Εάν το άλλο άτομο δεν μας θέλει ή δεν είναι διαθέσιμο για μια σχέση, η αντιληπτή αξία του ανεβαίνει. Έχουν γίνει τόσο «ακριβοί» που δεν μπορούμε να τους «αγοράσουμε»
Ορισμένοι άνθρωποι, όταν δεν μπορούν να έχουν ερωτικά τον άνθρωπο που θέλουν, τείνουν να τον εξιδανικεύουν και να του δίνουν μεγαλύτερη αξία.
Πολλοί από εμάς είναι εξοικειωμένοι με αυτό το σενάριο: Από τη μία υπάρχει το «Καλό Παιδί»: χαριτωμένο, γλυκό, ενδιαφέρον, έξυπνο και διαθέσιμο. Ακόμα καλύτερα, ενδιαφέρεται για μια σχέση μαζί σας. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι απλά δεν σας αρέσει και τόσο. Το «Κακό Παιδί», από την άλλη πλευρά, είναι στο μυαλό σας 24 ώρες το 24ωρο.
Όπως και το Καλό Παιδί, έτσι και το Κακό Παιδί έχει πολύ καλά ποιοτικά χαρακτηριστικά, αλλά είτε δεν είναι διαθέσιμος να κάνει γενικά σχέση ή δεν είναι διαθέσιμος να κάνει σχέση μαζί σας, γιατί απλά δεν του αρέσετε και τόσο. Παρά τη συνεχή απόρριψη, ωστόσο, δεν φαίνεται να μπορείτε να τον βγάλετε από το μυαλό σας. Όσο περισσότερο σας απορρίπτει και δηλώνει πιο δυναμικά ότι δεν θέλει να είναι μαζί σας, τόσο περισσότερο σας ενδιαφέρει.
Γιατί έχουμε αναπτύξει αυτή την κακή συνήθεια να θέλουμε αυτό που δεν μπορούμε να έχουμε; Γιατί δεν θέλουμε πάντα αυτό που μπορούμε να έχουμε; Σε άλλους τομείς της ζωής, φαίνεται ότι μπορούμε να ρυθμίσουμε τις προτιμήσεις μας. Μπορεί κάποια στιγμή να είχατε θελήσει να γίνετε σταρ του Χόλιγουντ. Αλλά όταν ανακάλυψατε ότι δεν μπορούσατε να φτάσετε ως εκεί, εγκαταλείψατε το όνειρό σας. Γιατί λοιπόν να μην μπορούμε να εγκαταλείψουμε τους ανθρώπους που μας απορρίπτουν συνεχώς;
Σύμφωνα με την Helen Fisher και τους συνεργάτες της, ο λόγος που η ρομαντική απόρριψη μας εθίζει, είναι ότι αυτό το είδος της απόρριψης διεγείρει τμήματα του εγκεφάλου που σχετίζονται με τα κίνητρα, την επιβράβευση, τον εθισμό και τον πόθο. Χρησιμοποιώντας μαγνητική τομογραφία, η ομάδα της εξέτασε τους εγκεφάλους 15 ανδρών και γυναικών, κολλεγιακής ηλικίας, που είχαν πρόσφατα απορριφθεί από τους συντρόφους τους, αλλά ισχυρίστηκαν ότι εξακολουθούν να είναι έντονα «ερωτευμένοι». Κατά τη διάρκεια της σάρωσης, τα ερευνητικά αντικείμενα κοίταξαν μια φωτογραφία του προσώπου που τους είχε απορρίψει. Στη συνέχεια ολοκλήρωσαν μια άσκηση μαθηματικών, για παράδειγμα να μετρήσουν προς τα πίσω από το 4529 αφαιρώντας 7. Η άσκηση ήταν μια προσπάθεια να αποσπάσει την προσοχή των συμμετεχόντων από τις ρομαντικές σκέψεις τους. Τέλος, τους έδειξαν μια φωτογραφία από ένα γνωστό τους πρόσωπο, για το οποίο δεν είχαν κανένα ερωτικό ενδιαφέρον.
Η ομάδα διαπίστωσε ότι ο εγκέφαλος των συμμετεχόντων ήταν πιο δραστήριος σε τομείς που σχετίζονται με τα κίνητρα, την επιβράβευση, τον πόθο, τον εθισμό, τον σωματικό πόνο και την αγωνία όταν κοίταξαν τη φωτογραφία του προσώπου που τους είχε απορρίψει από ό, τι όταν κοίταξαν τη φωτογραφία του ουδέτερου πρόσωπου.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Journal of Neurophysiology, δείχνει ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση, πραγματικά πάσχουν από εθισμό όπως στις ναρκωτικές ουσίες και το φάρμακο είναι το πρόσωπο που τους απορρίπτει, αφήνοντας την αγάπη τους χωρίς ανταπόκριση. Όμως τα αποτελέσματα δεν μας εξηγούν στο γιατί ανταποκρινόμαστε στην ερωτική απόρριψη με αυτόν τον τρόπο και δεν απαντά στο ερώτημα του πώς έχουμε αναπτύξει αυτή την ανησυχητική τάση να θέλουμε τους ανθρώπους που δεν μπορούμε να έχουμε.
