Βάλτε λίγη διαλεκτική στο κρασί σας - Point of view

Εν τάχει

Βάλτε λίγη διαλεκτική στο κρασί σας





Θυμάμαι ένα παλικαράκι είκοσι πέντε χρονών που ήταν πανευτυχές επειδή είχε βρει στη βιβλιοθήκη το περίφημο βιβλίο του Καντ, «Η κριτική του καθαρού λόγου».

Γύρισε στο σπίτι τρέχοντας για να το διαβάσει, πιστεύοντας ότι θα έβρισκε εκεί μέσα την εξήγηση όλων.

Έκατσε στο γραφείο του, πήρε μια βαθιά ανάσα και διάβασε την πρώτη σελίδα... Μετά την ξαναδιάβασε. Και την ξαναδιάβασε...

Μετά από είκοσι αναγνώσεις της... πρώτης σελίδας, δεν είχε καταλάβει τίποτα απολύτως. Και δεν εννοούμε ότι δεν είχε καταλάβει το μυστήριο του κόσμου. Όχι. Δεν είχε καταλάβει τίποτα από αυτό που είχε διαβάσει είκοσι φορές.



Είχε πειστεί ότι εντελώς ηλίθιος μέχρι που ένας φίλος (που αργότερα θα γινόταν ψυχολόγος) του εξήγησε ότι δεν μπορείς να κατανοήσεις ένα φιλοσοφικό βιβλίο –ειδικά των πιο «στρυφνών» φιλοσόφων- αν δεν κατέχεις την ορολογία.

Είναι σαν να μην ξέρεις τίποτα από υπολογιστές και να προσπαθείς να καταλάβεις ένα βιβλίο σχετικό με τον προγραμματισμό.



Ευτυχώς υπάρχουν κάποιοι «μεταφραστές» που μας βοηθάνε να προσεγγίσουμε μια δύσκολη έννοια.



Μια τέτοια έννοια ήταν η «διαλεκτική», την οποία αδυνατούσα να αντιληφθώ πλήρως (αν και -όπως θα δούμε- δεν υπάρχει πλήρης αντίληψη κανενός πράγματος) μέχρι που βρέθηκε ένας μεγάλος δάσκαλος-μεταφραστής να μου την εξηγήσει: Ο Παπανούτσος.





Ας ξεκινήσουμε με την αναζήτηση της καταγωγής της έννοιας περιδιαβαίνοντας αντίστροφα στο φιλοσοφικό-ιστορικό κόσμο.



Η κοντινότερη γενιά «διαλεκτικής» είναι δύο σοφοί του 19ου αιώνα: Ο Μαρξ και ο Κίρκερκααρντ. Αλλά αυτοί οι δύο απέχουν μεταξύ τους όσο ο ουρανός από τη γη.

Ο Κίρκεργκααρντ είχε ως πίστη τη διαλεκτική της «θρησκευτικής υπέρβασης» (αυτός ήταν στον ουρανό) και ο Μαρξ ως δόγμα τον περιβόητο «διαλεκτικό υλισμό» (αυτός στη γη).



Και οι δύο είχαν ως δάσκαλο τον κατ’ εξοχήν φιλόσοφο της διαλεκτικής (της νέας διαλεκτικής) το Χέγκελ.



Όμως καμιά ιδέα της νεότερης φιλοσοφίας δεν είναι αυτογενής.



Ο Παπανούτσος αναφέρει τον «μυστικό» Χριστιανό του 15ου αιώνα, Νικόλαο Κουζάνο, ο οποίος έκανε λόγο για την coincidentia oppositorum, τη σύμπτωση των αντιθέτων.



Αλλά και αυτός πατούσε στην ισχυρότερη φιλοσοφική παράδοση του δυτικού κόσμου: Στην αρχαιοελληνική.



Η διαλεκτική, ετυμολογικά, κατάγεται από το διάλογο.

Και ο διάλογος «ως μορφή επικοινωνίας ελεύθερα σκεπτόμενων ανθρώπων υπήρξε κατάκτηση των Ελλήνων».



Στα τυραννικά καθεστώτα οι άρχοντες μονολογούν, στα δημοκρατικά οι πολίτες διαλέγονται.



Δε μας είναι δύσκολο να φανταστούμε ως δημιουργό της ίδιας της διαλεκτικής τον Πλάτωνα, του οποίου η φιλοσοφία αποδόθηκε σε μορφή διαλόγων.



Όμως κι αυτός ήταν μαθητής του Σωκράτη, ο οποίος ανέτρεπε διαλογικά τις αβέβαιες γνώμες των συνομιλητών του –παρά την αρχική τους βεβαιότητα.



Ακόμα κι αυτός, ο μέγιστος Σωκράτης, πάτησε πάνω στους ώμους γιγάντων για να δει τόσο μακριά.





Ο γίγαντας αυτός ήταν ο «σκοτεινότερος των φιλοσόφων», ο Ηράκλειτος, από του οποίου τη φιλοσοφία μόνο θραύσματα διασώζονται.



Ο Ηράκλειτος, τόσο μεγαλοφυής ακριβώς επειδή ήταν αυτόφωτος, ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε ότι όλα εμπεριέχονται στο ένα, και το ένα γεννάει τα πάντα.

Ότι η οδός άνω κάτω είναι μία και αυτή.



Ότι πίσω από τις διαφορές, τα παράταιρα και τα ασυμβίβαστα υπάρχει μια βαθιά ενότητα.

Γιατί η «κρυφή αρμονία είναι πιο ισχυρή από τη φανερή».

