα κατοικίδιο, αν υπάρχει.
Έχει αποδειχθεί άλλωστε η θεραπευτική επίδραση της πρόσβασης σε κάποιο κατοικίδιο στην αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης. Η παρουσία, η καρτερικότητα, η συναισθαντικότητα που δείχνει ένα κατοικίδιο καθώς και η άνευ όρων δυνατότητα σωματικής επαφής με αυτό είναι οι παράγοντες που επιδρούν ανακουφιστικά και θεραπευτικά σε ανάλογες καταστάσεις.
Από τη θέση αυτού που παρηγορεί και στηρίζει, είναι πολύ σημαντικό να αποφεύγουμε την παγίδα τυχόν προσωπικών μας απαιτήσεων πως θα πρέπει οπωσδήποτε να μπορέσουμε να βοηθήσουμε τον άλλον και να επιλύσουμε κάθε πρόβλημα που αντιμετωπίζει.
Αρκεί με το παραπάνω να είμαστε δίπλα του όταν και όσο μας χρειάζεται και να μοιραζόμαστε συναισθήματα με αυθεντικότητα, ακόμα και μέσα από τη σιωπή, χωρίς όμως να κατακλυζόμαστε από αυτά. Η παρηγοριά είναι κάτι πολύ περισσότερο από λέξεις που συχνά δεν αρκούν για να απαλύνουν έναν μεγάλο πόνο.
Ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που χρειάζεται να κάνουμε, όταν παρηγορούμε κάποιον, είναι να μην αρνούμαστε και κλείνουμε τα μάτια στο κακό που έχει συμβεί. Εκφράσεις του τύπου «Όλα θα πάνε καλά», «Η ζωή συνεχίζεται» κ.ά., όταν η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική, μόνο λόγια παρηγοριάς δεν αποτελούν.
Δεν είναι παρά προσπάθεια κουκουλώματος και έκφραση των προσωπικών μας δυσκολιών να διαχειριστούμε μια τέτοια κατάσταση. Τέτοιου είδους εκφράσεις ίσως και να ηχούν, στα αυτιά αυτού που πενθεί, ακόμα και ως χλευασμός ή απουσία στοιχειώδους συναισθαντικότητας για τα όσα βιώνει.
Υπάρχουν, όμως, και «ασθενείς» που προσπαθούν με κάθε τρόπο να αποφύγουν το οποιοδήποτε επώδυνο συναίσθημα, που δυσκολεύονται να εμπιστευθούν άλλους, που απαξιώνουν παντελώς κάθε είδους εκδήλωση «αδυναμίας», και, για το λόγο αυτό, γυρνούν την πλάτη τους στον οποιονδήποτε επιχειρεί να εκφράσει με λόγια τη θλίψη και την επώδυνη απώλεια που βιώνουν.
Τα άτομα αυτά μετατρέπουν πολύ εύκολα τη θλίψη τους σε θυμό. Όταν κάποιος πενθεί με τέτοιον τρόπο, είναι πολύ πιο δύσκολο για τον οποιονδήποτε να μπορέσει να τον βοηθήσει. Πώς μπορείς να βοηθήσεις κάποιον που μετατρέπεται σε σκαντζόχοιρο και δεν ξέρεις από πού να τον πιάσεις; Σε μια τέτοια περίπτωση, το να καταφέρουμε να κάνουμε κάποια πρακτικά πράγματα, όπως το να βγούμε έξω μαζί του για έναν περίπατο ή για έναν καφέ, ίσως είναι ο καλύτερος τρόπος αρχικά.
Συνηθισμένες αντιδράσεις σε όσους στηρίζουν και παρηγορούν
Η στήριξη ατόμων που βρίσκονται σε οριακό σημείο, εξαιτίας μιας σοβαρής κρίσης, αποτελεί πολύ δύσκολη αποστολή και μπορεί να προκαλέσει πολλές και έντονες αντιδράσεις, οι περισσότερες των οποίων θεωρούνται, αρχικά τουλάχιστον, ως απόλυτα φυσιολογικές. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι:
– Αίσθημα ανημπόριας: οι καταστάσεις που αντιμετωπίζει ένας «Σαμαρείτης»*, μέσα από τη συχνή και άμεση επαφή με άτομα που βιώνουν κάποια σοβαρή κρίση, είναι συχνά τόσο τραυματικές που προκαλούν ένα αίσθημα πλήρους ανημπόριας που μπορεί να τον εξουθενώσει, κυριολεκτικά, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά
– Φόβος και άγχος: που αποτελούν τις συχνότερες συναισθηματικές αντιδράσεις αυτών που έρχονται σε επαφή με άτομα που αντιμετωπίζουν οριακές καταστάσεις.
– Θυμός και οργή: κυρίως απέναντι σε άτομα που διαμαρτύρονται για απλά και καθημερινά πράγματα, όπως π.χ. ένα απλό κρύωμα κ.τ.λ.
