«Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Μιά φράση, πού λέγεται συχνά-πυκνά ὡς ἔκφραση ἐνδιαφέροντος και ἀγάπης, μέ περιεχόμενο ὅμως ἰδιαίτερα ἐγωκεντρικό καί ὑλιστικό. «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Πρόσεχε, δηλαδή, τήν ὑγεία σου, τή δίαιτά σου, τήν ἐμφάνισή σου,τή δουλειά σου...
Ἡ ἴδια ἀκριβῶς φράση, ἀλλά μέ διαμετρικά ἀντίθετη ἔννοια, συναντᾶται ἀρκετές φορές καί στήν Ἁγία Γραφή: «Πρόσεχε σεαυτῷ».
Μᾶς καλεῖ νά μαζέψουμε τόν νοῦ μας ἀπό τή μάταιη περιπλάνηση στήν κενότητα τῆς κοσμικῆς ζωῆς καί νά τόν στρέψουμε προσεκτικά στον ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο, γιά νά γνωρίσουμε τόν πραγματικό μας ἑαυτό. Τί εἴμαστε; Ποιοί εἴμαστε; Ἀπό ποῦ ἤρθαμε καί ποῦ πηγαίνουμε; Ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός σκοπός τῆς ζωῆς μας; Ποιά τά κύρια καί ποιά τά δευτερεύοντα στοιχεῖα τῆς ὑπάρξεώς μας; Τί ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή μας, μέ ποιά αἰσθήματα ζεῖ, σέ ποιά κατάσταση βρίσκεται;
Ἡ εἰλικρινής αὐτοεξέταση μᾶς ὁδηγεῖ στην αὐτογνωσία. Κι αὐτή, ἀφοῦ συνταιριαστεῖ μέ τή μετάνοια, τόν πνευματικό ζῆλο καί τήν ἄγρυπνη φροντίδα μας γιά τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μᾶς ἀνεβάζει σταδιακά στή θεογνωσία.
Ἔτσι, ἡ προσοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας γίνεται τελικά μιά ἐνατένιση τοῦ Θεοῦ, μιά αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας.
«Πρόσεχε σεαυτῷ, ἵνα προσέχῃς Θεῷ».
Ἡ ἀποκλειστική προσκόλληση τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου στήν ἄμετρη ἱκανοποίηση τῶν ἀτομικῶν του βιοτικῶν ἀναγκῶν τόν ἔχει στερήσει ἀπό τήν κοινωνία με τόν ἀληθινό Θεό καί τόν συνάνθρωπό του καί τόν ἔχει ὁδηγήσει σέ τραγικά ὑπαρξιακά ἀδιέξοδα.
Γι’ αὐτό εἶναι, ἐπίκαιρος, ἀφυπνιστικός καί καθοδηγητικός ο κάτωθι λόγος.
Παραινετικά Κεφάλαια
Α'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ἀγαπητέ, ἔχοντας τήν πεποίθησι καί τή πίστι ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστό, ἄν καί ἦταν Θεός καί εἶχε ἀπερίγραπτη δόξα καί μεγαλωσύνη, ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά τόν ἔχουμε πρότυπό μας καί νά βαδίζουμε στά ἴχνη Του.
Ταπεινώθηκε ὑπερβολικά γιά μᾶς, ὥστε πῆρε μορφή δούλου καί ἀψήφησε ντροπή καί μεγάλη φτώχεια. Ὑπέμεινε πολλές καί αἰσχρές ὕβρεις, καί καθώς ἔχει γραφῆ: "Ὥς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη καί ὡς ἀμνός ἐναντίον τού κείροντος αὐτόν ἄφνος, οὔτε οὐκ ἀνοίγε τό στόμα αὐτοῦ, ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτοῦ ἡ κρίσις ἀυτοῦ ἤρθη" (Ἡσ. νγ΄ 7-8).
Θανατώθηκε μέ πολλού ἐξευτελισμούς γιά μᾶς, ὥστε καί μεῖς σύμφωνα μέ τήν ἐντολή Του πρόθυμα νά ὑποφέρουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας τίς δίκαιες ἤ τίς ἄδικες ὕβρεις, τούς ἐξευτελισμούς, τήν περιφρόνησι, τίς καταλαλιές, τό μέχρι θανάτου μαστίγωμα πού μᾶς ἔκανε ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος.
