Θεραπεία από τους λογισμούς.
Όπως σε όλες τις ψυχικές και σωματικές ασθένειες το ίδιο και στο θέμα των λογισμών υπάρχει προληπτική αγωγή και μετά την ασθένεια θεραπευτική αγωγή. Θα δούμε τις δύο αυτές περιπτώσεις.
Η προληπτική αγωγή έγκειται στην προσπάθεια να μη εισχωρήση μέσα μας ο λογισμός και να μη αιχμαλωτίση τον νου μας. Σ’ αυτό συντελεί η νήψη, η προσοχή, η ησυχία, η αποκοπή των κακών λογισμών. Ο Απόστολος Παύλος δίδει παραγγελία στον μαθητή του Τιμόθεο να έχη διαρκή νήψη: «συ δε νήφε εν πάσι» (Β’ Τιμ. δ’, 5). Στα πατερικά έργα γίνεται μεγάλη ανάλυση αυτού του αγώνος.
Η νήψη λέγεται και φυλακή των λογισμών.
Και ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης διδάσκει ότι άλλο είναι η φυλακή των λογισμών και άλλο η τήρηση του νου. Η τήρηση του νου είναι υψηλοτέρα από την φυλακή των λογισμών[445]. Αυτό λέγεται με την έννοια που καθορίσαμε στα προηγούμενα ότι νους είναι ο οφθαλμός της ψυχής, η καρδιά, ενώ λογισμός είναι αυτό που λειτουργεί στην διάνοια του ανθρώπου.
Άλλη είναι η προσπάθεια να κρατήση κανείς καθαρή την διάνοια και άλλη είναι η προσπάθεια να κρατήση καθαρό τον νου, δηλαδή την καρδιά. Χρειάζεται όμως η καθαρότης των λογισμών, γιατί είναι αδύνατον να είναι καθαρός κανείς στον έσω άνθρωπο, εάν έχη πονηρούς λογισμούς[446].
Η πατερική εντολή είναι να συγκεντρώνουμε τον νου μας (την ενέργεια της ψυχής στην ουσία της), να προσέχουμε τους λογισμούς και να πολεμούμε τους εμπαθείς λογισμούς: «Συνάγαγε τον νουν σου και τήρει τους λογισμούς, και ους αν εύρης εμπαθείς πολέμησον προς αυτούς»[447]. Είναι απαραίτητο να προσέχουμε τους διαλογισμούς, τις ενθυμήσεις και τις έννοιες[448].
Μάλιστα στον αγώνα αυτό για να διαφυλαχθή ο νους καθαρός και να έχη αδιάλειπτη μνήμη Θεού απαιτείται να αποβάλλουμε και τους καλούς λογισμούς, γιατί και με τους καλούς λογισμούς συνηθίζει ο νους ολίγον κατ’ ολίγον να απομακρύνεται από τον Θεό.
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος γράφει...
Κλείνε τη θύρα του κελιού σου για το σώμα, τη θύρα της γλώσσας για τα λόγια, και την πύλη του εσωτερικού σου για τα πονηρά πνεύματα. Να κάθεσαι ψηλά και να παρατηρείς —αν βέβαια ξέρεις να το κάνεις αυτό— και τότε θα βλέπεις πως και πότε και από που και πόσοι και ποιοι κλέφτες έρχονται να μπουν και να κλέψουν τα σταφύλια.
Αν κουραστεί ο σκοπός να παρατηρεί, σηκώνεται και προσεύχεται, και αφού καθίσει πάλι, συνεχίζει με ανδρεία την ίδια εργασία. Άλλο είναι η φύλαξη των λογισμών και άλλο η φύλαξη του νου.
Όσο απέχει η ανατολή από τη δύση, τόσο απέχει το δεύτερο και είναι πιο κοπιαστικό από το πρώτο. Όπως τα βασιλικά όπλα που βρίσκονται κάπου, ενώ τα βλέπουν οι κλέφτες, δεν τα πλησιάζουν, έτσι κι εκείνον που ένωσε την καρδιά του με την προσευχή δεν τον κλέβουν εύκολα οι νοεροί ληστές.
Ο Γέροντας Σιλουανός εδίδασκε ότι «οι άγιοι εδιδάχθησαν τον πόλεμον εναντίον του εχθρού. Εγνώριζον ότι οι εχθροί ενεργούν δελεαστικώς μέσω των λογισμών, και δια τούτο καθ’ όλην των την ζωήν δεν εδέχοντο τους λογισμούς.
Ο λογισμός εις την αρχήν εμφανίζεται ως καλός, αλλ’ ύστερον αποσπά τον νουν από την προσευχήν και μετά πλέον αρχίζει να περιπλέκη τας σκέψεις. Δια τούτο είναι ανάγκη να απορρίπτωμεν αμέσως κάθε λογισμόν, έστω και εάν φαίνεται εις ημάς καλός, να έχωμεν δε τον νουν καθαρόν εν τω Θεώ»[449].
Δεν πρέπει να έχουμε κανένα λογισμό στην καρδιά ούτε άλογο ούτε εύλογο[450]. Πρέπει να φυλάττουμε τον οφθαλμό της ψυχής από κάθε λογισμό, όπως τον οφθαλμό του σώματος από κάθε βλαβερό αντικείμενο.
Όταν ο άνθρωπος συνηθίση σ’ αυτόν τον ιερό αγώνα αποθήσεως όλων των λογισμών, τότε ο νους γεύεται της χρηστότητος του Κυρίου και αποκτά την κάθαρση, ώστε να διακρίνη τους λογισμούς και «τους μεν καλούς και θεοπέμπτους εν τοις ταμείοις της μνήμης εναποτίθηται, τους δε σκαιούς και δαιμονιώδεις έξω που των αποθηκών απορρίπτοι της φύσεως»[451].
Αυτή η νήψη της ψυχής, η φυλακή των λογισμών, καλείται νοερά ησυχία. Γι’ αυτό στην Ορθόδοξη διδασκαλία η ησυχία δεν είναι απλώς η ησυχία από τους εξωτερικούς ερεθισμούς (είναι και αυτό η αρχή της ησυχίας ιδίως στον αρχάριο), αλλά κυρίως είναι η ησυχία της καρδίας.
Ο όσιος Θαλάσσιος παραγγέλλει: «Ασφάλισαι τας αισθήσεις τω τρόπω της ησυχίας και δίκασον τους λογισμούς εφεστώτας τη καρδία»[452]. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη η ησυχία του σώματος είναι επιστήμη και κατάσταση των ηθών και των αισθήσεων, αλλά η ησυχία της ψυχής είναι «λογισμών επιστήμη και ασύλητος έννοια».
Ο φίλος της ησυχίας είναι «ανδρείός τις και απότομος λογισμός, εν θύρα καρδίας ανυστάκτως ιστάμενος, και τους προσερχομένους λογισμούς ή κτείνων ή αποσειόμενος»[453]. Όταν χρονίση ο άνθρωπος σ’ αυτόν τον αγώνα και ιδίως, όταν ο νους μαγευθή από την Βασιλεία του Θεού, τότε καταργούνται όλοι οι λογισμοί, όπως κρύπτονται οι αστέρες με την ανατολή του ήλιου[454].
Εκτός από την νήψη και την νοερά ησυχία, ένας άλλος τρόπος προληπτικός για να μη ερεθισθή ο νους είναι η αποφυγή των αιτίων που προκαλούν τους λογισμούς. Ο άγιος Μάξιμος δίδει ένα παράδειγμα για να δείξη πως πρέπει να αγωνιζόμαστε για την διατήρηση της καθαρότητος της καρδίας.