– Θλίψη και πόνος: ιδιαίτερα εξαιτίας του θανάτου ή του δράματος που βιώνει κάποιος δικός μας άνθρωπος.
– Έντονες και επίμονες εικόνες: που ξεπροβάλουν απρόσκλητες, αντιπροσωπεύοντας πράγματα που άκουσαν από άτομα με τραυματικές εμπειρίες ζωής.
– Αισθήματα ενοχής, ντροπής και αυτοκατηγοριών: που προκαλούνται, κυρίως, εάν κάποιος θεωρεί πως δεν έκανε αρκετά πράγματα ή πως θα έπρεπε να είχε ενεργήσει διαφορετικά.
Όλα όσα προαναφέραμε μπορεί αρκετές φορές να οδηγήσουν έναν «Σαμαρείτη» -και όχι μόνο- σε αυτό που αποκαλείται «εξουθένωση» και για την οποία στη χώρα μας δεν υπάρχει κανενός είδους αντιμετώπιση και μέριμνα.
Για να λέμε, λοιπόν, και του στραβού το δίκιο, εάν κάποια στιγμή γίνουμε αποδέκτες μιας άσχημης συμπεριφοράς από κάποιον καλό Σαμαρείτη, ας λάβουμε υπόψη πως η αντίδραση αυτή μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα και ένδειξη πιθανής εξουθένωσης και όχι απλά μιας ανθρώπινης αναλγησίας.
Επίλογος
Η ικανότητά μας να στηρίζουμε αποτελεσματικά, τόσο τον ίδιο μας τον εαυτό όσο και κάποιον που πενθεί ή που βρίσκεται σε κατάσταση μεγάλης ανάγκης, έχει άμεση σχέση με τον τρόπο που εμείς οι ίδιοι αντιμετωπιστήκαμε ως παιδιά.
Αν οι εμπειρίες μας από ανάλογες καταστάσεις είναι θετικές, αυτό σημαίνει πως έχει δημιουργηθεί μέσα μας μια εσωτερική φωνή που μπορεί να παρηγορεί και να καθησυχάζει τόσο εμάς τους ίδιους όσο και, μέσα από εμάς, τον οποιονδήποτε το έχει ανάγκη.
Αυτός που έχει την ικανότητα να παρηγορεί και να στηρίζει είναι σαν να κουβαλά εντός του μια εσωτερική φιγούρα, έναν εσωτερικό μέντορα που, κάθε φορά που κάτι άσχημο συμβεί στη ζωή, θα τον κοιτά με κατανόηση στα μάτια, θα τον παρηγορεί και θα του δείχνει με τον τρόπο του πως όλα θα πάνε καλά ή πως υπάρχει ακόμα ελπίδα…
Αν, για παράδειγμα, αυτό που έχει βιώσει ένα μικρό παιδί -που σκοντάφτει, πέφτει κάτω, χτυπά, ματώνει τα γόνατά του και σκίζει το καινούργιο και καθαρό του παντελονάκι- είναι μια μεγάλη και ζεστή αγκαλιά, η φροντίδα των πληγών του και λόγια παρηγοριάς, όπως «Μην ανησυχείς, όλα θα πάνε καλά» ή «Εγώ είμαι εδώ», τότε, στον ψυχισμό του παιδιού αυτού, μπαίνουν τα θεμέλια της δημιουργίας ενός μοντέλου μιας ανάλογης προσωπικής στάσης απέναντι σε παρόμοιες καταστάσεις αργότερα στη ζωή…
Όσοι δεν αντιμετωπίζονται με έναν παρηγορητικό τρόπο αλλά, αντίθετα, με θυμό, εκνευρισμό, απόρριψη, κριτική και ξύλο -όπως συχνά συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις- τότε, αργότερα στη ζωή, όχι άλλους αλλά ούτε τον ίδιο τους τον εαυτό θα μπορούν να παρηγορούν και να στηρίζουν, εάν χρειαστεί, ακόμα και σε φαινομενικά ήπιες καταστάσεις…
Τέλος, ποτέ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως το σημαντικότερο απ΄όλα, όταν παρηγορούμε κάποιον που πενθεί ή που αντιμετωπίζει μια ιδιαίτερα δύσκολη και απειλητική κατάσταση, δεν είναι να του πούμε κάτι αλλά να μοιραστούμε μαζί του συναισθήματα δύσκολα, να ακούσουμε όσα έχει να μας πει αλλά και να αφουγκρασθούμε ακόμα και τις σιωπές του που ίσως να λένε πολλά περισσότερα.
Η παρηγοριά δεν είναι κάτι που μπορούμε πάντα να προσχεδιάσουμε, όχι μόνον επειδή κάθε άτομο είναι μοναδικό και έχει τις δικές του ευαισθησίες, αλλά και επειδή η παρηγοριά δεν είναι παρά η αυθεντική συνάντηση δύο ατόμων υπό τη σκιά της κατανόησης, της αποδοχής, του σεβασμού, της υπομονής και της συναισθαντικότητας.
Μπορούμε, σχετικά εύκολα, να μάθουμε το χειρισμό ενός υπολογιστή, όχι όμως και τη διαχείριση της ζωής μας. Η αυτογνωσία, και άρα η δυνατότητα αλλαγής και ωρίμανσης, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό μέρος της προσπάθειας αναζήτησης του μονοπατιού που οδηγεί σε αυτό που αποκαλούμε «σοφία της ζωής» και που δεν έχει πάντα σχέση με τη βιολογική μας ηλικία…
*Από μικροί διδασκόμαστε το παράδειγμα του καλού Σαμαρείτη της ευαγγελικής περικοπής, του απλού και ταπεινού ανθρώπου που ανιδιοτελώς ενδιαφέρθηκε για το συνάνθρωπό του, τον έσωσε, και δεν περίμενε την παραμικρή ανταμοιβή ή αναγνώριση. Ποτέ δε μάθαμε τι έγινε την επόμενη ημέρα. Ούτε τη μεθεπόμενη.
Πώς ξύπνησε ο χτυπημένος, αν ενδιαφέρθηκε να μάθει ποιος τον μετέφερε εκεί, αν έψαξε να βρει τον καλό Σαμαρείτη για να του πει «ευχαριστώ», αν του υποσχέθηκε πως αν χρειαστεί θα του το ανταποδώσει που του έσωσε τη ζωή.
Ούτε και για το Σαμαρείτη, όμως, μάθαμε.
Πόσους, ακόμη, χτυπημένους συνάντησε στο δρόμο του, τους περιέθαλψε και τους έσωσε, ώσπου κουρασμένος και σκυφτός να περάσει την πόρτα της βασιλείας των ουρανών;
Γιατί αυτή είναι η ανταπόδοσή του κατά το δίδαγμα.
Τι γίνεται, όμως, τελικά στη ζωή;
Μέχρι να φθάσει ο κάθε σύγχρονος καλός Σαμαρείτης στην πύλη του παραδείσου, πόσες φορές έχει σκοντάψει στα εμπόδια μιας βασανιστικής ζωής;
Πόση αχαριστία του έχει επιστραφεί αντί ευγνωμοσύνης, πόση αλλότρια μιζέρια του έχει ρουφήξει την ενέργεια;
Πόσα «δεν έχεις ανάγκη εσύ» έχουν υποτιμήσει το αυτονόητο δικαίωμά του να πάρει λίγο χρόνο για να επουλώσει τις δικές του πληγές;
Αλίμονο στους δυνατούς!
Που όλοι νομίζουν πως η δύναμή τους αποκλείει τον πόνο και την ευαισθησία.
Αλίμονο στους καλούς κ αγαθούς!
Που η καλοσύνη τους και η αρετή τους μοιάζουν με νερό που θα ξεδιψάσει τον κάθε ταλαίπωρο που αμέσως θα πετάξει το κυπελάκι, αφού πρώτα το συνθλίψει εκδικητικά.
Αλίμονο στους ελεήμονες!
Που επειδή ενδιαφέρονται για τον πλησίον και κοιτάζουν να τον σώσουν τινγκάροντας την κιβωτό τους, κανείς δε σκέφτεται πως αντιμετωπίζουν κι αυτοί κατακλυσμό.
Το είπα μόλις. Η κιβωτός δε χωράει άλλους.
Σώζεται όποιος θέλει να σωθεί.
Η μητέρα Τερέζα πέθανε, ο Νώε εκτός από την οικογένειά του, έσωσε τα καλά και άκακα ζωάκια και ο Καλός Σαμαρείτης ίσως συνάντησε κι αυτός κάπου πιο μετά τη συμμορία των ληστών.
Κουράστηκα να ανοίγω την ομπρέλα στις βροχές θλίψεων αυτών, που μόλις περάσει η μπόρα θα την παραπετάξουν δίπλα στο κουτί με τα παυσίπονα.
Κουράστηκα να ανοίγω την παλέτα της καρδιάς μου και τελικά να τη μουτζουρώνουν με τη μαυρίλα και τη μιζέρια τους εγωπαθείς κακομαθημένοι, που όταν πνίγομαι δε θα μου προσφέρουν ούτε ένα ποτήρι νερό.
Σιχάθηκα να ανταποδίδω χαμόγελα στην ξινίλα των συμπλεγματικών που για κάποιο ανεξήγητο λόγο βρέθηκαν στο διάβα μου.
Το ντεπόζιτο της ψυχής μου δεν άδειασε, αλλά ό,τι έμεινε οφείλω να το χρησιμοποιήσω για να μ’ ευχαριστήσω, μπας και ξαναγεμίσω.
Στην κατακλείδα του παρόντος μια ανάστροφη παραίνεση:
«Αγάπα σε αυτόν ως τον πλησίον σου».
Όχι, δεν είναι αφορισμός.
Κραυγή αγανάκτησης και αυτοπροστασίας είναι!
Σάββας Ν. Σαλπιστής
-Ph.D.