Άνθρωπος: Σημασία κι Ετυμολογία - Point of view

Εν τάχει

Άνθρωπος: Σημασία κι Ετυμολογία



«Σας διδάσκω τον Υπεράνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι κάτι που θα πρέπει να υπερβείτε. Τι έχετε κάνει για να τον υπερνικήσετε; 

Τι είναι ο πίθηκος για τους ανθρώπους; Αντικείμενο χλεύης ή οδυνηρής αμηχανίας. 

Έτσι ακριβώς θα πρέπει να είναι ο άνθρωπος για τον Υπεράνθρωπο: 

αντικείμενο χλεύης ή οδυνηρής αμηχανίας. Έχετε προοδεύσει από το σκουλήκι στον άνθρωπο και ένα μεγάλο μέρος μέσα σας είναι ακόμα σκουλήκι. Ιδού, σας διδάσκω τον υπεράνθρωπο. 

Ο Υπεράνθρωπος είναι το νόημα της ζωής. Αφήστε τη βούληση σας να πει: Ο Υπεράνθρωπος θα είναι το νόημα της γης! 

Σας ικετεύω, αδελφοί μου, μείνετε πιστοί στη γη και μην πιστεύετε εκείνους που σας μιλάνε για υπερκόσμιες ελπίδες! Είναι δηλητηριαστές, είτε το γνωρίζουν είτε όχι. Είναι καταφρονητές της ζωής, ατροφούντες και αυτοδηλητηριαζόμενοι άνθρωποι, που τους έχει βαρεθεί η γη ̇ ας εξαφανιστούν λοιπόν!» 
Nietzsche, 1883-1885


Κάθε άτομο, σύμφωνα με τον Nietzsche, έχει τη δυνατότητα να γίνει υπεράνθρωπος. Αυτό που διαφοροποιεί τον υπεράνθρωπο από τον υπάνθρωπο είναι το πάθος, το θάρρος, η δύναμη και τίποτε άλλο. «Τολμήστε μόνο να πιστέψετε στον εαυτό σας. Εκείνος που δεν πιστεύει στον εαυτό του ψεύδεται πάντα!»

Άνθρωπος: αρχαιότερη μαρτυρία, αρχική σημασία και ετυμολογία

Θα αναβάλλουμε την εξέταση των λατρειών (επιθυμιών) που προανήγγειλα για το μέλλον και θα ασχοληθούμε σήμερα με την ετυμολογία και την αρχική σημασία της λέξης ‘άνθρωπος’. Να σας πω μόνο προκαταβολικά ότι η λατρεία της αφθαρσίας έχει διατυπωθεί στην Ιλιάδα (που αλλού;) ότι στο ίδιο κείμενο λανθάνει και η λατρεία της σπανιότητας, ότι η λατρεία της αμεταβλητότητας είναι το πυρηνικό περιεχόμενο της φιλοσοφίας του Παρμενίδη και ότι η λατρεία της έκρηξης εμφανίστηκε μετά την χρήση της πυρίτιδας – θα δούμε ότι αυτή επέτρεψε την διατύπωση της θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης (big bang), θεωρία την οποία δεν ασπάζομαι ούτε με σφαίρες.

Θα ήθελα καταρχάς να στρέψουμε την προσοχή μας σε κάποιες περίεργες φράσεις της νεοελληνικής.Λέμε, τι λες, βρε άνθρωπε; Άσε με ήσυχο, βρε άνθρωπε! Ξεφορτώσου με, άνθρωπέ μου! Τι λέει ο άνθρωπος! Είναι σαφές ότι η σημασία αυτών των εκφράσεων είναι περιφρονητική, υποτιμητική, υβριστική. Γιατί όμως; Μια πρώτη εξήγηση θα ήταν η γνωστή κοινοτοπία περί του ανθρώπου ως *κτήνους, θηρίου, ως του χειρότερου ζώου και τα λοιπά. Όχι, φίλες και φίλοι! Αυτές οι περιφρονητικές, υποτιμητικές και υβριστικές φράσεις είναι κληρονομιά αντίστοιχων αρχαιοελληνικών, οι οποίες ουδεμία σχέση έχουν με την προαναφερθείσα κοινοτοπία. Αυτές θα εξετάσουμε σήμερα και θα επιχειρήσουμε να εντοπίσουμε την προέλευσή τους, την πηγή τους.

Λέμε ακόμα ότι αυτός είναι άνθρωπος τους, είναι άνθρωπος της Ασφάλειας, είναι άνθρωπος του κόμματος, έχασε τον άνθρωπό της, ήρθαν οι άνθρωποι του και . . . Σε αυτές τις περιπτώσεις η λέξη «άνθρωπος» δηλώνει τον υπηρέτη, τον οπαδό, τον σύζυγο ή τον αφοσιωμένο φίλο, κλπ. Και αναρωτιόμαστε: υπάρχει άραγε κάποια σημασιολογική σχέση μεταξύ αυτών δυο σημασιών; Μήπως η περιφρόνηση που δηλώνει η λέξη «άνθρωπος» προέρχεται από τη σημασία «υπηρέτης, τσιράκι, δούλος, οπαδός»; Ναι, φίλες και φίλοι, από αυτή τη σημασία προέρχεται. Γιατί όμως η λέξη «άνθρωπος» να σημαίνει «υπηρέτης, οπαδός»;

Εάν έχετε σχηματίσει την εντύπωση ότι η λέξη άνθρωπος είναι αρσενικού γένους, σας διαβεβαιώνω ότι η εντύπωση αυτή είναι λανθασμένη. Στα αρχαία ελληνικά, η λέξη άνθρωπος είναι και θηλυκού γένους. Ο Ησύχιος μας πληροφορεί ότι οι Σπαρτιάτες εκτός από τη λέξη γυνή, γυναίκα, μεταχειρίζονταν και τη λέξη «η ανθρωπώ» (ανθρωπώ: γυνή παρά Λάκωσιν), με έντονο το στοιχείο της περιφρόνησης. Η αρχαιότερη μαρτυρία της ανθρώπου, της γυναίκας δηλαδή, ανάγεται στον Ηρόδοτο, στα μέσα του 5ου π. κ.ε. αιώνα (Α, 160) και δηλώνει τη δούλη, την ταλαιπωρημένη γυναίκα, με σαφή περιφρονητική σημασιολογική χροιά.

Η χρήση του θηλυκού «άνθρωπος» μας αναγκάζει να συμπεράνουμε ότι το αρσενικό αναφέρεται στους άνδρες, και όχι γενικά στους ανθρώπους. Δηλαδή, όταν οι αρχαίοι έλεγαν και έγραφαν άνθρωπος πολύ συχνά εννοούσαν μόνο τους άνδρες. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι κυρίως εννοούσαν και τους άνδρες και τις γυναίκες, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μερικές φορές εννοούσαν μόνο τους άνδρες. Εξ ου και το θηλυκού γένους όνομα «η άνθρωπος» και «η ανθρωπώ».

Δεν είναι λίγες οι μαρτυρίες της αρχαιοελληνικής γραμματείας, οι οποίες μας πληροφορούν ότι η λέξη «άνθρωπος» δηλώνει τον δούλο, τον υπηρέτη, ότι εκφράζει περιφρόνηση και υποτίμηση ή χρησιμοποιείται υβριστικά. Στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα (314e) δηλώνει τον δούλο, πέραν πάσης αμφιβολίας. Με αυτή τη σημασία τη διαβάζουμε στον Ηρόδοτο, τον Δημοσθένη, τον Αισχίνη, στον Πλούταρχο και κατά την ύστερη βυζαντινή εποχή στον Ευστάθιο και τον Ιωάννη Μαλάλα. Πως προήλθε αυτή η σημασία; Γιατί η λέξη να δηλώνει το σύνολο των ανδρών και των γυναικών από τη μια, κι από την άλλη τον δούλο, τον υπηρέτη, τον οπαδό, το όνομα των οποίων δεν αξίζει καν να αναφέρουμε;

Εάν ανατρέξουμε πιο πίσω στο χρόνο, θα αναγκαστούμε να κάνουμε μια στάση στην Ιλιάδα. Θα παρατηρήσουμε ότι η λέξη άνθρωπος δηλώνει και τους άνδρες και τις γυναίκες – τη διαβάζουμε όμως 3 φορές στον ενικό και 69 φορές στον πληθυντικό. Μας λέει κάτι αυτό; Θέλετε να μάθετε πόσες φορές διαβάζουμε τη λέξη ανήρ, άνδρας; Πάνω από 460 φορές! Ο Ζεύς είναι πατήρ ανδρών τε θεών τε. Ο Αγαμέμνων είναι άναξ ανδρών. Η λέξη ανήρ στην Ιλιάδα δεν δηλώνει τον άρρενα, τον αρσενικό άνθρωπο, όπως νομίζουμε, αλλά τον πολεμιστή. Είναι ένα περιληπτικό όνομα, το οποίο σημαίνει το σύνολο (α-) των φονέων πολεμιστών (*ner). Ο Ζεύς δεν είναι πατήρ Θεών και ανθρώπων, ούτε ο Αγαμέμνων είναι άναξ (βασιλιάς) ανθρώπων!