Όπως είναι γνωστό οι εμπαθείς δαίμονες ή ερεθίζουν το επιθυμητικό ή εκταράσσουν το θυμικό και το λογιστικό. Γι’ αυτό ο μοναχός οφείλει να προσέχη τους λογισμούς, να γνωρίζη και να κόπτη τις αιτίες τους. Η ακρασία των βρωμάτων και των πομάτων και η πυκνή και άλογος συντυχία των γυναικών είναι η αιτία δια της οποίας οι εμπαθείς μνήμες των γυναικών ερεθίζουν το επιθυμητικό. Η πείνα, η δίψα, η αγρυπνία και η αναχώρηση βοηθούν τον άνθρωπο να απαλλαγή από τις μνήμες αυτές και τους λογισμούς. Η φιληδονία, η κενοδοξία και η φιλοϋλία είναι η αιτία δια της οποίας οι εμπαθείς μνήμες αυτών που μας ελύπησαν εκταράσσουν τον θυμό. Ο εμπαθής λυπείται ή γιατί τα στερήθηκε ή γιατί δεν τα απέκτησε. Γι’ αυτό η καταφρόνηση αυτών και η εξουδένωση για την αγάπη προς τον Θεό περικόπτει τα αίτια που προκαλούν την λύπη[455].
Επίσης για να απαλλαγή ο άνθρωπος από τους λογισμούς πρέπει να αγωνισθή εναντίον των παθών, αφού από τα πάθη οι δαίμονες λαμβάνουν αφορμή να ενσπείρουν τους κατάλληλους λογισμούς.
Για το πάθος της πορνείας συνιστά ο άγιος Μάξιμος: «νήστευε και αγρύπνει, κοπίασον, ιδίασον». Για την οργή και την λύπη «καταφρόνει δόξης και ατιμίας και των υλικών πραγμάτων». Για την μνησικακία «προσεύχου υπέρ του λυπήσαντος, και απαλλάττη»[456].
Άλλος αγώνας είναι να περικόψουμε την ηδυπάθεια της καρδίας[457], αφού οι λογισμοί επιδιώκουν να εξάψουν την ηδονή και να προσελκύσουν τον νου. Μαζί με την ηδυπάθεια της καρδίας χρειάζεται κανείς να πολεμήση και την ηδυπάθεια του σώματος. Κάθε τι που προκαλεί την σωματική ηδονή και την σωματική ανάπαυση πρέπει να το αποδιώκη ο αθλητής αυτού του εσωτερικού αγώνος. Γιατί αν ο άνθρωπος ενδώση στην ηδυπάθεια του σώματος, «αναγκάζεται και μη θέλων αχθήναι βία εις Ασσυρίους και δουλεύσαι τω Ναβουχοδονόσορ»[458]. Αν κανείς δεν σταθή πολύ αυστηρός στον εαυτό του στο θέμα της ηδονής, δεν θα μπορέση να κρατήση ή να αποκτήση την εσωτερική του ελευθερία.
Όπως σημειώσαμε προ ολίγου χρειάζεται αποφυγή των πραγμάτων και των προσώπων που μας προκαλούν τους λογισμούς. Ένας ασκητής σε ερώτηση ενός αδελφού ότι πολεμείται από τις μνήμες των γυναικών και τις ενθυμήσεις του παρελθόντος απήντησε: «νεκρούς μη φοβού∙ αλλά τους ζώντας φεύγε και επεκτείνου μάλλον εις προσευχήν»[459]. Βέβαια δεν παραγγέλλεται να αποφεύγουμε όλους τους ανθρώπους. Αυτό μπορεί να το κάνουν μερικοί που επιδιώκουν την τελεία κάθαρση, ώστε να δοθούν ολοκληρωτικά στον Θεό, αλλά πρέπει να αποφεύγουμε τα πρόσωπα εκείνα που μας προκαλούν πειρασμό, όχι τόσο γιατί αυτά είναι κακά, αλλά γιατί εμείς είμαστε εσωτερικά άρρωστοι και επιρρεπείς στην ασθένεια. Όταν ο άνθρωπος έχη σαν αρχή να τηρή τον νου του και να προσέχη τα πράγματα, τα αντικείμενα και τα πρόσωπα, τότε μπορεί να μάθη σε ποιο πράγμα έχει το πάθος[460].
Ο φόβος του Θεού βοηθά στην απελευθέρωσή μας από τον πόλεμο των λογισμών. Ο φόβος του Θεού είναι ένα χάρισμα που δίδει ο Θεός στον άνθρωπο. Εκείνος που δέχεται το χάρισμα όλη την ημέρα αγωνίζεται για να μη κάνη κάτι που απαρέσκει στον Θεό ή μάλλον δεν αγωνίζεσθαι απλώς, αλλά η φωτιά του φόβου του Θεού λυώνει κάθε επερχόμενο λογισμό. Αλλά και εάν δεν υπάρχη αυτός ο χαρισματικός φόβος τουλάχιστον να αγωνιζόμαστε να δημιουργούμε εμείς την αίσθηση της παρουσίας του Θεού και του μελλοντικού δικαστηρίου. Όπως λυώνει το κερί από την φωτιά, έτσι λυώνει «από φόβου Θεού ακάθαρτος λογισμός»[461]. Ο φόβος του Θεού είναι ο ποιμήν εκείνος που οδηγεί τα πρόβατα, δηλαδή τους λογισμούς. Χωρίς τον φόβο, τον ποιμένα, οι λογισμοί βρίσκονται σε σύγχυση[462].
Παράλληλα με αυτά, τρόπος θεραπείας είναι ο κόπος και η ασκητική ζωή. Η νηστεία, η αγρυπνία, η προσευχή βοηθούν τον νου να μη αιχματωλισθή από τους ερχομένους λογισμούς. «Τήξον το σώμα σου ασιτία και αγρυπνία, και απελαύνεις τον δήμιον της ηδονής λογισμόν»[463]. «Υπωπίαζε το σώμα και προσεύχου συνεχώς, και των εκ προλήψεων λογισμών τάχιστα απαλλάττη»[464]. Ο όσιος Μάρκος ο ασκητής διδάσκει ότι, εάν θέλουμε να μη ενεργούμαστε από τους πονηρούς λογισμούς, πρέπει να δεχόμαστε εξουδένωση ψυχής και θλίψη σαρκός. Και αυτό πρέπει να γίνεται όχι μερικές φορές, «αλλ’ εν παντί καιρώ και τόπω και πράγματι»[465].
Αυτά που αναφέρθησαν μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τον άνθρωπο ως προληπτικά για να μη ασθενήση από τους λογισμούς, αλλά και εάν ασθενήση, χρειάζονται ως μέθοδος θεραπείας εξ αυτών. Αλλά ας δούμε αναλυτικότερα πως μπορούμε να θεραπεύσουμε με την ψυχή που δέχθηκε την επήρεια των λογισμών.
Κατ’ αρχάς δεν χρειάζεται καθόλου ταραχή. Επιδίωξη των δαιμόνων είναι να δημιουργήσουν ταραχή στον άνθρωπο και τότε μέσα στην σύγχυση να επεμβούν δραστικότερα στην ψυχή και να την αιχμαλωτίσουν. Γι’ αυτό ο άγιος Μάξιμος διδάσκει: «φέρε γενναίως τα κύματα των λογισμών και μάλιστα των της λύπης και ακηδίας»[466]. Η αντιμετώπιση με γενναιότητα των λογισμών είναι δεύτερο μαρτύριο. Το να μη ταραχθούμε, όταν δεχόμαστε τις επιθέσεις των σατανικών λογισμών, συνιστάται από όλους τους αγίους Πατέρας. Ο όσιος Βαρσανούφιος παραγγέλλει: «Εάν εισέλθη ουν ο λογισμός, μη ταραχθής, αλλά κατανόησον τι θέλει πράξαι και αντίπραξον αταράχως, τον Κύριον επικαλούμενος». Δεν είναι κακό το να εισέλθη ο ληστής στην οικία, αλλά το να λάβη τα ευρισκόμενα στην οικία[467].
