Από καταβολής κόσμου και καθόσον η επιστήμη δύναται να παράσχει πληροφορίες, από τον homo sapiens (έμφρονα άνθρωπο) της παλαιολιθικής περιόδου μέχρι τον homo canfusius (άνθρωπο της συγχύσεως) της σύγχρονης εποχής και από τον μυθικό Προμηθέα μέχρι τον μεσσιανικόν Ιησούν, από τον Ολύμπιο Δία μέχρι τον Ιεχωβά των Εβραίων και από τον Όσιρι των Αιγυπτίων μέχρι τον Ζαρατούστρα των Ιρανών, από Ανατολάς μέχρι Δυσμών, διαιωνίζεται το ανθρώπινο δράμα της αδυσώπητης πάλης μεταξύ του «καλού» και του «κακού».
Βεβαίως η σημασιολογική έννοια των δύο παραπάνω λέξεων διαφοροποιείται από χρόνου σε χρόνο και από τόπου σε τόπον, αντικατοπτρίζοντας την εκάστοτε αντίληψη του μέσου κοινωνικού ανθρώπου περί του «ωφελίμου» ή «επιβλαβούς». Όμως η αντίληψη αυτή δεν μπορεί να ταυτισθεί με την τελειότητα, την οποία ο πεπερασμένος άνθρωπος επιζητεί να προσεγγίσει διαμέσου της «γνώσεως» που απορρέει από την πνευματική του ανέλιξη, όπως αυτή διαπλάθεται με την ένθεη «διδαχή». Γι’ αυτό και ο κλασσικός φιλόσοφος Σωκράτης διεκήρυττε: «ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα», ενώ ο σοφός νομοθέτης Σόλων ο Αθηναίος αποφθεγγόταν: «γηράσκω δ’ αἰεὶ πολλά διδασκόμενος».
Ωστόσο η πανανθρώπινη διαφώτιση συνταύτισε την πάλη του «καλού» και του «κακού» με την αντιπαλότητα μεταξύ αντιθέτων δυνάμεων που τα υπηρετούν, όπως ανάμεσα στην αρετή και την κακία, στον πόλεμο και την ειρήνη, στην ελευθερία και την δουλεία, στην φιλαλληλία και την φιλαυτία, στην αλήθεια και το ψεύδος, στο φως και το σκότος· δηλαδή ανάμεσα στις δυνάμεις του πνεύματος και της αθανασίας που οδηγούν στην ανάσταση και τις δυνάμεις της ύλης και της φθοράς που οδηγούν στον θάνατο.
Αυτή η αέναη διαπάλη κατατρύχει την ανθρωπότητα μέχρι της σήμερον και αποτελεί τον πυρήνα των κοινωνικο-φιλοσοσφικών συστημάτων και θρησκειών που επαγγέλλονται την απολύτρωση. Καθοριστικά είναι τα διαχρονικά διανοήματα που αποπνέουν οι αλληγορικοί συμβολισμοί της Βίβλου, μερικοί από τους οποίους σταχυολογούνται συνοπτικώς κατωτέρω.
Καταρχήν ο Δημιουργός έπλασε τον άνθρωπο και χάρισε σε αυτόν πνεύμα, με την εντολή να διαφεντεύει τον επίγειο παράδεισο με λογική, για να είναι ευτυχισμένος. [’Εποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα Θεοῦ… καὶ ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν (Γένεσις Α΄ 27, Β΄ 15)]. Εκείνος όμως παραβίασε τις εντολές του Θεού και θεοποίησε την ύλη, κατασκευάζοντας και προσκυνώντας ένα χρυσό μοσχάρι. [’Εποίησεν μόσχον χωνευτὸν καὶ εἶπεν· οὗτοι οἱ θεοί σου, Ισραήλ (Έξοδος ΛΒ΄4)].
Ακόμη οι άνθρωποι επέδειξαν έπαρση και ασέβεια προς τον Θεό, ώστε πίστεψαν ότι μπορούσαν να υποκαταστήσουν το μεγαλείο Του, κτίζοντας πόλη και πύργον, η κορυφή του οποίου να φθάνει στον ουρανό. [Δεῦτε οἰκοδομήσωμεν ἑαυτοῖς πόλιν καὶ πύργον, οὗ ἔσται ἡ κεφαλὴ ἕως τοῦ οὐρανοῦ (Γένεσις ΙΑ΄4)]. Εξαιτίας της αλαζονείας τους αυτής οι άνθρωποι περιήλθαν σε ασυνεννοησία, με αποτέλεσμα να μη ολοκληρώσουν την ανοικοδόμηση του πύργου, γι’ αυτό η πόλις ονομάσθηκε Βαβυλών (Σύγχυση) και ο πύργος «Πύργος της Βαβέλ». [Δεῦτε συγχέωμεν αὐτῶν τὴν γλῶσσαν, ἵνα μὴ ἀκούσωσιν ἕκαστος τὴν φωνὴν τοῦ πλησίον· καὶ ἐπαύσαντο οἰκοδομοῦντες τὴν πόλιν καὶ τὸν πύργον, διὰ τοῦτο ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτῆς Σύγχυσις (Γένεσις ΙΑ΄ 7-9)].
