«Η τέχνη του να ζούμε καλύτερα ή Όσα δεν μας έμαθε κανείς για τη ζωή» - Point of view

Εν τάχει

«Η τέχνη του να ζούμε καλύτερα ή Όσα δεν μας έμαθε κανείς για τη ζωή»




Η τέχνη του να ζούμε καλύτερα



Μήπως στην προσπάθεια να είμαστε ευτυχισμένοι καταλήξαμε να ζούμε τον καταναγκασμό της ευτυχίας, που έχει γίνει συνώνυμο της πληρότητας; Σήμερα μοιάζει ανήθικο να μην είσαι ευτυχισμένος όπως λέει και ο Μπρύκνερ στη Αέναη Ευφορία. Έχουμε, όπως τονίζει, περάσει από το δικαίωμα στην ευτυχία, στην ευτυχία σαν επιταγή. Η αλήθεια είναι πως έχουμε ξεχάσει να «είμαστε» και αναλωνόμαστε στο να θα «κάνουμε» (ίσως και στο πόσες ώρες να εργαστούμε) ώστε να «έχουμε». Κάθε ρήμα και άλλη κοσμοθεωρία. Γιατί όσα και να έχεις, δεν σε κάνει να είσαι πιο άνθρωπος, να είσαι πιο ευτυχισμένος, πιο ήρεμος, πιο γαλήνιος και πολλά άλλα.


Η Δυστυχία που φτιάχνουμε μόνοι μας

Σκέφτομαι ότι ίσως να έχει δίκαιο ο Watzlawick όταν αναρωτιόταν «τι και που θα ήμασταν χωρίς τη δυστυχία μας; Την χρειαζόμαστε απελπισμένα». Για να συμπληρώσει λίγο πιο κάτω στο βιβλίο του «Φτιάξε τη δυστυχία σου μόνος σου» «Βέβαια, ο αριθμός των ανθρώπων που είναι προικισμένοι από τη φύση με ταλέντο να δημιουργήσουν την προσωπική τους κόλαση είναι σχετικά μεγάλος», κάτι στο οποίο τείνω να συμφωνήσω. Συχνά χτίζουμε τη φυλακή που μας εγκλωβίζει, συντηρούμε τις σχέσεις που μας περιορίζουν, και ζούμε ζωές αβίωτες -στερημένες από χαρά, προσωπική εξέλιξη και αγάπη.


Όσα δεν μας έμαθε κανείς για τη ζωή

Τι είναι η ζωή μας λοιπόν; Μήπως ένα εκκρεμές μεταξύ ευτυχίας και δυστυχίας; Διαβάζοντας το βιβλίο του Ken Robinson «Άλλη λογική» αναλογίστηκα για πολλοστή πόσα δεν μας έμαθαν στο σχολείο για τη ζωή, για τον εαυτό μας, για το πώς σκεφτόμαστε και το πώς νιώθουμε. Μας έμαθαν για ημίτονα και συνημίτονα, μάθαμε νεράκι την προπαίδεια (ή τέλος πάντων σχεδόν νεράκι), μάθαμε για ιστορία, γεωγραφία και άλλα πολλά, αλλά δεν μάθαμε να λέμε πως νιώθουμε πέρα από ένα ξερό καλά, κακά, μέτρια ή χάλια.

Που πήγε ο θυμός, η λύπη, η απογοήτευση, η στεναχώρια, η ματαίωση, η χαρά, η προσμονή, ο ενθουσιασμός, η καχυποψία, η αγωνία, η απελπισία, η οργή, η ηρεμία, η γαλήνη και τόσα άλλα συναισθήματα. Δεν μάθαμε να αναλαμβάνομαι την ευθύνη του εαυτού μας και των πράξεων μας, δεν μάθαμε να σεβόμαστε τον άλλο, το περιβάλλον, τα ζώα. Δεν μάθαμε να είμαστε ενεργοί πολίτες, να προβληματιζόμαστε, να ταλανιζόμαστε και να αποφασίζουμε για το μέλλον μας.




Ο φόβος της αλλαγής και του καινούργιου

Κυρίως όμως νομίζω πως δεν μάθαμε να εξελισσόσαστε και να αφήνουμε τη βολή/ το βόλεμα μας. Όλα αφορούν την αλλαγή. Πόσο έτοιμοι ήμαστε ή πόσο φοβόμαστε να αλλάξουμε, να μετακινηθούμε, να διαπραγματευτούμε κάτι καινούργιο. Το άγνωστο μας τρομάζει, μας παραλύει. Λένε πως το οικείο, όσο λάθος, στραβό και αν είναι, έχει τεράστια δύναμη. Έχουν δίκαιο, γιατί είναι το γνώριμο, αυτό που ξέρουμε, είναι το αναμενόμενο και δεν μας φοβίζει. Το νέο, το καινούργιο, το αδιαμόρφωτο είναι άγνωστο και ως τέτοιο μας τρομάζει. Όμως αν δεν το καλωσορίσουμε στη ζωή μας θα ζούμε με συνεχείς συμβιβασμούς και όποιος επιλέγει πάντα μεταξύ του ρίσκου την ασφάλεια, καταλήγει να ζει μέσα στην ανασφάλεια.

Ζούμε μια εποχή που τελειώνουν σιγά σιγά οι σιγουριές του χθες, σε επίπεδο ιδεών, αντιλήψεων, δουλειών, σχέσεων και πολλών άλλων. Σαφώς και δεν υποστηρίζω την κατάλυση κάθε αξίας και αξιόλογης ιδέας, όμως αν δεν κοσκινίσει κανείς το δικό του αλεύρι, αυτό που κληρονόμησε, δεν θα ζυμώσει το δικό του ψωμί ποτέ και θα αναμασά κομμάτια από το παρελθόν. Ακόμα και στις σχέσεις χρειάζεται να δουλέψει ο ένας μαζί με τον άλλο, για να επαναπροσδιορίσουν το κοινό μαζί. Τα κενά που υπήρχαν για χρόνια τα κάλυπταν οι ώρες δουλειάς, τα ψώνια, οι διακοπές, η τηλεόραση και το lifestyle. Τώρα έπεσε η κουρτίνα και φάνηκαν όσα κάλυπτε.


Όταν η ζωή μοιάζει με αδιέξοδο

Αν η ζωή μοιάζει σας με λαβύρινθό χωρίς χάρτη και σαν κάποιος φαίνεται να σας πήρε το «τυρί σας» τότε μάλλον ήρθε η στιγμή να αντιμετωπίσετε τις αλλαγές στη ζωή και στην δουλειά σας, να ψάξτε για νέους τρόπους αντιμετώπισης της κατάστασης.




Προτείνω λοιπόν ένα βιβλιαράκι μια σταλιά, το Ποιος πήρε το τυρί μου; pdf

είναι μια ιστορία για την αλλαγή που συμβαίνει μέσα σε ένα λαβύρινθο, όπου τέσσερις διασκεδαστικοί χαρακτήρες αναζητούν «Τυρί». Το Τυρί είναι βέβαια μεταφορά για οτιδήποτε θέλουμε να έχουμε στη ζωή, όπως μια δουλειά, μια σχέση, χρήματα, ένα μεγάλο σπίτι, ελευθερία, υγεία, αναγνώριση, πνευματική γαλήνη, ή ακόμα και ένα χόμπι όπως το τζόκινγκ ή το γκολφ. Ο καθένας μας έχει τη δική του άποψη για το τι είναι το Τυρί ∙ το αναζητούμε επειδή πιστεύουμε ότι μας κάνει ευτυχισμένους. Όταν το βρίσκουμε, συχνά δενόμαστε με αυτό. Και όταν το χάνουμε ή μας το παίρνουν, η εμπειρία μπορεί να είναι τραυματική. Ο «Λαβύρινθος» της ιστορίας αντιπροσωπεύει το μέρος που περνάμε τον καιρό μας αναζητώντας αυτό που θέλουμε. Μπορεί να είναι η δουλειά, η σχέση, η κοινότητα που ζούμε.

Μιας και μπήκε επίσημα το καλοκαίρι και όλοι σκεφτόμαστε ήλιο, μπάνιο, θάλασσα, καραβάκια στο αιγαίο, θα κλείσω με κάτι σχετικό: Τα καράβια μπορεί να βρίσκουν ασφάλεια στα λιμάνια, άλλα είναι φτιαγμένα για να ταξιδεύουν.



Ποιος πήρε το τυρί μου; 

ΜΙΑ ΦΟΡΑ κι έναν καιρό, πριν από πολλά χρόνια, σε μια μακρινή χώρα ζούσαν τέσσερα μικρά πλασματάκια που όλη την ώρα έτρεχαν πέρα-δώθε μέσα σ’ ένα λαβύρινθο ψάχνοντας για τυρί, το τυρί τους έτρεφε και τους έκανε ευτυχισμένους. 

Τα δύο ήταν ποντίκια, ο “Ρουθούνης” κι ο “Τρεχάλης” τα άλλα δύο ήταν ανθρωπάκια: πλάσματα μικρά σαν ποντικάκια αλλά που έμοιαζαν πολύ στην όψη και στη συμπεριφορά με ανθρώπους σαν κι εμάς. Ονομάζονταν “Χμ” και “Χα”. 

