Ας μην εκπληττόμεθα. Οι ύβρεις έχουν γίνει τρόποι... ευγενείας!
Είναι τα savoir vivre των σημερινών «Ελλήνων», που έχουν τόση πνευματική σχέση με την ελληνικότητα όσο και ο Ηρακλής με το χιτώνα του Νέσου.
Όπως ξεσχίζονταν οι σάρκες του ήρωα, στην προσπάθειά του να αποκολλήσει από πάνω του το χιτώνα, όμοια ξεσχίζεται η καρδιά κάθε ευαίσθητου ανθρώπου, όταν ακούει στο τρένο, στο δρόμο αλλά και σε σαλόνια, το λεκτικό οχετό που αναπηδά από το «έρκος των οδόντων» όχι μόνο νέων, αλλά και ατόμων που, αν δεν είχε προοδεύσει η επιστήμη της οδοντιατρικής, θα ήταν άνευ οδόντων!
Κατά τα τελευταία χρόνια -ίσως και λόγω επιρροής των αμερικανικών ταινιών- η βρισιά -και μάλιστα η χυδαία βρισιά- θεωρείται επαναστατικό ενδόσημο, έμβλημα χειραφετήσεως.
Βλέπεις χειλάκια σαν τριαντάφυλλα, που μόλις ανοίξουν θαρρείς πως άνοιξε οχετός.
Δεν κατηγορώ τους νέους γι' αυτό. Κατηγορώ τους γονείς τους.
Η αναταραχή που υπήρχε κάποτε στα ακούρευτα μαλλιά τους μεταφέρθηκε στα ακατέργαστα μυαλά τους και ακολούθως στα ακαλλιέργητα παιδιά τους.
Που έχουν την ανάγκη να επαναστατήσουν - και πρέπει να επαναστατήσουν, αλλά δεν γνωρίζουν το πώς.
Θαρρούν πως ένα ξέσπασμα βίας και υβρεολογίας είναι επανάσταση, ανατροπή.
Απλώς, είναι «ξεσάλωμα» άλλης μορφής.
Η επανάσταση θέλει διάβασμα. Και μάλιστα γερό διάβασμα και από γερά βιβλία που τα έχουν γράψει γεροί συγγραφείς.
Όχι ψευδαπόστολοι μπαγιάτικων ιδεών, που πλασάρονται επιτηδείως σαν νέες.
Οι αδιάβαστοι, όταν ξεσπούν -ακόμη και όταν δικαίως ξεσπούν- κτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο.
Προς το παρόν, ένα τουλάχιστον θα τολμούσα να προτείνω, που, κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα συνιστούσε επανάσταση: Να επαναστατήσουμε κατά του κακού εαυτού μας, κατά της χοντροκοπιάς, της άσεμνης και άπρεπης συμπεριφοράς, κατά της χυδαιολογίας και της χυδαιοπραξίας.
Έχω το ελάττωμα στις μετακινήσεις μου να χρησιμοποιώ τον «Ηλεκτρικό».
Δεν με πληγώνει το γεγονός ότι δύο φορές εσχάτως μού «ξαφρίσανε» το πορτοφόλι, όσο η προσφώνηση νέων παντός φύλου να χρησιμοποιούν αντί του φίλου τη λέξη με τα τρία άλφα, που τα κάνει σε ευρεία κλίμακα... συνονόματα.
Αφήνω πια τα «ρε...» και τα «μωρή» και τα... συνουσίας σημαντικά.
Κάποτε σ' ένα βαγόνι είχαν στοιβαχτεί τόσοι μαθητές (σκασιαρχείο γαρ) που αντιμετωπίζαμε πρόβλημα πνιγμού όχι από το στρίμωγμα μόνο, αλλά και από τις λεκτικές αναθυμιάσεις.
Κάποια στιγμή ένα θελκτικό κοριτσάκι -αν εξαιρέσει κανείς το γλυκό του στοματάκι- φαίνεται πως είχε χάσει τη στάση και με ρώτησε: «Πού βρισκόμαστε, κύριε;».
«Σε βόθρο», της αποκρίθηκα κατά τρόπο λακωνικό.
Αλλά δεν νομίζω ότι έγινε το λεχθέν κατανοητό.
Σαράντος Ι. Καργάκος,
Ιστορικός - Συγγραφέας
Πηγή: Η Σφήνα, 12/02/2010