Σύμφωνα με τις φήμες της σόου μπίζνες, η σταρ του σινεμά και καλλιτέχνιδα του καμπαρέ Μάρλεν Ντίτριχ ήταν διαβόητη για τον εγωτισμό της. Κάποτε, υστέρα από μια ζωντανή συναυλία, η Ντίτριχ συγκέντρωσε μια ομάδα φανατικών θαυμαστών της στο καμαρίνι της και ρώτησε, μάλλον ανειλικρινά: «Δεν τραγούδησα ωραία το πρώτο τραγούδι; Και δεν είμαι μια κούκλα με αυτό το κόκκινο φόρεμα; Και δε γελάσατε με την ψυχή σας με το ανέκδοτο που είπα;… Αλλά αρκετά μ’ εμένα. Πείτε μου, εσείς τι πιστεύετε για την παρουσία μου;».
Το 1914 ο Σίγκμουντ Φρόυντ έγραψε ένα σπουδαίο δοκίμιο, την «Εισαγωγή στον ναρκισσισμό», όπου περιέγραφε με σαφήνεια το κλινικό φαινόμενο κατά το οποίο κάποιοι άνθρωποι αποκτούν εμμονή με τον εαυτό τους και πείθονται για το πόσο σπουδαίοι είναι. Ο Φρόυντ πίστευε πως ο νάρκισσος είναι ουσιαστικά ένα νήπιο, καθώς και κάποιος που πιστεύει πως είναι το κέντρο του σύμπαντος, όπως ακριβώς το νεογέννητο, που δεν έχει ούτε την ικανότητα ούτε την ανάγκη να νοιάζεται για τους άλλους.
Κάθε μωρό αρχίζει τη ζωή ως ένας παντοδύναμος νάρκισσος. Το νεογέννητο θέλει τροφή και, οποία έκπληξη, ένα στήθος εμφανίζεται ως δια μαγείας γεμάτο με λαχταριστό γάλα. Το νεογέννητο κρυώνει και, με εντυπωσιακό τρόπο, εμφανίζεται μια κουβέρτα, σαν από το πουθενά, και το ζεσταίνει. Αυτές οι πρώτες εμπειρίες της φροντίδας από έναν στοργικό γονέα επιτρέπουν στο κοριτσάκι ή το αγοράκι να αναπτύξει αυτό που ο Φρόυντ ονόμαζε «πρωτογενή ναρκισσισμό», ένα υγιές και αναγκαίο στάδιο ανάπτυξης που θέτει στο προσκήνιο τις σωματικές και ψυχικές ανάγκες του μωρού. Οι καλοί γονείς δε νοιάζονται και πολύ αν το νεογέννητο συμπεριφέρεται σαν επίδοξη ντίβα. Εξάλλου, τα μικρά αγόρια και κορίτσια δε διαθέτουν ούτε τις κινητικές ούτε τις γνωστικές ικανότητες για να μαγειρέψουν ή να ντυθούν. Οι γονείς πρέπει να γίνουν υπηρέτες, να παρέχουν εικοσιτετράωρη υπηρεσία δωματίου για κάθε απαίτηση του νεογέννητου, προκειμένου το παιδί να επιβιώσει.
Ενώ όμως οι περισσότεροι από μας γινόμαστε πιο ανεξάρτητοι και αυτοδύναμοι όσο μεγαλώνουμε, κάποιοι άνθρωποι δεν αποκηρύσσουν ποτέ τη ναρκισσιστική στάση της νηπιακής ηλικίας τους και γίνονται κλινικά νάρκισσοι στην ενήλικη ζωή τους. Η επίμονη απορρόφηση στον εαυτό τους προσβάλλει βάναυσα την οικογένεια, τους φίλους και τους συναδέλφους τους. Ο Φρόυντ υποστήριξε πως ο ενήλικας νάρκισσος πάσχει από ψυχικό πρόβλημα.
Όσο μεγαλώνουμε, οι περισσότεροι από μας μαθαίνουμε να δίνουμε χώρο στους άλλους, πρώτα στα αδέρφια μας και μετά στους συμμαθητές μας. Συνειδητοποιούμε με μάλλον οδυνηρό τρόπο πως και τα άλλα παιδάκια έχουν γενέθλια, και τα άλλα αγόρια και κορίτσια παίρνουν άριστα στην αριθμητική, και τα λοιπά. Πολλοί άνθρωποι, ωστόσο, που πάσχουν από μια βαθιά αίσθηση ανεπάρκειας και στέρησης, δεν μπορούν να εγκαταλείψουν αυτή την πρώιμη ναρκισσιστική στάση τους και επιμένουν, σαν την Ντίτριχ, να θέλουν να τραβούν πάνω τους τους προβολείς.
