«Πάντα μοι έξεστιν αλλ’ ου πάντα συμφέρει». Το «πάντα μοι έξεστι», κατά τους ερμηνευτές, ήταν ή ένα ρητό που κυκλοφορούσε στην Κόρινθο ή – το πιθανώτερο- λόγος του αποστόλου Παύλου που είχε σχέση με τις νομικές διατάξεις της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά παρερμηνευόταν από τους Κορινθίους, οι οποίοι το εφάρμοζαν γενικά σ’ όλα τα θέματα, ακόμη και σ’ αυτά που ρητά απαγορεύει η Καινή Διαθήκη. Όλα είναι στην εξουσία μου να τα κάνω, λέγει ο Παύλος, αλλά όλα δεν με συμφέρουν. Μπορώ να κλέψω, να φονεύσω, ν’ ασελγήσω, να κάνω λαθρεμπόριο, να γίνω πότης, κοιλιόδουλος, ναρκομανής, φανατικός καπνιστής, γενικά άσωτος. Όλα αυτά όμως με οδηγούν στην καταστροφή· υλική, πνευματική, κοινωνική.
Έπειτα εκτός που δεν συμφέρουν σε μένα, δεν συμφέρουν και στους άλλους συνανθρώπους μου. Διότι είτε υφίστανται ζημία οι ίδιοι είτε σκανδαλίζονται με τη συμπεριφορά μου και κατρακυλούν κι αυτοί προς το κακό. Ο απόστολος Παύλος, στα κεφάλαια η΄ και θ΄ της ιδίας επιστολής, αναφέρει ότι και πράγματα επιτρεπτά και ηθικώς ουδέτερα γι’ αυτόν που τα επιτελεί, θα πρέπει ν’ αποφεύγονται, για να μη γινόμαστε αίτιοι να σκανδαλισθούν πνευματικά αδύνατοι αδελφοί και συνάνθρωποί μας.
Ο ίδιος ο Παύλος απείχε από εντελώς θεμιτά και δίκαια και αναφαίρετα δικαιώματά του, όπως της υλικής αμοιβής του από την Εκκλησία, και δεν έκανε χρήση των δικαιωμάτων του για να συγκινεί και να εμπνέει με την αγγελική διαγωγή του αυτούς στους οποίους κήρυττε το ευαγγέλιο. Μάλιστα έκανε κάτι υπερβολικό και αδιανόητο για τους πολλούς. «Ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδίσω» (Α΄ Κορ. 9,19) γράφει. Ενώ ήταν ελεύθερος έκανε τον εαυτό του δούλο στους άλλους και υποτάχτηκε στα καπρίτσια και τις λόξες τους για να τους κερδίσει με το μέρος του Χριστού. Φερόταν στους Ιουδαίους σαν Ιουδαίος, στους υπό νόμον ως υπό νόμον, στους ανόμους ως άνομος –χωρίς να είναι άνομος κατά Θεόν-, στους ασθενής ως ασθενής και στους πάντας έγινε τα πάντα για να σώσει κάποιους απ’ αυτούς. Συγκλονίζεται κανείς όταν σκέφτεται τη συμπεριφορά αυτή του Παύλου και ζαλίζεται μπροστά στην ανιδιοτέλεια του και την γεμάτη θυσίες αγάπη του. Εμείς, στους κάθε είδους αγώνες μας, προτάσσουμε τα δικαιώματά μας και είμαστε έτοιμοι, για να τα προασπίσουμε, να καταστρέψουμε τους πάντας και τα πάντα. Ο Παύλος όμως θυσίαζε τα δικαιώματά του για να σώσει τους άλλους, καταστρέφοντας έτσι τον εαυτό του. Υλικά και προσωρινά βέβαια, γιατί πνευματικά και αιώνια τον αναβάθμιζε αφάνταστα και ανυπολόγιστα.
«Πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ ουκ εγώ εξουσιασθήσομαι υπό τινος». Όλα έχω τη δυνατότητα και την ελευθερία να τα κάνω. Αλλά πρέπει να προσέχω, μήπως ικανοποιώντας τις άλογες ορέξεις μου ή ικανοποιώντας υπερεκπερισσού τις φυσιολογικές και αναγκαίες επιθυμίες μου, καταντήσω δούλος των έξεων και των ορέξεών μου. Μήπως παύσω να έχω τον έλεγχο της προσωπικότητάς μου και τεθώ εγώ κάτω από τον έλεγχο των ενστίκτων μου. Εμείς οι άνθρωποι θεωρούμε ελευθερία το να κάνουμε ό,τι θέλουμε, ξεχνώντας ότι αυτό δεν είναι πάντα προς το συμφέρον μας ούτε προς την καλώς νοούμενη έννοια της ελευθερίας. Ο Κολοκοτρώνης κάποτε, μη έχοντας καπνό να καπνίσει στην πίπα του, έξυσε το κάρβουνο που είχε πάνω της και το άναψε αντί για καπνό. Όταν κάπνισε κόντεψε να πνιγεί από το βρώμικο καπνό που έβγαζε η πίπα. Μόλις συνήλθε είπε· «Είμαι υποδουλωμένος στο κάπνισμα και θέλω να ελευθερώσω την πατρίδα μου; Ας ελευθερώσω πρώτα τον εαυτό μου και μετά αυτήν». Και πέταξε την πίπα του, παύοντας από τότε το κάπνισμα.
Και, αφού ανέφερε γενικά και αόριστα τη σωστή ερμηνεία του ρητού ο Παύλος, ασχολείται πιο κάτω με το θέμα της πορνείας και αναφέρει μια σειρά επιχειρημάτων, που αποδεικνύουν ότι είναι εντελώς ασύμφορο δια τον άνθρωπο να πορνεύει.
Α΄ επιχείρημα.
«Τα βρώματα τη κοιλία και η κοιλία τοις βρώμασιν· ο δε Θεός και ταύτην και ταύτα καταργήσει». Ο Θεός έχει δημιουργήσει την κοιλιά για να δέχεται τις τροφές που συντηρούν τον άνθρωπο σ’ αυτή τη ζωή. Στην αιωνιότητα όμως καταργούνται και οι τροφές και η κοιλιά και αποκτούμε σώμα ελεύθερο από ορέξεις και επιθυμίες. Λοιπόν μπορείτε να τρώτε ό,τι επιθυμείτε και να συντηρείτε το σώμα σας. Δεν θ’ ασχολείστε όμως, αποκλειστικά και μόνο, με το τι θα φάτε και τι θα πιείτε· ούτε θα κάνετε κύριο σκοπό της ζωής σας το φαγητό. Θα τρώτε για να ζείτε και δεν θα ζείτε για να τρώτε. Αλλιώς καθίστασθε κοιλιόδουλοι και ειδωλολάτρες, αφού ασχολείστε αποκλειστικά και μόνο με τις φθαρτές και πρόσκαιρες τροφές.
«Το δε σώμα ου τη πορνεία, αλλά τω Κυρίω, και ο Κύριος τω σώματι». Το σώμα μας όμως, και τα γενετήσια όργανα που διαθέτει, δεν πλάστηκε για την πορνεία, δηλαδή για την εική και ως έτυχε ικανοποίηση του γενετησίου ενστίκτου, αλλά για να ενωθεί με τον Κύριο και να γίνει ναός του Κυρίου, όπως αναφέρεται πιο κάτω. Και ο Κύριος προσέλαβε το ανθρώπινο σώμα, κατοίκησε σ’ αυτό, το απελευθέρωσε από τη δουλεία του θανάτου και του διαβόλου, και με την ανάληψή του το ανύψωσε στους ουρανούς, δίπλα στο θεό πατέρα. Εδώ δε στη γη είναι, πρέπει να είναι, η κεφαλή του σώματός μας, συνεπώς το κατευθύνει και το εξουσιάζει σύμφωνα με τη θέλησή του.
