Ο Λα Ροσφουκό περιέγραφε τρεις συμπεριφορές που εκδηλώνονται απέναντι στην ευεργεσία. Κάποιοι είναι ευγνώμονες, παρατηρεί ο Γάλλος στοχαστής του 17ου αιώνα, κάποιοι άλλοι είναι αχάριστοι και, τέλος, κάποιοι κάνουν συνειδητά κακό στον ευεργέτη τους ακριβώς επειδή τους ευεργέτησε. Αν οι δύο πρώτες συμπεριφορές είναι συνήθεις, η τρίτη, πιο σπάνια, παρουσιάζει φιλοσοφικό και πολιτικό ενδιαφέρον.
Μπορεί κάποιος να μην αναγνωρίσει την οφειλή του απέναντι στον ευεργέτη του, να μην ανταποδώσει ή να μη θεωρήσει καν ότι έχει ευεργετηθεί. Αλλά γιατί να τον μισήσει σε τέτοιο βαθμό που να προσπαθήσει να τον βλάψει; Γιατί κάποιοι εκλαμβάνουν την καλοσύνη ως προσβολή; Τι είναι αυτό που αντί να κινητοποιήσει μέσα τους τη συμπάθεια και την ευγνωμοσύνη κινητοποιεί τον φθόνο και το μίσος; Ο Λα Ροσφουκό απαντά: η αλαζονεία και η φιλαυτία.
Η λογική της ευεργεσίας, και πολύ περισσότερο της αγαθοεργίας, προϋποθέτει την υλική, κοινωνική ή και ηθική απόσταση ανάμεσα στον ευεργέτη και στον ευεργετούμενο. Η ευεργεσία, όταν δεν είναι απλή εξυπηρέτηση ή χάρη, έχει τη ρίζα της στη γενναιοδωρία, εκπορεύεται από το είναι του ανθρώπου του ικανού για μεγάλα και σημαντικά έργα, τα οποία ελάχιστοι είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν. Προϋποθέτει, εν ολίγοις, ανωτερότητα και ασυμμετρία, κάτι που αποδέχεται ο ευεργετούμενος όταν εκφράζει την ευγνωμοσύνη του. Επομένως, το συναίσθημα αυτό είναι η έμμεση αναγνώριση της ανωτερότητας του άλλου και της άνισης σχέσης ανάμεσα στον γενναιόδωρο και στον αποδέκτη της γενναιοδωρίας. Αυτήν ακριβώς την ανισότητα απορρίπτουν με βδελυγμία όσοι φθονούν και μισούν τον ευεργέτη τους, αποζητώντας την ταπείνωσή του με σκοπό την αποκατάσταση της ισότιμης σχέσης ανάμεσα στους δύο.
Ο δημοκρατικός άνθρωπος, έγραφε ο Τοκβίλ, διακατέχεται από άσβεστο πάθος για ισότητα. Ο εξισωτισμός, χαρακτηριστικό της δημοκρατικής εποχής, βρίσκεται στον αντίποδα της ευγνωμοσύνης, η οποία, θα έλεγε κανείς, είναι ένα βλαβερό συναίσθημα για τη δημοκρατία, εφόσον μέσα της επιβιώνει ο σπόρος της ανισότητας. Σε μια πραγματική δημοκρατία, η αγαθοεργία των πλουσίων, αντί να οδηγήσει στην ευγνωμοσύνη των φτωχών και στην κοινωνική ειρήνη, θα προκαλούσε επανάσταση. Στη δημοκρατική κοινωνία, το ευγενές αυτό συναίσθημα διαποτίζεται αναγκαστικά από το αγοραίο πνεύμα. Γράφει ο Λα Ροσφουκό: «Η ευγνωμοσύνη λειτουργεί όπως η καλή πίστη των εμπόρων: συντηρεί το εμπόριο. Και δεν πληρώνουμε, επειδή είναι δίκαιο να ξεχρεώσουμε, αλλά για να βρούμε πιο εύκολα ανθρώπους για να μας δανείσουν».
*Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος ερευνητικών κέντρων των Πανεπιστημίων Λωρραίνης και Στρασβούργου. Πρόσφατα έργα: «Platon et Paul au bord de l’abîme» (Vrin, 2014), «Le philosophe et ses avatars dans les cités» (Le Manuscrit, 2018), «Philosophie poétique de Ritsos et Cavafy. Un regard sur la Grèce contemporaine» (Éditions du Cygne, 2018).