Ο Φρόυντ συνειδητοποίησε πως oι νάρκισσοι δεν αντέχουν την κοινοτοπία της ζωής τους και γι’ αυτό συχνά παραπονούνται:
Γιατί να μη μας έχει δωρίσει η φύση τους χρυσούς βοστρύχους του Μπάλντερ ή τη ρώμη του Ζίγκφριντ, το πλατύ μέτωπο μιας ιδιοφυίας ή την ευγενική κατατομή ενός ευπατρίδη; Γιατί να γεννηθούμε σε σπίτι αστών και όχι σε βασιλικό ανάκτορο; Θα τα καταφέρναμε εξίσου καλά να είμαστε όμορφοι και αριστοκράτες, όπως όλοι εκείνοι τους οποίους φθονούμε για τα προσόντα τους.
Προκειμένου να γίνουμε συναισθηματικά υγιείς ενήλικες, θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τον νηπιακό ναρκισσισμό μας και να βρούμε έναν τρόπο να γίνουμε λιγότερο μεγαλομανείς, λιγότερο φίλαυτοι και πιο ικανοί στο να μοιραζόμαστε τον πλανήτη με τα άλλα 7 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Με άλλα λόγια, πρέπει να μάθουμε πώς θα γίνουμε ασήμαντοι, πρέπει να αποδεχτούμε το γεγονός πως στη ζωή υπάρχουν και άλλα πράγματα με νόημα, και άλλες πηγές ικανοποίησης, πέρα από την επιδίωξη της φήμης και της δόξας, πέρα από το χτίσιμο αγαλμάτων προς τιμή μας.
Όμως ο Φρόυντ κατανόησε ακόμα βαθύτερα τη φύση της ασημαντότητας. Όχι μόνο υπογράμμισε τη σημασία τού να απεκδυθούμε τον νηπιακό ναρκισσισμό μας – την ανάγκη μας να είμαστε οι σταρ της παράστασης- αλλά και διέλυσε τις ναρκισσιστικές αυταπάτες της ανθρωπότητας, καθώς υποστήριξε πως εμείς οι άνθρωποι δεν είμαστε σε γενικές γραμμές τόσο εντυπωσιακοί όσο νομίζουμε.
Ο Φρόυντ ήξερε καλά πως οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν τον εαυτό τους έναν ανεξάρτητο δρώντα, που ελέγχει τη ζωή του, καθορίζει το πεπρωμένο του, επιλέγει την καριέρα του και τον σύντροφο ή τη σύντροφό του προσεκτικά. Ωστόσο επέμενε ότι, ενώ παριστάνουμε πως είμαστε οι αρχιτέκτονες της ύπαρξης μας, στην πραγματικότητα είμαστε σκλάβοι πανίσχυρων ασυνείδητων δυνάμεων που κυβερνούν τον νου και τη συμπεριφορά μας. Σε όλα του τα ψυχαναλυτικά γραπτά ο Φρόυντ περιέγραφε τον εαυτό του (ίσως λιγάκι ναρκισσιστικά) ως έναν μεγάλο επαναστάτη στην ιστορία, ο οποίος διέλυσε τις ναρκισσιστικές αυταπάτες των ανθρώπων. Τοποθέτησε τον εαυτό του σε μια τριάδα μεγαλοφυών ανδρών, μαζί με τον Νικόλαο Κοπέρνικο, τον αστρονόμο του 16ου αιώνα, και τον Κάρολο Δαρβίνο, τον εξελικτικό βιολόγο του 19ου αιώνα – εντυπωσιακή παρέα, αν μη τι άλλο.
Ο Φρόυντ συνόψισε τις επικές παρατηρήσεις του ως εξής:
Μετά από αυτή την εισαγωγή θέλω να αναφέρω οτι ο γενικός ναρκισσισμός, η φιλαυτια της ανθρωπότητας, έχει υποστεί ως τώρα τρεις βαριές προσβολές από μέρους της επιστημονικής έρευνας.