Μερικοί αφήνουν τον λογισμό να εισέλθη στον νου και την καρδιά για να κάνουν διάλογο μαζί του και να τον νικήσουν με την δύναμη του Χριστού. Αυτό το κάνουν μερικοί που έχουν πλούσια την Χάρη του Χριστού επάνω τους και θέλουν να έλθουν σε αγώνα με τον διάβολο πρόσωπο με πρόσωπο για να τον εξουθενώσουν. Αυτό όμως δεν είναι δυνατόν να γίνη από πολλούς Χριστιανούς, που έχουν αδυναμία να κάνουν αυτόν τον επίπονο και επικίνδυνο αγώνα. Έτσι οι περισσότεροι πρέπει να περιφρονούμε τους λογισμούς.
Πρέπει να λεχθή ότι όσο ο άνθρωπος είναι αρχάριος στα πνευματικά θέματα τόσο και αντιλαμβάνεται καθυστερημένα την είσοδο του λογισμού. Συνήθως εκείνοι που έχουν εξασκηθή σ’ αυτό το πνευματικό άθλημα αντιλαμβάνονται τον λογισμό πριν ακόμη εισέλθη στο λογιστικό και ακόμη όταν ετοιμάζεται να πολεμήση τον αθλητή. Μερικοί αισθάνονται τον λογισμό όταν γίνεται συνδυασμός ή όταν έγινε πλέον συγκατάθεση ή και όταν βρίσκεται στα πρόθυρα της πράξεως, ακόμη και μετά την διάπραξη της αμαρτίας.
«Ο πνευματικώς αδόκιμος συναντάται συνήθως με τον εφάμαρτον λογισμόν, όταν ο τελευταίος απαραιτήτως έχη διέλθει τας πρώτας φάσεις της εξελίξεώς του και όταν έχη ήδη αποκτήσει ωρισμένην δύναμιν, ακόμη δε περισσότερον, όταν εγγίζη ο κίνδυνος της έργω τελέσεως της αμαρτίας»[468]. Πάντως οπουδήποτε τον συναντήση πρέπει αμέσως να τον πολεμήση. Και όσο εξασκείται σ’ αυτό το ιερό άθλημα τόσο και περισσότερο θα αντιλαμβάνεται τον λογισμό στα πρώτα στάδια της εξελίξεώς του.
Καλύτερος τρόπος από τον διάλογο είναι η περιφρόνηση και η αποκοπή των λογισμών. Ο αρχιμ. Σωφρόνιος παρουσιάζει την διδασκαλία του Γέροντος Σιλουανού για την καλυτέρα μέθοδο πολέμου των λογισμών: «Έλεγεν ο Γέρων ότι εις την πείραν των Αγίων Πατέρων είναι δυνατόν να ίδωμεν διαφόρους τρόπους πολέμου προς τον λογισμόν, αλλά ο καλύτερος είναι – να μη εισέρχησαι κατ’ ουδένα τρόπον εις συνομιλίαν μετ’ αυτού (του λογισμού).
Ο νους, εάν αρχίση να συνδιαλέγηται με τον λογισμόν, θα συναντήση την αδιάκοπον ανάπτυξίν του και παρασυρόμενος, θα αποχωρισθή της μνήμης του Θεού∙ και τούτο ακριβώς είναι ο σκοπός της δαιμόνων. Ούτως από την συνομιλίαν με τον λογισμόν ο νους δεν θα εξέλθη καθαρός, αλλά τεταραγμένος.
Ο ερημίτης Στέφανος, ο θρέψας με τας χείρας του λεοπάρδαλην (Κλίμαξ, Λόγος 7ος), προ του τέλους του, από έξιν να «αντιλέγη» εις τους λογισμούς, έπεσεν εις διαμάχην μετ΄ αυτών, και δια τούτο ευρέθη αντιπαλαίων προς τους δαίμονας.
Ο όσιος Μάρκος ο Αθηναίος, ο ασκήσας εν τω όρει της Θράκης, λόγω του ότι προ της εξόδου του επαρηγόρει την ψυχήν του δια της απαριθμήσεως των ασκητικών κόπων του, εκρατήθη εις τον αέρα επί μίαν ώραν∙ αλλά τούτο το «επί μίαν ώραν» σημαίνει ότι υπήρχε κίνδυνος να διαμείνη ούτως και διαπαντός...
Άλλοι Πατέρες ήσαν πλέον συνετοί εις τον πνευματικόν αγώνα»[469].
Έτσι δεν είναι ασφαλές, και μάλιστα στην αρχή της πνευματικής ζωής, να αφήνουμε τους λογισμούς να εισέρχωνται στην καρδιά, «αλλά χρη μόνον νοείν αυτούς και ευθύς κόπτειν εξ αναδόσεως και προσβολής»[470]. Η περιφρόνηση του λογισμού συνιστάται σαν καλός τρόπος ιδίως στους αρχαρίους στον αγώνα αυτόν.
Χωρίς να ερχόμαστε σε διάλογο με τον λογισμό πρέπει να αρνούμαστε να κάνουμε ό.τι μας λέγει και κατ’ αυτόν τον τρόπο εξασθενεί και αυτό το πάθος και «ούτως κατά μικρόν μικρόν, αγωνιζόμενος και βοηθούμενος υπό του Θεού, περιγίνεται και αυτού του πάθους»[471]. Αυτό λέγεται αντίσταση στον λογισμό.
Κάποιος είπε στον αββά Ποιμένα: «Αββά, πολλούς λογισμούς έχω και κινδυνεύω υπ’ αυτών». Ο Γέροντας τον οδήγησε έξω και του είπε: «άπλωσον τον κόλπον σου και κράτησον τους ανέμους». Στην απάντηση του αδελφού ότι είναι αδύνατον να τους συλλάβη ο αββάς Ποιμήν απήντησε: «Ει τούτο ου δύνασαι ποιήσαι, ουδέ τους λογισμούς δύνασαι κωλύσαι ελθείν∙ αλλά σον εστι το αντιστήναι αυτοίς»[472]. Έτσι, όπως δύσκολο είναι να πιάσουμε τους ανέμους, άλλο τόσο δύσκολο είναι να εμποδίσουμε τους λογισμούς να έλθουν σε μας.
Χρειάζεται αντίσταση εναντίον τους. Και η αντίσταση συνίσταται αφ’ ενός μεν στην τελεία περιφρόνηση, αφ’ ετέρου δε στο να μη πράττουμε τις επιταγές τους. «Εάν μη ποιήσωμεν αυτούς σωματικώς, τω χρόνω αφανίζονται ήτοι σήπονται»[473]. Όπως ένα φίδι ή έναν σκορπιό αν τον κλείση κανείς μέσα σε ένα δοχείο εκεί με την πάροδο του χρόνου αποθνήσκει, «ούτω και οι πονηροί λογισμοί, από των δαιμόνων βλαστάνοντες, δια της υπομονής εκλείπουσιν»[474].
Ο αββάς Αγάθων, όταν ο λογισμός τον οδηγούσε στο να κρίνη, έλεγε: «Αγάθων, μη ποιήσης αυτό συ» και έτσι ησύχαζε ο λογισμός[475]. Επίσης ο αββάς Θεόδωρος και ο αββάς Λούκιος πενήντα χρόνια χλεύαζαν και κορόϊδευαν τους λογισμούς. Στον λογισμό της αναχωρήσεως από τον τόπο της ασκήσεως έλεγαν: «μετά τον χειμώνα τούτον, μεταβαίνομεν εντεύθεν». Και όταν ερχόταν το θέρος έλεγαν: «μετά το θέρος τούτο απερχόμεθα εντεύθεν». Και έτσι έκαναν όλο τον καιρό και χλεύαζαν τους δαίμονες[476].