Στίς περιπτώσεις αὐτές καί σύ μήν ἀντιμιλᾶς, ὅπως τό πρόβατο πού ὁδηγεῖται στήν σφαγή καί ὅπως τό ἄλογο ζῶο.
Μᾶλλον νά προσεύχεσαι, ἄν μπορῆς. Διαφορετικά νά σιωπᾶς τελείως μέ πολλή ταπείνωσι.
Β'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, θεωρώντας ὅτι οἱ ὕβρεις, οἱ ἀτιμίες καί οἱ ταπεινώσεις πού ὑποφέρεις γιά τόν Κύριο, σοῦ προξενοῦν μεγάλο κέρδος καί σοῦ ἐξασφαλίζουν τήν ψυχική σωτηρία.
Πρόθυμα λοιπόν καί ἀτάραχα νά τίς ὐπομένης κάνοντας τήν σκέψι ὄτι ὀφείλεις νά πάθης καί χειρότερα γιά τίς ἁμαρτίες σου καί ὅτι εἶναι μεγάλο πρᾶγμα γιά σένα ν' ἀξιωθῆς νά πάσχης καί νά ὑποφέρης κάτι γιά τόν Χριστό.
Ἴσως ἔτσι, μέ τίς πολλές θλίψεις καί ἀτιμίες, νά γίνης μιμητής τοῦ πάθους τοῦ Θεοῦ. Καί κάθε φορά πού θά θυμηθῆς αὐτούς πού σέ λύπησαν, νά προσεύχεσαι ὁλόψυχα καί μέ εἰλικρίνεια γι' αὐτούς, διότι σοῦ προξένησαν μεγάλα κέρδη.
Ποτέ νά μήν σκεφθῆς κάτι ἐναντίον κανενός. Ἀντίθετα, ἄν κάποιος σέ τιμᾶ ἤ σέ ἐπαινῆ, νά λυπᾶσαι καί νά προσεύχεσαι νά φυλαχθῆς ἀπό τόν κίνδυνο πού περικλείει αὐτό. Παρόμοια νά προσεύχεσαι νά φυλαχθῆς καί ἀπό κάθε πρᾶγμα πού προκαλεῖ δόξα ἤ ὑπεροχή, μέχρι καί τό πιό ἀσήμαντο.
Νά προσεύχεσαι στόν Θεό ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς σου καί μέ εἰλικρίνεια, νά διώξη μακρυά σου τίς ἀφορμές τῶν ἐπαίνων μέ τήν σκέψι ὅτι εἶσαι ἀνάξιος καί ἀσθενής. Πάντοτε νά ἀναζητᾶς μέ ἐπιμέλεια τούς πιό ταπεινούς τρόπους καί τά μέσα. Αὐτά νά σέ ὁδηγοῦν στό νά ζῆς μέ πένθος, μέ ταπείνωσι καί ἀνυποληψία, σά νά ἔχης πεθάνει καί νεκρωθῆ γιά τόν κόσμο αὐτό καί σάν νά εἶσαι ὁ τελευταῖος καί ὁ πιό ἁμαρτωλός ἀπό ὅλους. Αὐτά ἀποτελοῦν μεγάλα κέρδη γιά τήν ψυχή σου.
Γ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε μέ εἰλικρίνεια νά προσεύχεσαι γιά τήν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν σου. Μέ κάθε τρόπο νά ἀναζητᾶς τήν ψυχική σωτηρία καί τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁλόψυχα νά ἐπιδιώκης τήν ταπείνωσι μέ σκέψεις, λόγια, ἔργα, ἐνδύματα, συμπεριφορά. Νά ἐξευτελίζης τόν ἑαυτό σου σάν ἀκαθαρσία καί χῶμα καί στάκτη, σάν τελευταῖο ἀπ' ὅλους καί σάν δοῦλο ὅλων.
Νά πιστεύης ἀληθινά, ὁλόψυχα, παντοτεινά ὅτι εἶσαι ὁ χειρότερος καί ὁ ἁμαρτωλότερος χριστιανός καί ὅτι βρίσκεσαι μακρυά ἀπό κάθε ἀρετή.
Ἐάν συγκριθῆς μέ χριστιανό, νά σκέπτεσαι ὅτι εἶσαι χῶμα καί στάκτη· ὅτι "ὡς ράκος ἀποκαθημένης πᾶσα ἡ δικαιοσύνη σου" (Ἡσ. ξδ΄, 6)· ὅτι δέν θά σωθῆς χωρίς τό πολύ ἔλεος κάι τήν χάρι τοῦ Θεοῦ· ὅτι προορίζεσαι μᾶλλον γιά τήν αἰώνια κόλασι, παρά γιά τήν αἰώνια ζωή· ὅτι γεμᾶτος ἀπό ἁμαρτίες δέν θά τολμήσης νά σηκώσης κεφάλι, ὅταν ὁ Θεός θελήση νά σέ κρίνη. Ἔχοντας ἔτσι στήν ψυχή σου πένθος καί ταπείνωσι καί περιμένοντας καθημερινά τόν θάνατο, νά κραυγάζης διακρῶς πρός τόν Θεό, γιά νά διορθώση τήν τήν ζωή σου μέ πολύ ἔλεος καί νά σέ εὐσπλαγχνισθῆ. Νά νοιώθης τόν ἑαυτό σου τόσο κατάκοπο ἀπό τήν λύπη καί τούς στεναγμούς, ὥστε ποτέ νά μή χαίρεσαι, οὔτε νά γελᾶς, ἀλλά πάντοτε τό γέλιο νά μεταβάλλεται σέ πένθος καί ἡ χαρά σέ κατήφεια.
Καί ζῶντας πάντοτε σκυθρωπός νά λές:
"Ἡ ψυχή μου ἐπλήθση ἐμπαιγμάτων" (Ψαλμ. λζ΄, 8).
Δ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε σάν φοβερό θάνατο καί ψυχική ἀπώλεια καί αἰώνια κόλασι νά μισήσης καί νά βδελυχθῆς τήν φιλαρχία, τήν φιλοδοξία, τήν ἐπιθυμία τιμῶν καί ἐπαίνων, τήν σκέψι ὅτι κάτι εἶσαι ἤ ὅτι κατώρθωσες κάποια ἀρετή ἤ ὅτι εἶσαι καλύτερος ἤ καί ἴσος ἀκόμη μέ κάποιον ἄλλο.
Παρόμοια νά μισήσης καί τήν παραμικρή αἰσχρή ἐπιθυμία καί σαρκική ἡδονή, τό νά κοιτάξης ἄνθρωπο χωρίς ἀνάγκη, νά ἐγγίσης ξένο σῶμα χωρίς λόγο, νά ρωτήσης κάποιον "ποῦ εἶναι αὐτό;" χωρίς ἀνάγκη, νά γευθῆς κάτι μικρό ἤ ἐλάχιστο χωρίς λόγο.
Ἐάν προσέχης καί ἀσφαλίζεσαι στίς λεπτομέρειες, δέν θά πέσης σέ μεγάλα σφάλματα, οὔτε θά πειρασθῆς καθόλου σ' αὐτά. Ἐνῶ μή προσέχοντας στά μικρά, θά κινδυνεύης νά πέσης σιγά-σιγά καί στά μεγάλα.
Ε'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, θεωρῶντας τον χειρότερο καί ἁμαρτωλότερο ἀπό κάθε Χριστιανό.
Νά ἔχης στήν ψυχή πένθος, ταπείνωσι καί πολλούς στεναγμούς. Νά εἶσαι πάντα σιωπηλός κάι νά μήν ὁμιλῆς. Νά σκέπτεσαι τό αἰώνιο σκοτάδι καί ὅσους καταδικάσθηκαν νά βασνίζωνται ἐκεῖ.
Νά θεωρῆς τόν ἑαυτό σου προωρισμένο μᾶλλον γιά τόν ἅδη παρά γιά τήν ζωή, ἐφ' ὅσον τοῦ ἀξίζει μιά τέτοια τιμωρία.
Ὅσο ὑπάρχει καιρός μετανοίας καί ἀπαλλαγῆς ἀπό τίς φοβερές ἐκεῖνες καί μεγάλες τιμωρίες, νά ζῆς ἀπό τώρα σάν νά ἔχης ἤδη πεθάνει καί νά βρίσκεσαι στήν κόλασι.
