Τι είναι η ουρολοίμωξη
Η ουρολοίμωξη είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μολύνσεις και λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος από μικροοργανισμούς, όπως τα βακτήρια, οι ιοί και οι μύκητες. Τα βακτήρια είναι η πιο κοινή αιτία της ουρολοίμωξης. Κανονικά, τα βακτήρια που εισέρχονται από την ουρήθρα στο ουροποιητικό σύστημα απομακρύνονται γρήγορα με την ούρηση, πριν εγκατασταθούν και προκαλέσουν συμπτώματα. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις ξεπερνούν τη φυσική άμυνα του οργανισμού και προκαλούν λοίμωξη. Η λοίμωξη στην ουρήθρα ονομάζεται ουρηθρίτιδα, ενώ στην ουροδόχο κύστη ονομάζεται κυστίτιδα. Τα βακτήρια μπορούν να «ταξιδέψουν» μέσω των ουρητήρων προς τα πάνω και να μολύνουν τα νεφρά. Η λοίμωξη του νεφρού ονομάζεται πυελονεφρίτιδα.
Αίτια των λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος
Οι περισσότερες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος προκαλούνται από βακτήρια που ζουν φυσιολογικά στο έντερο. Το βακτήριο Escherichia coli (E. coli) προκαλεί τη συντριπτική πλειοψηφία των ουρολοιμώξεων. Τα μικρόβια που ονομάζονται χλαμύδια και μυκόπλασμα είναι συχνά αίτια των λοιμώξεων της ουρήθρας, του προστάτη και σπανιότερα της κύστης. Μεταδίδονται συνήθως σεξουαλικά και απαιτούν παράλληλη θεραπεία και των δύο σεξουαλικών συντρόφων.
Το ουροποιητικό σύστημα έχει διάφορους μηχανισμούς για την πρόληψη των λοιμώξεων:
• Στο σημείο, όπου ενώνονται οι ουρητήρες με την ουροδόχο κύστη, υπάρχουν βαλβίδες (κυστεοουρητηρική συμβολή) που κανονικά επιτρέπουν τη ροή των ούρων μόνο από το νεφρό προς την κύστη.
• Με την ούρηση, «ξεπλένονται» και απομακρύνονται τα μικρόβια που προσπαθούν να εισχωρήσουν στο ουροποιητικό σύστημα.
• Στους άντρες, ο προστάτης παράγει εκκρίσεις που επιβραδύνουν την ανάπτυξη των βακτηρίων.
• Και στα δύο φύλα, η άμυνα του ανοσοποιητικού μπορεί επίσης να αποτρέψει τη λοίμωξη.
Όμως, παρά τους μηχανισμούς αυτούς, εξακολουθούν να εμφανίζονται λοιμώξεις. Ορισμένα βακτηρίδια έχουν μία ισχυρή ικανότητα να προσκολλώνται στα τοιχώματα του ουροποιητικού συστήματος, και έτσι πολλαπλασιάζονται, προκαλώντας ουρολοιμώξεις.
Τα ούρα φυσιολογικά είναι στείρα μικροβίων. Αντιθέτως, η παρουσία μικροβίων σε αυτά, η μικροβιουρία, υποδηλώνει τη λοίμωξη του ουρογεννητικού σωλήνα. Όταν κάποιος μικροβιακός παράγοντας προσβάλλει τον ουρογεννητικό σωλήνα προκαλεί τη λοίμωξη του.
Ο συνηθέστερος τρόπος προσβολής είναι η ανιούσα οδός. Περιλαμβάνει δυο διαδικασίες, την άνοδο των μικροβιακών παραγόντων από την περιουρηθρική περιοχή διαμέσου της ουρήθρας στην ουροδόχο κύστη (λοίμωξη κατώτερου ουροποιητικού) και την άνοδο των μικροβίων από την κύστη μέσω των ουρητήρων στους νεφρούς (λοίμωξη ανώτερου ουροποιητικού).