Η μετατόπιση του χρόνου ικανοποιήσεως του λογισμού μας βοηθά να απαλλαγούμε από αυτόν.
Άλλος τρόπος θεραπείας είναι ο αγώνας να μη γίνουν χρονίζοντες λογισμοί. Ο αγώνας έγκειται στο να μη κινήση ο ψιλός λογισμός το πάθος και να μη γίνη ο εμπαθής λογισμός συγκατάθεση. «Οι αμφότεροι δε τρόποι ουκ εώσι χρονίσαι τους λογισμούς»[477]. Γιατί ο λογισμός που χρονίζει θα γεννήση άλλους λογισμούς και θα δημιουργήση πολλά προβλήματα στον εσωτερικό κόσμο και χωρίς να το καταλάβουμε θα αιχμαλωτίση τον νου.
Επίσης τον απλό λογισμό δεν πρέπει να τον αφήνουμε να γίνη σύνθετος ή εμπαθής λογισμός, αλλά και τον σύνθετο λογισμό πρέπει να τον μετατρέπουμε σε απλό λογισμό. Ο σύνθετος λογισμός αποτελείται από πάθος και νόημα. Θα πρέπη με την πνευματική αγάπη και την εγκράτεια να χωρίζουμε το πάθος από το νόημα και τότε ο λογισμός θα γίνεται απλός[478].
Επειδή ο λογισμός επιδιώκει την έξαψη της ηδονής, η οποία στην συνέχεια θα αιχμαλωτίση τον νου, γι’ αυτό πρέπει να αποκοπή ο νους από την προτεινόμενη ηδονή[479]. Ο άγιος Μάξιμος διδάσκει ότι δεν πρέπει να γίνουμε φονευταί μόνο των σωματικών παθών, αλλά και των κατά την ψυχήν εμπαθών λογισμών[480].
Εκτός από την αποκοπή των λογισμών και την περιφρόνηση χρειάζεται η καταδίωξη τους, και αυτό γίνεται κυρίως με την προσευχή. Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης διδάσκει ότι δεν μπορεί να διώξη τον λογισμό ο αρχάριος εάν δεν τον διώξη ο Θεός. Οι δυνατοί μπορούν να πολεμήσουν με τους λογισμούς και να τους διώξουν, αλλά και αυτοί πάλι το κάνουν με την βοήθεια του Θεού. «Συ δε, ερχομένων των λογισμών, επικαλού τον Κύριον Ιησούν συχνώς και επιμόνως, και φεύξονται∙ μη φέροντες γαρ την εκ της προσευχής αναδιδομένην θέρμην, ως από πυρός καιόμενοι φεύγουσιν[481]. Με την προσευχή προφέρεται το Όνομα του Ιησού που είναι μαστίγιο για τον διάβολο και με την παρουσία της θείας Χάριτος δημιουργείται θέρμη καρδιακή. Αυτά καίουν τους λογισμούς και τους εκδιώκουν από τον νου. Όποιος δεν έχει ενέργεια προσευχής ας μιμείται τον Μωϋσή∙ να σηκώνη τα χέρια και το όμμα του στον ουρανό και τότε τους εκδιώκει ο Ίδιος ο Θεός[481α]. Όπως διαλύεται ο καπνός στον αέρα, έτσι διαλύονται οι λογισμοί με την επίκληση του Ονόματος του Χριστού[482].
Δεν μπορούμε να ελευθερωθούμε και να απαλλαγούμε από δαιμονιώδεις λογισμούς με την βοήθεια των ανθρωπίνων λογισμών. Πρέπει να εγκαταλείπουμε κάθε λογισμό, έστω κι αν είμαστε συνετοί, και να αφήνουμε την ελπίδα μας ολόκληρη στον Θεό, λέγοντες, «Κύριε, ως θέλεις και ως οίδας, οικονόμησον το πράγμα...»[483]. Το χωρίο αυτό είναι σημαντικό γιατί πολλοί στον καιρό του πειρασμού επιδιώκουν να τον αντιμετωπίσουν με την ανθρώπινη λογική. Οσοδήποτε και αν είναι δυνατή η λογική δεν μπορεί να είναι δυνατότερη από την δύναμη του διαβολικού λογισμού. Γιατί στον αγώνα εναντίον του λογισμού, στην ουσία πολεμούμε με τον διάβολο και όχι με έναν απλό λογισμό.
Η ευχή που γίνεται με νήψη καθαρίζει την διάνοια από κάθε φαντασία των πονηρών λογισμών και έτσι η διάνοια γνωρίζει τους λόγους των πολεμίων και ακόμη το μεγάλο κέρδος της ευχής και της νήψεως[484]. Με την προσευχή ο αθλητής της πνευματικής ζωής γνωρίζει καθαρά όλο τον λογισμό, κάμνει αφαντάστως μια ανατομία του λογισμού και κατ’ αυτόν τον τρόπο, χωρίς να έχη διαπράξει την αμαρτία, γνωρίζει τις συνέπειες του λογισμού. Γι’ αυτό συνήθως οι ασκητές που έχουν εξασκηθή σ’ αυτό το πνευματικό άθλημα, που δεν αφήνουν τον λογισμό να εισέρχεται μέσα τους, γνωρίζουν πολύ καλά την ζωή της αμαρτίας και του αμαρτωλού, χωρίς να έχουν δική τους προσωπική πείρα.
Εάν ο σπόρος του εχθρού είναι η φωτιά, η ελπίδα στον Θεό, δια της προσευχής, είναι το νερό που σβήνει την φωτιά[485]. Ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός λέγει: «Καθέζομαι εν τω κελλίω μου και θεωρώ τους πονηρούς λογισμούς επάνω μου∙ και ότε μη ισχύσω προς αυτούς, καταφεύγω προς τον Θεόν δια της προσευχής και σώζομαι εκ του εχθρού»[486].
Αποτελεσματικός τρόπος απαλλαγής από τους λογισμούς είναι η εξαγόρευσή τους σε έμπειρο πνευματικό πατέρα. Ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος λέγει ότι, όπως ένα φίδι, όταν από μια σκοτεινή τρύπα εξέρχεται στο φως, σπουδάζει να εξαφανισθή, έτσι «και οι πονηροί λογισμοί, δια της αρίστης ομολογίας και εξαγορεύσεως φανερωθέντες, σπουδάζουσι φεύγειν από του ανθρώπου»[487]. Τίποτε δεν βλάπτει τόσο πολύ τους μοναχούς και δεν χαροποιεί τους δαίμονας, όσο το να κρύπτουν τους λογισμούς τους από τους πνευματικούς πατέρας[488]. Έτσι διαστρέφεται όλη η πνευματική ζωή και ο άνθρωπος γίνεται παίγνιο στα χέρια του διαβόλου, ο οποίος μπορεί να τον κάνη ό,τι θέλει.
Γι’ αυτό ο άγιος Κασσιανός διδάσκει ότι δεν μπορεί να βρεθή άλλη οδός σωτηρίας, εκτός από το να εξαγγέλλουμε τους λογισμούς μας στους διακριτικότερους των πατέρων και από αυτούς να κανονιζόμαστε προς αρετή και να μη ακολουθούμε τον δικό μας λογισμό και την δική μας κρίση[489]. Εκείνος που δεν αναφέρει τους λογισμούς του στον πνευματικό πατέρα δεν θεραπεύεται: «ο γαρ σιωπών ειπείν αυτού τους λογισμούς, μένει αθεράπευτος»[490]. Γι’ αυτό τον χρονίζοντα λογισμό πρέπει να τον εξαγορεύουμε, να τον αναφέρουμε στον πνευματικό πατέρα που έχει την ευθύνη της σωτηρίας μας. «Τον δε βραδύνοντα λογισμόν και πολεμούντά σε ειπέ τω Αββά σου∙ και δια του Θεού θεραπεύει σε»[491].
