Ο Θαλής, απασχολημένος καθώς ήταν συνεχώς με την επιστημονική του έρευνα, δεν είχε φροντίσει να αποκτήσει χρήματα. Η απόκτηση χρημάτων δεν τον ενδιέφερε άλλωστε και ιδιαίτερα, αφού πίστευε ότι η πιο πολύτιμη αλλά και η πιο σταθερή περιουσία που μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος στη ζωή του είναι η γνώση. «Ο πλούτος είναι κάτι το αβέβαιο», συνήθιζε να λέει ο Θαλής, όπως και όλοι οι σοφοί άνθρωποι του καιρού του, «όμως η γνώση, από τη στιγμή που την αποκτάς, είναι για πάντα δική σου και κανείς ποτέ δεν μπορεί να σου τη στερήσει».
Ο Μέλισσος, πολύ νέος τότε, άκουγε συνεχώς να παινεύουν το Θαλή για τη σοφία του και ζήλεψε τον έπαινο του δήμου. Πώς είναι δυνατόν, σκεφτόταν, να θαυμάζουν έναν άνθρωπο σχεδόν φτωχό μόνο και μόνο επειδή ξέρει τις αποστάσεις μεταξύ των αστεριών ή επειδή μπορεί να μετρήσει το ύψος των πυραμίδων της Αίγυπτου; Δε θα ήταν πιο λογικό να θαυμάζουν εκείνον, τον ίδιο το Μέλισσο, που είχε γεννηθεί σε οικογένεια με πολλά χρήματα και που ήταν ήδη ένας ικανός έμπορος, κι ας ήταν τόσο νέος;
Έτσι, ένα πρωί που συνάντησε το Θαλή στην αγορά της Μιλήτου, ο Μέλισσος τον χλεύασε μπροστά σε όλο τον κόσμο:
«Να, λοιπόν, και ο περίφημος Θαλής, που όλη του η γνώση και η σοφία δεν είναι αρκετές για να του φέρουν λίγα, έστω, χρήματα! Σπουδαία γνώση, μα την αλήθεια!»
Ο Θαλής δε μίλησε. Τα λόγια του ανόητου εκείνου νεαρού εμπόρου τον είχαν αφήσει αδιάφορο. Το ίδιο βράδυ όμως στο σπίτι του σκέφτηκε πως είχε ευθύνη απέναντι σε όσους είχαν ακούσει τα λόγια του Μέλισσου.
Αρχικά, του είχε φανεί ότι δεν υπήρχε λόγος να του απαντήσει, καθώς τα προσβλητικά λόγια ενός ξιπασμένου νεαρού δεν μπορούσαν καν να τον αγγίζουν. Οι άλλοι όμως τι είχαν άραγε καταλάβει από αυτό το περιστατικό;
Ο Θαλής συνειδητοποίησε πως όσοι είχαν ακούσει στην αγορά τα λόγια του Μέλισσου, και κυρίως οι πιο νέοι ανάμεσά τους, διέτρεχαν τώρα έναν κίνδυνο: τον κίνδυνο να πιστέψουν ότι ο ίδιος δεν είχε απαντήσει επειδή αναγνώριζε ότι τα λόγια του Μέλισσου ήταν σωστά.
Γεννημένος δάσκαλος καθώς ήταν, ο Θαλής ένιωσε να βαραίνει στους ώμους του αυτή η ευθύνη. Κι έτσι, έκρινε πως το σωστό ήταν να απαντήσει στα προσβλητικά λόγια του Μέλισσου, αλλά με το δικό του τρόπο.
Συνεχίζοντας τις αστρονομικές του παρατηρήσεις ο Θαλής κατέληξε σε κάποια μετεωρολογικά συμπεράσματα.
Συμπέρανε δηλαδή ότι οι καιρικές συνθήκες θα ευνοούσαν εκείνη τη χρονιά τη σοδειά της ελιάς. Έτσι, φρόντισε από πολύ νωρίς να διαθέσει τις λιγοστές του οικονομίες για να νοικιάσει όλα τα ελαιοτριβεία του τόπου. Τα νοίκιασε, βέβαια, σε πολύ χαμηλή τιμή, καθώς ήταν ακόμη η εποχή που κανείς άλλος δεν ασχολιόταν με τις ελιές.
Έφτασε όμως και ο καιρός της συγκομιδής της ελιάς και η σοδειά ήταν τόσο πλούσια που υπήρχε πολύ μεγάλη ζήτηση για ελαιοτριβεία.
Κι αφού τα ελαιοτριβεία τα είχε όλα νοικιάσει ο Θαλής, κέρδισε πολλά χρήματα εκείνη τη χρονιά παραχωρώντας τα στους ενδιαφερομένους έναντι αμοιβής.
Πήγε τότε ο Θαλής και βρήκε το Μέλισσο.
«Όπως βλέπεις», του είπε, «αν το θελήσω, μπορώ να γίνω πλούσιος χάρη στις γνώσεις μου, και μάλιστα πολύ πιο πλούσιος από σένα».
Ο Μέλισσος ντράπηκε ακόμα και να σηκώσει το βλέμμα του για να αντικρίσει αυτό του Θαλή. Καθώς όμως ήταν τίμιος νέος, αναγνώρισε το λάθος του. Από τότε μάλιστα άρχισε να αποζητά τη συντροφιά του Θαλή κι έγιναν, τελικά, φίλοι οι δυο τους.
Ο Μέλισσος δεν άφησε το εμπόριο, καθώς αυτή ήταν η εργασία του και την έκανε καλά, άρχισε όμως να σκέφτεται. Άρχισε να θέτει ερωτήματα, πρώτα στον εαυτό του και μετά στους άλλους. Έμαθε να μη θεωρεί τίποτα δεδομένο. Έμαθε ακόμα, κι αυτό ήταν πολύ σημαντικό, να μην περιγελά όσους δεν του έμοιαζαν. Και, παρ’ όλο που ποτέ του δεν έγινε αληθινός σοφός, σαν το Θαλή, κατόρθωσε όμως κι εκείνος να αξιωθεί έναν κλήρο γνώσης.
Πηγή: Ο πιο σοφός απ’ όλους – Ένα μυθιστόρημα για επτά σοφούς, Ουρανία Τουτουντζή κοινωνιολόγος και διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο