Η βάρκα σου είναι δεμένη στην προκυμαία και βλέπεις το γείτονά σου να γυρίζει από το ψάρεμα στο ποτάμι.
Κωπηλατεί με την πλάτη προς την όχθη, και δεν βλέπει ότι πάει τη βάρκα του κατευθείαν πάνω στη δική σου.
Του φωνάζεις αλλά δεν σ’ ακούει.
Η πλώρη του πάει καταπάνω στη μικρή σου βάρκα.
Φωνάζεις, χτυπάς το μόλο, χτυπάς παλαμάκια...
Αλλά τίποτα...
***
Τελικά, η βάρκα του συγκρούεται με τη δική σου και κάνει σοβαρή ζημιά στα ξύλα και στη βαφή της πλώρης.
Θυμώνεις, τον βρίζεις, διαμαρτύρεσαι, σου έρχεται να τον χτυπήσεις...
*****
Την επόμενη μέρα, ενώ κοιτάζεις πάλι το ποτάμι, διαπιστώνεις ότι το ρεύμα έχει κόψει τους κάβους της βάρκας του άλλου σου γείτονα και την παρασύρει προς την κατεύθυνσή σου.
Πάλι κοιτάζεις τη βάρκα σου που είναι δεμένη στην προκυμαία.
Προσπαθείς μ’ ένα ξύλο να αποφύγεις τη σύγκρουση, αλλά δεν τα καταφέρνεις.
Τελικά, η βάρκα συγκρούεται και σήμερα με τη δική σου.
Η ζημιά στη βάρκα σου είναι ίδια όπως και χθες...
Αυτή τη φορά, όμως, δε βρίζεις κανέναν, σχεδόν δε θυμώνεις καθόλου, δε θέλεις να δείρεις κανέναν...
Το πρώτο ξεκάθαρο συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε, είναι ότι την πρώτη φορά δεν θύμωσες για τη σύγκρουση· θύμωσες γιατί υπήρχε κάποιος στη βάρκα για να θυμώσεις μαζί του. Αν και τότε η άλλη βάρκα ήταν άδεια, θα είχες γλιτώσει κι από εκείνον το θυμό.
Μ’ αυτή την ανακάλυψη υπόψη, ο συλλογισμός που ακολουθεί είναι: αν κάποιος σε βρίσει, θυμώνεις. Με ποιον θυμώνεις; Και γιατί;
Είναι αλήθεια ότι μια βρισιά πάντα φέρνει άλλη βρισιά.
Θυμάσαι όλους όσοι σε έβρισαν κάποτε.
Και εξοργίζεσαι περισσότερο.
Αλλά με ποιον; Γιατί;
Την επόμενη φορά μείνε σιωπηλός. Συνειδητά.
Ο θυμός κοιτά τα πάντα μέσα απ’ το πρίσμα του παρελθόντος, αναθερμαίνει τις ματαιώσεις και αναζωπυρώνει τις παλιές μάχες που δώσαμε ενάντια στην ανημπόρια μας.
Σπάσε τα δεσμά απ’ το παρελθόν και μη θυμώνεις. Αν το μπορέσεις, θα κερδίσεις ένα ανέλπιστο βραβείο. Αν απελευθερωθείς από το παρελθόν σου θα εξαφανιστούν κι οι φόβοι που είναι δεμένοι πάνω του.
Από Την Άγνοια Στη Σοφία
- Χόρχε Μπουκάϊ
via