Υπάρχει λοιπόν μία διαφορά ανάμεσα στα άτομα που νιώθουν ανικανοποίητα και σε εκείνα που νιώθουν ενόχληση ή ανησυχία, με τα πρώτα να αναστατώνονται πάρα πολύ επειδή ορισμένες φορές δεν έχουν ακριβώς αυτό που θέλουν από τον περίγυρό τους και έτσι να αισθάνονται θυμωμένα, αγχωμένα, ένοχα, πληγωμένα ή στενοχωρημένα. Ακριβώς, λοιπόν, επειδή αυτά τα συναισθήματα βιώνονται σε υπερβολικό βαθμό και γίνονται απόλυτα, λειτουργούν ως ένα τείχος στην επικοινωνία. Το πρώτο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να εντοπίσουμε ποιες είναι πεποιθήσεις που μας μπλοκάρουν. Όπως αναφέρεται από τον Ellis (2001), οι συχνότερες πεποιθήσεις που συναντώνται σε τέτοιες περιπτώσεις είναι οι εξής:
«Πρέπει πάντα να ανταποκρίνομαι σωστά και να είμαι πάντα αποδεκτός από τους άλλους. Αν δεν συμβαίνει αυτό, τότε σημαίνει πως είμαι ένα ανάξιο άτομο».
«Οι άλλοι πρέπει πάντα να μου συμπεριφέρονται ακριβώς όπως περιμένω να συμπεριφερθούν. Είναι απαίσιο αν δε το κάνουν και αυτό σημαίνει πως είναι και οι ίδιοι ανάξιοι».
«Οι συνθήκες της ζωής μου πρέπει να είναι ακριβώς όπως τις θέλω, γιατί αν δεν είναι, σημαίνει ότι η ζωή θα είναι χάλια και αυτό δεν μπορώ να το αντέξω».
Τι εννοούμε, σύμφωνα με το παραπάνω;
Για να γίνει καλύτερα κατανοητό, οι περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν άγχος και θλίψη αν δε τα καταφέρουν με την επικοινωνία τους με τους άλλους ανθρώπους. Θεωρούν πως αν αποτύχουν να επικοινωνήσουν, φταίνε τα άλλα άτομα που είναι ανάξια. Ακόμη, συχνά πιστεύουν ότι ο εκάστοτε συνομιλητής τους πρέπει να είναι τέλειος και να συμπεριφέρεται πάντα με ένα σωστό τρόπο προς τον άλλον.
Ωστόσο, κάπου εδώ είναι καλό να σημειωθεί ότι καμία επαφή δε μπορεί να είναι τέλεια κάθε μέρα, όλη μέρα και για πάντα. Κάτι τέτοιο μάλλον θα ήταν εξωπραγματικό, πιθανόν και λίγο βαρετό, μιας και θα μπορούσαμε να ξέρουμε, προβλέπουμε και ελέγχουμε τα πάντα.
Οι επαφές που ευδοκιμούν, αποτελούνται από ανθρώπους, που μπορούν να αποδεχτούν τόσο τους εαυτούς τους, όσο και τους άλλους, με τα καλά, τα κακά και τα ουδέτερα χαρακτηριστικά τους. Επίσης, αποτελούνται από ανθρώπους που μπορούν να αποδεχτούν ότι δεν γίνεται πάντα να είναι όλα τέλεια και γι’ αυτό το λόγο επιδεικνύουν μεγαλύτερη ανοχή και αντοχή στη ματαίωση και στις δυσκολίες της ζωής. Τα άτομα αυτά, λοιπόν, δεν αναστατώνονται σε υπερβολικό βαθμό για όλα τα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν και για αυτό καταφέρνουν να επικοινωνούν μεταξύ τους αποτελεσματικά.
Παρακάτω αναφέρονται μερικές συχνές διαστρεβλώσεις (σύμφωνα με τον Aaron Beck, 1988) που μπορεί να μπλοκάρουν μία επικοινωνιακή επαφή.
