Σήμερα πολύ εύκολα μπορεί κάποιος να διαπιστώσει ότι έχει επιβληθεί ένα στιλ ζωής που δεν αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο ως ολότητα, σύμφωνα με αυτό που πραγματικά είναι. Έχει καθιερωθεί ένα στιλ ζωής που δίνει αξία σε εξωτερικά πράγματα και καταστάσεις αυτού του κόσμου, σε αυτά που έτσι και αλλιώς είναι καταδικασμένα να πεθάνουν. Είναι όμως αυτό η ζωή; Αυτή που απλά μας παρουσιάζεται μέσα από εικόνες και όνειρα που αλλάζουν διαρκώς και μέσα από ψεύτικες αξίες που επίσης μεταβάλλονται; Αν όντως αυτό είναι ζωή, γιατί οι άνθρωποι σήμερα αγωνιούν, γιατί τρέχουν περισσότερο, γιατί δεν φαίνεται να κατακτούν, έστω για μια στιγμή μια θέση ισορροπίας; Και μπροστά στις δυσκολίες πως στέκονται, ποιο νόημα κρύβεται πίσω απ’ αυτές; Γιατί δυσκολεύεται ο άνθρωπος σήμερα να εντάξει στη ζωή του την προσπάθεια, την αλλαγή, τον πόνο, γιατί δυσανασχετεί στις δοκιμασίες;
Ως άνθρωποι, ενώ ζούμε σε έναν κόσμο όπου όλα προέρχονται από τα αντίθετα τους, δυσκολευόμαστε να ζήσουμε σε συμφωνία με αυτή την κρυμμένη ενότητα. Δυσκολευόμαστε επίσης να καταλάβουμε ότι μέσα σε αυτό το όμορφο εναρμονισμένο σύμπαν δεν μπορεί να υπάρχει κάτι που να κινείται ανεξάρτητα από την τάξη και τους νόμους που το διέπουν. Έτσι αν θεωρήσουμε την ηθική ως ένα κλάδο της πρακτικής φιλοσοφίας, που εξετάζει τι είναι καλό και τι κακό, τι δίκαιο και τι άδικο για όλους τους ανθρώπους της οικουμένης, θα πρέπει επίσης να αναζητήσουμε εκείνες τις αξίες που παραμένουν αναλλοίωτες στο χρόνο και όχι εκείνες που σύμφωνα με πρόσκαιρους κανόνες συμπεριφοράς, έχουν μια περιορισμένη ισχύ και εκφράζουν μια ηθική κατ’ αναλογία περαστική. Αυτές τις αξίες αναζητούσαν πάντοτε όλοι οι λαοί, αυτές που παραμένουν αναλλοίωτες μέσα στο χρόνο, γιατί κατά παρόμοιο τρόπο η ουσία του ανθρώπου δεν αλλάζει και είναι αυτή η ουσία που έχει ανάγκη αυτή την ανώτερη ηθική. Είναι σαν την φωτιά που δεν πεθαίνει, σαν έναν σπόρο που διαιωνίζεται και με ένα τρόπο συναντά δυσκολίες και χρειάζεται για να φυτρώσει και να ανθίσει κάθε χρόνο παρόμοιες αντίξοες συνθήκες.
Σε κάθε περίπτωση η βαθύτερη φύση μας, μας προτρέπει να αναζητήσουμε και να στοχαστούμε πάνω σε αυτό που δεν αλλάζει. Που δεν το αγγίζει ο χρόνος. Να κατευθύνουμε τον λογισμό μας, σε ένα ύψος απ’ όπου μπορούμε κάποια στιγμή να απαντήσουμε στο ποιοι είμαστε και τι ήρθαμε να κάνουμε σε αυτό τον κόσμο. Και αυτό το ύψος το δίνει ο νους. Εδώ η ζωή έχει μια άλλη αξία. Για αυτό και σε αυτό το επίπεδο δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι όλοι οι άνθρωποι καταφέρνουν να είναι ζωντανοί. Γιατί η ζωή είναι μέσα στα πράγματα και αντίστοιχα μέσα στον άνθρωπο όπως ακριβώς είναι και στις ρίζες ενός δέντρου ή στον κινητήρα ενός αυτοκινήτου.
Πως όμως κάνουμε χρήση αυτής της ζωτικής σκέψης, όταν ο άνθρωπος προσανατολίζεται συνεχώς προς τα έξω; Με ποιον τρόπο ανανεώνεται, όταν η ζωή είναι μέσα και αυτός προσπαθεί να την συγκρατήσει εξωτερικά, αγκιστρωμένος στις μορφές και στα φαινόμενα ενός κόσμου καθρέπτη;
Η φύση μας δίνει ένα ξεχωριστό και φανταστικό παράδειγμα ανανέωσης μέσα από την εναλλαγή των εποχών, στις οποίες πολλά πράγματα φαίνεται να χάνονται ή να πεθαίνουν, όπως τα κλήματα που βλασταίνουν, τα χρώματα, οι καρποί, η ζέστη, ο ήλιος, το κελάηδισμα των πουλιών… Αλλά αυτή η ζωή που κάνει την φύση να ανασταίνεται και να ανθίζει κάθε χρόνο μετά από την αναγκαία μεσολάβηση του χειμώνα, φαίνεται πως δεν πεθαίνει ποτέ.
