Παρασκευή Βενετοπούλου
Η Πρώτη Πραγματεία: «καλός» και «φαύλος/bad», «καλός» και «κακός/evil»
Στην Πρώτη Πραγματεία της Γενεαλογίας της Ηθικής, ο Νίτσε, προσπαθεί να ορίσει τις ρίζες της ηθικής, ξεκινώντας ουσιαστικά (και θυμίζοντας έτσι τον δάσκαλό του??, τον Πλάτωνα) με την ετυμολόγηση του ζεύγους των λέξεων/όρων «καλός» και «φαύλος/bad»: η λέξη «καλός» συνδέεται με την τάξη των ευγενών, και η λέξη «φαύλος» με την κατώτερη τάξη. Η σύνδεση αυτή είναι ιστορικά ορθή, καθώς επιβεβαιώνεται από τη γλωσσολογία: για παράδειγμα, η αρχαία ελληνική αριστοκρατία αυτοχαρακτηριζόταν με τη λέξη εσθλός, που έχει σαφή ετυμολογική σχέση με τον «αληθινό»[4], ενώ η λατινική λέξη για τον «καλό», bonus, σχετίζεται με μία πρωιμότερη λέξη που σήμαινε τον «πολεμιστή»[5]. Η υπόθεση που κάνει ο φιλόσοφος είναι ότι η άρχουσα τάξη θεωρείται ότι κατέχει ανώτερες πνευματικές ή θεϊκές ιδιότητες, και ότι η σύνδεση των λέξεων που υποδηλώνουν τον «καλό» με λέξεις που υποδηλώνουν την άρχουσα τάξη είναι ένα επιπρόσθετο επιχείρημα για την ορθότητα αυτής της υπόθεσης. Στην πραγματικότητα θεωρεί ότι οι λέξεις «καλός» και «φαύλος» ήταν όροι που υποδήλωναν κοινωνικές τάξεις. Έννοιες όπως υγεία, δύναμη, ομορφιά, αγάπη για τη ζωή και την περιπέτεια συνιστούν ένα γενικό πλαίσιο για το ιδιαίτερο σύστημα αξιών της πολεμικής αριστοκρατίας, που αντιτίθεται στην αδυναμία και την ταπεινότητα της κατώτερης τάξης .
Η Δεύτερη Πραγματεία: η «ενοχή», η «φαύλη συνείδηση» και τα όμοιά τους
Μιλώντας για τη δικαιοσύνη και την απόδοση της τιμωρίας μέσα σε ένα πιο εξελιγμένο σύστημα πλέον, ο Νίτσε ισχυρίζεται ότι η αληθινή δικαιοσύνη δεν πηγάζει από μία επιθυμία εκδίκησης, αλλά μάλλον από την ικανότητα να ελεγχθούν τα αντεκδικητικά αισθήματα του αδικημένου μέρους: σύμφωνα με τον γερμανό φιλόσοφο, οι ιδέες του «δίκαιου» και του «άδικου» εξαρτώνται εντελώς από την καθιέρωση ενός δικαιικού συστήματος, καθώς η φύση δεν μας επιτρέπει να μιλάμε για «δίκαιες» και «άδικες» πράξεις[19].
Ο Νίτσε καταλήγει να ορίσει αυτήν την αίσθηση αλύτρωτης «ενοχής», εμπνεόμενος από τους αρχαιοελληνική και πάλι παράδοση, σαν «τρέλα της βούλησης»[25], αλλά και σαν σοβαρότατη αρρώστια του ανθρώπου[26].
Η Τρίτη Πραγματεία: τι σημαίνει το «ασκητικό ιδεώδες»;
Στην Τρίτη Πραγματεία της Γενεαλογίας της Ηθικής, με το υπαινικτικό motto «Ξένοιαστους, χλευαστές, βίαιους – έτσι μας θέλει η σοφία: είναι γυναίκα, κι αγαπά πάντα έναν πολεμιστή μονάχα» από το έργο του Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα, ο γερμανός φιλόσοφος μας εισάγει στο θέμα του με μια σύντομη ανάλυση των λόγων για τον μαγνητισμό που φαίνεται να ασκεί ο ασκητισμός πάνω στους καλλιτέχνες, τους φιλοσόφους, τις γυναίκες, τους ψυχοπαθείς, τους ιερείς, τους αγίους[27]. Θέλοντας να αποσαφηνίσει περισσότερο τις θέσεις του, αναλύει τα παραδείγματα του Βάγκνερ[28] και του Σοπενχάουερ[29], και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο καλλιτέχνης προσκολλάται στο «ασκητικό ιδεώδες» γιατί βρίσκει σε αυτό ένα στήριγμα, ενώ για τον φιλόσοφο αντιπροσωπεύει ένα είδος ανεξαρτησίας.