Τα μικρόβια εντερικής προέλευσης, λ.χ. escherichia coli ευθύνονται σε μεγάλο ποσοστό για τη μόλυνση με αυτή την οδό.
Σπανιότερα, η ουρολοίμωξη μπορεί να προκληθεί αιματογενώς ή λεμφογενώς, δηλαδή οι μικροοργανισμοί έχουν προσβάλλει άλλη εστία στον οργανισμό και απελευθερώνονται στο ουροποιητικό σύστημα, στον έναν ή και στους δύο νεφρούς, μέσω της αιματικής ή λεμφικής κυκλοφορίας. Στις φλεγμονές αυτές είναι δυνατόν να απουσιάζει η μικροβιουρία. Τα υπεύθυνα μικρόβια είναι συνήθως ο σταφυλόκοκκος, η σαλμονέλα και το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης.
Σε πιο νέους και σεξουαλικά ενεργείς άνδρες συνήθης αιτία μικροβιακής προσβολής του ουροποιογεννητικού συστήματος μπορεί να αποτελούν άτυποι μικροοργανισμοί, όπως τα χλαμύδια και το ουρεόπλασμα που μεταφέρονται με τη σεξουαλική επαφή, ενώ σε μεγαλύτερης ηλικίας ασθενείς ουρολογικές παθήσεις που εμποδίζουν την ελεύθερη ροή των ούρων και ευνοούν την ανάπτυξη παθογόνων μικροβίων, όπως λ.χ. η υπερπλασία του προστάτη, στενώματα ουρήθρας, λιθιασική νόσος, είναι πιθανό να κρύβονται πίσω από τις ουρολοιμώξεις.
Η ύπαρξη απόφραξης σε οποιοδήποτε σημείο του ουροποιητικού, προκαλώντας την ατελή κένωση του και τη δημιουργία υπολείμματος ούρων, αποτελεί τον κύριο προδιαθεσικό παράγοντα υπέρμετρης ανάπτυξης μικροοργανισμών και πρόκλησης ουρολοιμώξεων στους άνδρες.
Ο υπερτροφικός προστάτης, εκτός των διαταραχών της ούρησης και του υπολείμματος ούρων που μπορεί να συνεπάγεται, μπορεί στις κρύπτες του να φιλοξενεί μικρόβια τα οποία για φαρμακοκινητικούς λόγους δεν επηρεάζονται από τη δράση των αντιβιοτικών και περιστασιακά εισέρχονται στην κύστη που προκαλούν υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις.
Η υπερτροφία προστάτη είναι εξάλλου η συνηθέστερη υποκείμενη αιτία υποτροπιάζουσων ουρολοιμώξεων στους άνδρες άνω των 60 ετών. Στη λιθίαση του ουροποιητικού, επίσης, εκτός από το κώλυμα στη ροή των ούρων και τη στάση που προκαλείται, μπορεί ο ίδιος ο λίθος να αποτελεί φωλιά για τα μικρόβια.
Με τον τρόπο αυτό προστατεύονται από τη δράση των αντιβιοτικών με αποτέλεσμα με τη διακοπή τους να επανεμφανίζεται η ουρολοίμωξη, που με τη σειρά της ευνοεί τη λιθογένεση. Έτσι, ο έλεγχος από τον ουρολόγο για τη διάγνωση και θεραπεία της υποκείμενης πάθησης που γεννά και συντηρεί την ουρολοίμωξη είναι επιβεβλημένος για τη σωστή και αποτελεσματική θεραπεία της.
Oι ιατρικές πράξεις, όπως χορήγηση φαρμάκων που επηρεάζουν την ανοσολογική ικανότητα του οργανισμού, ο καθετηριασμός της ουρήθρας ή οι διάφορες ουρολογικές επεμβάσεις μεταφέροντας μικρόβια και τραυματίζοντας και λύοντας τη συνέχεια του ουροθηλίου προδιαθέτουν στην εγκατάσταση και πολλαπλασιασμό των μικροοργανισμών και τη δημιουργία λοίμωξης του ουροποιογεννητικού συστήματος.
