Στην ταινία Arrival του Ντενί Βιλνέβ, εξωγήινοι προσφέρουν στην ανθρωπότητα ένα νέο “όπλο”, τη γλώσσα τους.
Όσοι μαθαίνουν αυτή την “κυκλική” και χωρίς χρόνους γλώσσα, μπορούν να αντιληφθούν διαφορετικά τον χρόνο.
Ακούγεται εξωπραγματικό ως ιδέα, κι όμως συμβαίνει: Ό,τι θεωρούμε ως αληθινό εξαρτάται απόλυτα απ’ τη γλώσσα που μάθαμε να μιλάμε.
Η γλωσσολόγος Dorothy Lee, ανέλυσε την ινδιάνικη γλώσσα Wintu και λέει γι’ αυτήν:
Αυτό που επαναλαμβάνεται είναι η νοοτροπία της ταπεινότητας και του σεβασμού προς την πραγματικότητα, προς τη φύση και προς την κοινωνία. Δεν μπορώ να βρω έναν ικανοποιητικό αγγλικό όρο για τη νοητική αυτή διεργασία, που είναι τόσο ξένη στην παιδεία μας.
Εμείς είμαστε επιθετικοί απέναντι στην πραγματικότητα. Λέμε “αυτό είναι ψωμί”. Οι Wintu λένε “ονομάζω αυτό ψωμί” ή “αισθάνομαι ότι είναι ψωμί” ή “βλέπω πως είναι ψωμί”.
Ένας Wintu δεν λέει ποτέ απόλυτα “αυτό είναι…” Αν μιλά για μια πραγματικότητα που δε βρίσκεται μέσα στην περιοριστική εμπειρία δεν τη δηλώνει καν, απλώς την υπαινίσσεται.
Κι αν μιλά για την εμπειρία τότε ποτέ δεν την εκφράζει ως κατηγορηματικά αληθινή.
(“Γλωσσολογικός στοχασμός πάνω στη γλώσσα των Wintu” – Dorothy Lee)
Η ελληνική γλώσσα (όπως και οι περισσότερες δυτικές) περιέχει μια έννοια όπως η χρωματική κλίμακα, σ’ ένα φάσμα που εκφράζεται μ’ ευδιάκριτες κατηγορίες: κόκκινο, πορτοκαλί, πράσινο, μπλε κ.ο.κ.
Κάποιος ίσως να πιστέψει ότι ξεχωρίσαμε αυτά τα χρώματα, επειδή αυτά υπάρχουν. Ότι ο εξωτερικός κόσμος (ο “πραγματικός”) υπαγόρευσε τις έννοιες. Κι όμως συμβαίνει το αντίθετο: Η γλώσσα δημιουργεί την αντίληψη μας για τον εξωτερικό κόσμο. Σας φαίνεται απίστευτο;
Στη γλώσσα Bassa (μία απ’ τις γλώσσες της Λιβερίας) η χρωματική κλίμακα διαιρείται σε δύο μόνο κατηγορίες. (Η.Α. Gleason, “Εισαγωγή στην Περιγραφική Γλωσσολογία”)
Στη Bassa υπάρχουν μόνο δύο χρώματα, μόνο δύο λέξεις για τα χρώματα. Η μία περιλαμβάνει το μπλε, το πράσινο και το μωβ, η δεύτερη το κόκκινο, το πορτοκαλί και το κίτρινο.
Τα μάτια τους δεν διαφέρουν σε τίποτα απ’ τα δικά μας μάτια. Όμως όταν βλέπουν κάτι μπλε λένε “πάτι”. Κι όταν βλέπουν κάτι πράσινο λένε “πάτι”.
Προσωπικά δεν μπορούσα να καταλάβω πώς έχει γίνει η ταξινόμηση. Μόλις όμως την ανέφερα στην Νέλλη, που είναι ζωγράφος, μου είπε απλά: “Α, τα θερμά και τα ψυχρά χρώματα“.
Ένας δυτικός άνθρωπος θα αποφανθεί ότι οι Bassa κάνουν λάθος. Ότι αντιλαμβάνονται τον κόσμο, την πραγματικότητα με λάθος τρόπο.