α) Ο άνθρωπος πίστευε πρώτα, στις αρχές της έρευνας του, ότι η κατοικία του, η Γη, βρίσκεται ήσυχη στο κέντρο του σύμπαντος, ενώ ο ήλιος, το φεγγάρι και οι πλανήτες κινούνται σε κυκλικές τροχιές γύρω από τη Γη. Αυτό το συμπέρασμα το έβγαλε ακολουθώντας αυθόρμητα την εντύπωση που σχημάτιζε με τις αισθήσεις του- γιατί δεν αντιλαμβάνεται καμιά κίνηση της Γης, και όπου κι αν κοιτάζει ελεύθερα γύρω του, βρίσκεται στο κέντρο ενός κύκλου που περικλείει τον εξωτερικό κόσμο. Η κεντρική θέση της Γης ήταν όμως στα μάτια του και μια εγγύηση για τον κυρίαρχο ρόλο της μέσα στο σύμπαν και φαινόταν να ταιριάζει καλά με την τάση που είχε να αισθάνεται τον εαυτό του κύριο του κόσμου.
Η άρση αυτής της ναρκισσιστικής αυταπάτης συνδέεται για μας με το όνομα και το έργο του Κοπέρνικου τον 16ο αιώνα. Πολύ πριν από αυτόν, οι Πυθαγόρειοι αμφέβαλλαν για την προνομιακή θέση της Γης, και ο Αρίσταρχος ο Σάμιος είχε πει τον 3ο της Γης αιώνα πΧ ότι η Γη είναι πολύ πιο μικρή από τον ήλιο και κινείται γύρω από αυτό το ουράνιο σώμα. Η μεγάλη ανακάλυψη του Κοπέρνικου είχε γίνει λοιπόν ήδη πριν από αυτόν. Όταν όμως πέτυχε τη γενική αναγνώριση, η ανθρώπινη φιλαυτία είχε υποστεί την πρώτη της, την κοσμολογική προσβολή.
β) Κατά την πορεία της πολιτισμικής του εξέλιξης ο άνθρωπος υψώθηκε πάνω από τα άλλα ζωικά πλάσματα και έγινε κύριός τους. Δεν έμεινε όμως ικανοποιημένος με αυτή του την επικράτηση και άρχισε να ανοίγει ένα χάσμα ανάμεσα στη φύση του και στη δική τους. Έπαψε να αναγνωρίζει σε αυτά τη νοημοσύνη και απέδωσε στον εαυτό του μια αθάνατη ψυχή- επικαλέστηκε μια υψηλή θεϊκή καταγωγή, που του επέτρεψε να διαρρήξει τα δεσμά που τον συνέδεαν με τον ζωικό κόσμο. Είναι παράξενο ότι αυτή η έπαρση λείπει ακόμα από το μικρό παιδί, όπως και από τον πρωτόγονο. Είναι αποτέλεσμα μιας κατοπινής, πιο φιλόδοξης εξέλιξης.
‘Ολοι μας ξέρουμε ότι οι έρευνες του Κάρολου Δαρβίνου, των συνεργατών του και των προδρόμων του έδωσαν τέλος σε αυτή την έπαρση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο και τίποτα καλύτερο από ένα ζώο- προέρχεται κι αυτός από το ζωικό βασίλειο και συγγενεύει με ορισμένα είδη περισσότερο, με άλλα λιγότερο. Τα μεταγενέστερα επιτεύγματα του δεν κατάφεραν να εξαφανίσουν τις μαρτυρίες που πιστοποιούν την ισοτιμία του με τα ζώα και που τις βρίσκουμε στη σωματική του διάπλαση καθώς και στις ψυχικές του προδιαθέσεις. Αυτή όμως είναι η δεύτερη, η βιολογική προσβολή του ανθρώπινου ναρκισσισμού.
γ) Πιο οδυνηρή πρέπει να είναι η τρίτη προσβολή, μια προσβολή ψυχολογικής φύσης.
Ο άνθρωπος, αν και ταπεινωμένος έξω, αισθάνεται κυρίαρχος μέσα στην ίδια του την ψυχή. Κάπου μέσα στην πυρήνα του εγώ του δημιούργησε ένα εποπτικό όργανο, το οποίο επιτηρεί τις ορμές και τις ενέργειές του και ελέγχει αν συμφωνούν με τις απαιτήσεις του.