Β΄ επιχείρημα.
«Ο δε Θεός και τον Κύριον ήγειρε και ημάς εξεγερεί δια της δυνάμεως αυτού». Εν αντιθέσει με τις τροφές και την κοιλιά, που ο Θεός θα καταργήσει στη βασιλεία του, τον Χριστό ως άνθρωπο και εμάς θα μας αναστήσει. Συνεπώς το σώμα δεν θα έχει την τύχη της κοιλίας, αλλά θ’ αναστηθεί· η αξία του συνεπώς είναι αιώνια. Εάν λοιπόν την κοιλιά, που έχει σχετική αξία, πρέπει να χαλιναγωγούμε και να μη γινόμαστε δούλοι της, πολύ περισσότερο πρέπει να χρησιμοποιούμε το σώμα μας, που θ’ αναστηθεί και που ανήκει στον Κύριο, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου.
Γ΄ επιχείρημα.
«Ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη Χριστού εστιν; Άρας ουν τα μέλη του Χριστού ποιήσω πόρνης μέλη; Μη γένοιτο». Η ψυχή του ανθρώπου διά της πίστεως ενώνεται με το νυμφίο Χριστό. Αλλά μαζί με την ψυχή ενώνεται και το σώμα του ανθρώπου, το οποίο μετέχει των μυστηρίων του βαπτίσματος, του χρίσματος, της θείας κοινωνίας. Ειδικά με το μυστήριο της θείας κοινωνίας ο άνθρωπος και μάλιστα το σώμα του συμπλέκεται, συνυφαίνεται, συνοσιούται, ανακράται, μίγνυται, ενώνεται με το σώμα και το αίμα του Χριστού και εν τέλει θεούται. Λοιπόν τα σώματά μας είναι μέλη Χριστού. Θα πάρουμε λοιπόν τα μέλη του Χριστού και θα τα κάνουμε πόρνης μέλη; Και μάλιστα, όπως παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος, δεν λέγει θα συνάψουμε τα μέλη στη πόρνη, αλλά ότι θα τα κάνουμε μέλη της, που είναι πολύ πιο έντονο και σφοδρό. Προτιμώ δηλαδή τα μέλη μου να είναι πόρνης μέλη και όχι μέλη του Χριστού. Φρικώδης απόσπαση και σύνδεση.
«Ή ουκ οίδατε ότι ο κολλώμενος τη πόρνη εν σώμά εστιν; Έσονται γαρ, φησίν, οι δύο εις σάρκα μίαν».
Μα πώς γίνονται τα μέλη του Χριστού πόρνης μέλη; Μας το λέγει η Παλαιά Διαθήκη· «έσονται γαρ οι δύο εις σάρκα μίαν». Τούτο συμβαίνει και στην έννομη και στην παράνομη συνάφεια. Και από την ένωση των σαρκών προκύπτει μια νέα προσωπικότητα.