Όμως το “χρώμα” είναι ένα continuum, ένα συνεχές. Αν υπάρχουν έξι “χρώματα” στο φάσμα, γιατί να μην υπάρχουν εξήντα έξι ή δύο; Σίγουρα ένας ζωγράφος μπορεί να αντιληφθεί (και να ονομάσει, αυτό έχει σημασία) πολύ περισσότερα “πράσινα” απ’ όσα ο υποφαινόμενος.
(λαδί, βεραμάν, σμαραγδί, χακί, βερονέζε, πράσινο celadon, πράσινο ζαντ, πράσινο του χρωμίου, πράσινο αλιζαρίνης-κυανίνης G, πράσινο του μαλαχίτη, πράσινο του καδμίου και άλλα πολλά αν κάνεις μια μικρή αναζήτηση στο διαδίκτυο).
Οπότε δεν είναι κατώτεροι (οπτικά-γλωσσικά-νοητικά) οι Bassa, απλά μιλούν διαφορετική γλώσσα.
Αντίστοιχα οι Εσκιμώοι θα μπορούσαν να περιφρονήσουν τους ανθρώπους της Εύκρατης Ζώνης, που έχουν μόνο μια λέξη για τον πάγο. Αυτοί έχουν διαφορετικές λέξεις (όχι περιφραστικά) για τον πάγο αλμυρού νερού, τον πάγο γλυκού νερού, τον πάγο που κυλάει, τον λεπτό πάγο, τον παλιό πάγο και άλλες πολλές κατηγορίες (Herbert Landar, “Γλώσσα και παιδεία”.)
Ποια γλώσσα, ποια αντίληψη της πραγματικότητας είναι η σωστή;
Νομίζω ότι ξέρετε την απάντηση: Καμία.
Οι λέξεις που γνωρίζουμε είναι αυτές που χρειαζόμαστε. Αυτές καθορίζουν τη σκέψη μας.
Ακόμα και τον χρόνο;
“Το σύστημα μας των χρόνων, αποτυπώνει μια διάσταση παρελθόντος, παρόντος, μέλλοντος πάνω στα βιώματα μας, που άλλες γλώσσες (που ούτε κατά διάνοια δεν έχουν παρόμοιο σύστημα χρόνου) δεν υπολογίζουν.” Benjamin Lee Whorf
Υπάρχουν κοινωνίες, πολιτισμοί, γλώσσες, όπου ο χρόνος είναι διαφορετικός απ’ τον δικό μας.
Σε απομονωμένες φυλές στον Αμαζόνιο και στη Νέα Γουινέα τα ρήματα δεν είχαν παρελθοντικούς ή μελλοντικούς χρόνους.
Υπήρχε μόνο ένας διευρυμένος (και αλλόκοτος για μας) Ενεστώτας.
Αυτοί οι άνθρωποι μιλούσαν και ζούσαν σ’ ένα συνεχές παρόν. Οι νεκροί πρόγονοι υπάρχουν μέσα στα σώματα των ζωντανών. Το ίδιο υπάρχουν και οι αγέννητοι απόγονοι.
Ο κόσμος τους δεν έχει αρχή και τέλος. Μόνο τώρα.
Ο Θεός ορίζεται απ’ τη γλώσσα και τον πολιτισμό που αυτή κουβαλάει;
Οι πρώτοι Αμερινδιάνοι που ήρθαν αντιμέτωποι με τους κονκισταδόρες δεν μπορούσαν ν’ αντιληφθούν την έννοια ενός θεού μοναδικού και τριαδικού, ασώματου και πανταχού παρόντος. Η γλώσσα τους δεν είχε περάσει την περιπέτεια των πολιτισμών που άκμασαν γύρω απ’ τη Μεσόγειο.
Οι κοινωνικές αξίες ορίζονται απ’ τη γλώσσα που μιλάμε;
Λέγεται ότι όταν ο νεαρός Μάο Τσε Τουνγκ βρέθηκε σε ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο παραξενεύτηκε με τη λέξη “ελευθερία” και τη σημασία που της έδιναν οι Ευρωπαίοι.