- Σωληνοειδής σκέψη: εστίαση σε μια μικρή λεπτομέρεια και ερμηνεία ενός ολόκληρου γεγονότος με γνώμονα αυτή τη λεπτομέρεια, αγνοώντας ή ελαχιστοποιώντας άλλες σημαντικές πληροφορίες. Π.χ. ένα ζευγάρι πηγαίνει να γιορτάσει την επέτειό του σε ένα εστιατόριο, αλλά ο άντρας δεν προσφέρει λουλούδια στη γυναίκα του. Έτσι εκείνη λέει πως εκείνος δεν έκανε τίποτα για την επέτειο τους. Πόσο αλήθεια είναι, άραγε, αυτό;
- Επιλεκτική αφαίρεση: μεταφορά ενός γεγονότος εκτός πλαισίου και δημιουργία μιας εσφαλμένης αντίληψης. Π.χ. ένας άντρας καλεί τη γυναίκα του για να δει αν έχει φτάσει στη συνάντησή της και εκείνη πιστεύει ότι το κάνει για να την ελέγξει, ενώ στην πραγματικότητα εκείνος κάλεσε όταν θυμήθηκε πως το αμάξι δεν είχε αρκετή βενζίνη. Τελικά ήταν ο έλεγχος το ζήτημα;
- Αυθαίρετα συμπεράσματα: κάνοντας μία άσχημη κριτική ακόμα και όταν δεν υπάρχει βάση για αυτή. Π.χ. μια γυναίκα βγαίνει με τις φίλες της και λέει στον άντρα της ότι θα γυρίσει πίσω στις δέκα, ενώ τελικά επιστρέφει στις εννιά. Ο άντρας της υποθέτει πως γύρισε νωρίτερα γιατί δεν του έχει εμπιστοσύνη πως θα βάλει τα παιδιά για ύπνο. Πόσο αλήθεια είναι αυτό λοιπόν;
- Υπεργενικεύσεις: απόλυτες δηλώσεις που συμπεριλαμβάνουν τις λέξεις «ποτέ» και «πάντα», οι οποίες απέχουν κατά πολύ από την πραγματικότητα. Π.χ. «δεν κάνεις ποτέ τίποτα όμορφο και ρομαντικό, είσαι αναίσθητος/η». Άραγε, στη μέχρι τώρα πορεία της σχέσης δεν έκανε ΠΟΤΕ κάτι ρομαντικό;
- Μεγαλοποιήσεις: μεγαλοποίηση των αρνητικών χαρακτηριστικών του συντρόφου, θεωρώντας όλα τα χαρακτηριστικά του άσχημα, και καταστροφολογία για τις συνέπειες κάθε γεγονότος. Π.χ. «κάθε φορά που βγαίνεις έξω πίνεις πάρα πολύ, αν δε το κόψεις θα γίνεις αλκοολικός/η», ενώ στην πραγματικότητα βγαίνει μία φορά την εβδομάδα, κατά την οποία ο/η σύντροφος πίνει 2 ποτά. Πόσο αληθές είναι το συμπέρασμα και πόσο λογικό;
- Προκατειλημμένες εξηγήσεις: σε κάθε συμπεριφορά του συντρόφου δίνονται αρνητικά και κακεντρεχή κίνητρα. Π.χ. μια γυναίκα λέει στον άντρα της: «ξέχασες να αγοράσεις αυτά που σου ζήτησα γιατί ήταν η σειρά σου να μαγειρέψεις και εσύ ποτέ δε θέλεις να μαγειρεύεις». Πόσο αλήθεια είναι ότι το κίνητρο ήταν αυτό;
- Παίρνοντας τα πάντα προσωπικά: η πεποίθηση ότι οι πράξεις των άλλων έχουν πάντα στόχο τους ίδιους. Π.χ. μια γυναίκα καλεί τον άντρα της να τον ενημερώσει ότι θα αργήσει να γυρίσει από τη δουλειά και εκείνος θεωρεί ότι το κάνει για να του αποδείξει ότι δουλεύει περισσότερες ώρες από τον ίδιο. Πόσο λογικό και πόσο αλήθεια είναι, όμως, αυτό;
Και τώρα τι κάνουμε;
- Βρείτε τις δικές σας παράλογες πεποιθήσεις και αμφισβητήστε τις. Ρωτήστε τον εαυτό σας: πόσο λογικό είναι αυτό, πόσο αληθές είναι, που με βοηθάει να σκέφτομαι έτσι, πόσο ισχύει κάτι τέτοιο; Βρείτε παραδείγματα από την κοινή σας ζωή για όλα αυτά.
- Μιλήστε για τους μηχανισμούς αυτούς στο σύντροφο σας. Κανείς δε μπορεί και δεν οφείλει να μαντεύει πως νιώθουμε. Πείτε του τι σας ενοχλεί, πείτε γιατί σας ενοχλεί, πείτε πως νιώθετε για αυτό, συζητήστε μια λύση που να βοηθά και τους δύο.
- Αντίστοιχα, δώστε στο σύντροφο σας χρόνο να μιλήσει για ό, τι ενοχλεί εκείνον, μπείτε πραγματικά στη θέση του, ακούστε, προσπαθήστε να καταλάβετε και μετά ανταποκριθείτε.
Τα πράγματα δεν θα είναι πάντα τέλεια, αλλά ίσως μπορείτε να αντέξετε ακόμη και τα δυσκολότερα, αν φροντίζετε πρώτα τον εαυτό σας και δουλεύετε ώστε να βελτιώσετε τον τρόπο σκέψης σας!
via [full_width]