Στην έννομη όμως συνάφεια δεν προκύπτει χωρισμός από το Χριστό ούτε τα μέλη του Χριστού γίνονται πόρνης ή πόρνου μέλη. Διότι η σχέση γίνεται μέσα στο γάμο και σύμφωνα με το σχέδιο και την ευλογία του Θεού. Ο γάμος είναι μεν μεταπτωτικός θεσμός αλλά κατά τον ιερό Χρυσόστομο «σφόδρα χρήσιμος και αναγκαίος», διότι χτυπά τον εγωισμό, τον ατομισμό, την αυτάρκεια και την απομόνωση του ανθρώπου. Με το προπατορικό αμάρτημα, που προσπάθησε ο άνθρωπος να γίνει ευτυχισμένος χωρίς τη βοήθεια του Θεού, το μόνο που πέτυχε ήταν να γίνει σκληρός, εγωιστής, ατομοκεντρικός, φίλαυτος και μισάνθρωπος. Και θέτει ο Θεός την έλξη μεταξύ ανδρός και γυναικός και τη δυνατότητα να προκύπτουν από την έλξη αυτή και την ένωση μεταξύ τους νέες προσωπικότητες, ώστε να συνδέεται το ανθρώπινο γένος με τις σχέσεις συγγενείας που προκύπτουν από αυτή την ένωση. Αδέλφια-ξαδέλφια, θείος-θεία, παππούς-γιαγιά, συγγενείς εξ αγχιστείας και έτσι να σφιχτοδένεται και να αλληλοσυνδέεται το ανθρώπινο γένος. Μέγα λοιπόν το μυστήριο του γάμου. Είναι ομαδικό άθλημα προς την τελείωση· είναι δρόμος προς το μαρτύριο αλλά και δρόμος προς το Θαβώρ· μας οδηγεί στην «προκοπή του βίου αλλά και την προκοπή της πίστεως», είναι εργαστήριο αγιότητας και μέσο να φθάσουμε στην αιώνια ευτυχία.
Στην παράνομη όμως συνάφεια ο άνθρωπος ικανοποιεί την ανάγκη του για συνεύρεση και εκτόνωση του γενετησίου ενστίκτου κατά τρόπο εντελώς ανθρωποκεντρικό, εγωιστικό και ανεύθυνο, μέσα στα πλαίσια μιας «εθελοθρησκείας» (Κολ.2,23). Δεν θέλει να υπακούσει στο Θεό και ν’ ακολουθήσει το σχέδιό του για να ευτυχήσει και να ξαναβρεί το χαμένο του παράδεισο. Πορνεία, μοιχεία, παλλακεία, πάσης φύσεως ασέλγεια, σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, γάμος ομοφυλοφίλων (!) και ό,τι άλλο εμφανισθεί και επακολουθήσει είναι τα ανθρώπινα υποκατάστατα του θείου δεσμού του γάμου, τα οποία μας αποσυνδέουν από το Χριστό και κάνουν τα μέλη μας, από μέλη Χριστού, πόρνης ή πόρνου, μοιχαλίδας ή μοιχού, ανωμάλου ή ανώμαλης μέλη. Όταν ο ένας των εγγάμων ακολουθήσει αυτά τα αμαρτωλά πρότυπα, τότε η Εκκλησία χορηγεί διαζύγιο στον άλλο, ακριβώς γιατί έπαψε ό ένας να είναι μέλος Χριστού και συνεπώς μολύνει και τον άλλο με την γαμική συνάφεια και συμβίωση. Αυτή είναι η έννοια του διαζυγίου.
Δ' επιχείρημα.
«Ο δε κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμά εστι». Εκείνος όμως που προσκολλάται στον Κύριο και υπακούει στο θέλημά του γίνεται ένα πνεύμα με κείνον. Αποκτά «νουν Χριστού» και φρόνημα και θέλημα Χριστού. Όπως ο Χριστός έχει δύο φύσεις, θεία και ανθρώπινη, και η ανθρώπινη ακολουθεί εθελούσια το θέλημα της θείας, έτσι και ο άνθρωπος εγκολπώνεται το θέλημα του Χριστού και γίνεται ένα πνεύμα μ’ αυτόν.
Ε' επιχείρημα.
