Αναμονές παντού, ρε φίλε. Περιμένεις στην τράπεζα, περιμένεις στη στάση του λεωφορείου, περιμένεις το ντελίβερι και την ώρα να σχολάσεις, περιμένεις και πάνω από ρημαδοτηλέφωνα, περιμένεις και μερικούς-μερικούς να αποφασίσουν αν σε θέλουν και πόσο, αν τους κάνεις ή όχι . Και πες στις πρώτες περιπτώσεις, το μαρτύριο θα τελειώσει άμεσα. Στις τελευταίες, πόσα νουμεράκια πρέπει να περάσουν για να εξυπηρετηθείς;
Πάτε με τα σωστά σας ή να βάλω τις φωνές; Πόσο σημαντικοί θεωρείτε πως είστε κι έχετε τον κόσμο στο «περίμενε»; Πόσο μεγάλη ιδέα έχετε για τον εαυτό σας που πιστεύετε πως άλλες δουλειές δεν έχει κάποιος απ’ το να σας περιμένει να καταλήξετε κάπου; Το ευχαριστιέστε να του πετάτε κανένα κομματάκι, έτσι για να τον κρατάτε ζεστό, αλλά επί της ουσίας να μένει μονίμως πεινασμένος; Όχι, αλήθεια, θέλω να έρθει ένας που πράττει κατά αυτόν τον τρόπο και να μου εξηγήσει με επιχειρήματα γιατί κρίνει πως έχει δίκιο και γιατί ο απέναντι πρέπει να δείξει κατανόηση και να μπει στο pause. Κανείς πρόθυμος εθελοντής;
Ωραία, θα μου πεις, αυτός έτσι γουστάρει κι έτσι πράττει, γιατί μπορεί. Εσείς, γιατί κάθεστε κι αντί να κατηγορήσετε εσάς, βρίζετε αυτούς; Θα σας πω εγώ γιατί. Γιατί όποιος είναι ερωτευμένος, είναι κι ευάλωτος. Επειδή όποιος ελπίζει, ώσπου να απελπιστεί και να το πάρει απόφαση, τρέφει τις αυταπάτες του και πιάνεται απ’ τα μαλλιά του, γραπώνοντας το παραμικρό ψήγμα ενδιαφέροντος. Μπορεί να ‘ναι κι απλά βλαμμένος, ρε παιδί μου. Το θέμα μας, για τώρα, είστε εσείς.
Εκμεταλλεύεστε την αδυναμία που σας δείχνει ένας άνθρωπος για να ικανοποιήσετε τη λειψή σας αυτοεκτίμηση και να τροφοδοτήσετε τον εγωισμό σας. Bιάζετε την ψυχολογία κάποιου επαναλαμβανόμενα με τα «ναι μεν, αλλά», τα «θέλω, αλλά δεν ξέρω», τα «λίγο ακόμα μόνο κι όλα θα αλλάξουν, θα δεις» κι εκβιάζετε ύπουλα πίστωση χρόνου, κρατώντας τον εκεί. Αχ και να βρεθεί κάποιος να σας βάλει στα ίδια παπούτσια, εκεί να δείτε τη γλύκα.
Έλα να περιλάβουμε τώρα και τους οσιομάρτυρες. Κι έχουμε κάθε δικαίωμα γι’ αυτό, καθώς όλοι την έχουμε κάνει τη βλακεία να ζητάμε από κολλητούς να μας καλούν ανά τρία λεπτά, μήπως και χάλασε η συσκευή και μας ψάχνει και δε μας βρίσκει το πρόσωπο, έχουμε δικαιολογήσει εξαφανίσεις κι έχουμε χαρίσει το χρόνο μας σε πρόσωπα που κατά βάθος γνωρίζαμε πως δεν είμαστε τίποτα άλλο γι’ αυτούς παρά το ευχάριστο μουσικό τους διάλειμμα.
Γιατί ξέρετε –κατά βάθος πάντα– ότι όποιος αξίζει να τον περιμένεις κι εκατό χρόνια, δε θα σου το έκανε ποτέ. Αλλά εκεί, ανοχή κι υπομονή και πίστη πως η κατάσταση θα αλλάξει, πως η απόφαση θα είναι υπέρ σας κι όταν καταλαβαίνετε πως χάνετε το χρόνο σας κι αξιόλογες ευκαιρίες, εκπλήσσεστε.
Δεν είναι απόλυτο, όχι. Κάποια προβλήματα οδηγούν ανθρώπους να είναι σαν χαμένοι και να μην ξέρουν τι τους γίνεται. Κάποιοι όντως είναι μπερδεμένοι και κάποιοι δεν έχουν αντιληφθεί την αρνητική επιρροή που ασκούν. Η διαφορά, ωστόσο, έγκειται στο γεγονός πως όσοι σε νοιάζονται, θα σε αποδεσμεύσουν. Δε θα σου επιβάλλουν την αναμονή, ώσπου να βρουν τις ισορροπίες τους. Θα σου πουν πως έχει ως εξής και θα αφήσουν εσένα να αποφασίσεις. Εκεί βρίσκεται κι η ποιοτική διαφορά, ανάμεσα σε αυτούς για τους οποίους θα άξιζε, ίσως, να μπεις σε αυτή τη διαδικασία και τους υπολοίπους.
Όσοι, έχοντας πλήρη επίγνωση του παιχνιδιού τους, κουμαντάρουν την υπομονή και τα νεύρα σου καταπώς γουστάρουν, στο καλό! Για κανέναν δεν αξίζει να περιμένεις παραπάνω από όσο πρέπει. Πού βρίσκεται το «πρέπει»; Σε εκείνο ακριβώς το σημείο που αρχίζεις να νιώθεις πως παρακαλάς, που αισθάνεσαι πως η έξαψη έχει μετατραπεί σε κόμπο στο στομάχι. Ζόρικη απόφαση, δε λέω, μα σκέψου. Αυτοί δε σε περιμένουν. Αυτοί ζουν παράλληλα κι έχουν εσένα για ασφαλιστική δικλείδα, εσύ είσαι ο στάσιμος.