Αυτές οι δύο εξηγήσεις που δώσαμε, ωστόσο, ότι η ορμική ζωή της σεξουαλικότητας μέσα μας δεν μπορεί να δαμαστεί εντελούς και ότι οι ψυχικές διεργασίες είναι στην πραγματικότητα ασύνειδες και δε φτάνουν ούτε υποτάσσονται στο εγώ παρά με τη βοήθεια μιας λειψής και αναξιόπιστης αντίληψης, σημαίνουν: το εγώ δεν είναι κύριος μέσα στο ίδιο τον το σπίτι. Αποτελούν την τρίτη προσβολή της φιλαυτίας, που θα ήθελα να την ονομάσω ψυχολογική προσβολή. Ας μην απορούμε λοιπόν που το εγώ δε χαρίζει την εύνοιά του στην ψυχανάλυση και της αρνείται με πείσμα την εμπιστοσύνη του.
Ο Κοπέρνικος μας ανάγκασε να συνειδητοποίησουμε πως η Γη περιστρέφεται γύρω από τον Ήλιο. Ο Δαρβίνος μάς βοήθησε να αναγνωρίσουμε ότι δεν μπορούμε να θεωρούμε τον εαυτό μας απόγονο του Αδάμ και της Εύας. Και ο Φρόυντ επέμενε πως δεν ελέγχουμε τον ίδιο μας τον νου. Αυτές οι τρεις επαναστάσεις συγκροτούν μια συντριπτική προσβολή της ναρκισσιστικής έννοιας του ανθρώπου ως κέντρου του σύμπαντος. Η εμπειρία ότι είμαστε ένα σπουδαίο μωρό, που εκλαμβάνει τον εαυτό του ως το εξυψωμένο τέκνο κάποιας θεότητας και που πιστεύει πως ο πλανήτης Γη είναι ο καλύτερος τόπος στο σύμπαν, μπορεί να φέρνει ικανοποίηση ως έναν βαθμό. Τελικά, όμως, για να αντιμετωπίσουμε τη ζωή που ζούμε ως κοινοί άνθρωποι που εργάζονται πολύ και γερνούν, που έχουν περιορισμένα μέσα και ικανότητες, θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τη νηπιακή, μεγαλομανή, ναρκισσιστική αυτοεικόνα μας και να μάθουμε πώς θα είμαστε ένα άτομο ανάμεσα στα δισεκατομμύρια των συνανθρώπων μας μέσα σε ένα τεράστιο ηλιακό σύστημα, καθώς και ότι μια μέρα όλοι θα πεθάνουμε. Όπως εξήγησε ο Φρόυντ:
Όπως ο πλανήτης περιστρέφεται γύρω από ένα κεντρικό σώμα, εκτός από την κίνηση γύρω από τον άξονά του, έτσι συμμετέχει και το ξεχωριστό άτομο στην εξελικτική πορεία της ανθρωπότητας, ενώ βαδίζει τον δρόμο της δικής του ζωής. Αλλά στα κουτά μας μάτια το παιχνίδι των δυνάμεων στον ουρανό φαίνεται παγωμένο σε μια αιώνια, ίδια τάξη· στο οργανικό γίγνεσθαι βλέπουμε ακόμη πώς αντιμάχονται μεταξύ τους οι δυνάμεις και πώς μεταβάλλονται διαρκώς τα αποτελέσματα της σύγκρουσης. Όπως οι δύο τάσεις, αυτή για ατομική ευτυχία και αυτή για ανθρώπινη σύνδεση, πρέπει να αντιμάχονται μεταξύ τους μέσα σε κάθε άτομο, έτσι και οι δύο διαδικασίες της ατομικής και της πολιτισμικής εξέλιξης πρέπει να διασταυρώνονται μεταξύ τους εχθρικά και να αμφισβητούν η μια στην άλλη το έδαφος.
Για να είναι κανείς πνευματικά υγιής, θα πρέπει φυσικά να θέλει να αυξάνει τη δημιουργικότητά του, αλλά επίσης θα πρέπει να αποδεχτεί το γεγονός ότι όσο θαυμαστά επιτεύγματα κι αν είναι οι πίνακες, τα ποιήματα, οι μουσικές συνθέσεις ή τα επιστημονικά του πειράματα, όσο ωραίο πρόσωπο και σώμα κι αν έχει, όσα λεφτά κι αν έχει, πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα τον ξεπερνά. Ο Φρόυντ παρατήρησε πως όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μεγάλους συγγραφείς όπως ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, ο Μαρκ Τουέιν και ο Εμίλ Ζολά, μεταξύ άλλων, δεν μπορούμε να αποφύγουμε “την αίσθηση του πόσο μικροί είμαστε σε σχέση με το μεγαλείο τους”