Με την πάροδο του χρόνου όμως ο Θεός ευσπλαχνίσθηκε τους ανθρώπους και απέστειλε τον θεάνθρωπον Υιόν Του Ιησούν, να τους απαλλάξει από την πλάνη της αμαρτίας. Εκείνος διηγήθηκε σε αυτούς την παραβολήν ενός πλουσίου που γέμισε τις αποθήκες του με υλικά αγαθά και είπε: «ψυχή μου, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Ήρθε όμως η ώρα του θανάτου του και ρωτήθηκε από τον Θεόν: «’Άφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;» (Λουκ. ιβ΄19-20).
Και όταν κάποιος πλούσιος άρχοντας ερώτησε τον Ιησούν, τί να πράξει για να είναι ευτυχισμένος, Εκείνος τού συνέστησε να μοιράσει τα πλούτη του στους φτωχούς· οπότε ο πλούσιος απεχώρησε περίλυπος και ο Ιησούς είπε, ότι είναι ευκολώτερο να περάσει καμήλα μέσα από την οπή βελόνης, παρά ένας πλούσιος να κερδίσει την αληθινή ευτυχία [Εὐκολώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν (Λουκ. ιη΄ 25)].
Είναι δε τέτοια η φιλαργυρία των ανθρώπων που δεν διστάζουν να καπηλευθούν τα ιερά και τα όσια, δηλαδή κάθε ιδέα αγαθή. Γι’ αυτό ήταν η μοναδική φορά που ο Χριστός οργίσθηκε, όταν φραγγέλωσε και εξεδίωξε τους εμπόρους και τους αργυραμοιβούς (τραπεζίτες) από τον ναό. [Ποιήσας φραγγέλιον ἐκ σχοινίων ἐξέβαλε πάντας τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράζοντας ἐν τῷ ἱερῷ, καὶ τὰς τραπέζας τῶν κολλυβιστῶν κατέστρεψε καὶ λέγει αὐτοῖς· ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς κληθήσεται, ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ἐποιήσατε σπήλαιον λῃστῶν (Ιωάν. β΄ 15, Ματθ. κα΄ 12-13)].
Τελικώς ο Χριστός με την αυτοθυσία και την ανύψωσή Του επί του Σταυρού του μαρτυρίου, κατενίκησε τις δυνάμεις του κακού και αναστήθηκε, ελευθερώνοντας τους πιστούς από τον φόβο της φθοράς. [’Εγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. ‘Ο πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα (Ιωάν. ΙΑ΄25-26)].
Οριστικώς όμως οι διαβολικές δυνάμεις της Ύλης και του Εωσφόρου θα κατατροπωθούν στα θρυλικά πεδία του Αρμαγεδώνα από τον λευκό καβαλλάρη, τον Λόγον του Θεού. [Τὸ θηρίον συνήγαγεν τους βασιλεῖς καὶ τὰ στρατεύματα αὐτῶν εἰς τὸν τόπον τὸν καλούμενον Ἑβραϊστὶ Ἁρμαγεδών… Καὶ ἰδοὺ ἵππος λευκός, καὶ ὁ καθήμενος ἐπ' αὐτὸν ἐν δικαιοσύνῃ κρίνει καὶ πολεμεῖ· καὶ κέκληται τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Καὶ εἶδον καὶ τοὺς βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ τὰ στρατεύματα αὐτῶν συνηγμένα ποιῆσαι τὸν πόλεμον μετὰ τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ ἵππου καὶ μετὰ τοῦ στρατεύματος αὐτοῦ. Καὶ ἐπιάσθη τὸ θηρίον καὶ ὁ μετ' αὐτοῦ ψευδοπροφήτης, ζῶντες ἐβλήθησαν οἱ δύο εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρὸς· καὶ οἱ λοιποὶ ἀπεκτάνθησαν ἐν τῇ ῥομφαίᾳ τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ ἵππου (Αποκάλ. ιστ΄13-16, ιθ΄11, 19-21)].
____________________
* Δημοσιεύθηκε στο 39269/24-5-2012 φύλλο της εφημερίδας «ΕΣΤΙΑ»