Επίμονο ξερίζωμα των αγκαθιών
1. Είναι για μας επιτακτική ανάγκη να ξεριζώσουμε από τη φύση μας τα αγκάθια των παθών, όσο ζούμε σ’ αυτή τη γη. Με το επίμονο ξερίζωμα στο χωράφι της ψυχής μας, εξαφανίζονται τα αγκάθια˙ γιατί δεν έχει καθαριστεί ακόμη εξολοκλήρου. Εάν, λοιπόν, με την προσωρινή μας ραθυμία, ή με τη μικρή μας αμέλεια, βρίσκουν καιρό και αυξάνουν τα αγκάθια των παθών, και καλύπτουν και πιέζουν την καρδιά, και αποπνίγουν τον καλό σπόρο της, και κάνουν τον κόπο μας να πάει χαμένος, συμπεραίνουμε ότι πρέπει να την καθαρίζουμε κάθε μέρα που περνάει. Γιατί, άμα σταματήσουμε, τα αγκάθια πληθαίνουν πολύ. Ας καθαρισθούμε, λοιπόν, απ’ αυτά με τη χάρη του ομοουσίου και μονογενούς Υιού του Θεού, στον οποίο ανήκει η δόξα, μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα, εις τους αιώνας. (293-4).
Τα πάθη διορθώνονται με σωματικούς κόπους στην ησυχία.
2. Να ξέρεις, αδελφέ μου, ότι τα κρυμμένα πάθη στην ψυχή μας δε διορθώνονται μόνο με τους σωματικούς κόπους μας, ούτε πάλι οι σωματικοί κόποι από μόνοι τους εμποδίζουν τους κακούς λογισμούς, που διεγείρονται πάντοτε από τις αισθήσεις μας. Οι κόποι, βέβαια, φυλάγουν τον άνθρωπο από τις πονηρές επιθυμίες, για να μην τον νικήσουν, και από τη δαιμονική πλάνη, όμως δεν μπορούν από μόνοι τους να δώσουν στην ψυχή την ειρήνη και τη γαλήνη. Γιατί τα έργα του Θεού και οι κόποι μας τότε μόνο παρέχουν στην ψυχή την απάθεια, και νεκρώνουν τα γήινα μέλη μας, και μας χαρίζουν την ανάπαυση των λογισμών, όταν γίνονται στην ησυχία, οπότε οι σωματικές μας αισθήσεις αναπαύονται από την εξωτερική ταραχή και μπορούμε να αφοσιωθούμε, για κάποιο διάστημα, στην εργασία που μας οδηγεί στη σοφία του Θεού. Γιατί, μέχρι να στερηθεί ο άνθρωπος τις συναντήσεις των διαφόρων ανθρώπων, και να συμμαζέψει τους σκόρπιους λογισμούς του, και να συγκεντρωθεί στον εαυτό του, δε θα μπορέσει να γνωρίσει το πάθος που τον κυβερνάει. Γιατί, όπως είπε ο άγιος Βασίλειος, η ησυχία είναι η αρχή της κάθαρσης της ψυχής. Όταν δηλ. σταματήσουν οι ερεθισμοί και οι περισπασμοί από τον έξω κόσμο, τότε η διάνοιά μας επιστρέφει, και από κει που ήταν σκόρπια από τους περισπασμούς, βρίσκεται μόνη της και ηρεμεί, και ξυπνάει η καρδιά, για να εξερευνήσει τα θαυμάσια του Θεού. Και αν δείξει καλή υπομονή α’ αυτή την εργασία της ησυχίας, αρχίζει ο άνθρωπος και οδεύει, ολίγον κατ’ ολίγον, στην καθαρότητα της ψυχής. (336-7).
Τι είναι απάθεια.
3. Απάθεια είναι όχι το να μην αισθάνεται τα πάθη, αλλά το να μην τα δέχεσαι και να μη συγκατατίθεσαι σ’ αυτά. Από τις πολλές και διάφορες αρετές, τις φανερές και τις κρυφές, που αποκτούν οι αγωνιστές, εξασθενούν μέσα τους τα πάθη και δεν έχουν τη δύναμη να κινηθούν κατά της ψυχής. Έτσι, και ο νους δε χρειάζεται πάντοτε να προσέχει τις κινήσεις τους˙ διότι κάθε ώρα και στιγμή, νύχτα και ημέρα, είναι γεμάτος από καλούς λογισμούς, αφού μελετά τα θεία νοήματα και, κατά κάποιον τρόπο, συνομιλεί με αυτά. Όταν, λοιπόν, αρχίσουν τα πάθη να κινούνται μέσα στους αγωνιστές, ξαφνικά αρπάζεται ο νους από αυτά τα θεία νοήματα, που τα αισθάνεται πολύ κοντά του, και έτσι, τα πάθη μένουν ανενέργητα, όπως είπε ο μακάριος Μάρκος ο ασκητής. (310).
Η ψυχή από τη φύση της είναι απαθής.
4. Λοιπόν, τα πάθη είναι προσθήκη στον άνθρωπο, και η αιτία για την ύπαρξή τους είναι ότι τα δέχεται η ψυχή˙ διότι η ψυχή δημιουργήθηκε από το Θεό απαθής, χωρίς κανένα πάθος. Και όταν ακούσεις να ονομάζονται στην αγία Γραφή πάθη ψυχικά και σωματικά, να γνωρίζεις ότι ονομάζονται έτσι ως προς τις αιτίες τους, ότι δηλ. η ψυχή και το σώμα είναι η αιτία των παθών, επειδή τα δέχονται1. Η ψυχή, λοιπόν από τη φύση της είναι απαθής. Βέβαια, οι μη χριστιανοί φιλόσοφοι αυτό δεν το παραδέχονται, και όσοι άλλοι τους ακούν και τους ακολουθούν. Αλλά εμείς οι ορθόδοξοι έτσι πιστεύουμε, ότι ο Θεός τον «κατ’ εικόνα» άνθρωπο τον έπλασε απαθή. Και όταν λέω «κατ’ εικόνα», δεν αναφέρομαι στο σώμα, αλλά στην ψυχή, που είναι αόρατη, όπως ο Θεός.
Αν ήταν κάποτε η φύση της ψυχής φωτεινή και καθαρή, διότι φωτιζόταν από το μακάριο φως του Θεού, ομοίως και όταν επανέλθει στην αρχαία εκείνη κατάσταση, γίνεται πάλι φωτεινή και απαθής. Επομένως, όταν η ψυχή κινείται με εμπάθεια, βρίσκεται έξω από τη φυσική της κατάσταση, όπως μας βεβαιώνουν όσοι ζουν στην Εκκλησία και τρέφονται από την αγία της παράδοση.
5. Εάν λοιπόν, η αρετή είναι φυσική υγεία της ψυχής, συμπεραίνουμε ότι τα πάθη είναι αρρώστια της ψυχής, γιατί ήρθαν σ’ αυτήν αργότερα, μετά τη δημιουργία της, και την έβγαλαν από τη φυσική της υγιή κατάσταση. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η υγεία υπήρχε στη φύση της ψυχής πριν από την αρρώστια. Και αν αυτά είναι αληθινά, όπως και είναι, λοιπόν η αρετή είναι φυσική κατάσταση της ψυχής, ενώ τα πάθη την πρόσβαλαν απ’ έξω και δεν ανήκουν στη φύση της. (317).
6. Εάν τα πάθη ήταν φυσικό ιδίωμα της ψυχής, για ποιο λόγο να βλαφτεί απ’ αυτά; Διότι όσα είναι της φύσεως, δεν μπορούν να βλάψουν τη φύση τους. (318).
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ.
1. Η πείνα, η δίψα, ο ύπνος και τα όμοια δεν είναι πάθη διαβλητά και ψεκτά. Γιατί και ο Κύριος τα δέχθηκε στο πανάσπιλό του σώμα, και πείνασε, και δίψασε και κοιμήθηκε.
Από το βιβλίο:
Ανθολόγιο
από την ασκητική εμπειρία
του Αγίου Ισαάκ του Σύρου.
Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια,
Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη,
Δρος Θεολογίας, Φιλολόγου.