Μπορεί να σκεφτείτε ότι είναι ένα θέμα ραγισμένης καρδιάς και θλίψης. Αλλά αυτή δεν μπορεί να είναι η απάντηση που ψάχνουμε επειδή σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν έχουμε χάσει τίποτα για να θρηνήσουμε την απώλεια του. Μπορούμε να είμαστε τρελά ερωτευμένοι με κάποιον που δεν μας θέλει, και ποτέ δεν μας ήθελε, αλλά η κατάσταση μπορεί μερικές φορές να είναι τόσο επώδυνη, όπως όταν κάποιος μας χωρίζει.
Μέρος του πόνου της απόρριψης που βιώνουμε όταν η αγάπη που νιώθουμε είναι χωρίς ανταπόκριση, μπορεί να προκληθεί από μια εξελικτική απώθηση στη κοινωνική απόρριψη σε συνδυασμό με ένα κοινωνικό στίγμα που συνδέεται με τους χωρισμούς και το διαζύγιο. Αλλά αυτό, επίσης, δεν εξηγεί γιατί συχνά θέλουμε μόνο τα άτομα που δεν μπορούμε να έχουμε.
Μια άλλη πτυχή αυτής της αγωνίας μπορεί να αφορά στην αντιληπτή αξία του άλλου προσώπου. Εάν το άλλο άτομο δεν μας θέλει ή δεν είναι διαθέσιμο για μια σχέση, η αντιληπτή αξία του ανεβαίνει. Έχουν γίνει τόσο «ακριβοί» που δεν μπορούμε να τους «αγοράσουμε». Εξελικτικά μιλώντας, νιώθουμε ότι θα ήταν πολύ καλό για την αυτοαξία μας αν σχετιζόμασταν με τον πιο «πολύτιμο» σύντροφο. Αυτή η θέση, έχει μία λογική ότι ενδιαφερόμαστε περισσότερο όταν η αντιληπτή αξία ενός ατόμου αυξάνεται.
Μια άλλη απάντηση μπορεί να έχει να κάνει με τις σχετικά εθιστικές προσωπικότητες μας. Η μελέτη της Fisher έδειξε ότι η αγωνία και ο πόνος, μετά τη ρομαντική απόρριψη είναι ένα είδος εθισμού. Το ερώτημα, ωστόσο παραμένει: πάνω σε τι είμαστε εθισμένοι σε αυτό το σενάριο;
Στην περίπτωση μιας σχέσης που έχει λήξει, μπορεί να είμαστε εξαρτημένοι από το χρόνο που περάσαμε με το άλλο πρόσωπο, τα μηνύματά τους, την συντροφιά τους ή το σεξ. Αλλά αν το μυαλό μας λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο όταν δεν υπήρξε ποτέ σχέση, ποια είναι τότε η πηγή των εθιστικών συναισθημάτων; Προφανώς, είμαστε εθισμένοι σε σκέψεις για το τι θα μπορούσε να ήταν, αλλά δεν θα είναι ποτέ. Μόλις κολλήσουμε σε αυτές τις σκέψεις, η απόρριψη από το άλλο άτομο μπορεί να τις ενισχύσει, αφήνοντας μας να ασχοληθούμε με την εμμονή, το οποίο είναι ένα είδος εθισμού ή ένας εθισμός σε σκέψεις ενός συγκεκριμένου είδους. Οι τυποποιημένες μέθοδοι για την αντιμετώπιση της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής μπορεί επίσης να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της ρομαντικής εμμονής.
Το ύφος προσκόλλησής μπορεί επίσης να επηρεάσει το πόσο έχετε κολλήσει σε ανθρώπους που δεν σας θέλουν. Οι άνθρωποι με ένα εξαρτημένο στυλ προσκόλλησης (επίσης γνωστοί ως “συν-εξαρτώμενοι” ή “ανήσυχη προσκόλληση”) μεγαλώνουν και αναζητούν τους ανθρώπους που θα τους προκαλέσουν πόνο. Σε ένα κλασικό σενάριο, μεγάλωσαν σε μια οικογένεια με τη μητέρα ή τον πατέρα να τους απορρίπτει συναισθηματικά. Για αυτά τα άτομα, η ρομαντική απόρριψη είναι μια οικεία αίσθηση.
Δεδομένου ότι είναι πάντα πιο πιθανό να ενεργήσουμε με τρόπους που είναι οικείοι σε μας, αν έχουμε ένα ιστορικό απορρίψεων, είναι πιθανό να αναζητήσουμε καταστάσεις όπου θα περιμένουμε περισσότερη απόρριψη. Οι εγκέφαλοί μας ερμηνεύουν αυτά τα σενάρια ως συνηθισμένα, ακόμα κι αν ξέρουμε ότι δεν είναι φυσιολογικό να αναζητούμε τα σενάρια που οδηγούν σε πόνο και αγωνία.
Τέλος, υπάρχει η εξήγηση του «διαφορετικού τέλους»: Αν έχουμε ένα ιστορικό απορρίψεων από ένα γονέα, για παράδειγμα, μερικές φορές υποσυνείδητα αναζητούμε παρόμοια σενάρια, ελπίζοντας ότι η ιστορία θα έχει διαφορετικό τέλος την επόμενη φορά. Μόνο που αυτό το διαφορετικό τέλος δεν έρχεται ποτέ. Αξίζει να θυμηθούμε τον ορισμό του Αϊνστάιν για την παραφροσύνη: «Να κάνεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά περιμένοντας ένα διαφορετικό αποτέλεσμα».
__________________
Πηγή: psychologytoday