Και τα τέσσερα ήταν τόσο μικροσκοπικά που πολύ δύσκολα ξεχώριζε κανείς τις κινήσεις τους. Αν όμως τα παρατηρούσες προσεκτικά, θα ανακάλυπτες εκπληκτικά πράγματα! 

Κάθε μέρα τα ποντικάκια και τα ανθρωπάκια περνούσαν την ώρα τους στο λαβύρινθο ψάχνοντας το δικό τους, ειδικό τυρί. Τα ποντικάκια, ο Ρουθούνης και ο Τρεχάλης, δεν διέθεταν παρά απλά μυαλά τρωκτικών, αλλά καλά ένστικτα: έτσι, αναζητούσαν το σκληρό τυρί που τους άρεσε να τσιμπολογούν, όπως συνηθίζουν να κάνουν τα ποντίκια. 

Τα δύο ανθρωπάκια, ο Χμ και ο Χα, διέθεταν μυαλό γεμάτο κάθε λογής πεποιθήσεις, και το χρησιμοποιούσαν για να αναζητούν ένα πολύ διαφορετικό είδος Τυριού – με κεφαλαίο Τ – που πίστευαν ότι θα τους έκανε να αισθανθούν ευτυχισμένοι και επιτυχημένοι. 

Όσο κι αν διέφεραν τα ποντίκια και τα ανθρωπάκια, είχαν ένα κοινό γνώρισμα: κάθε πρωί, φορούσαν τις φόρμες τους και τα αθλητικά τους παπούτσια, άφηναν τα σπιτάκια τους, άφηναν τα σπιτάκια τους, και έβγαιναν τρεχάτα στο λαβύρινθο ψάχνοντας το αγαπημένο τυρί τους. 

Ο λαβύρινθος ήταν ένας τεράστιος δαίδαλος από διαδρόμους και αίθουσες, που μερικές περιείχαν νόστιμο τυρί. Υπήρχαν όμως και σκοτεινές γωνίες και αδιέξοδα που δεν οδηγούσαν πουθενά. Πολύ εύκολα χανόσουν εκεί μέσα. 

Ωστόσο, αν έβρισκες το δρόμο σου, ο λαβύρινθος έκρυβε μυστικά που σου επέτρεπαν να απολαύσεις μια καλύτερη ζωή. Τα ποντίκια, ο Ρουθούνης κι ο Τρεχάλης, χρησιμοποιούσαν για να βρίσκουν τυρί την απλή αλλά αναποτελεσματική μέθοδο της δοκιμής. Διάλεγαν ένα διάδρομο, έτρεχαν ως την άκρη του και, αν αποδεικνυόταν άδειος, διάλεγαν άλλον. 

Ο Ρουθούνης χάρη στην οξύτατη μύτη του οσφραινόταν τη γενική κατεύθυνση του τυριού και ο Τρεχάλης ορμούσε μπροστά. Όπως θα περιμένατε, συνήθως χάνονταν, έπαιρναν λάθος κατεύθυνση, και συχνά έπεφταν πάνω σε τοίχο. Τα δύο ανθρωπάκια όμως, ο Χμ και ο Χα, χρησιμοποιούσαν διαφορετική μέθοδο, στηριζόμενοι στην ικανότητα να σκέπτονται και να 
διδάσκονται από τις προηγούμενες εμπειρίες τους, αν και μερικές φορές μπερδεύονταν από τις πεποιθήσεις και τα συναισθήματά τους. 



Τελικά, ο καθένας με τον τρόπο του, βρήκαν όλοι αυτό που έψαχναν: βρήκαν μια μέρα το αγαπημένο τους είδος τυριού στην άκρη ενός από τους διαδρόμους στον Τυροσταθμό Τ. Από τότε, κάθε πρωί τα ποντίκια και τα ανθρωπάκια φορούσαν την αθλητική τους περιλοβή και κατευθύνονταν προς τον Τυροσταθμό Τ. 



Δεν άργησαν να καταλήξουν ο καθένας στη δική του τυποποιημένη συμπεριφορά. Ο Ρουθούνης και ο Τρεχάλης συνέχισαν να ξυπνούν νωρίς κάθε πρωί και να διατρέχουν το λαβύρινθο, ακολουθώντας πάντοτε την ίδια διαδρομή. 



Όταν έφταναν στον προορισμό τους, τα ποντίκια έβγαζαν τα αθλητικά τους παπούτσια, τα έδεναν το ένα με το άλλο και τα κρεμούσαν στο λαιμό τους, ώστε να μπορούν να τα ξαναφορέσουν γρήγορα αν χρειαζόταν. 



Ύστερα απολάμβαναν το τυρί τους. Στην αρχή, ο Χμ και ο Χα έτρεχαν επίσης κάθε πρωί προς τον Τυροσταθμό Τ για να απολαύσουν τις νόστιμες λιχουδιές που τους περίμεναν. Ύστερα από λίγο όμως, τα ανθρωπάκια άρχισαν να ακολουθούν διαφορετική ρουτίνα. 



Ο Χμ και ο Χα ξυπνούσαν κάθε μέρα λίγο πιο αργά ντύνονταν χωρίς πολλή βιασύνη, και πήγαιναν με το πάσο τους στον Τυροσταθμό Τ. Στο κάτω-κάτω, τώρα ήξεραν που βρίσκεται το Τυρί και πώς να φτάσουν εκεί. Δεν είχαν ιδέα από πού προερχόταν το Τυρί, ούτε ποιος το έφερνε εκεί. 



Απλώς, έπαιρναν ως δεδομένο ότι θα υπήρχε. Κάθε πρωί, μόλις ο Χμ και ο Χα έφταναν στον Τυροσταθμό Τ, κάθονταν και βολεύονταν σαν στο σπίτι τους. Έβγαζαν τις φόρμες και τα αθλητικά τους παπούτσια και φορούσαν μαλακές παντόφλες. Τώρα που είχαν βρει το Τυρί, όλα είχαν γίνει πολύ άνετα. “Μεγαλείο”, έλεγε ο Χμ. “Εδώ υπάρχει τόσο Τυρί που αρκεί να μας κρατήσει για πάντα”. 



Τα ανθρωπάκια αισθάνονταν ευτυχισμένα και επιτυχημένα, και πίστευαν ότι είναι ασφαλή. Δεν πέρασε πολύς καιρός, και ο Χμ με τον Χα άρχισαν να θεωρούν το Τυρί που έβρισκαν στον Τυροσταθμό Τ ως το δικό τους τυρί. Το απόθεμα τυριού ήταν τόσο μεγάλο, που τελικά μετακόμισαν και έφεραν τα σπίτια τους κοντύτερα και έφτιαξαν την κοινωνική ζωή τους γύρω από τον Τυροσταθμό. 



Για να αισθάνονται ακόμη περισσότερο σπιτικά, ο Χμ και ο Χα διακόσμησαν τους τοίχους με ρητά και ζωγραφιές του Τυριού που τους έκαναν να χαμογελούν. Μια ζωγραφιά έλεγε:


Το τυρί σε κάνει ευτυχισμένο Μερικές φορές, ο Χμ και ο Χα προσκαλούσαν φίλους τους να δουν το σωρό του Τυριού τους στον Τυροσταθμό Τ, και τον έδειχναν με καμάρι λέγοντας: “Ωραίο δεν είναι το Τυράκι μας;”. Άλλοτε κερνούσαν τυρί τους φίλους τους, άλλοτε όχι. “Το αξίζουμε αυτό το Τυρί”, έλεγε ο Χμ. “Δουλέψαμε πολύ, δουλέψαμε σκληρά για να το βρούμε”. 

Και άρπαζε ένα φρέσκο γευστικό κομμάτι και το έτρωγε. Ύστερα, έπεφτε και αποκοιμιότανε, όπως ήταν η συνήθειά του. Κάθε βράδυ, τα ανθρωπάκια γυρνούσαν περπατώντας με το πάσο τους στο σπίτι ους, γεμάτα Τυρί, και κάθε πρωί επέστρεφαν σίγουροι ότι θα βρουν και άλλο. Αυτό συνεχίστηκε για πολύ καιρό. 

Ύστερα από λίγο, η αυτοπεποίθηση του Χμ και του Χα εξελίχθηκε σε αλαζονεία. Τόσο είχαν βολευτεί που ούτε καν έπαιρναν είδηση τι συνέβαινε. Καθώς περνούσε ο καιρός, ο Ρουθούνης και ο Τρεχάλης συνέχιζαν την καθημερινή ρουτίνα τους. Κατέφθαναν νωρίς κάθε πρωί, και μύριζαν, έξυναν τους τοίχους και έτρεχαν γύρω-γύρω στον Τυροσταθμό Τ, επιθεωρώντας την περιοχή για να δουν αν είχε αλλάξει κάτι από χθες. 

Ύστερα κάθονταν και άρχιζαν να τσιμπολογούν το τυρί. Μια μέρα, έφτασαν στον Τυροσταθμό Τ και ανακάλυψαν ότι δεν υπήρχε τυρί. Αυτό δεν τους προκάλεσε έκπληξη. Ο Ρουθούνης και ο Τρεχάλης είχαν παρατηρήσει ότι το απόθεμα τυριού λιγόστευε μέρα με τη μέρα, και έτσι είχαν προετοιμαστεί για το αναπόφευκτο και γνώριζαν ενστικτωδώς τι έπρεπε να κάνουν. 

Κοιτάχτηκαν, πήραν τα αθλητικά τους παπούτσια που τα είχαν δεμένα και κρεμασμένα από το λαιμό τους, τα φόρεσαν, και έδεσαν τα κορδόνια τους. Τα ποντίκια δεν πολυανέλυαν τα πράγματα. Ούτε τους βάραιναν τίποτε περίπλοκες πεποιθήσεις. Για τα ποντίκια, το πρόβλημα ήταν απλό, το ίδιο και η απάντηση. 

Η κατάσταση στον Τυροσταθμό Τ είχε αλλάξει, έτσι ο Ρουθούνης κι ο Τρεχάλης αποφάσισαν να αλλάξουν. Κοίταξαν μέσα στο λαβύρινθο. Μετά, ο Ρουθούνης σήκωσε ψηλά τη μύτη του, οσμίστηκε, κι έγνεψε στον Τρεχάλη ο οποίος ξεχύθηκε 
τρέχοντας σ’ ένα διάδρομο ενώ ο Ρουθούνης ακολουθούσε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. 

Είχαν ξεκινήσει την αναζήτηση για το Νέο Τυρί. Αργότερα την ίδια μέρα, ο Χμ και ο Χα έφτασαν στον Τυροσταθμό Τ. Δεν είχαν πάρει είδηση τις μικρές αλλαγές που συνέβαιναν κάθε μέρα, κι έτσι θεωρούσαν δεδομένο ότι το Τυρί θα τους περιμένει. 



Δεν είχαν προετοιμαστεί γι’ αυτό που θα συναντούσαν. “Τι; Που είναι το Τυρί;”, φώναξε ο Χμ. Και συνέχισε να στριγκλίζει: “Που είναι το Τυρί; Που είναι το Τυρί;”, λες κι αν δώναζε πολύ δυνατά το Τυρί θα ξαναρχόταν. Τελικά, έφερε τα χέρια στους γοφούς και με το πρόσωπο κατακόκκινο ούρλιαξε με όλη του τη δύναμη της φωνής του: “Είναι αδικία!”. 



Ο Χα έμεινε ακίνητος, κουνώντας μόνο το κεφάλι, μην μπορώντας να πιστέψει τι είχε συμβεί. Κι αυτός περίμενε να βρει Τυρί στον Τυροσταθμό Τ. Έμεινε να στέκεται πολλή ώρα, παγωμένος από το σοκ. Τέτοιο πράγμα δεν το περίμενε. 



Ο Χμ φώναζε κάτι, αλλά ο Χα δεν ήθελε να τον ακούσει. Δεν ήθελε να αντικρίσει κατάματα αυτό που συνέβαινε, οπότε κλείστηκε στον εαυτό του αγνοώντας τα πάντα. 



Η συμπεριφορά που έδειξαν τα ανθρωπάκια δεν ήταν πολύ αξιέπαινη, ούτε και πολύ παραγωγική, ήταν όμως κατανοητή. Το να βρίσκουν Τυρί δεν ήταν εύκολο, και η σημασία του για τα ανθρωπάκια δεν ήταν απλώς ότι είχαν αρκετό για να τρώνε κάθε μέρα. 



Το να βρίσκουν Τυρί ήταν για τα ανθρωπάκια ένας τρόπος να αποκτούν αυτά που πίστευαν ότι χρειάζονται για να είναι ευτυχισμένα. Το καθένα είχε τις δικές του απόψεις για το τι σήμαινε το Τυρί, ανάλογα με το γούστο του. 



Για ορισμένα, το να βρουν Τυρί σήμαινε να έχουν υλικά αγαθά. Για άλλους ήταν να έχουν καλή υγεία ή να αναπτύξουν μια πνευματική αίσθηση της καλοζωίας. Για τον Χα, το Τυρί σήμαινε απλώς να αισθάνεται ασφάλεια, να αποκτήσει κάποτε μια αγαπημένη οικογένεια, και να ζουν σ’ ένα όμορφο σπιτάκι στην Οδό Γραβιέρας.



 Για τον Χμ, το Τυρί σήμαινε να γίνει μέγας και τρανός, να διοικεί άλλους, και να ζει σε μια βίλα στην κορυφή του Λόφου Καμαμπέρ. Επειδή το Τυρί ήταν τόσο σημαντικό γι’ αυτά, τα δύο ανθρωπάκια συλλογίστηκαν πάρα πολύ προσπαθώντας να αποφασίσουν τι θα κάνουν. 



Το μόνο που σκέφτηκαν ήταν να ψάξουν απ’ άκρη σ’ άκρη στον πρώην Τυροσταθμό Τ, για να βεβαιωθούν ότι το Τυρί είχε στ’ αλήθεια εξαφανιστεί. Ενώ ο Ρουθούνης κι ο Τρεχάλης είχαν αμέσως περάσει στη δράση, ο Χμ και ο Χα συνέχισαν τα αχ και τα βαχ.


Έκλαιγαν και οδύρονταν για την αδικία που τους έγινε. Ο Χα άρχισε να πέφτει σε κατάθλιψη. Τι θα γινόταν αν το Τυρί δεν εμφανιζόταν ούτε αύριο; Αυτός είχε κάνει σχέδια για το μέλλον βασιζόμενος σ’ αυτό το Τυρί. Τα ανθρωπάκια δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. 

Πως συνέβη τέτοιο πράγμα; Κανείς δεν τους είχε προειδοποιήσει. Ήταν άδικο. Δεν ήταν σωστά πράγματα αυτά. Το βράδυ εκείνο, ο Χμ και ο Χα γύρισαν σπίτι τους πεινασμένοι και απογοητευμένοι. 

Πριν όμως φύγουν, ο Χα έγραψε στον τοίχο: Όσο πιο σημαντικό είναι για σένα το τυρί τόσο περισσότερο θέλεις να το κρατήσεις Την άλλη μέρα το πρωί, ο Χμ και ο Χα ξεκίνησαν και πάλι για τον Τυροσταθμό Τ, ελπίζοντας ότι κάτι θα έχει συμβεί και θα βρουν και πάλι το Τυρί τους. 

Όμως η κατάσταση δεν είχε αλλάξει. Τυρί δεν υπήρχε. Τα ανθρωπάκια δεν ήξεραν τι να κάνουν. Στέκονταν εκεί, εντελώς ακίνητα, σαν δύο αγάλματα. Ο Χα έκλεισε τα μάτια του όσο πιο σφιχτά μπορούσε, κι έβαλε τα χέρια πάνω στ’ αυτιά του. Ήθελε να μη βλέπει και να μην ακούει τίποτε. 

Δεν είχε θελήσει να αντιληφθεί ότι το απόθεμα του Τυριού λιγόστευε λίγο-λίγο τόσο καιρό. Πίστευε ότι το είχαν πάρει όλο μαζί ξαφνικά. Ο Χμ ανέλυσε την κατάσταση ξανά και ξανά και, τελικά, το μυαλό του, με το ανεπτυγμένο σύστημα πεποιθήσεών του, επικράτησε: “Γιατί μου έκαναν τέτοιο πράγμα;”, ρώτησε. “Τι συμβαίνει τελικά εδώ πέρα;”. 

Κάποτε, ο Χα άνοιξε τα μάτια του, κοίταξε ολόγυρα, και είπε: “Δε μου λες, που είναι ο Ρουθούνης κι ο Τρεχάλης; Λες να ξέρουν κάτι που εμείς δεν ξέρουμε;”. “Από πού κι ως πού να το ξέρουν;” σάρκασε περιφρονητικά ο Χμ. “Αυτοί είναι σκέτα ποντικάκια”, συνέχισε ο Χμ. “Απλώς αντιδρούν σε όσα συμβαίνουν. Εμείς είμαστε ανθρωπάκια. 

Είμαστε κάτι το εξαιρετικό. Εμείς θα έπρεπε να μπορούμε να βρούμε τη λύση. Και επιπλέον, εμείς αξίζουμε καλύτερη τύχη. Είναι ανεπίτρεπτο να μας συμβεί κάτι τέτοιο ή, αν ήταν να μας συμβεί, τουλάχιστον θα έπρεπε να πάρουμε κάποια ανταλλάγματα”. “Γιατί θα έπρεπε να πάρουμε κάποια ανταλλάγματα;”, ρώτησε ο Χα. “Γιατί έχουμε κεκτημένο δικαίωμα”, ισχυρίστηκε με στόμφο ο Χμ. “Τι έχουμε κεκτημένο δικαίωμα;”, θέλησε να μάθει ο Χα.


“Δικαιούμαστε το Τυρί μας”. “Γιατί;”, ρώτησε ο Χα. “Γιατί αυτό το πρόβλημα δεν το προκαλέσαμε εμείς”, είπε ο Χμ. “Κάποιος άλλος το προκάλεσε, οπότε πρέπει κι εμείς να ωφεληθούμε σε κάτι”. “Μήπως είναι καλύτερα να σταματήσουμε να αναλύουμε τόσο πολύ την κατάσταση και να πάμε να βρούμε λίγο Καινούριο Τυρί;”, πρότεινε ο Χα. “Α, όχι!”, τον έκοψε ο Χμ. “Εγώ δεν θα το αφήσω έτσι αυτό”. 

Ενώ ο Χμ και ο Χα εξακολουθούσαν να προσπαθούν να αποφασίσουν τι θα κάνουν, ο Ρουθούνης και ο Τρεχάλης είχαν ήδη προχωρήσει πολύ. Χώθηκαν πιο βαθιά μέσα στο λαβύρινθο, τρέχοντας πάνω-κάτω σε διαδρόμους, αναζητώντας παντού Τυρί. Τίποτε άλλο δεν σκέφτονταν, παρά μόνο που θα βρουν Καινούριο Τυρί. 

Στην αρχή δεν έβρισκαν τίποτε, αλλά τελικά βρέθηκαν σε μια περιοχή του λαβύρινθου όπου δεν είχαν ξαναπάει ποτέ: στον Τυροσταθμό Κ. Στρίγκλισαν από χαρά. Βρήκαν αυτό που έψαχναν: ένα μεγάλο απόθεμα από Καινούριο Τυρί. Δεν πίστευαν στα μάτια τους. 

Ήταν το μεγαλύτερο απόθεμα τυριού που είχαν δει ποτέ τους. 





Στο μεταξύ, ο Χμ και ο Χα βρίσκονταν ακόμη στον Τυροσταθμό Τ και ανέλυαν την κατάστασή τους. Τώρα υπέφεραν από τα συμπτώματα της έλλειψης Τυριού. Νευρίαζαν, θύμωναν, και έριχναν ο ένας στον άλλον το φταίξιμο για το κακό που είχαν πάθει. Πότε-πότε, ο Χα σκεφτόταν τα φιλαράκια του τα ποντίκια και αναρωτιόταν αν είχαν κιόλας βρει καθόλου τυρί. 





Πίστευε ότι θα περνούσαν δύσκολες στιγμές, γιατί το να τρέχεις μέσα στο λαβύρινθο είναι όσο και να πεις επικίνδυνο, αλλά ήξερε επίσης ότι αυτές οι δύσκολες στιγμές δε θα κρατούσαν για πάντα. Μερικές φορές, ο Χα φανταζόταν το Ρουθούνη και τον Τρεχάλη να βρίσκουν Καινούριο Τυρί και να το τρώνε με βουλιμία. 





Σκεφτόταν πόσο καλά θα έκανε να βγει έξω στην περιπέτεια, στο λαβύρινθο, και να βρει φρέσκο, Καινούριο Τυρί. Σχεδόν μπορούσε να το γευτεί στη φαντασία του. Όσο πιο καθαρά έβλεπε ο Χα τον εαυτό του να βρίσκει και να απολαμβάνει το Καινούριο Τυρί, τόσο περισσότερο έβλεπε τον εαυτό του να φεύγει από τον Τυροσταθμό Τ. 





“Έλα, πάμε”, φώναξε, έτσι ξαφνικά. “Όχι”, απάντησε αμέσως ο Χμ. “Μ’ αρέσει εδώ. Είναι πολύ άνετα. Εδώ το ξέρω το μέρος. Άλλωστε, εκεί έξω είναι επικίνδυνα.” “Δεν είναι”, αντέτεινε ο Χα. “Έχουμε γυρίσει πολλές περιοχές του λαβύρινθου προηγουμένως, και μπορούμε να το κάνουμε ξανά.”



“Ξέρεις, αρχίζω να γερνάω για κάτι τέτοια”, είπε ο Χμ. “Και φοβάμαι ότι δε μ’ αρέσει η ιδέα να χαθώ και να γίνω ρεζίλι σε όλους. Εσένα σ’ αρέσει;”. Και μ’ αυτό, τον Χα τον έπιασε ξανά ο φόβος της αποτυχίας και η ελπίδα του να βρει Καινούριο Τυρί μαράθηκε. 

Κι έτσι, κάθε μέρα τα ανθρωπάκια συνέχισαν να κάνουν ό,τι έκαναν και πριν. Πήγαιναν στον Τυροσταθμό Τ, δεν έβρισκαν Τυρί, και γύριζαν σπίτι, κουβαλώντας μαζί τους τις σκοτούρες και την απογοήτευσή τους. Προσπάθησαν να αρνηθούν την πραγματικότητα, αλλά το έβρισκαν δυσκολότερο να αποκοιμηθούν, ξυπνούσαν την άλλη μέρα με κομμένα τα γόνατα, και πολύ εύκολα εκνευρίζονταν. 

Τα σπίτια τους δεν είχαν πια την παλιά θαλπωρή. Με το ζόρι τους έπιανε ο ύπνος και συνεχώς έβλεπαν εφιάλτες ότι δεν βρίσκουν πουθενά Τυρί. Κι όμως, κάθε μέρα ο Χμ και ο Χα επέστρεφαν στον Τυροσταθμό Τα και περίμεναν εκεί. 

“Ξέρεις κάτι;”, είπε μια μέρα ο Χμ. “Αν δουλέψουμε σκληρότερα, θα βρούμε ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει και πάρα πολύ. Κατά πάσα πιθανότητα το Τυρί βρίσκεται κάπου εδώ κοντά. Ίσως είναι κρυμμένο πίσω από τον τοίχο.” Την άλλη μέρα, ο Χμ και ο Χα πήραν μαζί τους εργαλεία. 

Ο Χμ κρατούσε το σκαρπέλο ενώ ο Χα κοπανούσε με το σφυρί, μέχρι που άνοιξαν μια τρύπα στον τοίχο του Τυροσταθμού Τ. Κοίταξαν μέσα, αλλά πουθενά Τυρί. Ένοιωσαν απογοήτευση, αλλά ακόμα πίστευαν ότι μπορούν να λύσουν το πρόβλημα. Την άλλη μέρα ξεκίνησαν νωρίτερα, έμειναν περισσότερο, και δούλεψαν σκληρότερα. Αλλά το μόνο που κατάφεραν ήταν να ανοίξουν μια πιο μεγάλη τρύπα. 

Ο Χα άρχιζε να συνειδητοποιεί τη διαφορά ανάμεσα σε δραστηριότητα και παραγωγικότητα. “Ίσως θα πρέπει”, είπε ο Χμ, “απλώς να κάτσουμε και να δούμε τι θα γίνει. Αργά η γρήγορα, δεν μπορεί, θα ξαναφέρουν το Τυρί.” Ο Χα ήθελε να το πιστέψει αυτό. Κι έτσι, κάθε βράδυ πήγαινε σπίτι να ξεκουραστεί και το πρωί ακολουθούσε με βαριά καρδιά τον Χμ στον Τυροσταθμό Τ. Αλλά Τυρί δεν εμφανιζόταν. 

Στο μεταξύ, τα ανθρωπάκια είχαν εξασθενήσει από την πείνα και το άγχος. Ο Χα κουράστηκε να περιμένει άπραγος μήπως αλλάξει η κατάσταση. Άρχισε να βλέπει ότι όσο έμεναν χωρίς Τυρί, τόσο χειρότερα γίνονταν τα πράγματα. Καταλάβαινε ότι αρχίζουν να παίρνουν την κάτω βόλτα. Τελικά, μια μέρα ο Χα άρχισε να γελάει με τον εαυτό του. “Χα, χα, κοίτα τα χάλια μου. Κάνω συνεχώς το ίδιο πράγμα κάθε μέρα, και μετά 
αναρωτιέμαι γιατί δεν καλυτερεύουν τα πράγματα. Αν δεν ήταν τόσο γελοίο, θα ήταν πολύ αστείο”. 



Δεν του άρεσε του Χα η ιδέα να ξαναβγεί στο λαβύρινθο. Ήξερε ότι θα χανόταν και δεν είχε ιδέα που να βρει Τυρί. Όταν όμως είδε σε τι θέση τον είχε φέρει ο φόβος του, δεν μπορούσε να μη γελάσει με τον εαυτό του. Ρώτησε τον Χμ: “Θυμάσαι που έχουμε βάλει τις φόρμες μας και τα αθλητικά μας παπούτσια;”. 



Έκαναν αρκετή ώρα να τα βρουν, γιατί όταν είχαν βρει το Τυρί τους στον Τυροσταθμό Τ τα είχαν καταχωνιάσει βαθιά, πιστεύοντας ότι δεν πρόκειται να τα ξαναχρειαστούν ποτέ. Βλέποντας ο Χμ το φίλο του να φοράει τη φόρμα του, είπε: “Μη μου πεις ότι θα ξαναβγείς εκεί έξω; Γιατί δεν κάθεσαι να περιμένουμε μαζί μέχρι που να ξαναφέρουν το Τυρί;” “Γιατί δεν θα το φέρουν”, απάντησε ο Χα. “Κι εγώ δεν ήθελα να δω την αλήθεια, αλλά τώρα το κατάλαβα: δεν πρόκειται να ξαναφέρουν το Παλιό Τυρί. Αυτό ήταν το Τυρί του χθες. Καιρός να βρούμε καινούριο Τυρί.” “Κι αν δεν υπάρχει Τυρί εκεί έξω;”, έκανε ο Χμ. “Ή, ακόμη κι αν υπάρχει ποιος σου εγγυάται ότι θα το βρεις;” “Δεν ξέρω”, είπε ο Χα. 



Είχε κι ο ίδιος κάνει πολλές φορές τις ίδιες ερωτήσεις στον εαυτό του και ξανάρχιζε να αισθάνεται τους ίδιους φόβους που τον είχαν καθηλώσει εκεί. Ύστερα σκέφθηκε τον εαυτό του να βρίσκει Καινούριο Τυρί, και όλα τα καλά επακόλουθα, και ξαναβρήκε το κουράγιο του. “Μερικές φορές”, είπε ο Χα, “τα πράγματα αλλάζουν και δεν είναι ποτέ όπως παλιά. Μου φαίνεται ότι αυτό συμβαίνει και τώρα, Χμ. Έτσι είναι η ζωή! Η ζωή προχωρεί. Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς”. 



Ο Χα κοίταξε το σκελετωμένο σύντροφό του και προσπάθησε να του μιλήσει λογικά, αλλά ο φόβος του Χμ είχε εξελιχθεί σε θυμό και δεν τον άφηνε να ακούσει. Δεν ήθελε να φανεί σκληρός προς το φίλο του, αλλά δεν μπορούσε να μη γελάσει με το πόσο ηλίθιοι φαίνονταν κι οι δύο. 



Καθώς ο Χα ετοιμαζόταν να φύγει, άρχισε να νιώθει πιο ζωντανός, γνωρίζοντας ότι είχε βρει επιτέλους τη δύναμη να γελάσει με τον εαυτό του, να ξεχάσει τα παλιά, και να προχωρήσει μπροστά. “Πάμε λαβύρινθο!”, ανακοίνωσε εύθυμα. Ο Χμ δεν γέλασε και δεν αποκρίθηκε. 



Ο Χα έπιασε μια σκληρή, μυτερή πέτρα και έγραψε στον τοίχο μια σοβαρή σκέψη του για να προβληματίσει τον Χμ. Όπως συνήθιζε, πρόσθεσε και τη ζωγραφιά ενός Τυριού, ελπίζοντας να κάνει τον Χμ να χαμογελάσει, να ζωντανέψει, και να βγει στο κυνήγι για το Καινούριο Τυρί. Αλλά ο Χμ αρνήθηκε να την κοιτάξει. Έγραφε:
Όποιος δεν αλλάζει κινδυνεύει να χαθεί. 

Ύστερα ο Χα έβγαλε έξω το κεφάλι και κοίταξε με αγωνία πέρα από στο λαβύρινθο. Σκέφτηκε πώς είχε φτάσει σε αυτή τη στερημένη από Τυρί κατάσταση. Είχε πιστέψει ότι μπορεί να μην υπήρχε καθόλου Τυρί στο λαβύρινθο, ή ότι μπορεί να μην το έβρισκε. Τέτοιες γεμάτες φόβο πεποιθήσεις τον ακινητοποιούσαν και τον σκότωναν. 

Ο Χα χαμογέλασε. Ήξερε ότι ο Χμ αναρωτιόταν “Ποιος πήρε το Τυρί μου;”˙ ο Χα όμως αναρωτιόταν: “Γιατί να μη σηκωθώ και να ακολουθήσω το Τυρί νωρίτερα;” Καθώς έκανε τα πρώτα βήματα μέσα στο λαβύρινθο, κοίταξε πίσω του κι ένοιωσε τη θαλπωρή του μέρους που άφηνε. 

Ένοιωσε κάτι να τον τραβάει πίσω στα γνωστά του μέρη – έστω κι αν τον τελευταίο καιρό ήταν μέρη χωρίς Τυρί. Τον έπιασε περισσότερο άγχος και αναρωτήθηκε αν πραγματικά θέλει να περιπλανηθεί στο λαβύρινθο. Έγραψε στον τοίχο άλλη φράση κι έμεινε να την κοιτάζει αρκετή ώρα: Τι θα έκανες αν δεν φοβόσουν; Το συλλογίστηκε. 

Ήξερε ότι μερικές φορές ο φόβος μπορεί να είναι καλό πράγμα. Όταν φοβάσαι ότι, αν δεν αντιδράσεις τα πράγματα θα χειροτερέψουν, ο φόβος σε σπρώχνει στη δράση. Όταν όμως δεν σ’ αφήνει να κάνεις τίποτε, τότε ο φόβος δεν είναι καλό πράγμα. Κοίταξε προς τα δεξιά, στην περιοχή του λαβύρινθου όπου δεν είχε πάει ποτέ, κι ένοιωσε χειροπιαστό το φόβο. Πήρε όμως μια βαθιά ανάσα, έκανε στροφή προς τα δεξιά, και με αργό τροχάδην χώθηκε στο άγνωστο. 

Καθώς προσπαθούσε να βρει το δρόμο του, ο Χα μετάνιωνε που είχε καθυστερήσει τόσο πολύ περιμένοντας στον Τυροσταθμό Τ. Είχε τόσο πολύ καιρό να δοκιμάσει Τυρί, που ο οργανισμός του είχε εξασθενήσει. Δεν μπορούσε να τρέξει και κουραζόταν περισσότερο, απ’ ό,τι παλιά. Πήρε μέσα του την απόφαση ότι, αν ποτέ του ξαναδοθεί η ευκαιρία στο μέλλον, θα προσαρμοστεί πιο γρήγορα στην αλλαγή. Έτσι θα είναι πιο εύκολα. “Κάλλιο αργά παρά ποτέ”, σκέφτηκε και χαμογέλασε κουρασμένα.

Τις επόμενες μέρες, ο Χα βρήκε λίγο Τυρί εδώ κι εκεί, αλλά τίποτε άξιο λόγου. Έλπιζε να βρει αρκετό Τυρό, να φέρει λίγο στον Χμ, και να τον πείσει να έλθει μαζί του στο λαβύρινθο. Αλλά ο Χα δεν αισθανόταν ακόμη αρκετή αυτοπεποίθηση. Ήταν αναγκασμένος να παραδεχθεί ότι τα είχε χαμένα μέσα στο λαβύρινθο. Τα πράγματα φαίνονταν να έχουν αλλάξει από την τελευταία φορά. 

Κάθε φορά που πίστευε ότι κάπου βγαίνει, χανόταν στους διαδρόμους. Έκανε πρόοδο, αλλά ήταν σαν δύο βήματα μπρος κι ένα βήμα πίσω. Ήταν δύσκολο, ωστόσο αναγνώριζε ότι ο λαβύρινθος και το κυνήγι του Τυριού δεν ήταν τόσο άσχημο όσο φοβόταν πριν ξεκινήσει. Καθώς περνούσε ο καιρός, άρχισε να αναρωτιέται αν ήταν ρεαλιστική η ελπίδα του ότι θα βρει Καινούριο Τυρί. 

Αναρωτήθηκε μήπως έχει υπερβολικές φιλοδοξίες, μήπως “έχει δαγκώσει πολύ μεγάλη μπουκιά”. Και ύστερα γέλασε, γιατί σκέφτηκε ότι προς το παρόν δεν έχει τίποτα να δαγκώσει. Κάθε φορά που άρχιζε να χάνει το κουράγιο του, ξαναθύμιζε στον εαυτό του ότι αυτό που κάνει, όσο δυσάρεστο κι αν είναι προς το παρόν, ήταν πολύ καλύτερο στην πραγματικότητα από το να κάθεται άπραγος Χωρίς Τυρί. 

Έπαιρνε την κατάσταση στα χέρια του αντί να αφήνει τα πράγματα να του συμβαίνουν. Και θύμιζε στον εαυτό του ότι, αν ο Ρουθούνης κι Τρεχάλης μπόρεσαν να προχωρήσουν, γιατί να μην μπορεί κι εκείνος! Καθώς ο Χα σκεπτόταν την προηγούμενη κατάσταση, συνειδητοποίησε ότι το Τυρί δεν είχε εξαφανιστεί ξαφνικά, μέσα σε μια νύχτα, από τον Τυροσταθμό Τ. 

Προς το τέλος, η ποσότητα Τυριού όλο και λιγόστευε, κι αυτό που απέμενε είχε μπαγιατέψει. Η γεύση του είχε χαλάσει λίγο. Μπορεί μάλιστα το Παλιό Τυρί να είχε πιάσει και μούχλα, αν και δεν το είχε αντιληφθεί. Αναγκάστηκε όμως να παραδεχτεί ότι, αν το είχε επιδιώξει, θα μπορούσε να αντιληφθεί τι έμελλε να συμβεί. Αλλά δεν το είχε θελήσει. 