Στον Κομφουκιανισμό, την πολιτικο-κοινωνική θεωρία της Κίνας, η μεγαλύτερη αρετή είναι η “προσφορά στο κοινωνικό σύνολο” (αυτό εκφράζεται με μια λέξη).
Ενάρετος, άξιος, είναι όποιος προσφέρει στο σύνολο.
Η ελευθερία του ατόμου, όπως καλλιεργήθηκε στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και εξυμνήθηκε στον Ρομαντισμό, εφόσον αντιτίθεται στο κοινό συμφέρον είναι κατάπτυστη στον κομφουκιανισμό.
Ο “πραγματικός κόσμος” οικοδομείται σε μεγάλο βαθμό πάνω στις γλωσσικές συνήθειες της ομάδας. Ποτέ δυο γλώσσες δεν είναι αρκετά όμοιες για να θεωρηθούν ότι εκφράζουν την ίδια κοινωνική πραγματικότητα.
Βλέπουμε και ακούμε, και βιώνουμε, με τον τρόπο αυτό γιατί οι γλωσσικές συνήθειες της κοινότητας μας προδιαθέτουν για ορισμένες εκλογές ερμηνείας.
(Edward Sapir, “Δοκίμια πάνω στην Παιδεία, τη Γλώσσα και την προσωπικότητα”)
Σκεφτόμαστε με τις λέξεις που μάθαμε και τον πολιτισμό που αυτές κουβαλούν.
Λέμε “ασθενές φύλο” και εννοούμε τις γυναίκες. Στον σύγχρονο κόσμο, όπου η μυική δύναμη έχει ελάχιστη σημασία, γιατί οι γυναίκες συνεχίζουν να είναι το “ασθενές φύλο”;
Επειδή η γλώσσα ορίζει τη σκέψη κι εμείς μιλάμε-σκεφτόμαστε σύμφωνα με τις λέξεις που παραλάβαμε.
Αισθάνεται διαφορετικό ένα άτομο ανάλογα με τη γλώσσα που μιλάει;
To 1974, στο Σαν Φρανσίσκο, o ψυχολόγος Farb μελέτησε Γιαπωνέζες γυναίκες, που είχαν παντρευτεί Αμερικανούς στρατιώτες. Αυτές μιλούσαν αγγλικά με τα παιδιά τους και τους συζύγους τους -και ιαπωνικά μεταξύ τους.
Ο ερευνητής απέδειξε ότι οι στάσεις που εξέφραζαν οι γυναίκες εξαρτιόνταν από τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν κάθε φορά.
Τους ζητήθηκε να συμπληρώσουν τη φράση: “Όταν οι επιθυμίες μου συγκρούονται με εκείνες της οικογένειάς μου…”
Στα ιαπωνικά έλεγαν “…είναι μία στιγμή μεγάλης θλίψης”.
Στα αγγλικά έλεγαν “…κάνω αυτό που θέλω”.
Οι γυναίκες συμπλήρωναν τη φράση ανάλογα με τη γλώσσα που έπρεπε να χρησιμοποιήσουν κάθε φορά -και κατ’ επέκταση τον πολιτισμό στον οποίο μετέβαιναν υιοθετώντας τη συγκεκριμένη γλώσσα.
Η γλώσσα δεν αντικατοπτρίζει τον πολιτισμό μας, η γλώσσα ποιεί πολιτισμό.
Κι είναι κάτι πιο βαθύ που μας λερώνει: Η γλώσσα που μιλάμε ορίζει την πραγματικότητα.
Η γλώσσα δεν είναι απλώς το εξωτερικό ντύσιμο μιας σκέψης. Είναι επίσης το εσωτερικό της πλαίσιο [της σκέψης]. Δεν περιορίζεται να εκφράζει τη σκέψη αφού σχηματιστεί. Βοηθά στο να τη σχηματίσει.
(Emile D. Durkheim)
(Emile D. Durkheim)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Αυτό το κείμενο είναι το theatrical version ενός παλιότερου. Μπορείτε να δείτε το director’s cut, με κάποιες σκέψεις για τον Όργουελ και τη “φυλετική αχρωματοψία”, εδώ “Τη γλώσσα -και τη σκέψη- μου έδωσαν ελληνική”
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~