Η λέξη sic είναι λατινική, είναι τροπικό επίρρημα και σημαίνει έτσι (ούτως). Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά μέσα σε παρένθεση, όταν μεταφέρεται κείμενο ή λόγος τρίτου για να τονίσει ότι η μεταφορά είναι πιστή.*
λέξη «sic» χρησιμοποιούμε παρενθετικά ή σε αγκύλες, για να τονίσουμε ένα λάθος ή γενικότερα κάτι γλωσσικά ή νοηματικά αδόκιμο ή ανώμαλο σ' ένα σημείο ξένου κειμένου, το οποίο παραθέτουμε αυτούσιο στο άρθρο.
via
Πέρασε κάποιος από το γραφείο μου, για τις δουλειές του, και κουβέντα στην κουβέντα, φτάσαμε να λέμε για τις μεταφράσεις λέξεων στην αγγλική από την ελληνική γλώσσα.
Μου ανέφερε λοιπόν ότι η λέξη λόγος έχει μεταφραστεί λάθος στην αγγλική. Λέγει ότι στο ελληνικό «Εν αρχή ην ο λόγος, και ο λόγος ην προς τον Θεόν» δεν θα πρέπει η λέξη λόγος να μεταφραστεί με τη λέξη word, που εδώ στην αγγλική εννοεί εργαλείο (φθόγγος) γλώσσας…
Μη διαφωνώντας με την ερμηνεία του φίλου, πρέπει να αναφέρω και τα ακόλουθα.
Στην ελληνική «Εν Αρχή ην ο Λόγος» εννοεί «στην αρχή (πρωταρχικά) είναι η λογική!» και όχι το εργαλείο γλώσσας, δηλαδή η καθ’ εαυτή λέξη. Ποιός είναι ο λόγος που ανοίξαμε αυτή την κουβέντα: =αιτία!
Η ορθόδοξη θρησκευτική σημερινή (πρόσφατη) μετάφραση της λέξης λόγος έχει αποδοθεί κατά το εθισμένο στην αγγλική ως WORD (=λέξη) και όχι με την έννοια της λογικής, ή αιτίας (αποφεύγω να πω λόγος=ομιλία).
Το φιλοσοφικό σύστημα των πρώτων αιώνων που γράφτηκε η Βίβλος συνέχισε να θεωρεί τον λόγο σαν λογική (αιτία) και όχι λέξη. Λέμε, π.χ.: Ποιός είναι ο λόγος που κάνεις ή σκέπτεσαι έτσι; – δηλαδή, που έχεις αυτή τη λογική σκέψη;)
Και συνεπώς το «Εν αρχή ην ο λόγος» εννοεί ότι πρώτα είναι η λογική, και η λογική στρέφεται προς τον Θεό (γιατί ο άνθρωπος με τη λογική ζητάει, εκείνη την εποχή, να βρει το Θεό!… Και με την κοινή λογική τότε υπήρχε ο θεός !
Τώρα το πόσο στέκει σε ένα θρησκευτικό σύστημα να βρεθεί ο Θεός με τη λογική, είναι άλλο πρόβλημα. Αλλά στον Χριστιανισμό τουλάχιστον έτσι έχει διατυπωθεί. Ζητείται η ύπαρξη του θεού με την λογική! Δηλαδή ο θεός είναι κατασκεύασμα της λογικής του ανθρώπου. Πότε δημιουργήθηκε η λογική;
Η λογική είναι αποτέλεσμα κοινωνικής συμβίωσης. Έγινε πρώτα ο άνθρωπος «κοινωνικόν όν», όπως και ο λόγος του (η γλώσσα), για επικοινωνία. Η έννοια του θεού των πρώτων αιώνων του χριστιανισμού, γιατί χρειαζόταν; Νομίζω για λογική επικοινωνία και σεβασμό μεταξύ των ανθρώπων της ίδιας ομάδας (κοινωνίας) που θα πρέπει να είχαν την ίδια πίστη σε κάτι (και με τα ίδια συμφέροντα). Έτσι η έννοια ενός αφηρημένου λογικού κανόνα που διέπει τα μέλη (ή κυβερνήτη, κατά τό πρότυπο της διακυβέρνησης τότε) σε πίστη (σε σύστημα με κανόνες) δημιούργησε τον θεό με κανόνες μιά Βίβλο! Βέβαια κάτω από το φόβο του θανάτου, όλοι πεθαίνουμε, έχουμε φθαρτά όρια (γέννηση και θάνατο). Με την κοινωνική λογική πονάμε όταν πεθαίνουμε, αλλά προσβαίνει η θρησκεία στην ουτοπία, υποσχόμενη αθανασία ως προς την αφηρημένη έννοια του δημιουργημένου θεού (συμβόλου), με τη δικαιοσύνη Του.
Χωρίς να συνεχίσω αυτή την αναφορά στην προέκταση της θρησκείας, πιστεύω, σαν τον φίλο με τη λογική του, ότι η απόδοση σήμερα της λέξης λόγος ως λογική, αιτία κ.λ.π. (reason, logic etc.) θα πρέπει να θεωρηθεί και θρησκευτικά και να μην εξηγείται στην αγγλική μετάφραση ως απλώς word (=λέξη). Η ένλογη λέξη (=η λογική) πρέπει να στρέφεται προς το θεό από τον άνθρωπο σαν κοινωνικό ον. Σήμερα, αν όχι πάντα, η θρησκεία πρέπει να έχει μια λογική υπόσταση στο σύγχρονο κόσμο για ρυθμίσεις με λογικούς κανονισμούς στις σχέσεις των ανθρώπων. Αν όχι, τότε το λογικό, άθρησκο Σύνταγμα κάθε λαού μπορεί να ρυθμίζει τις σχέσεις μας.
Τι θα γίνει σήμερα ο ήδη υπάρχων θεός; Χρειάζεται ο συνταγματικός άνθρωπος το δογματικό θεό για να ζει σαν κοινωνικό ον; Δηλαδή να ρυθμίζει την κοινωνία; Στις πολυεθνικές κοινωνίες η απάντηση είναι ΟΧΙ ! Ποιανού η θρησκεία μπορεί να γίνει δίκαιο μέσα στην πολυεθνική κοινωνία της Νέας Υόρκης που ζούμε; Κανενός!
Θα πρέπει λοιπόν η θρησκεία να έχει λογική! Ανθρώπινη λογική! Έχει;
Η νέα Ευρώπη και οι συνταγματολόγοι της δεν έχουν δεχτεί να υπάρχει ο χριστιανικός θεός προέχων πάνω από τα ρυθμιστικά άρθρα του υπό κατασκευή συντάγματος. Ποιός μόνος διαμαρτύρεται; Ο κ.κ. Χριστόδουλος, όχι ο Πάπας και οι άλλες χριστιανικές δοξασίες (καθολικοί, προτεστάντες, αγγλικανοί κ.α.) που είναι η πλειοψηφία.
Το ανθρώπινο Σύνταγμα έχει λογική! Και μ’ αυτό είμαστε κοινωνικά όντα και ο ένας ζει αρμονικά δίπλα στον άλλον. Απείρακτος μένει ο Καθολικός δίπλα στον Εβραίο, ο Μωαμεθανός δίπλα στον Ορθόδοξο, ο Βουδιστής δίπλα στο Λάμα, και πάει λέγοντας… Δεν έχετε δει συχνά τον ένα δίπλα στον άλλο να προσεύχονται με τον τρόπο τους όταν συμβαίνουν μεγάλα δυστυχήματα;
Αν κοιτάξουμε κάθε δογματικά θρήσκο συνέδριο, όποιου θρησκευτικού δόγματος, η ουσία σήμερα δεν είναι στις θρησκευτικές αρχές, αλλά στις διοικητικές του βάσεις στο σύγχρονο κόσμο και τις απολαβές του από τους πιστούς του. Βέβαια οι θεοποιήσεις ανθρώπων έχουν διοικητικά status quo, όπως του γεροντάκου πια Πάπα της Ρώμης, ή του Δαλάι Λάμα του Θιβέτ στην εξορία του στη Βόρεια Ινδία…
Θα πρέπει όμως να πω και τη άλλη έννοια της λέξης λόγος. Αυτή που ο φίλος καθηγητής Πέτρος Πετράτος έχει αποδώσει ως λόγος=άτομο, σ’ένα μελέτημα του για την κοινωνική δομή της γλώσσας.
