Στη διαδρομή της ζωής μας «παίζουμε» τρεις βασικούς ρόλους: του παιδιού, του εραστή και του γονιού. Σ’ αυτό το παιχνίδι, η συντροφικότητα και ο αποχωρισμός είναι εμπειρίες, που προκαλούν συγκίνηση και στο σώμα και στον ψυχισμό, επειδή αφορούν πρόσωπα ή συμβάντα σημαντικά με τα οποία αναπτύσσουμε σχέσεις.
Οι άνθρωποι από φόβο ή ευχαρίστηση δοκιμάζουμε να στριμώξουμε όσο πιο πολύ συντροφικότητα χωράει στη ζωή μας. Την ποιότητα της όμως την καθορίζει ο φόβος του αποχωρισμού. Έτσι όταν συναντάμε τη συντροφικότητα, ο αποχωρισμός μοιάζει και είναι μια προσυμφωνημένη και αδιαπραγμάτευτη πραγματικότητα.
Οι σχέσεις γεννούν προσδοκίες και παράπονα. Αυτοί που εμπιστευόμαστε και αγαπάμε είναι οι υποψήφιοι «Ιούδες». Δημιουργούμε δεσμούς γιατί ελπίζουμε στους άλλους και τους διακόπτουμε όχι γι αυτό που είναι οι άλλοι, αλλά γι’ αυτό που θα θέλαμε να γίνουν και δεν έγιναν.
Οι σκιερές πλευρές του καθενός μας, κρύβουν μέσα τους μιαν ελπίδα αγάπης. Η συντροφικότητα και ο φόβος της συντροφικότητας, η εγγύτητα και η απόσταση, η σύνδεση και η αποσύνδεση, που, σε κάθε τους εκδοχή.
Απόσπασμα από το βιβλίο Συντροφικότητα Αποχωρισμός
“Συμβαίνει τις περισσότερες φορές τα άτομα να χωρίζουν θυσιάζοντας τη δυνατότητα για σχέση στο βωμό μιας επιθυμητής παρασιτικής συντροφικότητας, που απογοήτευσε.
Αναμφίβολα οι διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων αντανακλούν την εναγώνια προσπάθειά τους να καλύψουν τα μείον της ζωής τους, που είναι όμοια σχεδόν με των άλλων. Διεκδικούν την αγάπη ή την υφαρπάζουν δημιουργώντας σχέσεις υποχρέωσης.
Καταστρέφουν συναισθηματικά ο ένας την ύπαρξη του άλλου, στήνουν χαρακώματα και κατασκευάζουν ατέλειωτες τακτικές μάχης και πολέμου, επειδή ΑΥΤΟΣ στον οποίο ΠΙΣΤΕΨΑΝ διέψευσε τις προσδοκίες τους. Δύσκολες ιστορίες ξεδιπλώνονται καθημερινά με υλικό προδοσίας και θυμού. Σειρά από αμέτρητους «Ιούδες» καταγράφεται στη βιογραφία των «διάσημων» και «άσημων» ανθρώπων. ΓΙΑΤΙ;
Σχεδόν υπεραπλουστευμένα, θα λέγαμε ότι οι άνθρωποι για παρηγοριά καθώς και από ένστικτο, αναζητούν συντρόφους, ώστε να δικαιώσουν την ανάγκη να αγαπήσουν και να αγαπηθούν και αντιπάλους για να μισήσουν και να μισηθούν. Τις περισσότερες φορές και τα δύο συναισθήματα συναντώνται αμφιθυμικά στο ίδιο πρόσωπο. ΤΟ ΙΔΙΟ άτομο λατρεύεται με το καταλυτικό πάθος του «ωσαννά» και απομυθοποιείται αντίστοιχα με εκείνο του «σταύρωσον αυτόν». Δοξάζουμε τον Άλλο αναγεννώντας τα συναισθήματά μας και τον κατακρημνίζουμε δοκιμάζοντας να αφανίσουμε τα συναισθήματά μας γι’ Αυτόν.
Τα συναισθήματα που δημιουργούνται για τον άλλο μας «ζωντανεύουν» όταν στο αντίκρισμα τους υπάρχει αποδοχή και τα ίδια μας «νεκρώνουν» επειδή νοιώθουμε ότι μας απορρίπτουν και μέσω αυτή της απόρριψης για μια ακόμη φορά μας καθρεφτίζουν την ανεπάρκειά μας. Οι άνθρωποι αναπτύσσονται στο μεταίχμιο της αγάπης και του μίσους!”
Από το βιβλίο του
ψυχαναλυτικού θεραπευτή
συγγραφέα, Τρύφωνα Ζαχαριάδη