Υπάρχει λοιπόν στην Ιλιάδα μια διάκριση μεταξύ των ανδρών και των ανθρώπων. Η διάκριση αυτή είναι πιο σαφής εάν συγκρίνουμε τα επίθετα που αποδίδονται τους ανθρώπους και τους άνδρες. Θα παρατηρήσουμε ότι δεν έχουν κανένα απολύτως κοινό επίθετο. Οι άνθρωποι είναι θνητοί, καταθνητοί, επιχθόνιοι (ζουν πάνω στη γη, σε αντίθεση με τους ουρανίωνες, τους Θεούς), μέροπες (άγνωστης σημασίας), δικαιότατοι, οψίγονοι (μεταγενέστεροι) και πολυσπερείς. Πριν δούμε τι σημαίνει αυτό το πολυσπερείς, επαναλαμβάνω ότι ούτε ένα από αυτά τα επίθετα αποδίδεται στους άνδρες. Δεν είναι επιχθόνιοι οι άνδρες; Δεν είναι θνητοί; Δεν είναι πολυσπερείς;

Πολυσπερείς είναι οι άνθρωποι οι οποίοι σπέρνουν πολύ, καλλιεργούν δηλαδή τη γη, είναι γεωργοί. Είμαστε κάτι παραπάνω από βέβαιοι ότι οι ήρωες της Ιλιάδας δεν είναι γεωργοί, είναι ποιμένες. Η Ιλιάδα παρέχει κάποιες ενδείξεις εγκατάλειψης της εκτροφής των ζώων και της στροφής προς την καλλιέργεια της γης αλλά οι ήρωες είναι ποιμένες, πέραν πάσης αμφιβολίας. Μπορεί να ζουν πάνω στη γη, αλλά δεν έχουν άμεση σχέση με τη γη και το έδαφος όπως έχουν οι πολυσπερείς άνθρωποι – πέραν του ότι το μυαλό τους και το βλέμμα τους είναι στραμμένο στον ουρανό και στα ύψη.

Και βέβαια, άνθρωποι και άνδρες είναι θνητοί, αλλά, φίλες και φίλοι, τη σημασία της λέξης θνητός θα πρέπει να την επανεξετάσουμε. Θνητός δεν είναι αυτός που πεθαίνει από φυσικό θάνατο, αλλά από βίαιο θάνατο. Αυτή είναι η αρχική σημασία της λέξης. Ο θνητός είναι αυτός που πεθαίνει στο πεδίο της μάχης, είναι ο ηττημένος εχθρός.

Ας ανακεφαλαιώσουμε τη διάκριση μεταξύ ανδρών και ανθρώπων.

Οι άνδρες σχετίζονται με τους θεούς (πατήρ ανδρών τε θεών τε), αλλά οι άνθρωποι αναφέρονται σε αντίθεση με τους θεούς (άρα και με τους άνδρες): οι θεοί είναι αθάνατοι, δηλαδή ανίκητοι, οι άνθρωποι είναι θνητοί. Οι άνδρες είναι ποιμένες, οι άνθρωποι είναι γεωργοί. Οι άνδρες είναι πολεμιστές, οι άνθρωποι είναι δικαιότατοι. Η Ιλιάδα μας λέει ότι πρόκειται για δυο διαφορετικά σύνολα: οι άνδρες δεν είναι άνθρωποι, οι άνθρωποι δεν είναι άνδρες.

Σε ένα σημείο της ραψωδίας Ι (στ. 328) ο Αχιλλέας διηγείται τα πολεμικά κατορθώματά του γύρω από την περιοχή της Τροίας και λέει: «δώδεκα δε ξυν νηυσί πόλεις αλάπαξ’ ανθρώπων». Με τα πλοία μου δώδεκα παραθαλάσσια χωριά ανθρώπων αλάπαξα, άδειασα, εκκένωσα, ρήμαξα. (Το ρήμα αλαπάζω προέρχεται από το λαπάζω , το οποίο δηλώνει την ορμητική έξοδο των σκατών μετά από δυσκοιλιότητα – την βίαιη εκκένωση). Θέλει να πει ότι δεν έμεινε ούτε ένας ζωντανός, τίποτε απολύτως όρθιο, ότι εξόντωσε τους ανθρώπους και ισοπέδωσε καίγοντας τα χωριά – τα όμορφα χωριά, όμορφα καίγονται. Σε αυτά τα χωριά λοιπόν κατοικούσαν άνθρωποι, δικαιότατοι, ειρηνικοί και φιλήσυχοι δηλαδή, άρα θνητοί, επιχθόνιοι, γεωργοί. Προφανώς και σε όλη την ελλαδική χερσόνησο.