Αν «το αυτό» εμφανίζεται ως «το άλλο», είναι γιατί τα πάντα βρίσκονται σε αέναη κίνηση (όπως ο ποταμός, στου οποίου τα ίδια νερά δεν μπορείς να μπεις δυο φορές) και το κάθετι «μεταπίπτει» στο αντίθετο του και πάλι από αυτό σε μια νέα θέση.



Εκεί έχει τις ρίζες της η διαλεκτική, στο «σκοτεινό» Ηράκλειτο.

Αλλά τι είναι η διαλεκτική;



Διαλεκτική είναι εκείνη η δομή της σκέψης και του λόγου όπου η αντίφαση όχι μόνο δεν αποκλείεται, αλλά εξαίρεται, επιβάλλεται.



Η σκέψη της διαλεκτικής δεν είναι ένα αποτελειωμένο γεγονός, ποτέ. Αλλά ένα διαρκώς ανανεούμενο «γίγνεσθαι», όπου η ΘΕΣΗ, δημιουργεί την ΑΝΤΙΘΕΣΗ, και μέσα από αυτές γεννιέται η ΣΥΝΘΕΣΗ.

Η οποία δεν είναι παρά μια καινούρια θέση που θα οδηγήσει σε νέα αντίθεση και σύνθεση, χωρίς να υπάρχει τέλος.





Η διαλεκτική έρχεται σε σύγκρουση με την τυπική Λογική.



Η Λογική, έτσι όπως την κληρονόμησε ο δυτικός κόσμος από τον Αριστοτέλη, δεν αποδέχεται την αντίφαση: Κάθε δήλωση είναι αληθής ή ψευδής.



Ο κόσμος που γνωρίζουμε σήμερα λειτουργεί βάση της αριστοτέλειας λογικής: Της δυαδικής.

Ναι ή όχι, ανοικτό ή κλειστό, σωστό ή λάθος, μαύρο ή άσπρο.



Ο Αριστοτέλης κέρδισε, ο Πλάτωνας ηττήθηκε.



Ο διαλεκτικός άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι η πραγματικότητα είναι στον εσώτερο πυρήνα της αντιφατική.

Γιατί η «αλήθεια» δε αποδίδεται ποτέ απόλυτα με καμία (είτε θετική είτε αρνητική) περιγραφή του.



Οι αποφάνσεις μας, οι απόψεις μας για την αλήθεια, την προσεγγίζουν μέσω της σύνθεσης των απόψεων, αλλά ποτέ δεν την φτάνουν, αφού κάθε σύνθεση είναι ουσιαστικά μια καινούρια θέση κι εκείνη με τη σειρά της παράγει μια νέα αντίθεση –στο διηνεκές.






Η αλήθεια δεν υπάρχει, γι’ αυτό και προσπαθούμε να την εφεύρουμε.





Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε καλύτερα αν σκεφτούμε τη διαφορά ανάμεσα στο «σοφό» και στο «φιλόσοφο».

Σοφός είναι ο άνθρωπος που έχει κατακτήσει τη σοφία.

Φιλόσοφος είναι αυτός που ποθεί και πασχίζει για τη σοφία.



Σύμφωνα με τη διαλεκτική σκέψη δεν μπορεί να υπάρξει σοφός, παρά μόνο φιλόσοφοι.

Και θυμηθείτε πως ο Σωκράτης έδειξε στους «σοφούς» ότι δεν ήξεραν τίποτα.



Η διαλεκτική είναι τόσο προφανής στην ιστορία, όπου δεν υπάρχει αριστοτέλειο τέλος, αλλά μια διαρκής εξέλιξη.

Οι πολιτισμοί ακμάζουν, σύμφωνα με τον Whitebread, όταν πραγματοποιείται σύνθεση των διαφόρων στοιχείων του. Όσο υπάρχει «διάλογος» των θέσεων και των αντιθέσεων η κοινωνία εξελίσσεται.



«Ο πολιτισμός αυτοδιατηρείται στο ύψος που έχει φτάσει όσο υπάρχουν μέσα του δυνατότητες για πειραματισμούς που συνεχώς ανανεώνονται», λέει ο αγγλοαμερικάνος Whitebread.



Κι εδώ δε θα ήταν παράταιρο να θυμηθούμε την Τέμπλ Γκράντιν που έλεγε ότι ο κόσμος χρειάζεται όλα τα μυαλά.

Μόνο αυτή η ποικιλότητα μπορεί να συνεχίσει να παράγει νέες ιδέες και πειραματισμούς.





Αλλά, για να τελειώνουμε με αυτό το στρυφνό κείμενο, η διαλεκτική μπορεί να είναι και η μόνη οδός για τον εαυτό μας.

Γιατί –όπως ισχυρίστηκε ο Πλάτωνας- η γόνιμη σκέψη είναι ο «εντός της ψυχής προς αυτήν διάλογος.»



Κάθε φορά που είμαστε βέβαιοι και αμετακίνητοι για κάτι, κάθε φορά που παγιώνεται μια αντίληψη στον εγκέφαλο μας, κάθε φορά που αποκτούμε μια καινούρια πεποίθηση, κάθε φορά που πιστεύουμε ότι φτάσαμε στο τέλος της αναζήτησης, πρέπει να θυμόμαστε ότι κάνουμε λάθος –ή σχεδόν λάθος.



Γιατί δεν υπάρχει τέλος στην αναζήτηση, υπάρχει μόνο αποτελμάτωση της σκέψης μας.

Γιατί δεν υπάρχει η μία και μοναδική αλήθεια. Υπάρχει μία κάποια «αλήθεια» που γεννάει την αντίθετη της και προχωρούν στη σύνθεση της καινούριας «αλήθειας».



Τίποτα δεν είναι σωστό, αληθές, βέβαιο. Παρά μόνο η αναζήτηση τους.


 

 

το ειδα εδω
via

Pages