Όμως, το «ασκητικό ιδεώδες» βρίσκει την πλήρη πραγμάτωσή του στην περίπτωση του ασκητικού ιερέα, και για αυτόν τον λόγο είναι ανόητο να ζητήσεις από αυτόν να σου εξηγήσει τη σημασία αυτού του ιδεώδους ή απλά να το δικαιολογήσει[30]. Το «ασκητικό ιδεώδες», παρότι αντιφάσκει με τη ζωή, παρουσιάζεται σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Η τεράστια εξάπλωση αυτού του ιδεώδους είναι πράγματι εκπληκτική, αφού συγκρούεται με τη ζωή καθεαυτή[31]. Η μόνη δυνατή απάντηση είναι ότι το «ασκητικό ιδεώδες» πρέπει τελικά να στηρίζει τη ζωή, έστω και αν εμφανίζεται πως την αρνείται: αυτό είναι το παράδοξο του ασκητισμού. Ο Νίτσε πιστεύει ότι το «ασκητικό ιδεώδες» αποτελεί ένα κίνητρο αυτοσυντήρησης, καθώς προσφέρει ένα νόημα ζωής σε όσους έχουν χάσει κάθε άλλο κίνητρο ζωής. Είναι το μόνο ιδεώδες που συνεχίζει να λειτουργεί σε μια κοινωνία που έχει κορεστεί και κουραστεί από τη ζωή[32].
Στο τελευταίο κεφάλαιο της Τρίτης Πραγματείας, ο γερμανός φιλόσοφος θα αναφωνήσει μέσα σε ένα ξέσπασμα απαισιόδοξης ρητορικής: «Ας κοιτάξουμε πέρα από το ασκητικό ιδανικό: βλέπουμε πως ο άνθρωπος, το ζώον άνθρωπος, δεν είχε ώς τώρα κανένα νόημα. Η ύπαρξή του πάνω στη γη δεν είχε κανένα σκοπό. Το ‘προς τι ο άνθρωπος γενικά;’ Ήταν ένα ερώτημα χωρίς απόκριση. Η θέληση για τον άνθρωπο και για τη γη έλειπε. Πίσω από κάθε μεγάλη ανθρώπινη μοίρα αντηχούσε ως επωδός ένα ακόμη μεγαλύτερο ‘μάταια!’ Αυτό ακριβώς σημαίνει το ασκητικό ιδανικό: ότι κάτι έλειπε, ότι ένα τεράστιο χάσμα κύκλωνε τον άνθρωπο… Δεν μπορεί κανείς να κρύψει απόλυτα από τον εαυτό του τι σημαίνει πραγματικά όλη εκείνη η θέληση που πήρε την κατεύθυνσή της από το ασκητικό ιδανικό: αυτό το μίσος κατά του ανθρώπινου, και περισσότερο ακόμη κατά του ζωώδους, και περισσότερο ακόμη κατά της ύλης, τούτη η αποστροφή μπροστά στις αισθήσεις, μπροστά σ’ αυτή τούτη τη λογική, ο φόβος μπροστά στην ευτυχία και την ομορφιά, αυτή η επιθυμία φυγής από κάθε φαινομενικό, αλλαγή, γίγνεσθαι, θάνατο, ευχή, απ’ αυτή τούτη την επιθυμία – όλα αυτά σημαίνουν, ας τολμήσουμε να το αντιληφτούμε, μία θέληση για το Τίποτα, μιαν αντιθέληση κατά της ζωής, μιαν επανάσταση κατά των βασικότερων προϋποθέσεων της ζωής, μα είναι και μένουν θέληση!…Και, για να ξαναπώ στο τέλος αυτό που έλεγα στην αρχή: ο άνθρωπος προτιμά να θέλει το Τίποτα, από το να μη θέλει τίποτα…»[42].
Σύνοψη και συμπεράσματα
ι κοινωνική αρρώστια του καιρού του, εξαγγέλεται με τη διονυσιακή κραυγή «θάνατος στον θεό» και την επιστροφή σε μια νέα εποχή αθωότητας. Η επιρροή του Νίτσε και της συγκεκριμένης θέσης του στη φιλοσοφία του περασμένου αιώνα στάθηκε αποφασιστική, καθώς η φιλοσοφία έκοψε σχεδόν όλα τα δεσμά της με τη θεολογία, είτε μέσα απο αθεϊστικές κοινωνικές θεωρίες που προσπάθησαν να εφαρμοστούν στην πράξη, είτε μέσα από σχεδόν γλωσσολογικές αναζητήσεις της αλήθειας του ίδιου του φιλοσοφικού λόγου.
Halevy, D., Η Συμβολή στη γενεαλογία της ηθικής του Νίτσε, (μτφρ. Α. Δικταίος), Γκοβόστης Αθήνα (1996)Νίτσε, Φ., Γενεαλογία της Ηθικής, (μτφρ. Α. Δικταίος), Γκοβόστης, Αθήνα (1990)Ντελέζ, Ζ., «Εισαγωγή στον Νίτσε», στο Friedrich Nietzsche, Φιλοσοφικά Αποσπάσματα, (μτφρ. Ζ. Σαρίκας, Εξάντας-Νήματα, Αθήνα (1993)
Παραπομπές – Σημειώσεις
[1]Ζ. Ντελέζ, «Εισαγωγή στον Νίτσε», στο Friedrich Nietzsche, Φιλοσοφικά Αποσπάσματα, (μτφρ. Ζ. Σαρίκας, Εξάντας-Νήματα, Αθήνα (1993): 13-15.
[2]D. Halevy, Η Συμβολή στη γενεαλογία της ηθικής του Νίτσε, (μτφρ. Α. Δικταίος), Γκοβόστης,: 215.
[3]Νίτσε, Γενεαλογία της Ηθικής, (μτφρ. Α. Δικταίος), Γκοβόστης,: 14