Το ίδιο μάλλον, πως λαμβάνει χώρα και στον άνθρωπο. Οι μορφές αλλάζουν, όλα μπορούν να πεθάνουν και να ξαναγεννηθούν. Και πάντα μεσολαβεί ο θάνατος, για μια στιγμή, για να δώσει πέρασμα και γέννηση σε νέες μορφές περισσότερες λεπτές και εξελιγμένες.
Η ζωή στην βαθύτερη της όψη παραμένει αναλλοίωτη. Όλα φεύγουν κάποια στιγμή για να επιστρέψουν. Σαν να είναι όλα τα αντίθετα, όψεις ενός ίδιου πράγματος, όπως κάθε τι έχει δυο όψεις. «Όλα είναι διπλά, κάθε πράγμα έχει δυο πόλους, όλα έχουν δυο άκρα», αναφέρει μια πανάρχαια ερμητική αρχή. Επίσης η διαφορά που υπάρχει μεταξύ δυο καταστάσεων, που φαίνονται εκ διαμέτρου αντίθετα, δεν είναι παρά διαφορά βαθμού. Όπως συμβαίνει με το κρύο και τη ζέστη, το καλό και το κακό, το εύκολο και το δύσκολο, τον φόβο και το θάρρος, την αγάπη και το μίσος. Όλα τα άκρα μπορούν να συμφιλιωθούν. Έτσι παρόμοια η ζωή και ο θάνατος, που δεν είναι παρά όψεις της μιας ζωής. «Ένα παιδιά μου ο θάνατος και η γέννα, ένα και ο πόνος της καρδιάς και η γλύκα, ένα το φεύγω αλάργα και έρχομαι, ένα το έχε γεια και το καλώς σε βρήκα», έλεγε ο μεγάλος στοχαστής Ν. Καζαντζάκης.
Σήμερα πως διαχειριζόμαστε τα αντίθετα, αλλά κυρίως τον πόνο, την μοναξιά, την απώλεια και κάθε μορφή αδυναμίας και φόβου που είναι ένα σημάδι ότι μας έχει αγγίξει μια μορφή του θανάτου; Πόσο εύκολα δεχόμαστε μια αλλαγή; Προφανώς δύσκολα γιατί εκείνες τις στιγμές χρειάζεται να στηριχτούμε σε ένα Κέντρο που δεν αναζητήσαμε ποτέ, κάθε φορά που χρειάστηκε να τοποθετηθούμε απέναντι στον εαυτό μας. Και είναι τότε που πλησιάζουμε αναπόφευκτα εκείνο που φοβόμαστε περισσότερο. Ο άνθρωπος σήμερα αποφεύγει αυτή τη συνάντηση, γιατί υποσυνείδητα καταλαβαίνει ότι θα χάσει αυτή τη μάχη. Δεν προετοιμάζεται για τέτοιου είδους μάχες, εσωτερικές. Παλεύει να κατακτήσει τον κόσμο και όχι τον εαυτό του και ζει σαν να μην πρόκειται να πεθάνει ποτέ. Αγνοεί ότι η αθανασία και η νιότη κρύβεται στις πιο λεπτές δομές του, σ’ αυτό το αόρατο και μυστηριώδες κέντρο στο οποίο εδρεύει η Συνείδηση. Εκεί από όπου μπορεί να μπει στη θέση του άλλου, ξεπερνώντας τους εγωιστικούς προμαχώνες. Να υπερασπιστεί και να συντονιστεί με το δίκαιο και το όμορφο και να διαισθανθεί το αγαθό και το αληθινό! Και με αυτό τον τρόπο δεν ανανεώνεται όπως το κάνει η φύση και δυσκολεύεται να συντονιστεί με τις ξεχωριστές ομορφιές της κάθε ηλικίας. Αντίθετα φθείρεται και αγωνιά μπροστά στις έτσι και αλλιώς επερχόμενες αλλαγές της θνητής του φύσης.
