[Τι είναι αυτό που έπαθα φίλοι μου και συνεργάτες; Έτρεχα να φτάσω τον Θεό και με τον σκοπό αυτό ανέβηκα στο βουνό! ]
Διέσχισα το σύννεφο και μέσα από αυτό μπήκα και συγκεντρώθηκα όσο μπορούσα μέσα στον εαυτό μου! Όταν όμως έστρεψα το βλέμμα μου προς το μέρος του Θεού, μόλις είδα του Θεού τα οπίσθια (δηλαδή δεν μπόρεσα να τον δω πραγματικά), και αυτό γιατί σκεπάστηκε η ματιά μου από την Πέτρα δηλαδή από Αυτόν που πήρε σάρκα για εμάς, τον Λόγο.
Και αφού πρόλαβα λίγο, είδα όχι την πρώτη και ουσιαστική φύση, που είναι γνωστή μόνο στον εαυτό της δηλαδή την Αγία Τριάδα, όχι αυτή που μένει μέσα απ’ το καταπέτασμα και καλύπτεται από τα Χερουβείμ, αλλά την τελευταία και απλούστερη φύση που φτάνει σε εμάς. Αυτή η τελευταία φύση Του, όσο γνωρίζω εγώ, είναι η μεγαλειότητα Του, που φανερώνεται μέσα στα κτίσματά Του και σε όλα όσα δημιούργησε και διοικεί.
Αυτά λοιπόν είναι τα οπίσθια του Θεού. Αυτά είναι μετά από Εκείνον, είναι τα γνωρίσματά Του, όπως ακριβώς οι σκιές και οι αντανακλάσεις του ήλιου στο νερό δείχνουν ελάχιστα στα ασθενή μας μάτια τον ήλιο, αφού δεν μπορούν να τον κοιτάξουν κατευθείαν διότι και μόνο μια ακτίνα από το φως του ήλιου νικά την ασθενή μας αίσθηση.
Έτσι οφείλεις να θεολογείς (δηλαδή με διάκριση ουσίας και ενεργειών)! Έστω και αν είσαι ο Μωυσής! Έστω και να σαν τον Παύλο, φτάσεις ψηλά μέχρι τον ουρανό και ακούσεις ρήματα που δεν μπορούν άλλοι να ακούσουν! Έστω και αν γίνεις και ανώτερος από αυτούς και γίνεις άξιος τέτοιας θέσης και τάξης αγγελικής ή αρχαγγελικής! Γιατί και αν ακόμη είναι κάτι εντελώς ουράνιο και κατά την φύση του πολύ υψηλότερο από εμάς και πιο κοντά στο Θεό, ακόμη και αυτό απέχει πολύ από το να κατανοήσει τη φύση του Θεού, ο Θεός είναι πολύ μακριά από εμάς, όσο η φύση Του είναι ανώτερη της δικής μας, που είναι σύνθετη και ταπεινή και ρέπει προς τα κάτω.
Συνεπώς πρέπει να αρχίσω πάλι ως εξής: “το να εννοήσεις τον Θεό είναι εύκολο, το να Τον εξηγήσεις είναι όμως αδύνατον ” όπως φιλοσόφησε ένας από τους ειδωλολάτρες θεολόγους – πολύ έξυπνα κατά τη γνώμη μου – για να δείξει ότι κατάλαβε πόσο δύσκολο είναι να Τον εκφράσει κανείς, αλλά και αν αποφύγει κάθε τυχόν προσπάθεια άλλων, να διαπιστώσουν αν λέει αλήθεια τονίζοντας το ανέκφραστο!
Εγώ αντίθετα λέω “το να εκφράσεις τον Θεό είναι αδύνατον, το να Τον εννοήσεις είναι ακόμη πιο αδύνατο”. Διότι κάθε τι που “εννοείται”, ίσως ο λόγος κατορθώσει αν το εκφράσει, και αν όχι σε ικανοποιητικό βαθμό τουλάχιστον αμυδρά, σε κάθε πρόσωπο που δεν έχει εντελώς κατεστραμμένα τα αυτιά και δεν είναι αργός στη σκέψη. Το να περιλάβει όμως ο άνθρωπος στο μυαλό του ένα πράγμα τόσο μεγάλο, ασφαλώς είναι αδύνατο, εντελώς ακατόρθωτο, όχι μόνο για τους τελείως χαζούς αλλά ακόμη και για τους πιο έξυπνους και φιλόθεους!
Είναι το ίδιο αδύνατον για κάθε γεννητό ον, για όλους όσους έχουν σώμα (την παχιά αυτή σάρκα), να κατανοήσουν την αλήθεια. Και δεν γνωρίζω, μήπως είναι ακατόρθωτο ακόμη και για τις ανώτερες φύσεις να οι οποίες, επειδή βρίσκονται κοντά στο Θεό και φωτίζονται από το φως Του, σίγουρα τότε μπορούν να εξυψωθούν. Και αν όχι ολοκληρωτικά τουλάχιστον σε βαθμό πιο ουσιαστικό και με πιο φανερό τρόπο από εμάς. Και κάθε μια από αυτές τις ουράνιες φύσεις περισσότερο ή λιγότερο η μια από την άλλη, ανάλογα με το τάγμα στο οποίο κάθε μια ανήκει.