Όταν λέμε χρονίζοντα λογισμό εννοούμε τον λογισμό εκείνον που με την αντίρρηση, την περιφρόνηση και την προσευχή δεν φεύγει, αλλά εξακολουθεί να μας πολεμή, καθώς επίσης και τον εμπαθή λογισμό που είναι ενωμένος με το πάθος.
Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφέρει περίπτωση μοναχού που συνάντησε σε ένα κοινόβιο, ο οποίος είχε πτυχίο, δηλαδή σημειωματάριο, κρεμασμένο στην ζώνη του και σημείωνε κάθε μέρα τους λογισμούς του για να τους αναγγείλη στον Γέροντά του[492].
Ο διακριτικός Γέροντας μπορεί να είναι αγράμματος κατά κόσμον, να μη γνωρίζη την σοφία του κόσμου, αλλά να γνωρίζη την σοφία του Θεού. Ο αββάς Αρσένιος συνήθιζε να ρωτά για τους λογισμούς τον διακριτικό Γέροντα που όμως ήταν αγροίκος, αγράμματος και αμόρφωτος. Και ένας άλλος αδελφός τον ρώτησε. Πως εσύ αββά Αρσένιε που γνωρίζεις την Ρωμαϊκή και Ελληνική παιδεία ρωτάς για τους λογισμούς σου αυτόν τον αγροίκον; Και ο Αρσένιος απήντησε: «την μεν Ρωμαϊκή και Ελληνικήν επίσταμαι παίδευσιν, τον δε αλφάβητον του αγροίκου τούτου, ούπω μεμάθηκα»[493].
Όταν ο άνθρωπος έχη μάθει να ανοίγεται στον Θεό δια του πνευματικού πατέρα και να φανερώνη όλες τις πληγές που δημιουργούν οι λογισμοί και αυτούς τους ίδιους τους λογισμούς, και συγχρόνως υπακούει στην συμβουλή του, αυτός ελευθερώνεται από κάθε τι ειρηνεύει εσωτερικά, γνωρίζει τι θα πη ειρήνη του Χριστού.
Μαζί με την εξαγόρευση στον πνευματικό πατέρα ζητάμε την ευχή και την ευλογία του. Ο ιερός Χρυσόστομος, αναφερόμενος στον λόγο του Χριστού προς τους Αποστόλους, όταν εισέρχωνται σ’ ένα σπίτι να δίδουν την ειρήνη, λέγει ότι πολλές φορές, χωρίς να μας ενοχή κανείς, έχουμε πόλεμο λογισμού και ταρασσόμεθα και επιθυμίες πονηρές επανίστανται. Αυτή την μάχη καταστέλλει το ρήμα των αγίων, δηλαδή η ευλογία τον αγίων, και αυτό φέρει πολλή γαλήνη μέσα μας. «Ομού τε γαρ εκείνος εφθέγξατο και πάσα ενθύμησις διαβολική και λογισμός άτοπος εδραπέτευσεν εκ της ημετέρας ψυχής»[494].
Όπως έχουμε τονίσει και σε άλλο σημείο μπορούμε να απαλλαγούμε από τους λογισμούς, όταν καλλιεργούμε τις διάφορες αρετές. Η εγκράτεια και η αγάπη μας απαλάσσει από τους εμπαθείς λογισμούς[495]. Με το να κρατή κανείς τον θυμό και την επιθυμία απαλάσσεται γρήγορα από τους λογισμούς[496]. Επίσης πολύ συντελεί και η αγρυπνία: «Μοναχός άγρυπνος, αλιευτής λογισμών, εν γαλήνη νυκτός ευχερώς τούτους κατανοείν, και αγρεύειν δυνάμενος»[497].
Η ανάγνωση του νόμου του Θεού και οι βίοι των αγίων περικόπτουν τους λογισμούς. Γιατί οι λόγοι των Αποστόλων και των Πατέρων καθώς επίσης και η ζωή τους έχουν ενέργεια πολλή και ειρηνεύουν την ψυχή.
Ένας άλλος τρόπος είναι να δημιουργούμε καλούς λογισμούς. Βέβαια έχουμε προηγουμένως παρατηρήσει ότι πρέπει να αποκόπτουμε και να απορρίπτουμε κάθε λογισμό, έστω και αν είναι καλός, ιδίως κατά την ώρα της προσευχής. Αλλά σε άλλους καιρούς και μάλιστα όταν βρισκόμαστε στην αρχή της πνευματικής ζωής, μπορούμε να καλλιεργούμε καλούς λογισμούς. Χρειάζεται όμως και πάλι προσοχή ώστε να μη καλλιεργούμε δι’ αυτών την φαντασία, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο αναπτύσσουμε μια δαιμονιώδη πνευματικότητα. «Σπουδάσατε γεωργείν καλούς λογισμούς, ίνα αυτούς εύρητε εκεί»[498]. Να δεχόμαστε όλα τα πράγματα με καλό λογισμό. Έστω κι αν όλα είναι άσχημα, εμείς να τα δεχόμαστε με ομαλό λογισμό και τότε ο Θεός ανατρέπει τις ανωμαλίες των πραγμάτων. «Αγαθών και κακών τας μετεμπλοκάς ομαλώ λογισμώ υποδέχου∙ και ούτως ανατρέπει ο Θεός τας ανωμαλίας των πραγμάτων»[499]. Ή ακόμη να μεταμορφώνουμε τους κακούς λογισμούς σε καλούς.
Ένας από τους πιο καλύτερους τρόπους θεραπείας και απαλλαγής από τους λογισμούς είναι να έχουμε τον νου μας στον Άδη καιόμενον από τις φλόγες της Κολάσεως. Ο Γέροντας Σιλουανός δίδασκε: «Ο άγιος Μακάριος ο Μέγας διερχόμενος ήδη τον εναέριον χώρον δεν έπαυσε να ταπεινούται, και όταν μακρόθεν εφώναζον εις αυτόν οι δαίμονες, ότι εξέφυγεν αυτών, απήντησεν όχι ακόμη. Ούτως απήντησε, διότι ήτο συνηθισμένος να κρατή τον νουν του εις τον άδην, και τοιουτοτρόπως πράγματι εξέφυγε των δαιμόνων.
Ο όσιος Ποιμήν ο Μέγας, διδαχθείς από μακράν πείραν, ότι ο κινδυνοδέστερος και ισχυρότερος εχθρός είναι η υπερηφάνεια, εβίασε τον εαυτόν του εις όλην του την ζωήν δια να «αρπάση» την του Χριστού ταπείνωσιν, και δια τούτο έλεγεν εις τους μαθητάς του: Πιστεύσατε τέκνα. «Εις τον τόπον όπου ευρίσκεται ο σατανάς, εκεί βάλλομαι». Αλλά γνωρίζων εις τα βάθη της ψυχής του, πόσον αγαθός και ίλεως είναι ο Κύριος, ήλπιζεν ισχυρώς ότι θα τον σώση.
Ώστε, το να έχη τις τον εαυτόν του καταδεδικασμένον εις κόλασιν είναι ο καλύτερος τρόπος να διατηρή τον νουν του καθαρόν από κάθε εμπαθή λογισμόν»[500].Το να κρατή ο άνθρωπος τον νου του στον Άδη και να φλέγωνται όλοι οι λογισμοί από τις φλόγες του Άδου, είναι κατάσταση που εμπνέεται μέσα στην μετάνοια και μάλιστα την μεγάλη και φλογερά μετάνοια που είναι δώρο της Χάριτος του Χριστού. Αν αυτό δεν υπάρχη, τουλάχιστον να έχη ο άνθρωπος στην μνήμη του την σκέψη του επικειμένου θανάτου και την καταδίκη του στον Άδη. Και αυτή η σκέψη είναι ικανή να καθαρίση τον νου και να απαλλαγή ο άνθρωπος από την καταδυναστεία των λογισμών.
