Θυμάμαι λοιπόν εκείνη τη μέρα
που έφυγες
δεν θα υποκύψω στον ελεεινό πειρασμό
να την αποκαλέσω αποφράδα
όπως βραβεύει κάποιος μεγαλαυχώντας
σαν επηρμένος αθλοθέτης
τον έσχατο με το αριστείο του πρώτου
το βήμα σου που άνοιξες
για να μπεις στο πρώτο ταξί
κάπως βιαστική
κι όχι ακριβώς
λυπημένη
περισσότερο αμήχανη
‘θα τα πούμε’
μα ποτέ δεν τα’παμε ξανά
το ξέραμε…
από τον ήχο των ανθρώπων
ολόγυρα
από το βάρος του ουρανού
πόσο παράξενο!
από την έλλειψη οξυγόνου…
το νιώθαμε
‘να τα λέμε’
και ποτέ δεν τα ’παμε ξανά…
βλέπεις η σιωπή
είχε ένα κύρος και μια ιερότητα
σαν στοργική τροφός
που τρυφερά το σκέπασε
αυτό το ιλιγγιώδες χάσμα που ανοιγόταν
και δεν τολμήσαμε ποτέ
να την ταράξουμε
‘τα λέμε λοιπόν’
και κρεμόταν απ’τα χείλη μας
το Άδειο…