Ο Χα συνειδητοποίησε τώρα ότι η αλλαγή, κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα τον είχε αιφνιδιάσει αν ο ίδιος παρακολουθούσε όλο αυτό τον καιρό τι συνέβαινε και είχε πάρει τα μέτρα του. Ίσως αυτό να είχαν κάνει ο Ρουθούνης κι ο Τρεχάλης. Σταμάτησε να ξεκουραστεί λίγο, κι έγραψε στον τοίχο του λαβύρινθου: Μύριζε συχνά το τυρί για να καταλάβεις όταν μπαγιατέψει.


Πέρασαν μερικές μέρες χωρίς να βρει Τυρί, και τελικά ο Χα συνάντησε μπροστά του έναν τεράστιο Τυροσταθμό που φαινόταν να υπόσχεται πολλά. Όταν όμως μπήκε μέσα, απογοητεύτηκε τρομερά: ο Τυροσταθμός ήταν άδειος! “Δεν αντέχω άλλο αυτή την άδεια αίσθηση”, σκέφτηκε. Του φαινόταν ότι θα τα παρατήσει. 

Ο Χα έχανε τις δυνάμεις του. ήξερε ότι έχει χαθεί και φοβόταν πως δε θα βγει ζωντανός. Σκέφτηκε να κάνει μεταβολή και να γυρίσει στον Τυροσταθμό Τ. Τουλάχιστον, αν κατάφερνε να γυρίσει πισω και ο Χμ ήταν ακόμη εκεί, ο Χα δεν θα ήταν μόνος. Ύστερα έκανε στον εαυτό του την ίδια ερώτηση: “Τι θα έκανα αν δεν φοβόμουν;”. 

Φοβόταν περισσότερο απ’ όσο θα τολμούσε να παραδεχθεί ακόμα και στον εαυτό του. Δεν ήταν πάντοτε βέβαιος τι ακριβώς φοβάται, αλλά τώρα, εξαντλημένος όπως ήταν, ήξερε ότι απλώς φοβάται να συνεχίσει μόνος του. Ο Χα δεν το είχε συνειδητοποιήσει, αλλά αυτό που τον έσπρωχνε προς τα πίσω ήταν οι γεμάτες φόβο πεποιθήσεις. 

Αναρωτιόταν αν π Χμ είχε αποφασίσει να κουνηθεί ή αν εξακολουθούσαν να τον παραλύουν οι φόβοι. Κι έπειτα, θυμήθηκε ποιες στιγμές είχε αισθανθεί καλύτερα μέσα στο λαβύρινθο: ήταν τις στιγμές που προχωρούσε μπροστά. Έγραψε άλλο ένα ρητό στον τοίχο˙ το έγραφε τόσο για τον εαυτό του, όσο και ως σημάδι για ο φιλαράκο του τον Χμ αν ποτέ, όπως έλπιζε, τον ακολουθούσε. Η αλλαγή κατεύθυνσης σε βοηθάει να βρεις καινούριο τυρί. 

Ο Χα κοίταξε τη σκοτεινή στοά κι ένοιωσε πεντακάθαρα το φόβο. Τι βρισκόταν εκεί μέσα; Μήπως η στοά ήταν άδεια; Ή, χειρότερα, μήπως καραδοκούσαν κίνδυνοι; Άρχισε να φαντάζεται όλα τα τρομακτικά πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν. Ο τρόμος τον είχε κυριεύσει. Τότε γέλασε με τον εαυτό του. 

Συνειδητοποίησε ότι ο φόβος απλώς χειροτερεύει τα πράγματα. Κι έτσι έκανε αυτό που θα έκανε αν δε φοβόταν: προχώρησε αλλάζοντας κατεύθυνση. Καθώς μπήκε στο σκοτεινό διάδρομο, άρχισε να χαμογελάει. Δεν το είχε ακόμα συνειδητοποιήσει ο Χα, αλλά εκείνη τη στιγμή ανακάλυπτε τι είναι αυτό που ατσάλωνε την ψυχή του. Να ξεχνάει τα παλιά και να εμπιστεύεται αυτό που βρίσκεται μπροστά του έστω κι αν δεν ξέρει τι ακριβώς είναι.

Προς μεγάλη έκπληξη, ο Χα άρχισε να αισθάνεται όλο και καλύτερα. “Γιατί νοιώθω τόσο καλά;”, απορούσε. “Ούτε Τυρί έχω, ούτε ξέρω που πηγαίνω”. Δεν άργησε όμως να καταλάβει γιατί νοιώθει καλά. Κοντοστάθηκε κι έγραψε ξανά στον τοίχο: Όταν ξεπερνάς το φόβο σου, αισθάνεσαι ελεύθερος. 

Ο Χα συνειδητοποίησε πως ο φόβος του τον κρατούσε αιχμάλωτο. Με το να κινηθεί προς μια νέα κατεύθυνση είχε απελευθερωθεί. Ένοιωσε το δροσερό αεράκι που φυσούσε σ’ εκείνη την περιοχή του λαβύρινθου να τον αναζωογονεί. Πήρε μερικές βαθιές ανάσες κι ένοιωσε να ξαναβρίσκει το σφρίγος του. Μόλις ξεπέρασε το φόβο του, η περιπέτεια έγινε πολύ πιο απολαυστική απ’ όσο θα πίστευε ποτέ. 

Ο Χα είχε πολύ καιρό να νοιώσει τόσο όμορφα. Είχε σχεδόν ξεχάσει πόσο ωραίο είναι. Για να κάνει ακόμη καλύτερα τα πράγματα, ο Χα άρχισε να πλάθει μια εικόνα μέσα στο μυαλό του. Είδε τον εαυτό του, με κάθε λεπτομέρεια, να κάθεται ανάμεσα σε σωρούς από τα αγαπημένα του τυριά: Τσένταρ, Καμαμπέρ, Μπρι! 

Φαντάστηκε τον εαυτό του να τρώει με απόλαυση όλα τα τυριά που του άρεσαν, και του άρεσε αυτό που είδε. Φαντάστηκε πόσο θα απολάμβανε τη υπέροχη γεύση τους. Όσο ποιο καθαρά έβλεπε στο μυαλό του την εικόνα του Καινούριου Τυριού, τόσο πιο πραγματική γινόταν η εικόνα και τόσο ποιο πολύ πίστευε ότι τελικά θα το έβρισκε. Έγραψε: Το να φαντάζομαι τον εαυτό μου να απολαμβάνει το καινούριο τυρί, έστω και πριν το βρω, με οδηγεί σ’ αυτό. “Γιατί άραγε δεν το έκανα από πριν αυτό;”, αναρωτήθηκε ο Χα.


Κι άρχισε να τρέχει στο λαβύρινθο, πιο δυνατός και πιο σβέλτος. Πριν περάσει πολλή ώρα, βρήκε έναν Τυροσταθμό και χάρηκε πολύ βλέποντας κοντά στην είσοδο μερικά κομματάκια Καινούριο Τυρί. Ήταν ποικιλίες Τυριού που δεν τις ήξερε, αλλά φαίνονταν μια χαρά. Τα δοκίμασε και τα βρήκε πεντανόστιμα. 

Έφαγε τα περισσότερα κι έβαλε τα υπόλοιπα στις τσέπες του για αργότερα, ίσως και να τα μοιραστεί με τον Χμ. Άρχισε να ξαναβρίσκει τις δυνάμεις του. Μπήκε στον Τυροσταθμό γεμάτος προσμονή. Αλλά προς μεγάλη του απογοήτευση, τον βρήκε άδειο. Κάποιος άλλος είχε περάσει νωρίτερα και είχε αφήσει μόνον αυτά τα λίγα κομματάκια. 

Συνειδητοποίησε ότι, αν είχε κινηθεί νωρίτερα, μάλλον θα προλάβαινε να βρει άφθονο Καινούριο Τυρί εδώ. Τότε, ο Χα αποφάσισε να γυρίσει πίσω και να δει αν ο Χμ είναι έτοιμος να έλθει μαζί του. Καθώς έπαιρνε το δρόμο του γυρισμού, σταμάτησε και έγραψε στον τοίχο: Όσο πιο γρήγορα αφήσεις το παλιό τυρί, τόσο πιο γρήγορα θα βρεις το καινούριο τυρί. 

Ύστερα από λίγες μέρες, ο Χα επέστρεψε στον Τυροσταθμό Τ και βρήκε τον Χμ. Του πρόσφερε μερικά κομματάκια Καινούριο Τυρί, αλλά συνάντησε άρνηση. Ο Χμ εκτίμησε τη χειρονομία του φίλου του, αλλά είπε: “Δεν νομίζω ότι θα μ’ αρέσει το Καινούριο Τυρί. Δεν το έχω συνηθίσει. Εγώ θέλω πίσω το δικό μου Τυρί και δεν πρόκειται ν’ αλλάξω γνώμη αν δεν αποκτήσω αυτό που θέλω”. 

Ο Χα δεν είπε τίποτε˙ κούνησε μόνο απογοητευμένος το κεφάλι και με βαριά καρδιά ξανάφυγε μονάχος. Καθώς ξαναχώθηκε στην καινούρια περιοχή του λαβύρινθου ένοιωθε ότι του λείπει ο φίλος του, αλλά συνειδητοποίησε ότι αυτά που ανακάλυπτε του άρεσαν. Δεν είχε ακόμα βρει το μεγάλο απόθεμα του Καινούριου Τυριού, ούτε ήξερε αν θα το βρει ποτέ, αλλά κατάλαβε ότι αυτό που τον έκανε ευτυχισμένο δεν ήταν απλώς το ότι έβρισκε Τυρί. 

Ήταν ευτυχισμένος επειδή δεν τον καταπίεζε πια ο φόβος του. Του άρεσε αυτό που έκανε. Ξέροντάς το αυτό, ο Χα δεν αισθανόταν τόση αδυναμία όσο όταν έμενε χωρίς Τυρί στον Τυροσταθμό Τ. Και μόνο το ότι συνειδητοποιούσε 
πως δεν άφηνε το φόβο του να τον καθηλώνει, το ότι γνώριζε πως ακολουθεί μια νέα κατεύθυνση, τον έτρεφε και του χάριζε δυνάμεις. 



Τώρα αισθανόταν ότι ήταν απλώς ζήτημα χρόνου μέχρι να βρει αυτό που αναζητούσε. Στην πραγματικότητα, διαισθανόταν ότι έχει ήδη βρει αυτό που αναζητούσε. Χαμογέλασε καθώς συνειδητοποίησε ότι: Είσαι πιο ασφαλής όταν ψάχνεις μέσα στο λαβύρινθο παρά όταν παραμένεις άπρακτος Χωρίς Τυρί. 



Ο Χα συνειδητοποίησε και πάλι ότι αυτό που φοβάσαι πότε δεν είναι τόσο άσχημο όσο το φαντάζεσαι. Ο φόβος που εσύ αφήνεις να γιγαντωθεί μέσα στο μυαλό σου είναι χειρότερος από την κατάσταση που πραγματικά υπάρχει. Τόσο πολύ φοβόταν μήπως δε βρει Καινούριο Τυρί, που δεν είχε καν αρχίσει να ψάχνει. 



Από τότε όμως που ξεκίνησε το ταξίδι του είχε βρει στους διαδρόμους αρκετό Τυρί ώστε να συντηρηθεί και να συνεχίσει. Τώρα υπολόγιζε να βρει περισσότερο. Ήταν συναρπαστικό και μόνο να κοιτάζει μπροστά. 



Ο παλιός τρόπος σκέψης του ήταν θολωμένος από τις έγνοιες και τους φόβους. Σκεπτόταν ότι δεν έχει αρκετό Τυρί, ότι δε θα του κρατήσει όσο θέλει. Σκεπτόταν περισσότερο τι μπορεί να πάει στραβά παρά τι μπορεί να πάει καλά. Αλλά από τότε που έφυγε από τον Τυροσταθμό Τ, είχε αλλάξει. 



Παλιότερα πίστευε ότι δε νοείται το Τυρί να εξαφανίζεται κι ότι η αλλαγή δεν ήταν σωστό πράγμα. Τώρα καταλάβαινε ότι η αλλαγή ήταν κάτι φυσιολογικό, που συμβαίνει συνεχώς, είτε την περιμένεις είτε όχι. 



Η αλλαγή μπορεί να σε αιφνιδιάσει μόνον αν δεν την περιμένεις και δεν την επιζητείς. Όταν συνειδητοποίησε πως οι πεποιθήσεις του είχαν αλλάξει, κοντοστάθηκε κι έγραψε στον τοίχο: Οι παλιές πεποιθήσεις δε σε οδηγούν στο Καινούριο Τυρί.


Ο Χα δεν είχε ακόμα βρει Τυρί μέσα στο λαβύρινθο, αλλά σκεπτόταν τι είχε ήδη μάθει. Καταλάβαινε τώρα ότι οι νέες πεποιθήσεις του τον ενθάρρυναν να ακολουθήσει νέα συμπεριφορά. Τώρα συμπεριφερόταν διαφορετικά απ’ ό,τι τότε που συνεχώς κάθε μέρα επέστρεφε στον ίδιο άδειο Τυροσταθμό. 

Ο Χα έμαθε ότι, όταν αλλάζεις αυτό που πιστεύεις, αλλάζεις και αυτό που κάνεις. Μπορείς να πιστέψεις ότι η αλλαγή θα σε βλάψει, και να της αντισταθείς. Μπορείς όμως να πιστέψεις ότι το να βρεις Καινούριο Τυρί θα σε βοηθήσει να ενστερνιστείς την αλλαγή. Όλα εξαρτώνται από το τι θα διαλέξεις να πιστεύεις. Έγραψε στον τοίχο: Όταν δεις ότι μπορείς να βρεις και να απολαύσεις Καινούριο Τυρί, αλλάζεις πορεία. 

Ο Χα καταλάβαινε ότι, αν είχε αγκαλιάσει την αλλαγή νωρίτερα και είχε φύγει μια ώρα αρχύτερα από τον Τυροσταθμό Τ, τώρα θα βρισκόταν σε πολύ καλύτερη θέση. Θα αισθανόταν πιο δυνατός στο σώμα και στο πνεύμα και θα μπορούσε να ανταπεξέλθει καλύτερα στην πρόκληση της ανακάλυψης Καινούριου Τυριού. 

Εδώ που τα λέμε, κατά πάσα πιθανότητα θα είχε ήδη βρει το Καινούριο Τυρί αν είχε μάθει να περιμένει την αλλαγή αντί να χάνει χρόνο αρνούμενος ότι η αλλαγή είχε ήδη συμβεί. Μάζεψε δυνάμεις και αποφάσισε να συνεχίσει να εξερευνάει τα άγνωστα μέρη του λαβύρινθου. Εδώ κι εκεί έβρισκε κομματάκια Τυρί, κι αυτό ανανέωνε τις δυνάμεις και την αυτοπεποίθησή του. 

Καθώς σκεφτόταν το δρόμο που είχε διανύσει μέχρι εκεί, ο Χα χαιρόταν που είχε γράψει τις σκέψεις του σε τόσα πολλά σημεία. Πίστευε ότι θα χρησίμευαν για σημάδια στον Χμ, αν ποτέ αποφάσιζε κι αυτός να φύγει από τον Τυροσταθμό Τ, που θα του έδειχναν το δρόμο. 

Ο Χα έλπιζε ότι βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση. Και σκεφτόταν ότι και ο Χμ θα διάβαζε τη Γραφή πάνω στον Τοίχο και θα έβρισκε το δρόμο του. Έγραψε στον τοίχο κάτι που σκεφτόταν εδώ και αρκετή ώρα:
Το να αντιλαμβάνεσαι από νωρίς τις μικρές αλλαγές σε βοηθάει να προσαρμοστείς στις μεγάλες αλλαγές που πρόκειται να έλθουν. 

Τώρα πια, ο Χα είχε αφήσει πίσω του το παρελθόν και προσαρμοζόταν στο μέλλον. Άνοιγε δρόμο μέσα στο λαβύρινθο με μεγαλύτερη δύναμη και ταχύτητα. Και δεν άργησε να συμβεί το μεγάλο γεγονός. 

Τη στιγμή που του φαινόταν ότι βρίσκεται μια ζωή περιπλανώμενος στο λαβύρινθο, το ταξίδι του – ή τουλάχιστον εκείνο το κομμάτι του ταξιδιού του – τελείωσε απότομα και χαρούμενα. 

Ο Χα βρήκε Καινούριο Τυρί στον Τυροσταθμό Κ! Όταν μπήκε μέσα, έπαθε κατάπληξη μ’ αυτό που είδε. Σε πανύψηλους σωρούς, παντού, βρισκόταν το μεγαλύτερο απόθεμα Τυριού που είχε δει ποτέ στα μάτια του. Πολλά Τυριά ήταν εντελώς άγνωστα, πρώτη φορά τα έβλεπε στη ζωή του. Για μια στιγμή, αναρωτήθηκε αν όλα αυτά υπήρχαν πραγματικά ή μήπως ήταν παιχνίδι της φαντασίας του, μέχρι που είδε τους παλιούς φίλους του, το Ρουθούνη και τον Τρεχάλη. 

Ο Ρουθούνης καλωσόρισε τον Χα με ένα κούνημα του κεφαλιού, ενώ ο Τρεχάλης τον χαιρέτησε σηκώνοντας το μπροστινό του πόδι. Από τις φουσκωμένες παχιές κοιλίτσες τους, καταλάβαινε κανείς ότι είχαν βρει τον Τυροσταθμό εδώ και αρκετό καιρό. Ο Χα χαιρέτησε τους φίλους του κι άρχισε να κόβει δαγκωματιές απ’ όλα τα αγαπημένα του Τυριά. 

Έβγαλε τα αθλητικά παπούτσια και τη φόρμα του και τα δίπλωσε καλά-καλά κοντά του μήπως τα χρειαστεί ξανά. Ύστερα όρμισε στο Καινούριο Τυρί. Όταν είχε πια γεμίσει καλά την κοιλιά του, σήκωσε ένα κομμάτι Καινούριο Τυρί κι έκανε πρόποση: “Ζήτω η Αλλαγή!”. Καθώς απολάμβανε το Καινούριο Τυρί, ο Χα σκεφτόταν τι είχε διδαχθεί. 