Όταν ο άνθρωπος ελευθερωθή με όλη αυτήν την ασκητική μέθοδο από την δυναστεία των λογισμών και ο νους και η καρδία καθαρισθούν, τότε πληρούται από την ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος και βιώνει την θεραπεία της ψυχής. Η ψυχή απαλλάσσεται από όλες τις πληγές και γίνεται ναός του Αγίου Τριαδικού Θεού. Ο άνθρωπος γίνεται ο αληθινός ιερεύς της Χάριτος του Θεού και προγεύεται των αγαθών της Βασιλείας των Ουρανών. Αυτός είναι ο αληθινός, ο φυσικός άνθρωπος, ο κατά Χάριν θεάνθρωπος.
Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ
[1] Γιανναρά Χρήστου: Αλφαβητάρι της πίστης, εκδ. Δόμος, σελ. 87
[2] ένθ. ανωτ. σελ. 88
[3] ένθ. ανωτ. σελ. 88
[4] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε., Θεσσαλονίκη 1982, τόμος 2ος, σελ. 198
[5] αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 152
[6] Ησύχιος Πρεσβύτερος, Φιλοκαλία Α’, σελ. 148, μγ’
[7] P G 46, 29
[8] Γρηγορίου Παλαμά Συγγράμματα, τόμος Α’, Θεσσαλονίκη 1962, σελ. 85
[9] Σύναξη, τεύχος 6, σελ. 81-82
[10] P G τόμος 53, 102-105
[11] αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδοσις... ένθ. ανωτ. σελ. 74
[12] ένθ. ανωτ. σελ. 76
[13] Ησύχιος Πρεσβύτερος, Φιλοκαλία Α’, σελ. 171, ρκβ’
[14] αγ. Νικοδήμου αγιορείτου: Εορτοδρόμιον, εκδ. Σπανού, σελ. 73, σημ. 1
[15] P G 89, 724
[16] αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδοσις... ένθ. ανωτ. σελ. 150
[17] Ιωάννου Σιναΐτου: Κλίμαξ, λόγος ΚΣΤ’, σελ. 136, σημ. 2
[18] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκαλία Δ’, 145, λστ’, -146, λζ’
[19] Ιερομονάχου Αμφιλοχίου Ράντοβιτς: «Το Μυστήριον της Αγίας Τριάδος κατά τον άγ. Γρηγόριον Παλαμά», Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών μελετών, Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 38
[20] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, ομιλίαι Οικονόμου, σελ. 248-249
[21] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 147, λη’
[22] ένθ. ανωτ. σελ. 146, λη’
[23] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 143-144, λ’, λα’, λβ’, λγ’
[24] Φιλοκαλία Β’, σελ. 32, λβ’
[25] αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδοσις... ένθ. ανωτ. σελ. 150 και 152
[26] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 147, μ’
[27] ένθ. ανωτ. σελ. 10
[28] Νικήτα Στηθάτου, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 328, θ’
[29] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 39, ξγ’
[30] ένθ. ανωτ. σελ. 43, πβ’
[31] ένθ. ανωτ. σελ. 42, πα’
[32] Ιουστίνου, περί αναστάσεως, Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών συγγραφέων, Αθήναι 1955, 4, 229-230. βλ. Χρήστου Βάντσου: Ο Γάμος και η προετοιμασία αυτού εξ επόψεως ορθοδόξου Ποιμαντικής, Αθήνα 1977, σελ. 70
[33] Ιωάννου Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 136, σημ. 2
[34] αγ. Γρηγορίου Θεολόγου, P G 10, 1141
[35] αγ. Μαξίμου, Φιλοσοφικά και θεολογικά μελετήματα, τόμος Α’, έκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1978, σελ. 222
[36] Φιλοκαλία Δ’, 156, ξα’
[37] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. Θεσσαλονίκη 1982, τόμος 2ος, σελ. 124-126
[38] P G 40, 597 & 600
[39] αγ. Γρηγορίου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 42, πα’
[40] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 207, λα’
[41] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 682-684
[42] ένθ. ανωτ.
[43] P G 46, 29
[44] ένθ. ανωτ. 45, 217
[45] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 43, πβ’
[46] Θεολήπτου Μητροπολίτου Φιλαδελφείας, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 6
[47] Φιλοκαλία Β’, σελ. 215, πθ’
[48] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 32, λε’
[49] Φιλοκαλία Α’, σελ. 5, ιδ’
[50] ένθ. ανωτ. Α’, σελ. 148, μγ’
[51] ένθ. ανωτ. Δ’, σελ. 150, με’
[52] ένθ. ανωτ. σελ. 150, μστ’
[53] ένθ. ανωτ.
[54] Ιερού Χρυσοστόμου, P G 61, 439
[55] Ιωάννου Ρωμανίδου: Το προπατορικόν αμάρτημα, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 131
[56] ένθ. ανωτ. σελ. 130
[57] ένθ. ανωτ. σελ. 131
[58] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’ σελ. 211, β’
[59] ένθ. ανωτ. σελ. 214, νδ’
[60] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 40, κζ’
[61] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 125, οθ’
[62] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’ σελ. 6, λδ’
[63] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 207, λθ’
[64] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 169, ροθ’
[65] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 6
[66] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 147, λθ’
[67] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 147, λθ’
[68] ένθ. ανωτ. Γ’, σελ. 298, β’
[69] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε τόμος 2ος, σελ. 122
[70] Φιλοκαλία Β’, σελ. 49, π’
[71] αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδοσις... ένθ. ανωτ. σελ. 152
[72] Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, τόμος Α’, σελ. 85
[73] ένθ. ανωτ. σελ. 85
[74] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 142, κζ’
[75] ένθ. ανωτ. σελ. 132, β’
[76] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 133, γ’
[77] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 142, κζ’
[78] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 133, γ’
[79] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 128
[80] Φιλοκαλία Β’, σελ. 48, ογ’
[81] ένθ. ανωτ. σελ. 27, κζ’
[82] Γρηγορίου Παλαμά έργα, τόμος 2ος, σελ. 132
[83] Θεολήπτου Φιλαδελφείας, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 8
[84] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 126
[206] αγ. Μακαρίου, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 205, στ. 1-2
[207] Αρχιμ. Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, εκδ. Ορθ. Κυψέλη σελ 241
[208] ένθ. ανωτ. σελ. 12
[209] Φιλοκαλία Β’, σελ. 48, ογ’
[210] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 132-133
[211] ένθ. ανωτ. σελ. 133, γ’
[212] ένθ. ανωτ. σελ. 26, στ. 12-15
[213] αγ. Διαδόχου Φωτικής: Τα εκατόν... ένθ. ανωτ. σελ. 169, οζ’
[214] ένθ. ανωτ. σελ. 174, οθ’
[215] ένθ. ανωτ. σελ. 167, οστ’
[216] ένθ. ανωτ. σελ. 174, οθ’
[217] ένθ. ανωτ. σελ. 189, πδ’
[218] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 6, στ. 9-11
[219] ένθ. ανωτ. σελ. 6, στ. 29-31
[220] Archimandrite Sophrony, His life is mine, London, σελ. 44
[221] ένθ. ανωτ. σελ. 43
[222] ένθ. ανωτ. σελ. 43
[223] ένθ. ανωτ. σελ. 42
[224] ένθ. ανωτ. σελ. 44
[225] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 124-126
[226] ένθ. ανωτ. σελ. 236