Συμπερασματικά μπορούν να διακριθούν δυο μορφές ουρολοίμωξης:
Στην πρώτη, τη μη επιπλεγμένη ουρολοίμωξη ο ασθενής έχει φυσιολογικό λειτουργικά και ανατομικά ουρογεννητικό σωλήνα και δεν παρουσιάζει καμιά συστηματική νόσο που να επηρεάζει την ανοσολογική του κατάσταση και να προδιαθέτει σε φλεγμονές. Συνήθως υπεύθυνος μικροοργανισμός είναι το escherichia coli, αλλά μπορεί να αναγνωρίζονται άλλα μικρόβια, όπως ο πρωτέας ή η κλεμπσιέλλα. Η ουρολοίμωξη αυτή απαντά ευνοϊκά στην κατάλληλη θεραπευτική αγωγή και οι υποτροπές είναι σπάνιες.
Αντιθέτως, στη δεύτερη μορφή, την επιπλεγμένη ουρολοίμωξη, οι ασθενείς παρουσιάζουν κάποια λειτουργική (λ.χ. νευρογενή κύστη) ή ανατομική (λ.χ. υπερπλασία προστάτη, λιθίαση) δυσλειτουργία του ουροποιητικού συστήματος, κάποιο ξένο σώμα, λ.χ. ουροκαθετήρα, ή πάσχουν από κάποια συστηματική νόσο που προδιαθέτει στην ανάπτυξη λοίμωξης, για παράδειγμα σακχαρώδη διαβήτη. Το φάσμα των υπεύθυνων μικροοργανισμών είναι ευρύτερο, η ανταπόκριση στην αντιβιοτική αγωγή μπορεί να είναι πτωχή και υποτροπή της λοίμωξης είναι πιθανή.
Παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για ουρολοίμωξη
1. Προβλήματα του ουροποιητικού συστήματος: Αν δεν είστε σε θέση να ελέγχετε την ούρηση, τοτε ο κίνδυνος είναι αυξημένος. Ο κίνδυνος αυξάνεται επίσης εάν είχατε στο παρελθόν ουρολοίμωξη ή αν έχετε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στο ουροποιητικό σύστημα σας στο παρελθόν.
2. Απόφραξη: Η απόφραξη των ουροφόρων οδών σταματά τα ούρα σας να ρέουν ελεύθερα. Αιτίες της απόφραξης μπορεί να είναι πέτρες στα νεφρά και στην ουροδόχο κύστη.
3. Αν δεν έχετε κάνει περιτομή καθιστά ευκολότερο για τα μικρόβια να παγιδεύονται στο ουροποιητικό σας σύστημα.
4. Προβλήματα προστάτη ή προστατίτιδα αυξάνει τον κίνδυνο για ουρολοίμωξη.
5. Η σεξουαλική επαφή: Είναι πιο πιθανό να πάθετε μια μόλυνση, αν η ερωτική σας σύντροφος έχει λοίμωξη. Το πρωκτικό σεξ αυξάνει επίσης τον κίνδυνο.
6. Αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα: Ένα αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να μην είναι σε θέση να καταπολεμήσει τα μικρόβια που μπορεί να προκαλέσουν ουρολοίμωξη . το ανοσοποιητικό σας σύστημα μπορεί να γίνει αδύναμο όταν έχετε μια μακροχρόνια ασθένεια , όπως ο ιός HIV ή ο διαβήτης .
Τα συμπτώματα της ουρολοίμωξης
Τα συμπτώματα της ουρολοίμωξης -τα οποία κατά περίπτωση μπορεί να μην εκδηλωθούν- είναι κοινά, ωστόσο διαφοροποιούνται ανάλογα με το όργανο του ουροποιητικού συστήματος που έχει μολυνθεί.