Κατάλαβε ότι, τόσο καιρό που φοβόταν να αλλάξει, έμενε προσκολλημένος στην αυταπάτη του Παλιού Τυριού που είχε πια χαθεί. Τι ήταν λοιπόν αυτό που τον έκανε να αλλάξει; Μήπως ο φόβος ότι θα πεθάνει της πείνας; “Ε, ασφαλώς ήταν κι αυτό”, σκέφτηκε ο Χα. Ύστερα γέλασε και συνειδητοποίησε ότι είχε αρχίσει να αλλάζει αμέσως μόλις είχε μάθει να γελάει με τον εαυτό του και με όλα όσα έκανε λάθος. 

Κατάλαβε ότι ο γρηγορότερος τρόπος για να αλλάξεις είναι 
να γελάσεις με τη βλακεία σου. Τότε μπορείς να αφήσεις πίσω τα παλιά και να προχωρήσεις γρήγορα μπροστά. Κατάλαβε επίσης ότι είχε διδαχθεί κάτι χρήσιμο από τους φίλους του τα ποντικάκια, το Ρουθούνη και τον Τρεχάλη. 



Για τα ποντικάκια η ζωή ήταν απλή. Δεν πολυανέλυαν ούτε πολυέμπλεκαν τα πράγματα. Όταν η κατάσταση άλλαξε και το Τυρί έφυγε, τα ποντικάκια άλλαξαν κι έφυγαν μαζί με το Τυρί. Ο Χα θα το θυμόταν αυτό. Και τότε, ο Χα χρησιμοποίησε το θαυμάσιο μυαλό του για να κάνει αυτό που τα ανθρωπάκια κάνουν καλύτερα από τα ποντικάκια. 



Συλλογίστηκε τα λάθη που είχε κάνει στο παρελθόν και τα χρησιμοποίησε για να σχεδιάσει το μέλλον του. Ήξερε ότι μπορείς να μάθεις να αντιμετωπίζεις την αλλαγή. Μπορείς να διατηρείς ζωντανή στο μυαλό σου την ανάγκη να μην περιπλέκεις τα πράγματα, να είσαι ευέλικτος, και να αντιδράς γρήγορα. Δεν είναι ανάγκη να μπλέκεις πολύ τα πράγματα ούτε να αναστατώνεσαι από πεποιθήσεις γεμάτες φόβο. 



Μπορείς να αντιληφθείς τις μικρές αλλαγές όταν ξεκινούν ώστε να είσαι καλύτερα προετοιμασμένος για τη μεγάλη αλλαγή που ίσως έλθει. Ο Χα ήξερε ότι έπρεπε να προσαρμόζεται πιο γρήγορα γιατί, αν δεν προσαρμόζεσαι έγκαιρα, μπορεί και να μην έχει αξία η προσαρμογή σου. 



Αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι ο μεγαλύτερος ανασχετικός παράγοντας στην αλλαγή βρίσκεται μέσα σου, κι ότι τίποτε δεν θα βελτιωθεί αν εσύ δεν αλλάξεις. Το σημαντικότερο απ’ όλα: συνειδητοποίησε ότι πάντοτε υπάρχει Καινούριο Τυρί εκεί έξω, είτε το αναγνωρίζεις εκείνη τη στιγμή είτε όχι. Και το κερδίζεις ως έπαθλο όταν ξεπεράσεις τους φόβους σου κι αρχίσεις να απολαμβάνεις την περιπέτεια. 



Ήξερε ο Χα ότι κάποιοι φόβοι είναι σεβαστοί γιατί μπορούν να σε προφυλάξουν από πραγματικό κίνδυνο. Συνειδητοποίησε όμως ότι οι περισσότεροι από τους φόβους του ήταν παράλογοι και τον είχαν εμποδίσει να αλλάξει ενώ η αλλαγή ήταν απαραίτητη. Τότε δεν του άρεσε, αλλά τώρα έβλεπε ότι η αλλαγή ήταν κρυφή ευλογία αφού τον οδήγησε σε καλύτερο Τυρί. 



Είχε μάλιστα ανακαλύψει και ένα καλύτερο κομμάτι του εαυτού του. Καθώς ο Χα αναλογιζόταν όλα όσα είχε διδαχθεί, σκέφτηκε τον φίλο του τον Χμ. Αναρωτιόταν αν ο Χμ είχε διαβάσει κανένα από τα ρητά που είχε γράψει ο Χα στον τοίχο του Τυροσταθμού Τ και παντού μέσα στο λαβύρινθο. Είχε τάχα ο Χμ αποφασίσει να ξεφύγει από το παρελθόν και να προχωρήσει; Είχε μπει στο λαβύρινθο; Είχε ανακαλύψει πώς μπορούσε να κάνει τη ζωή του καλύτερη; 



Ο Χα σκέφθηκε προς στιγμή να ξαναγυρίσει στον Τυροσταθμό Τ και να δει αν ο Χμ ήταν ακόμη εκεί – εφόσον βέβαια ο Χα μπορούσε να
ξαναβρεί το δρόμο. Αν έβρισκε τον Χμ, πίστευε ότι μπορούσε να του δείξει πώς να ξεφύγει από την κατάστασή του. Αλλά τότε, ο Χα συνειδητοποίησε ότι είχε ήδη προσπαθήσει να πείσει το φίλο του να αλλάξει. 

Όχι, ο Χμ έπρεπε να βρει το δικό του δρόμο, να ξεφύγει απ’ αυτό που τον βόλευε, να ξεπεράσει τους φόβους του. Κανείς άλλος δεν μπορούσε να το κάνει για λογαριασμό του ή να τον πείσει. Έπρεπε, με κάποιο τρόπο, ο ίδιος να δει το πλεονέκτημα της αλλαγής του. 

Ο Χα ήξερε ότι είχε αφήσει ίχνη για τον Χμ κι ότι ο Χμ μπορούσε να βρει το δρόμο αρκεί να διάβαζε τις Γραφές πάνω στον Τοίχο. Σηκώθηκε, πήγε στο μεγαλύτερο τοίχο του Τυροσταθμού Κ κι έγραψε περιληπτικά όλα όσα είχε μάθει. 

Γύρω από τα διδάγματα αυτά, ζωγράφισε ένα μεγάλο κομμάτι τυρί και χαμογέλασε καθώς τα ξανακοίταξε: 
Η ΓΡΑΦΗ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ 
Η αλλαγή συμβαίνει 
Συνεχώς σου παίρνουν το Τυρί 
Να προβλέπεις την αλλαγή 
Προετοιμάσου ότι ο Τυρί θα φύγει 
Να παρακολουθείς την αλλαγή. 
Να μυρίζεις συχνά το τυρί για να καταλάβεις πότε μπαγιατεύει 
Να προσαρμόζεσαι γρήγορα στην αλλαγή. 
Όσο πιο γρήγορα παρατήσεις το Παλιό Τυρί τόσο γρηγορότερα θα χαρείς το Καινούριο Τυρί. 
Άλλαξε 
Ακολούθησε το Τυρί 
Απόλαυσε την αλλαγή 
Γεύσου την περιπέτεια και απόλαυσε τη νοστιμιά του Καινούριου Τυριού
Να είσαι έτοιμος να αλλάξεις γρήγορα και να το απολαύσεις ξανά Συνεχώς παίρνουν το Τυρί 

Ο Χα ήξερε ότι είχε κάνει μεγάλη πρόοδο από τότε που βρισκόταν μαζί με τον Χμ στον Τυροσταθμό Τ, αλλά καταλάβαινε ότι, αν παραβολευόταν, θα ήταν εύκολο να κυλήσει πίσω στα παλιά. Κάθε μέρα επιθεωρούσε τον Τυροσταθμό Κ για να δει σε πια κατάσταση βρισκόταν το Τυρί. 

Έπαιρνε όσα μέτρα μπορούσε ώστε μια απροσδόκητη αλλαγή να μην τον αιφνιδιάσει. Αν και είχε ακόμα μεγάλο απόθεμα Τυριού, ο Χα συχνά έβγαινε έξω στο λαβύρινθο και εξερευνούσε νέες περιοχές, θέλοντας να παραμένει σε επαφή με όσα συνέβαιναν γύρω του. 

Ήξερε ότι είναι ασφαλέστερο να έχεις επίγνωση των πραγματικών επιλογών που σου προσφέρονται, παρά να απομονωθείς σε μια περιοχή άνετης δραστηριότητας. 

Ξαφνικά, ο Χα άκουσε ένα θόρυβο σαν κάποιος να κινείται μέσα στο λαβύρινθο. Καθώς ο θόρυβος μεγάλωνε, κατάλαβε ότι κάποιος πλησιάζει. Μήπως ερχόταν ο Χμ; Μήπως θα τον έβλεπε να ξεπροβάλλει από τη γωνία; 

Ο Χα προσευχήθηκε στα γρήγορα ελπίζοντας – όπως είχε κάνει πολλές φορές ως τότε – ότι ίσως, επιτέλους, ο φίλος του στάθηκε ικανός να… … ακολουθήσει το τυρί και να το απολαύσει!




Έρα Μουλάκη
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια


Pages