[227] Αρχιμ. Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, εκδ. Ορθ. Κυψέλη σελ 47-48
[228] Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, εκδ. Σχοινά, Βόλος 1969, σελ. 109-113
[229] ένθ. ανωτ. σελ.110
[230] Φιλοκαλία Β’, σελ. 209, πε’
[231] αγ. Διαδόχου Φωτικής: Τα εκατόν... ένθ. ανωτ. σελ. 187, πγ’
[232] ένθ. ανωτ. σελ. 190-191
[233] αγ. Μακαρίου Μεγάλου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 24, στ.8-10
[234] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 157, ρδ’
[235] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 48, ο’
[236] Φιλοθέου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 282, κγ’
[237] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 85, πα’
[238] ένθ. ανωτ. σελ. 85, π’
[239] ένθ. ανωτ. σελ. 85, π’
[240] ένθ. ανωτ. σελ. 85-86, πγ’
[241] Πέτρου Δαμασκηνού, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 68, στ. 29-33
[242] Αββά Φιλήμονος Φιλοκαλία Β’, σελ. 246, στ. 10-19
[243] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 219, ριστ’
[244] Φιλοκαλία Β’, σελ. 71, ια’
[245] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 217, ριγ’
[246] αγ. Γρηγορίου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 31, ζ’
[247] Ιω, Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 163, νβ’
[248] ένθ. ανωτ. σελ. 125, ζ’
[249] Επισκ. Θεοφάνους, Νοερά άθλησις, έκδ. Β’, υπό Γέρ. Κλήμεντος Άγιον Όρος, 1978, σελ. 141
[250] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 197, ξε’
[251] Ματθ. ιγ’, 44 και αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 48, οα’
[252] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 158, ριγ’
[253] ένθ. ανωτ. σελ. 158, ριβ’
[254] Φιλοθέου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 275, δ’
[255] Καλλίστου Πατριάρχου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 296, γ’
[256] Γρηγορίου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 86-87
[257] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 109
[258] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 148, με’
[259] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’, σελ. 100, ξβ’
[260] ένθ. ανωτ. σελ. 97, κα’
[261] Νικήτα Στηθάτου, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 284, μη’
[262] Αρχιμ. Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 53
[263] Φιλοκαλία Α’, σελ. 97, κ’
[264] Αββά Δωροθέου εις Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών, εκδ. «Γρηγόριος Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1981, τόμος 12, σελ. 644, 2
[265] Φιλοκαλία Α’, σελ. 106, ροζ’
[266] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 51, β’
[267] ένθ. ανωτ. σελ. 69, ξε’
[268] ένθ. ανωτ. σελ. 161, κστ’
[269] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 305, λβ’
[270] Φιλοκαλία Α’, σελ. 124, σι’
[271] αγ. Γρηγορίου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 49, ρδ’
[272] Φιλοκαλία Α’, σελ. 97, ιθ’
[273] Φιλοκαλία Β’, σελ. 277, ιγ’
[274] Φιλοκαλία Α’, σελ. 97, ιη’
[275] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 244, μστ’
[276] Ανωνύμου Ησυχαστού: Νηπτική Θεωρία, εκδ. Ορθ. Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 171-74
[277] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 69, ξδ’
[278] Φιλοκαλία Α’, σελ. 125, σιζ’
[279] Η νοερά άθλησις, ένθ. ανωτ. σελ. 83-84
[280] ένθ. ανωτ. σελ. 87-88
[281] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 69, ξστ’
[282] αγ. Ισαάκ του Σύρου: Τα ευρεθέντα ασκητικά, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 10
[283] ένθ. ανωτ.
[284] Φιλοκαλία Α’, σελ. 177, ε’
[285] οσ. Νείλου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 177, στ’
[286] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 63, η’
[287] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 96, ριθ’
[288] αγ. Νικοδήμου του αγιορείτου: Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 185
[289] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’, σελ. 97, ιε’
[290] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 11, μα’
[291] S C 113, 184
[292] ένθ. ανωτ. σελ. 184
[293] ένθ. ανωτ. σελ. 180
[294] ένθ. ανωτ. σελ. 182
[295] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 289, ο’
[296] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 289, ξθ’
[297] Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 255, νη’
[298] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 96, ριθ’
[299] ένθ. ανωτ. σελ. 96, ρκβ’
[300] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 77, ιβ’
[301] ένθ. ανωτ. σελ. 148, λε’
[302] αγ. Ισαάκ του Σύρου, ένθ. ανωτ. σελ. 10
[303] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 68, νγ’
[304] Φιλοκαλία Γ’, σελ. 334, λδ’
[305] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’. σελ. 97, ιε’
[306] οσ. Νείλου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 177, ζ’, 178, η’
[307] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 163, νβ’
[308] Ιω. Σιναΐτου: ένθ. ανωτ., σελ. 125, ζ’
[309] Νικήτα Στηθάτου, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 300, θ’
[310] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 20, μη’
[311] ένθ. ανωτ. σελ. 162, μζ’
[312] ένθ. ανωτ. σελ. 163, να’
[313] Η νοερά άθλησις, ένθ. ανωτ. σελ. 97-98
[314] ένθ. ανωτ. σελ. 78-79
[315] Φιλοκαλία Α’, σελ. 157, ρη’
[316] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 157, ρδ’
[317] ένθ. ανωτ. σελ. 165, ρνστ’
[318] Φιλοθέου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 275, δ’
[319] αγ. Διαδόχου Φωτικής: Τα εκατόν... ένθ. ανωτ. σελ. 162-163, οδ’
[320] αγ. Γρηγορίου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 86-87
[321] Η νοερά άθλησις, ένθ. ανωτ. σελ. 48
[322] ένθ. ανωτ. σελ. 89-90
[323] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 220
[324] ένθ. ανωτ. σελ. 218
[325] ένθ. ανωτ. σελ. 214-216
[326] ένθ. ανωτ. σελ. 216
[327] ένθ. ανωτ. σελ. 216
[328] Ιω. Σιναΐτου Κλίμαξ, σελ. 17, κγ’
[329] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 152
[330] ένθ. ανωτ. σελ. 216
[331] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 48, οβ’
[332] ένθ. ανωτ. σελ. 85, π’
[333] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 158, ριβ’, ριγ’
[334] Φιλοθέου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 276, η’
[335] S C 51, σελ. 89, λβ’
[336] ένθ. ανωτ. σελ. 90, λε’
[337] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 85, πα’
[338] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 171, ρκγ’
[339] οσ. Θεοδώρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 320, πστ’
[340] αγ. Μακαρίου Αιγυπτίου, Μητροπολίτου Τρίκκης Διονυσίου, Ορθόδ. Ανατ. Μοναχισμός, σελ. 724
[341] ένθ. ανωτ.