Λέμε (στην Κεφαλλονιά και αλλού): Τί κάνεις; Απάντηση: Καλά, ευχαριστώ, του λόγου σου; Στη γενική, «του λόγου σου» εννοεί το άτομό σου, εσύ. Θα προσθέσω και μια άλλη έκφραση με την ίδια σχεδόν έννοια. Λέμε: Για λόγου μου, κάνοντας αυτό θα έχω κέρδη (=για τον εαυτό μου, μιλώντας για πάρτη μου, από μέρους μου, κ.λ.π.) Η λέξη αυτή στη γενική έχει τέτοια έννοια. Δηλώνει το πρόσωπο, το άτομο που ομιλεί. Ίσως υπάρχουν και άλλες έννοιες της ελληνικής λέξης λόγος που αυτή τη στιγμή δεν έχουν πέσει στην αντίληψή μου. Δέχομαι υποδείξεις και παροτρύνσεις σε διάλογο.
*****
*
Τη
Χρησιμοποιείται για ιδιαιτερότητες ή λάθη, γλωσσικά ή νοηματικά, του πρωτοτύπου, προκειμένου να τονιστεί ότι τα λάθη ή οι ιδιαιτερότητες προέρχονται από τον αρχικό συγγραφέα και όχι από αυτόν που τα αναπαράγει.
Συχνά χρησιμοποιείται ειρωνικά, όταν πρόκειται για ιδιαιτερότητα που ο αναμεταδίδων θεωρεί λάθος (π.χ. ανορθογραφία), για να επιστήσει την προσοχή του αναγνώστη στο λάθος.
Μάλιστα, για επίταση της ειρωνείας μπορεί να συνοδεύεται και από θαυμαστικό (sic!). Πολλές φορές όμως χρησιμοποιείται χωρίς αξιολογικό χρωματισμό, ιδιαίτερα κατά την αναπαραγωγή λογοτεχνικών κειμένων ή κειμένων με παλαιά ορθογραφία, για να διαλύσει τυχόν αμφιβολίες του αναγνώστη αν πρόκειται για αβλεψία του αντιγράφοντος ή για ιδιαιτερότητα του πρωτοτύπου.
Καμιά φορά χρησιμοποιείται λανθασμένα ως σημείο ειρωνείας για απόψεις τρίτου ακόμα κι όταν δεν αφορά πιστή μεταφορά άλλου κειμένου.
Η λέξη sic χρησιμοποιείται, τόσο στα ελληνικά, όσο και σε άλλες γλώσσες με παρόμοιο τρόπο.
Συχνά χρησιμοποιείται ειρωνικά, όταν πρόκειται για ιδιαιτερότητα που ο αναμεταδίδων θεωρεί λάθος (π.χ. ανορθογραφία), για να επιστήσει την προσοχή του αναγνώστη στο λάθος.
Μάλιστα, για επίταση της ειρωνείας μπορεί να συνοδεύεται και από θαυμαστικό (sic!). Πολλές φορές όμως χρησιμοποιείται χωρίς αξιολογικό χρωματισμό, ιδιαίτερα κατά την αναπαραγωγή λογοτεχνικών κειμένων ή κειμένων με παλαιά ορθογραφία, για να διαλύσει τυχόν αμφιβολίες του αναγνώστη αν πρόκειται για αβλεψία του αντιγράφοντος ή για ιδιαιτερότητα του πρωτοτύπου.
Καμιά φορά χρησιμοποιείται λανθασμένα ως σημείο ειρωνείας για απόψεις τρίτου ακόμα κι όταν δεν αφορά πιστή μεταφορά άλλου κειμένου.
Η λέξη sic χρησιμοποιείται, τόσο στα ελληνικά, όσο και σε άλλες γλώσσες με παρόμοιο τρόπο.
Ν. Υόρκη, Αύγουστος 2004
Γεράσιμος Τζ.