Για να αρχίσουμε επομένως να συντονιζόμαστε με την αληθινή ζωή που είναι έκφραση μιας εσωτερικής κατάστασης, δεν χρειαζόμαστε μια ηθική περαστική, αλλά να ζωντανέψουμε ξανά μια διαχρονική ηθική που είναι κοινή για όλη την ανθρωπότητα και αποτελεί την τροφή για την ανώτερη πνευματική φύση μας. Όπως ακριβώς έχουμε μια κοινή πνευματική καταγωγή και αυτό που μας διαφοροποιεί είναι ο βαθμός συνειδητοποίησης αυτής της πνευματικής καταγωγής. Γιατί στον άνθρωπο διακρίνουμε δυο βασικές δομές: μια σύνθετη, θνητή και περαστική και μια ασύνθετη: απλή, ενιαία και ακέραιη, διαρκής-αιώνια. Ο Πλάτωνας αναφέρει ότι ο άνθρωπος αποτελείται από το ένα και από το άλλο και χρησιμοποιεί στους διαλόγους του μια πολύ χαρακτηριστική εικόνα για την βασική δομή του ανθρώπου. Την εικόνα ενός Ιππέα που καλείται σε κάθε περίπτωση να οδηγήσει το άλογο, όπως και ο άνθρωπος έχει ως δοκιμασία να κυριαρχήσει ως νοήμων-πνευματικό ον την άλογη φύση του, από την οποία πηγάζουν οι αδυναμίες και τα πάθη του.
Και για να μάθουμε να κυριαρχούμε, χρειάζεται να εξοικειωθούμε με την αλλαγή, όχι μόνο στο φυσικό επίπεδο. Να μάθουμε να συντονιζόμαστε με τα καλύτερα μας συναισθήματα και σκέψεις, για να μπορούμε να εκφράσουμε την αληθινή μας ελευθερία, που είναι η ελευθερία της δικής μας βούλησης. Η δράση σ’ αυτά, τα πιο λεπτά επίπεδα της ανώτερης μας φύσης, σήμερα έχει απαξιωθεί και ξεχαστεί.
Για αυτό και έννοιες όπως η ελευθερία, η φρόνηση, η αρετή και η τιμή, η ανιδιοτελής δράση, το δίκαιο και το ηθικό, έχουν επίσης χάσει την αληθινή τους σημασία. Επειδή ακριβώς έχουμε ξεχάσει αυτή την εργασία και την μάχη για αυτοκυριαρχία, γενναιοδωρία και δικαιοσύνη.
Αρκετοί άνθρωποι για παράδειγμα σήμερα μπορούν να πουν ότι είναι ελεύθεροι να ενεργούν και να κάνουν ότι τους αρέσει. Δηλαδή ό,τι θέλουν! Όμως ξεχνούν να εξηγήσουν, από πού ξεπηδά και προέρχεται αυτό που θέλουν και το όπως μου αρέσει. Τι είναι αυτό που τους κάνει να θέλουν αυτό και όχι εκείνο. Και εδώ καταλαβαίνουμε ότι βιώνουμε μια σχετική ή ψεύτικη ελευθερία. Είναι αληθινά ελεύθερος ο άνθρωπος ή μήπως σήμερα ονομάζουμε ελεύθερο τον άνθρωπο της μάζας; Τον άνθρωπο που αφήνεται στις μόδες, σε ψεύτικες ιδέες, στον μικροαστισμό, στην άνεση, στον καταναλωτισμό, ώσπου ξεχνάει την ίδια του την συνείδηση. Κάθε στιγμή καλούμαστε να επιλέξουμε, είναι ένα χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, αλλά πως και προς ποια κατεύθυνση; Όταν δεν έχουμε συνείδηση της αληθινής μας ταυτότητας και του αληθινού προορισμού σ’ αυτό τον κόσμο;
Πώς να συμφιλιωθούμε με το θάνατο ως ένα πέρασμα για μια ανανεωμένη κατάσταση; Οπωσδήποτε μόνο με μια Συνείδηση ολιστική και ενεργή μπορούμε να βιώσουμε στη πράξη ποια είναι η πηγή της ζωής και τι είναι παροδικό και εφήμερο. Πώς να προετοιμαστούμε για την ύστατη στιγμή του επίγειου βίου μας; Παρόμοια με την αδιάκοπη προσπάθεια να εντάσσουμε στη ζωή μας τα δύσκολα και παράδοξα, που σχετίζονται με τις δικές μας επιλογές και δράσεις, ώσπου να διαισθανθούμε ότι υπάρχει κάτι μέσα μας που είναι προορισμένο από τη φύση να συνεχίζει και να συνεχίζει, έως του καταφέρουμε να έχουμε συνείδηση αυτής της αθανασίας. Έτσι ένας άνθρωπος μπορεί να ισχυριστεί με περηφάνια ότι έχει ζήσει τη ζωή του. Διαφορετικά δεν μπορούμε να ζητήσουμε από το θάνατο ότι δεν κατακτήσαμε στη ζωή. Και σε αυτή την προσπάθεια, η αναζήτηση της σοφίας, η Φιλοσοφία, είναι η μοναδική μας επιλογή!