[342] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 133, γ’
[343] S C 51, σελ. 88-89, κθ’
[344] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 101, ρπβ’
[345] Φιλοκαλία Α’., σελ. 145, κη’
[346] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 155, κα’
[347] βλ. Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 167, ρο’, Α’, 150, ξβ’, Α’, 170, ρπδ, Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 271, οε’
[348] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 71, α’
[349] Φιλοθέου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 277, ια’
[350] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 170, ρπστ’
[351] ένθ. ανωτ. σελ. 156, ρ’
[352] αγ. Συμεών Νέου Θεολόγου, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 245, ν’
[353] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 159, ρκβ’
[354] ένθ. ανωτ. σελ. 143, ιε’
[355] Αββά Φιλήμονος, Φιλοκαλία Β’, σελ. 249, στ. 35
[356] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’. σελ. 116, ριδ’
[357] Νικήτα Στηθάτου, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 281, λγ’
[358] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 148, με’
[359] ένθ. ανωτ. σελ. 153, οη’
[360] Φιλοκαλία Α’, σελ 33, κ’, 34, κα’
[361] ένθ. ανωτ. σελ. 34, κβ’
[362] ένθ. ανωτ. σελ. 34, κγ’
[363] αγ. Διαδόχου Φωτικής: Τα εκατόν... ένθ. ανωτ. σελ. 124, νζ’
[364] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 122, γ’
[365] Φιλοκαλία Β’, σελ. 223, ιγ’
[366] Αμφιλοχίου Ράντοβιτς: Το μυστήριον της Αγίας Τριάδος κατά τον άγ. Γρηγόριον Παλαμά, Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών μελετών, Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 47
[367] ένθ. ανωτ. σελ. 50
[368] ένθ. ανωτ. σελ. 50
[369] αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 145, λστ’
[370] ένθ. ανωτ. σελ. 145, λστ’
[371] ένθ. ανωτ. σελ. 145, λστ’
[372] Φιλοκαλία Β’, σελ. 211, ε’
[373] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 222
[374] οσ. Θεογνώστου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 262, λε’
[375] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 27, κζ’
[376] Φιλοκαλία Β’, σελ. 211, ε’, στ’, ζ’
[377] Αρχιμ Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 166-167
[378] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 31, β’
[379] ένθ. ανωτ. σελ. 191
[380] Γρηγορίου Παλαμά έργα, Ε.Π.Ε. τόμος 2ος, σελ. 608
[381] ένθ. ανωτ. σελ. 178
[382] Μητροπολίτου Τρίκκης και Σταγών Διονυσίου: Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός, Αθήνα 1969, σελ. 724
[383] Αββά Δωροθέου εις Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών, εκδ. «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1981, τόμος 12, σελ. 646, 11
[384] ένθ. ανωτ. σελ. 360
[385] ένθ. ανωτ. σελ. 362
[386] ένθ. ανωτ. σελ. 360-362
[387] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 28-29, γ’-στ’
[388] Αρχιμ Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 136
[389] Φιλοκαλία Α’, σελ. 165, ρνδ’
[390] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 61
[391] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 40, ξστ’
[392] ένθ. ανωτ. ξζ’
[393] ένθ. ανωτ. σελ. 40,, ξδ’
[394] Φιλοκαλία Β’, σελ. 25, πδ’
[395] ένθ. ανωτ. σελ. 33, μβ’ μγ’
[396] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 30, κ’
[397] Φιλοκαλία Α’, σελ. 47-48
[398] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 39, ξ’
[399] Φιλοκαλία Β’, σελ. 207, μστ’
[400] αγ. Ισαάκ του Σύρου: Τα ευρεθέντα ασκητικά, εκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 319
[401] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 16, κ’
[402] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 6, ια’
[403] αγ. Γρηγορίου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 40, ξζ’
[404] Φιλοκαλία Β’, σελ. 290, ιη’
[405] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 97, πβ’
[406] ένθ. ανωτ. σελ. 106, ιστ’
[407] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 13, κα’
[408] ένθ. ανωτ. σελ. 18, λα’
[409] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 221, πζ’
[410] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’. σελ. 106, ρξβ’
[411] ένθ. ανωτ. σελ. 122, ρκ’
[412] αγ. Γρηγορίου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Δ’, σελ. 39, ξβ’
[413] αγ. Διαδόχου Φωτικής: Τα εκατόν... ένθ. ανωτ. σελ. 187, πγ’
[414] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 40, ξη’
[415] αγ. Κασσιανού Ρωμαίου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 84, στ. 24-30
[416] αγ. Νικοδήμου του Αγιορείτου: Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου, ένθ. ανωτ., σελ. 60-61, ξ’
[417] Φιλοκαλία Α’, σελ 61, στ. 7-9
[418] Φιλοκαλία Β’, σελ. 221, πη’
[419] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 112-113
[420] Φιλοκαλία Β’, σελ. 18, λα’
[421] Αρχιμ Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 136
[422] ένθ. ανωτ.
[423] ένθ. ανωτ. σελ. 136-137
[424] Αββά Δωροθέου ένθ. ανωτ. σελ. 528-530
[425] Φιλοκαλία Α’, σελ. 148, μγ’
[426] Αββά Δωροθέου ένθ. ανωτ. σελ. 524
[427] Φιλοκαλία Β’ σελ. 285, λγ’
[428] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 146, ιβ’
[429] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’. σελ. 115, πθ’
[430] ένθ. ανωτ. σελ. 112, μ’
[431] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 61
[432] Αββά Δωροθέου ένθ. ανωτ. σελ. 624-626
[433] ένθ. ανωτ. 412
[434] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ 37, δ’
[435] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 148, μδ’
[436] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’. σελ. 106, ρξη’
[437] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 210, κα’
[438] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 30, κ’
[439] Νικήτα Στηθάτου, Φιλοκαλία Γ’, σελ. 286, νζ’
[440] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 8, ν’
[441] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 163, νδ’
[442] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 82-83, α’
[443] Αββά Δωροθέου ένθ. ανωτ. σελ. 514-516
[444] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 42
[445] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 132, ν’
[446] Φιλοθέου Σιναΐτου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 285, λγ’
[447] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 207, με’
[448] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 37, δ’
[449] Αρχιμ Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 169
[450] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 149, μθ’
[451] αγ. Διαδόχου Φωτικής: Τα εκατόν... ένθ. ανωτ. σελ. 69, κστ’
[452] Φιλοκαλία Β’, σελ. 206, κβ’
[453] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 150, β’
[454] Ηλία Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 308, κα’
[455] Φιλοκαλία Β’, σελ. 30, κ’
[456] ένθ. ανωτ. σελ. 29, ιγ’
[457] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’. σελ. 106, ρξβ’
[458] Αββά Δωροθέου ένθ. ανωτ. σελ. 524
[459] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 61
[460] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 37, οζ’
[461] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 206, κστ’
[462] Ηλία Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 313, ρλστ’
[463] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 206, κε’
[464] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 224, ιζ’
[465] Φιλοκαλία Α’, σελ. 124, σζ’
[466] Φιλοκαλία Β’, σελ. 8, νβ’
[467] αγ. Νικοδήμου του αγιορείτου: Βίβλος Βαρσανουφίου... ένθ. ανωτ. σελ. 223
[468] Αρχιμ. Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 137
[469] ένθ. ανωτ. σελ. 64-65
[470] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 148, μδ’
[471] Αββά Δωροθέου ένθ. ανωτ. σελ. 626
[472] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 88, κη’
[473] ένθ. ανωτ. σελ. 87, κ’
[474] ένθ. ανωτ. σελ. 87, κα’
[475] ένθ. ανωτ. σελ. 13, ιη’
[476] ένθ. ανωτ. σελ. 41, β’
[477] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 39, πζ’
[478] ένθ. ανωτ. σελ. 33, μγ’
[479] Αρχιμ. Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 136
[480] Φιλοκαλία Β’, σελ. 89, κζ’
[481] Φιλοκαλία Δ’, σελ. 81
[481α] ένθ. ανωτ.
[482] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 155, κη’
[483] Αββά Δωροθέου ένθ. ανωτ. σελ. 632
[484] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Α’, σελ. 165, ρνδ’
[485] Αββά Ποιμένος Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 98, ρμστ’
[486] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 45, ιβ’
[487] Φιλοκαλία Α’, σελ. 89, στ. 20-22
[488] ένθ. ανωτ. σελ. 89, στ. 32 κ.ε.
[489] ένθ. ανωτ. σελ. 92, στ. 12-16
[490] αγ. Νικοδήμου του αγιορείτου: Βίβλος Βαρσανουφίου... ένθ. ανωτ. σελ. 178, τκ’
[491] ένθ. ανωτ. σελ. 97, ρμγ’
[492] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 103, δ’
[493] Γεροντικόν, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 5, στ’
[494] P G 51, 334
[495] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 206, ιδ’
[496] ένθ. ανωτ. σελ. 206, ιζ’
[497] Ιω. Σιναΐτου: Κλίμαξ, σελ. 103, δ’
[498] Αββά Δωροθέου... ένθ. ανωτ. σελ. 502
[499] οσ. Μάρκου ασκητού, Φιλοκαλία Α’. σελ. 105, ρνθ’
[500] Αρχιμ. Σωφρονίου: Γέρων Σιλουανός, σελ. 65