El suicidio de Séneca (1871)
Περί αυτοκτονίας και ευθανασίας. Μία «απάντηση».
via
Περί αυτοκτονίας και ευθανασίας. Μία «απάντηση».
Ο Ρωμανός Γεροδήμος στο εξαιρετικό κείμενό του «Η Επιλογή» ιχνογραφεί με λίγες αλλά δυνατές μολυβιές έναν κόσμο όπου η υποβοηθούμενη αυτοκτονία έχει νομιμοποιηθεί και μας φέρνει αντιμέτωπους με τα πολλά μελανά σημεία μιας τέτοιας απόφασης που απειλούν να αμαυρώσουν κάθε θετική πτυχή της. Η θέση του Ρωμανού Γεροδήμου είναι ότι μακροπρόθεσμα η αποποινικοποίηση –«νομιμοποίηση»– της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας εγκυμονεί τον μεγάλο κίνδυνο να καταλήξει στη νομοθέτηση της ευθανασίας, της μεθοδικής θανάτωσης δηλαδή ανθρώπων, οι οποίοι κατά «αντικειμενική» κρίση δεν έχουν καμία προοπτική πλέον για μια αξιοπρεπή και συνειδητή ζωή, ανεξάρτητα και προφανώς ενάντια στην προσωπική τους επιλογή.
Το επιχείρημα αυτό της «ολισθηρής πλαγιάς» (slippery slope argument) κατά της αποποινικοποίησης της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας έλκει την ισχύ του από δύο άλλα, πιο βασικά και πιο δυνατά επιχειρήματα:
(1) Η αποποινικοποίηση της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας είναι ήδη ένας τρόπος ευθανασίας.
(2) Κάθε μορφή ευθανασίας ανθρώπων είναι φόνος.
Ο φόνος είναι φύσει αρνητική και στερητική πράξη. Εξ ου και η «απαγόρευσή» του ανήκει στα θεμελιώδη χαρακτηριστικά κάθε ορθολογικού ηθικού συστήματος, όπως αυτό που περιέχεται στις γνωστές σε όλους Δέκα Εντολές. Η έκτη εντολή λέει: Ου φονεύσεις. Το αντεπιχείρημα ότι αυτή η εντολή όπως και πολλές ή σχεδόν όλες οι άλλες εντολές ανέκαθεν είτε δεν αναγνωρίζονταν και δεν αναγνωρίζονται από όλους είτε και παραβιάζονταν και παραβιάζονται ενεργά, μάλιστα συχνά με την προστασία του νόμου (η αποδοχή της θανατικής ποινής και η άδεια θανάτωσης του εχθρού σε καιρό πολέμου είναι τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα), ανασκευάζεται με την υπόδειξη ότι ο Δεκάλογος, όπως και όλα τα συστήματα φυσικού δικαίου, δεν θεσπίζει ποινές για την παραβίαση των κανόνων αυτών, αλλά καθορίζει μόνο τις πράξεις που οριοθετούν την ηθικά ορθή συμπεριφορά. Αυτό σημαίνει ότι το φυσικό δίκαιο αφήνει στην κρίση των συμβατικών νομοθετών τη διακριτική ευχέρεια να ορίσουν υπό ποίες συνθήκες η παραβίαση των εντολών του είναι κολάσιμη και με ποιες ποινές. Έτσι, ορισμένοι φόνοι όπως η δολοφονία είναι ανεξαιρέτως κολάσιμα εγκλήματα, ενώ ο φόνος π.χ. ως εσχάτη λύση σε περίπτωση αυτοάμυνας ή η άμβλωση στα πλαίσια που ορίζουν οι νόμοι δεν τιμωρούνται.
Ο φόνος αποτελεί λοιπόν ηθικό παράπτωμα το οποίο υπό ορισμένες συνθήκες δεν τιμωρείται, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποδεχόμαστε ότι οι μη κολάσιμοι φόνοι είναι πράξεις σύμφωνες με τις ηθικές επιταγές. Η αυτοκτονία ανήκει στην κατηγορία των φόνων, με την ιδιαιτερότητα ότι δράστης και θύμα ταυτίζονται. Γι’ αυτό τον λόγο η αυτοκτονία δεν είναι κολάσιμη, διότι είναι καταρχήν έκφραση της απόλυτης ελευθερίας του ανθρώπου αλλά και διότι ο δράστης θανατώνεται μαζί με το θύμα και έτσι είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον να προσαχθεί σε δίκη. Όμως ο μη κολασμός της αυτοκτονίας δεν σημαίνει ότι πρόκειται για θετική πράξη την οποία απαγορεύεται να εμποδίσουμε. Αντίθετα, είμαστε υποχρεωμένοι υπό κανονικές συνθήκες να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε έναν επίδοξο αυτόχειρα από την πράξη του.
Η αποποινικοποίηση της υποβοηθούμενης ευθανασίας θα σήμαινε ότι ένα είδος αυτοκτονίας θα θεωρείται ως θετική πράξη, την οποία όχι μόνο δεν πρέπει να εμποδίζουμε αλλά και να φέρουμε εις πέρας σε περίπτωση που ο κυρίως πράττων δεν είναι σε θέση να το κάνει ο ίδιος. Με άλλα λόγια, η αποποινικοποίηση της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας ισοδυναμεί με τη νομιμοποίηση της ευθανασίας. Η ευθανασία όμως στερεί από τον άνθρωπο που πρόκειται να την υποστεί την ελευθερία του, γιατί δεν είναι πλέον αυτός που αποφασίζει ότι θα θέσει τέλος στην ζωή του. Αυτό το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί με καμία νομοθετική ρύθμιση, όσο αυστηρή και αν είναι αυτή, γιατί πάντοτε το πρόσωπο που θα υποστεί τις συνέπειές της δεν θα συμμετέχει στη λήψη της απόφασης.
Η υποβοηθούμενη αυτοκτονία και η ευθανασία δεν μπορούν λοιπόν να είναι αντικείμενο θετικής νομοθετικής ρύθμισης — και δεν είναι, ακόμα και σε χώρες όπου η υποβοηθούμενη αυτοκτονία είναι ανεκτή εφόσον η βοήθεια περιορίζεται στη διάθεση των μέσων (με εξαίρεση το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο, όπου είναι δυνατή η αυτοκτονία ακόμα και με ενεργό ιατρική βοήθεια), η δε ευθανασία ανθρώπων είναι σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο έγκλημα. Ο αυτόχειρ και ο βοηθός του δρουν ως ελεύθεροι άνθρωποι, πράγμα που σημαίνει ότι και οι δύο πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των πράξεών τους: ο ένας τον θάνατο· ο άλλος την κρίση του δικαστηρίου.