Τα κυριότερα συμπτώματα είναι τα εξής:
-τσούξιμο στην ουρήθρα
-συχνοουρία
-δυσκολία στην ούρηση
-απώλεια ούρων
-δυσοσμία ούρων
-πυρετός με ρίγη (πυελονεφρίτιδα)
-πόνος στην πλάτη (πυελονεφρίτιδα)
-πόνος στα νεφρά (πυελονεφρίτιδα).
Διάγνωση της ουρολοίμωξης
Με την έναρξη των συμπτωμάτων θα πρέπει να επικοινωνήσετε με γιατρό, προκειμένου να σας κατευθύνει κατάλληλα για τις ειδικές εξετάσεις ούρων, που πρέπει να γίνουν για να εντοπιστεί ο λοιμογόνος παράγοντας.
Για να διαπιστωθεί εάν ένα άτομο έχει ουρολοίμωξη, θα χρειαστεί ένα δείγμα ούρων –οποιαδήποτε ώρα και ανεξάρτητα από τη λήψη τροφής– να εξεταστεί στο εργαστήριο. Η γενική ούρων καταγράφει την ύπαρξη μικροβίων στα ούρα. Αν υπάρχουν υποψίες ή αν η γενική ούρων δείξει την ύπαρξη μικροβίων (πυοσφαίρια >2-4), ο γιατρός θα υποδείξει καλλιέργεια ούρων, η οποία χρειάζεται 48 ώρες, για να πολλαπλασιαστεί το βακτήριο στο εργαστήριο. Μαζί με τον εντοπισμό του τύπου του μικροβίου, προσδιορίζονται και τα κατάλληλα αντιβιοτικά, για να το καταπολεμήσουν (αντιβιόγραμμα). Η συλλογή των ούρων θα πρέπει να γίνει προσεκτικά σε ειδικό αποστειρωμένο δοχείο που προμηθευόμαστε από το φαρμακείο, ύστερα από πλύσιμο των γεννητικών οργάνων.
Αν ένα άτομο κάνει υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος, ο γιατρός μπορεί να ζητήσει κάποιες επιπλέον ειδικές εξετάσεις, για να διαπιστωθεί εάν υπάρχει κάποιο πρόβλημα στο ουροποιητικό σύστημα (π.χ. υπερηχογράφημα νεφρών και κύστης).
Θεραπεία της ουρολοίμωξης
Η θεραπεία για την αντιμετώπιση της ουρολοίμωξης περιλαμβάνει τη λήψη αντιβιοτικών σε χάπια ή ακόμα και ενδοφλεβίως. Η διάρκεια της θεραπείας και ο τρόπος χορήγησης εξαρτάται από το στάδιο και την περιοχή εντοπισμού της μόλυνσης.
Ουρολοίμωξη και αντιβίωση
Για τη σωστή αντιμετώπιση της ουρολοίμωξης, θα πρέπει να ακολουθείτε πιστά τις οδηγίες του γιατρού στην αντιβιοτική αγωγή. Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να σταματήσετε την αντιβίωση, όταν υποχωρήσουν τα συμπτώματα αν δεν έχει ολοκληρωθεί η θεραπεία.
Η μόλυνση μπορεί να μην έχει υποχωρήσει πλήρως και ν αναζωπυρωθεί αν σταματήσετε την αντιβίωση. Τότε θα πρέπει να ξαναρχίσετε νέο κύκλο αντιβίωσης και η υποχώρηση της λοίμωξης θα είναι πιο δύσκολη.
Πρόληψη της ουρολοίμωξης
- Προσεκτική τήρηση υγιεινής με συχνό πλυσιμο και αλλαγή εσωρούχων
- Συχνή ούρηση. Τα λιμνάζοντα ούρα στην κύστη ευνοούν την ανάπτυξη και πολλαπλασιασμό των μικροβίων
- Καταναλώνετε άφθονα υγρά, κυρίως νερό και χυμούς.
-Τακτικός έλεγχος του προστάτη σε άντρες μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας