-Καλησπέρα, γέρο. - Point of view

Εν τάχει

-Καλησπέρα, γέρο.





Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος


σκυμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος·



με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.





Και μες των άθλιων γηρατειών την καταφρόνια



σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια


που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.


Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.

Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος σαν χθες ομοιάζει.

 Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.


Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα·

και πως πάντα την εμπιστευότανε — τι τρέλλα! —

την ψεύτρα που έλεγε· «Aύριο. Έχεις πολύν καιρό.»


Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση

χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι

κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.


…. Μα απ’ το πολύ το σκέπτεσθαι και το θυμάσθαι

ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται

στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.











Ένας γέρος (ανάγνωση)
 (διαβάζει: Σουλιώτης Μίμης, Ανέκδοτη ηχογράφηση, Αθήνα 2002)



Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ, 
Από τα Ποιήματα 
1897-1933

Παροιμίες

-Καλησπέρα, γέρο.
-Κουκιά σπέρνω… (ασυνεννοησία)
[Ελληνική]
Αλλού πονάει η γριά κι αλλού την τρίβει ο γέρος.
[Ελληνική]
Ανάθεμα δυο πράματα: φτώχεια και γεράματα.
[Ελληνική]
Ας ήμουν νιος και να ’ξερα, γέρος και να μπορούσα.
[Ελληνική]
Γέρος γάτος, τρυφερά ποντίκια…
[Ελληνική]
Γριά δεν είχε βάσανα κι αγόραζε γουρούνι. (μπελάδες)
[Ελληνική]
Γριά το καταχείμωνο (μεσοχείμωνο) θυμήθηκε πεπόνια. (ή ξυλάγγουρα εζήτα) (παράδοξες ορέξεις - επιθυμίες)
[Ελληνική]
Δώσαμε της γριάς αυγό και το ’θελε μελάτο… (αχαριστία)
[Ελληνική]
Είναι του γέρου τα κανάκια σαν νερόβραστα σπανάκια. (χάδια ερωτικά γερόντων)
[Ελληνική]
Εκεί που είσαι ήμουνα κι εδώ που είμαι θα ’ρθεις.
[Ελληνική]
Έρμα νιάτα κακά γεράματα.
[Ελληνική]
Η γριά δεν είχε δόντια κι ήθελε παξιμάδια.
[Ελληνική]
Η γριά κι αν στολίζεται στον ανήφορο γνωρίζεται.
[Ελληνική]
Η γριά παντρειά δεν ήλπιζε, πανωπροίκι γύρευε. (Υπερβολικές απαιτήσεις)
[Ελληνική]
Η εργατικότητα της νιότης είναι ανάπαυση των γηρατειών.
[Ελληνική]
Κάηκε η γριά στο κουρκούτι και φυσάει και το γιαούρτι.
[Ελληνική]
Κάθε γέρος την πορδή του μόσχο την έχει. (Τα ελαττώματα τα θεωρούν προτερήματα)
[Ελληνική]
Κακή ζωή πρώιμα γηρατειά.
[Ελληνική]
Καλά γεράματα παρά νιάτα…
[Ελληνική]
Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
[Ελληνική]
Κατά το γέρο κι η στολή κατά το νιο κι η χάρη. (Ο νέος έχει τα νιάτα. Ο γέρος χρειάζεται στολίδια.)
[Ελληνική]
Κράτα γέρο για τα γεράματα…
[Ελληνική]
Να ήταν τα νιάτα δυο φορές τα γηρατειά καμία.
[Ελληνική]
Νιος στα πόδια, γέρος στην κρίση.
[Ελληνική]
Ο γέρος από πέσιμο ή από χέσιμο πάει…
[Ελληνική]
Ο γέρος όταν χαίρεται τα νιάτα του θυμάται.
[Ελληνική]
Όλοι κοιτάζουν τον καβγά και η γριά το μέλι. (Οι γέροι νοιάζονται για το συμφέρον τους)
[Ελληνική]
Όποιος δεν ακούει τους γέροντας, πάει δέρνοντας.
[Ελληνική]
Όχι γριά, ζαρωμένη.
[Ελληνική]
Ποτέ μην κοροϊδεύεις ένα γέρο…Ο γέρος είναι μικρότερος από παιδί.
[Ελληνική]
Στερνά καλά, όλα καλά.
[Ελληνική]
Τα γεράματα δεν αρχίζουν με το άσπρισμα των μαλλιών, αλλά με το μαύρισμα της καρδιάς.
[Ελληνική]
Τα στερνά τιμούν τα πρώτα.
[Ελληνική]
via

Pages