Ἀγωνίσου ἔτσι νά προλάβης τό ἀσταμάτητο ἐκεῖνο πένθος, τόν κλαυθμό καί τήν φοβερή σκυθρωπότητα κάι κατήφεια. Ἀναζήτησε γιά τόν Ἑαυτό σου, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θοεῦ, πόνους κάι κόπους ψυχῆς κάι σώματος. Μέ αὐτούς νά ἀγωνίζεσαι ἀκατάπαυστα, γιά νά σωθῆς ἀπό τίς ἁμαρτίες σου. Τό σῶμα, ὅσο μπορεῖς, συνεχῶς νά ἀσχολῆται μέ ἐργόχειρα, νηστεῖες καί πολλές ταπεινωτικές ἀπασχολήσεις, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκπληρώνοντας τό: "Ἔστω πάντων ἔσχατος καί πάντων δοῦλος" (πρβλ. Μάρκ. ι΄, 44). Ἡ ψυχή, ὅσο μπορεῖς, συνεχῶς καί πάντοτες νά ἀσχολῆται μέ τήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί σέ κάθε μικρό διάστημα τῆς μελέτης νά στενάζη καί νά προσεύχεται ἐπίμονα. Ὅσον ἀφορᾶ τήν σκέψι καί τόν νοῦ σου νά εἶσαι συνεχῶς συγκεντρωμένος, γιά νά μή βρίσκουν εὐκαιρία οἱ δαίμονες νά σπέρνουν πονηρούς λογισμούς στήν καρδιά σου.
ΣΤ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, πιστεύοντας ὅτι ὁ Κύριος ἀπέθανε καί ἀναστήθηκε γιά μᾶς καί μᾶς ἐξαγόρασε δίνοντας τό αἷμα Του.
Ἑπομένως καί μεῖς δέν πρέπει νά ζοῦμε πλέον γιά τόν ἑαυτό μας, ἀλλά γιά τόν Κύριο, πού ἀπέθανε καί ἀναστήθηκε γιά μᾶς.
Νά προσέχης τόν ἑαυτό σου, ἔχοντας τήν πίστη καί τήν πεποίθηση ὅτι βρίσκεσαι πάντοτε ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν Του. Νά νοιώθεις ὅτι ἀπέθανες καί ἔφυγες ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί ὅτι παραμένεις ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πάντοτε.
Ζ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε σάν δοῦλος πού ἀκολουθῆ τόν κύριό του μέ φόβο καί τρόμο καί βαθειά ταπείνωσι, καί πού δέν ἀπομακρύνεται ἀπ' αὐτόν, ἀλλ' εἶναι ἕτοιμος νά ὑπακούη στό θέλημά του, ἔτσι καί σύ εἴτε στέκεσαι εἴτε κάθεσαι εἴτε εἶσαι μόνος εἴτε μέ κάποιον ἄλλο, νά συμπεριφέρεσαι μέ μεγάλο φόβο καί τρόμο στό σῶμα καί στήν ψυχή, σάν νά βρίσκεσαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιά νά ἔχης πάντοτε τό σῶμα καί τήν ψυχή ἔμφοβα καί ἔντρομα.
Μέ ὅλη σου τήν δύναμι καθάριζε τόν νοῦ σου ἀπό ρυπαρούς λογισμούς καί ἀπό κάθε σκέψι κατακρίσεως.
Νά στέκεσαι ἐνώπιον τοῦ Παντεπόπτου Θεοῦ μέ βαθειά ταπείνωσι, πράοτητα, ντροπή, σύνεσι, καί γιά τίς ἁμαρτίες σου μή τολμᾶς καθόλου νά σηκώσης κεφάλι.
Η'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου σάν νά βρίσκεσαι πάντοτε μπροστά Του, ἕτοιμος νά ὑπακούσεις στό θέλημά Του μέ πολλή προθυμία καί πίστη, εἴτε αὐτό σέ ὁδηγεῖ στήν ζωή εἴτε στόν θάνατο εἴτε σέ ὁποιαδήποτε ἄλλη θλίψη.
Νά προσέχεις τόν ἑαυτό σου, σά νά περιμένεις πώς θά σέ βροῦν μεγάλοι καί φοβεροί πειρασμοί, μεγάλες θλίψεις καί βάσανα, ἀκόμη καί αὐτός ὁ θάνατος.
Θ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε σέ κάθε τι πού σοῦ συμβαίνει, σέ κάθε σκέψι ἤ λόγο ἤ ἔργο, μή ζητήσης καθόλου νά ἱκανοποιήσης τό δικό σου θέλημα.
Νά ἐρευνᾶς μέ ἐπιμέλεια ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μόνο.
Αὐτό νά ποθῆς νά ἐκπληρώσης μέ ἀκρίβεια, ἔστω κι ἄν φαίνεται ὅτι προξενεῖ θλῖψι ἤ θάνατο.
"Ἡ ἐντολή γάρ αὐτοῦ ζωή αἰώνιός ἐστίν" (Ἰωάν. ιβ΄ 50).
Ι'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, σάν νά βρίσκεσαι διαρκῶς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μή κάνης τίποτε χωρίς τήν γνώμη Του.
Ἔτσι λοιπόν μέ ὅλα σου τά ἔργα καί τά λόγια θά Τόν δοξολογῆς καί θά ἔχης μέ τόν τρόπο αὐτό πολλές σχέσεις καί παρρησία ἐνώπιόν Του.
ΙΑ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, γνωρίζοντας ὅτι ἔχει γραφῆ:
"Δοῦλοι ἀχρεῖοι ἐσμεν, ὅ ὀφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν" (Λουκ. ιζ΄ 10).
Ἔτσι ὁποιοδήποτε πνευματικό ἔργο δέν θά τό κάνης σάν μισθωτός, ἀλλά σάν ἕνας πραγματικά ἀχρεῖος δοῦλος, μέ πολλή ταπείνωσι, καί σάν χρεώστης μεγάλου χρέους.
Σέ κάθε ἔργο σου νά πιστεύης ὅτι ἀπέχεις πολύ ἀπό τήν ἐξόφλησι τῶν ὀφειλομένων καί ὅτι μέ τήν ἀμέλειά σου προσθέτεις σχεδόν καθημερινά ἁμαρτίες.
"Εἰδότι γάρ καλόν ποιεῖν καί μή ποιοῦντι, ἁμαρτία αὐτῷ ἐστι" (Ἰακ. δ΄ 17).
Γιά ὅσες θεϊκές ἐντολές ὑστερεῖς, πρέπει πάντοτε νά στενάζης καί νά ἱκετεύης τόν Θεό ἀδιάλειπτα, νά συγχωρήση τίς ἁμαρτίες σου σάν πολυέλεος καί φιλάνθρωπος καί νά σέ εὐσπλαγχνισθῆ.
ΙΒ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε ἐάν μέ ὁτιδήποτε θλιβῆς καί δοκιμάσης λύπη ἤ θυμό, νά μή πῆς τίποτε τό ἀνάρμοστο.
Ἐάν πάλι εἶναι ἀνάγκη νά ἐλέγξης τόν ἀδελφό καί τόν βλέπεις ὀργισμένο καί ἀναστατωμένο, μή τοῦ πῆς τίποτε, γιά νά μήν ὀργισθῆ περισσότερο. Ὅταν ὅμως δῆς ὅτι καί σύ καί ἐκεῖνος βρίσκεσθε σέ ἀπόλυτη ἡρεμία καί πραότητα, τότε λοιπόν μίλησέ του, ὄχι ἐλέγχοντας, ἀλλά ὑπενθυμίζοντας μέ πολλή ταπείνωσι καί πραότητα, ὥστε νά μή βγῆ ὀργισμένος λόγος ἀπό τό στόμα σου.
Νά ἀγωνίζεσαι πάντοτε μέ τήν πίστι ὅτι βρίσκεσαι μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ καί ὅτι πάντοτε Τόν βλέπεις. Νά φοβᾶσαι τόν Θεό καί νά Τόν τρέμης γνωρίζοντας ὅτι μπροστά στήν ἄρρητη δόξα καί μεγαλωσύνη του εἶσαι σάν νά μήν ὑπάρχης, καί ὅτι εἶσαι χῶμα, στάκτη, σαπίλα καί σκουλήκι.
ΙΓ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου πιστεύοντας ὅτι ὁ Κύριος, ἐνῶ ἦταν πλούσιος σέ θεῖες δυνάμεις, ἀπέθανε καί ἀναστήθηκε γιά μᾶς κάι μέ τό αἷμα Του μᾶς ἐξαγόρασε.
Ἐφ' ὅσον λοιπόν εἶσαι δοῦλος ἀγορασμένος, νά μη ζῆς ἱκανοποιῶντας τόν ἑαυτό σου, ἀλλά τόν Κύριο.
Νά εἶσαι τελείως νεκρωμένος στά ἀνθρώπινα πάθη καί σέ κάθε ἡδονή. Νά μήν ἔχης κανένα δικό σου θέλημα ἤ ἐπιθυμία. Ἀντίθετα, μέ ὅλο σου τό θέλημα καί μέ ὅλη σου τήν ἐπιθυμία νά ἐργάζεσαι πάντοτε τό θεῖο θέλημα. Ἔτσι ποτέ δέν θά σκεφθῆς ὅτι εἶσαι ἐλεύθερος ἤ ἀυτεξούσιος, ἀλλά θά λέγης ὅτι εἶσαι δοῦλος τοῦ Θεοῦ, πού πρέπει νά ὐποτάσσεται καί νά ἀκολουθῆ τό θεῖο Του θέλημα.
Νά προσέχης τόν ἑαυτό σου περιμένοντας καθημερινά πειρασμούς, θάνατο, θλίψεις, μεγάλους κινδύνους, ὥστε νά ὑπομένης πρόθυμα καί ἀτάραχα μέ τήν σκέψι: "Διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ὑμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν" (Πράξ. ιδ΄ 22).
ΙΔ'
Τό θεϊκό θέλημα ἄς γίνη διακαής πόθος σου καί παντοτεινή μέριμνά σου μέ τήν σκέψι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν καί τοῦ στεφάνου τῆς ζωῆς, πιστεύοντας ὁλόψυχα ὅτι αὐτό σέ συμφέρει πάνω ἀπό κάθε ἀνθρώπινη λογική.
"Ἡ γάρ ἐντολή τοῦ Κυρίου ζωή αἰώνιος ἐστιν" (Ἰωάν. ιβ΄ , 50), καί ὅσοι Τόν ἀγαποῦν, "οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ" (Ψαλμ. λγ' 11).
ΙΕ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου μέ τήν σκέψι ὅτι βρίσκεσαι πάντοτε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μή κάνης τίποτε χωρίς τήν γνώμη Του.
Ἐάν θέλης κάτι νά κάνης, νά ἐργασθῆς ἤ νά πῆς ἀκόμη καί τό παραμικρό, νά συναντηθῆς ἤ νά συνομιλήσης μέ κάποιον, νά κοιμηθῆς ἤ νά κάνης ὁ,τιδήποτε ἄλλο, νά ἐξετάζης πρῶτα, ἄν ὑπάρχη εὔλογη ἀνάγκη νά ἔχης εἰλικρινῆ σχέσι καί ἐπικοινωνία μαζί του.
Ἐάν διαπιστώσης ὅτι ἔκανες κάτι παράνομο, νά προσπαθῆς νά μετανοήσης. Νά λυπᾶσαι γι' αὐτό καί νά προσεύχεσαι νά κατορθώσης μέ τήν αὐτοεξέτασι νά μήν ξανασφάλης σύντομα.
ΙΣΤ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, μέ τήν σκέψι ὄτι βρίσκεσαι πάντοτε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μήν ἐλπίζης τίποτε ἀπό κανένα, παρά μόνον ἀπό τόν Θεό, ἔχοντας ἐμπιστοσύνη σ' Αὐτόν.
Καί ἄν ἔχης κάποια ἀνάγκη, νά Τόν παρακαλῆς νά τήν ἱκανοποιῆ σύμφωνα μέ τό θέλημά Του. Πάντοτε νά Τόν εὐχαριστῆς γιά ὅσα σοῦ προσφέρουν, σάν νά σοῦ τά πρόσφερε ὁ Ἴδιος.
Ἐάν πάλι στερηθῆς κάτι, ἐφ' ὅσον δέν ἐλπίζεις καθόλου σέ ἄνθρωπο, νά μή λυπηθῆς ἤ γογγύσης καθόλου ἐναντίον κανενός, ἀλλά νά ὑποφέρης τόν πειρασμό μέ προθυμία καί ἡρεμία, πιστεύοντας ὅτι γιά τίς ἁμαρτίες σου ἀξίζει νά δοκιμάσης πολλές θλίψεις.
Ὁ Θεός ὅμως, ἐάν θέλη νά σ' ἐλεήση, μπορεῖ καί μέ τό λίγο καί μέ τό τίποτε νά ἱκανοποιήση κάθε σου ἀνάγκη.
ΙΖ'
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε νά μή δέχεσαι καί νά μή παίρνης κάτι, ἐάν δέν ἔχης πληροφορία ὅτι ὁ Θεός σοῦ τό προσφέρει.
Νά δέχεσαι ἐκεῖνο που βλέπεις ὄτι προέρχεται ἀπό τίμια ἐργασία καί ἀποκτήθηκε μέ εἰρήνη καί ἀγάπη. Ὅσα ὅμως βλέπεις ὅτι προέρχονται ἀπό ἀδικία, διαμάχη, δόλο καί ἀπάτη, νά τά ἀπομακρύνης.
Νά ἀπορρίπτεις κάτι τέτοια μέ τήν σκέψι ὅτι:
"Κρείσσων μικρά μερίς μετά φόβου Κυρίου ἤ πολλά γεννήματα μετ' ἀδικίας" (πρβλ. Παροιμ. ιε΄ 16).
ΙΗ'
Ἄν χρειάζεται νά πῆς κάτι, νά ἐξετάζης πρῶτα τόν ἑαυτό σου, ἄν εἶναι πραγματική ἡ ἀνάγκη καί θέλημα Θεοῦ νά γίνη αὐτό, καί τότε νά μιλήσης, διότι στήν περίπτωση αὐτή ὁ λόγος ἀξίζει περισσότερο ἀπό τήν σιωπή.
Τήν αἰτία γιά τήν ὁποία θέλεις νά μιλήσης, νά τήν ἀναφέρεις στόν Θεό καί τότε, μέ τήν σκέψι ὅτι ὑπηρετεῖς τό θεῖο θέλημα, ἄνοιγε τό στόμα σου καί μίλησε λίγο ἤ πολύ μέ ταπεινοφροσύνη μεγάλη καί πραότητα. Καί καθώς θά ὁμιλῆς, νά δίνης μέ τήν ἐξωτερική ἔκφρασι τοῦ προσώπου καί τήν ἐσωτερική διάθεση τῆς ψυχῆς τιμή καί ὑπόληψι ( στόν συνομιλητή σου).
Ἐάν συναντήσης κάποιον, μετά ἀπό λίγα λόγια ἀγάπης νά σιωπήσης. Ἐάν ἐρωτηθῆς κάτι ἀναγκαῖο, κάνε ὑπακοή καί ἀπάντησε, ἀλλά τίποτε περισσότερο.
IΘ΄
Πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε, ὅπως ἐγκρατεύεσαι ἀπό τήν πορνεία, ἔτσι νά ἐγκρατεύεσαι καί ἀπό τίς ἐπιθυμίες τῆς ὁράσεως, τῆς ἀκοῆς καί τῆς γεύσεως.
Τά μάτια σου νά προσέχουν μόνο στό ἐργόχειρό σου.
Νά μή συκώνωνται καί παρατηροῦν τίποτε ἄλλο χωρίς εὔλογη ἀνάγκη. Καθόλου νά μή κοιτάξης γυναῖκα ἤ ἄνδρα μέ ὡραῖο πρόσωπο, ἄν δέν εἶναι μεγάλη ἀνάγκη. Μήν ἐπιτρέπης στ' αὐτιά σου ν' ἀκοῦνε κατακρίσεις ἤ λόγια ἀνώφελα. Τό στόμα σου νά εἶναι πάντοτε σιωπηλό.
Ἄν κάνης ἔτσι θά σέ ἐλεήση ὁ Κύριος καί Θεός, στόν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ ἐξουσία στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.