«Φεύγετε την πορνείαν. Παν αμάρτημα ο εάν ποιήση άνθρωπος εκτός του σώματός εστιν, ο δε πορνεύων εις το ίδιον σώμα αμαρτάνει». Μιλά ο απόστολος πολύ έντονα και με πολύ προστακτικό ύφος. Τα ποικίλα είδη πορνείας και ασέλγειας μολύνουν τον άνθρωπο αφάνταστα, αλλά και δημιουργούν έξι που πολύ δύσκολα εξαλείφεται. Έπειτα κάθε αμάρτημα που κάνει ο άνθρωπος δεν βλάπτει τόσο άμεσα και απόλυτα το σώμα όσο αυτό. Με την παράνομη μίξη μολύνει αυτή τη ρίζα του πολλαπλασιασμού των ανθρώπων, διαλύει το θεοσύστατο θεσμό της χριστιανικής οικογενείας και του χριστιανικού γάμου, καταστρέφει την αγωγή των παιδιών, διαλύει την κοινωνική συνοχή και ενότητα, και τέλος ματαιώνει το σχέδιο του Θεού για διόρθωση του ανθρώπινου γένους. Κανένα αμάρτημα δεν καταστρέφει υλικά και πνευματικά τόσο το σώμα του ανθρώπου, όσο και το σώμα της Εκκλησίας. Τα αφροδίσια νοσήματα, η ποικίλη διάλυση της κοινωνίας, η κατάτμηση του Σώματος της Εκκλησίας οφείλονται σ’ αυτό. Ο κατακλυσμός του Νώε και η καταστροφή των Σοδόμων και της Γομμόρας όπως και άλλα πολλά βιβλικά παραδείγματα αποκαλύπτουν και φανερώνουν πόσο σιχαίνεται ο Θεός αυτό το αμάρτημα με τις ποικίλες παρενέργειες του.
ΣΤ' επιχείρημα.
«Ή ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματός εστιν, ου έχετε από του Θεού, και ουκ εστέ εαυτών». Είπε προηγουμένως ότι το σώμα δεν καταστρέφεται, αλλά παραμένει αιώνιο και άφθαρτο· είπε ότι ανήκει στον Κύριο· είπε ότι είναι μέλος του σώματος του Χριστού· τώρα λέγει ότι είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, που δια των μυστηρίων επισκηνώνει μέσα σ’ αυτό. Το άγιο Πνεύμα το έδωσε σε μας ο Θεός πατέρας. Λοιπόν είμαστε ιερόσυλοι όταν μιαίνουμε το ναό του Αγίου Πνεύματος με την πορνεία που καθιστά τον άνθρωπο ένα «άχρηστο πάθος» κατά την έκφραση του Σαρτρ. Το σώμα μας δεν είναι δικό μας· το δημιούργησε ο Θεός, εμφύσησε μέσα του πνοή ζωής, και το ανέπλασε διά του Χριστού. Συνεπώς δεν είναι κτήμα μας, για να πούμε ότι μπορούμε να το κάνουμε ό,τι θέλουμε.
«Ηγοράσθητε γαρ τιμής». Ήσασταν αιχμάλωτοι του διαβόλου και του θανάτου και της φθοράς και σας εξαγόρασε ο Χριστός με αίμα του. «Εν φόβω τον της παροικίας υμών χρόνον αναστράφητε, ειδότες ότι ου φθαρτοίς, αργυρίω ή χρυσίω, ελυτρώθητε…αλλά τιμίω αίματι» (Α΄ Πετρ. 1,18-19). Δεν αναιρεί το αυτεξούσιο μ’ αυτά που λέγει ο Πέτρος αλλά μας δείχνει τη στοργή του δημιουργού μας και προσπαθεί να μας αποτρέψει από πράξεις που μας αποξενώνουν απ’ Αυτόν.
«Δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινά εστι του Θεού». Η κατακλείδα και ο επίλογος των συμβουλών του Παύλου. Να μη αμαρτάνουμε όχι μόνο με το σώμα αλλά και με το πνεύμα· και επιπλέον να είναι η διαγωγή μας τέτοια που να φωτίζουμε τον κόσμο και να δοξάζουμε τον Θεό. «Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς» (Ματθ. 5,16).
Απόστολος Παύλος
στην Α ΄
προς Κορινθίους επιστολή
του (6,12-20)
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