Για αυτό το θέμα περιοριζόμαστε να πούμε αυτά. Για όσα αφορούν “τα δικά μας”, όχι μόνο η ειρήνη του Θεού υπερέχει κάθε ανθρώπινο νου και κάθε νόηση, αλλά και όλα εκείνα που “απευθύνονται” στους δίκαιους, σύμφωνα με τις επαγγελίες, και τα οποία ούτε μάτι μπορεί να τα δει, ούτε αυτή να τα ακούσει, ούτε η διάνοια να τα καταλάβει έστω και στο ελάχιστο! Άλλωστε μας διαφεύγει ακόμη και η σύλληψη του κόσμου (η κατανόηση του κόσμου)! (Να έχεις μάλιστα τη βεβαιότητα ότι σχετικά με τον κτιστό κόσμο μόνο μια σκιά γνωρίζεις, όπως λένε “θα δω τους ουρανούς, τα έργα Σου, τη σελήνη και τα αστέρια” και την μεταξύ τους σχέση όσο δε βλέπω τώρα, αλλά θα δω κάποτε!).
πάντως, πολύ περισσότερο από αυτά μας διαφεύγει η Ουσία, που είναι πάνω από αυτά και απ’ την οποία αυτά προέρχονται η Ουσία που κανείς δεν μπορεί να καταλάβει, που δε χωρά σε κανένα μυαλό, όχι μόνο ως προς το ότι υπάρχει, αλλά και ως προς το τι Αυτή είναι!
Δεν είναι χωρίς νόημα ούτε μάταια η πίστη μας. Ακόμη και αυτό όμως δεν το κάνουμε δόγμα! Μην κάνεις πάλι τα ορθά μας φρονήματα αιτία της αθεΐας σου και της συκοφαντικής σου για το Θεό θεολογίας.
Μην μας ειρωνεύεσαι με έπαρση ότι την άγνοια που είναι μέρος της πίστης σου, την κάναμε μέρος της πίστης μας! Γιατί διαφέρει πολύ το να νομίζει κανείς ότι υπάρχει κάτι, απ’ το να είναι σίγουρος ότι υπάρχει.
Βέβαια για το ότι υπάρχει Θεός, η αιτία που δημιούργησε τα πάντα και τα συνεχίζει να υπάρχουν, αυτά μας τα διδάσκει και η όραση μας με το να βλέπει ότι υπάρχει γύρω στον κόσμο, τα στερεά, αυτά που κινούνται κατά καιρούς δηλαδή αυτά που μπορεί να φαίνονται ακίνητα αλλά κινούνται. Ο φυσικός νόμος, η τάξη που βρίσκουμε στον κόσμο μας, μας οδηγεί συλλογιστικά στον αρχηγό τους (την Αιτία τους).
Και πράγματι πως θα μπορούσε να δημιουργηθεί το σύμπαν ή πως θα μπορούσε να συνεχίζει και να μην διαλύεται, αν δεν είχε δώσει ο Θεός ύπαρξη σε όλα και δεν τα συγκρατούσε;
Γιατί, όπως κάθε άνθρωπος που θα δει μια κιθάρα εξαιρετικά κουρδισμένη και φτιαγμένη με τον πιο σωστό τρόπο ή θα ακούσει την μελωδία της, ποτέ δεν θα πιστέψει κάτι άλλο, παρά το ότι κάποιος την έφτιαξε και την κούρδισε και – έστω και αν δεν τον γνωρίζει προσωπικά -, η σκέψη του θα πάει σε αυτόν, έτσι και για μας είναι φανερή η Αιτία που δημιούργησε, κινεί και συντηρεί τα δημιουργήματα, έστω και αν δεν μπορεί να Την χωρέσει ο νους μας. Και όποιος δεν φθάνει σ’ αυτό το σημείο μόνος του και δεν βγάζει τα συμπεράσματά του από τις φυσικές αποδείξεις, δεν είναι άνθρωπος με σωστή κρίση.
Και όμως ο Θεός δεν είναι αυτό που τυχόν νομίζουμε με την φαντασία μας, ή αυτό που σκιαγράφησε η λογική μας. Και αν κάποτε κάποιος αξιωθεί έστω και ελάχιστα να Τον καταλάβει, ποια θα είναι η απόδειξη;
Υπάρχει άνθρωπος που επειδή γνώρισε λίγο τον Θεό, να έφτασε στο τελευταίο στάδιο της σοφίας;
Υπήρξε μέχρι τώρα άνθρωπος που να έγινε άξιος για ένα τόσο μεγάλο χάρισμα;
Υπήρξε ποτέ άνθρωπος που σαν συνέπεια του ότι γνώρισε λίγο το Θεό να έγινε ξαφνικά πιο σοφός και να μπήκε στο μυαλό του Άγιο Πνεύμα τόσο, ώστε να ερευνά και να γνωρίζει τα πάντα, ακόμη και τα βάθη του Θεού, να καταλαβαίνει πλήρως το Θεό και να μην χρειάζεται πλέον άλλη πορεία μπροστά, αφού θα βρίσκεται ήδη στο ανώτερο σημείο που είναι δυνατόν να θελήσει κάποιος, και προς το οποίο τείνει και η φρόνηση και η σκέψη κάθε ανθρώπου “γνωρίζει τα ουράνια”; Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για τη μερική γνώση του Θεού