Και μετά από όλα αυτά, θα μπορούσαμε να θέσουμε το ρητορικής μάλλον φύσης ερώτημα: μήπως οι άνθρωποι ήταν οι γηγενείς κάτοικοι των χωριών της ελλαδικής χερσονήσου; Η προϊστορική αρχαιολογία της νεολιθικής και πρωτοελλαδικής εποχής του χαλκού μας επιβεβαιώνει ότι ήταν γεωργοί, με πολύ εξελιγμένο πολιτισμό. Μήπως οι άνδρες ήταν οι εισβολείς ποιμένες, οι κατακτητές; Εάν είναι έτσι, τότε η λέξη άνθρωποι θα πρέπει να δήλωνε τους υποταγμένους, κατακτημένους, υποδουλωμένους γηγενείς κατοίκους, γεωργούς, των οικισμών της ελλαδικής χερσονήσου.

Γιατί όμως οι άνδρες ποιμένες αποκάλεσαν τους κατακτημένους γηγενείς «ανθρώπους»;

Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να εξετάσουμε την αρχαιότερη μαρτυρία της λέξης άνθρωπος. Τη διαβάζουμε σε ένα κρατικό αρχείο της μυκηναϊκής Πύλου, σε μια πινακίδα (Ta 722.1) που καταγράφει τέσσερα σκαμνιά πολυτελούς κατασκευής, που θα ανήκαν προφανώς στους αξιωματούχους του ανακτόρου, στην ιθύνουσα τάξη της μυκηναϊκής κοινωνίας της Πύλου.

Παραθέτω το κείμενο, το μεταγράφω στην αλφαβητική ελληνική και το μεταφράζω:


ta-ra-nu a-ja-me-n0 e-re-pa-te-jo a-to-ro-qo
i-qo-qe po-ru-po-de-qe po-ni-ke-qe ΣΚΑΜΝΙ 1

θρανυς αιαιμένος ελεφαντείω ανθρώπω
ίππω τε πολυπόδει τε φοινίκει τε ΣΚΑΜΝΙ 1

Ένα σκαμνί διακοσμημένο (με μορφή) ανθρώπου, αλόγου, χταποδιού και φοίνικα (πτηνού) από ελεφαντόδοντο.


Έχουμε την περιγραφή ενός πολυτελέστατου και πολύτιμου σκαμνιού, πάνω στο οποίο έβαζαν τα πόδια τους όταν κάθονταν σε ψηλό θρόνο. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε λόγω της λεπτομερούς περιγραφής θρόνων στην ίδια συλλογή πινακίδων, όπου καταγράφονται κι άλλα έπιπλα και σκεύη (τραπέζια, αγγεία, μαγκάλια). Το σκαμνί αυτό θα πρέπει να ήταν ξύλινο, αναπαυτικό και διακοσμημένο με μορφές ανθρώπου, αλόγου, χταποδιού και φοίνικα. Κάθονταν λοιπόν πάνω σε πολυτελέστατα καθίσματα και έβαζαν τα πόδια τους πάνω σε αυτά τα σκαμνιά. Δεν αποκλείεται και να κάθονταν κιόλας. Όπως και να έχει το πράγμα, αυτοί ήταν από πάνω και το σκαμνί με τις μορφές από κάτω.

Αναρωτιέμαι: τι συμβολίζει η αναπαράσταση του σκαμνιού;

Είναι σαφές ότι μεταξύ του καθισμένου Μυκηναίου Κυρίου και των μορφών του σκαμνιού εγκαθιδρύεται μια συγκεκριμένη σχέση. Κατά συνέπεια, η αναπαράσταση συμβολίζει την Κυριαρχία επί των υποτελών ανθρώπων και της φύσης, συμβολίζει την κατάκτηση των ανθρώπων και της φύσης. Νομίζω πως είναι σαφές. Το άλογο συμβολίζει την κατάκτηση της γης και των ζώων της, το χταπόδι την κατάκτηση της θάλασσας και ο φοίνικας την κατάκτηση του ουρανού. Αλλά ενώ οι αναπαριστώμενες μορφές του αλόγου, του χταποδιού και του φοίνικα είναι σαφείς, αυτή του ανθρώπου μας δυσκολεύει. Ποια χαρακτηριστικά να είχε αποδώσει άραγε ο τεχνίτης σε αυτή τη μορφή; Όποιος έβλεπε αυτή τη μορφή θα αντιλαμβανόταν αμέσως ότι πρόκειται περί κατακτημένου γηγενούς, περί ανθρώπου.

Εάν σωζόταν κάποιο από αυτά τα σκαμνιά, θα μπορούσαμε να δώσουμε μια απάντηση. Αλλά δεν έχει σωθεί. Αναγκαζόμαστε λοιπόν να καταφύγουμε στην ετυμολογία της λέξης, να δούμε τι μας λέει η ίδια η λέξη. Γιατί όμως η λέξη άνθρωπος να έχει υποτιμητική σημασία; Στο ερώτημα αυτό δεν μπορούμε να δώσουμε μια γενικά αποδεκτή απάντηση βασιζόμενοι μόνο στις μαρτυρίες των κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Θα δούμε εάν μπορούμε να δώσουμε μια απάντηση.

Εκτός από αυτή την επισήμανση, παραθέσαμε και την αρχαιότερη μαρτυρία της εξεταζόμενης λέξης. Πρόκειται για ένα κρατικό αρχείο της μυκηναϊκής Πύλου που συντάχθηκε τη χρονιά που πυρπολήθηκαν τα ανάκτορα, περί το 1200 π. κ.ε. το διοικητικό κέντρο της μυκηναϊκής επικράτειας της Πύλου που καταλάμβανε την περιοχή του σημερινού νομού Μεσσηνίας. Υπάρχει ένα αρχείο (Ta), ένας μικρός αριθμός πήλινων πινακίδων, στο οποίο διαβάζουμε λεπτομερείς περιγραφές πολυτελών επίπλων. Σε ένα από αυτά (Ta 722) περιγράφεται ένα σκαμνί (ta-ra-nu, θράνυς, εξ ου και θρανίον), πάνω στο οποίο ακουμπούσε τα πόδια του κάποιος που καθόταν σε θρόνο (to-no, θόρνος, θρόνος). Το σκαμνί αυτό, ξύλινο, ήταν διακοσμημένο με τέσσερις ανάγλυφες παραστάσεις από ελεφαντόδοντο: ανθρώπου (a-to-ro-qo, ἀνθρώπω, δοτική οργανική), αλόγου (i-qo, ιππω), χταποδιού (po-lu-po-de, πολυπόδει) και φοίνικα (po-ni-ke, φοινίκει) – το πουλί και όχι το δένδρο. Ο άνθρωπος ( κοινωνία), το άλογο ( στεριά), το χταπόδι ( θάλασσα) και ο φοίνικας (αέρας), όλα κάτω από τα πόδια του Κυρίου πού κάθεται στο θρόνο – δεν είναι πολύ εν-δια-φέρον;


Είναι πολύ ενδιαφέρον. Η αναπαράσταση του σκαμνιού, του εξαρτήματος του θρόνου, συμβολίζει την κυριαρχία πάνω στη κοινωνία και τη πανίδα της στεριάς, της θάλασσας και του αέρα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι εδώ ο άνθρωπος συμβολίζει τους Υποτελείς της μυκηναϊκής επικράτειας της Πύλου. Ποιοι ήταν αυτοί οι Υποτελείς; Τα κρατικά αρχεία είναι κάτι παραπάνω από σαφή. Ήταν και ελληνόφωνοι, διαβάζουμε πάρα πολλά ελληνικά ονόματα, ήταν και οι πληθυσμοί που κατοικούσαν εκεί πριν την έλευση των κατακτητών – τα ονόματα των οποίων, που είναι και τα περισσότερα, δεν μπορούμε να διαβάσουμε.

Θεωρώ πως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η λέξη άνθρωπος περιγράφει Υποτελείς – ποιους όμως; Γενικά τους Υποτελείς ή μία από τις δύο κατηγορίες; Στο ερώτημα αυτό δεν θα μπορέσουμε να απαντήσουμε, εάν δεν εξετάσουμε την ίδια τη μυκηναϊκή λέξη.

Πρώτα όμως θα δούμε τις δύο ετυμολογίες που έχουν προταθεί. 

Δεν είναι ετυμολογίες αλλά παρετυμολογίες. 

Η μία υποστηρίζει ότι προέρχεται από τις λέξεις ἀνήρ και ὤψ (γενική, .ὠπός: όψη, πρόσωπο), η άλλη από τη φράση ἄνω θρώσκω. Η παρετυμολογία είναι εσφαλμένη ετυμολογία και είναι εσφαλμένη διότι βασίζεται σε εξωτερικές και επιφανειακές ομοιότητες αδιαφορώντας για τα υπαρκτά και πραγματικά δεδομένα που διαθέτουμε. Συνήθως οι παρετυμολογίες ανθούν εκεί όπου τα δεδομένα δεν είναι πολλά ή δεν υπάρχουν – πρόκειται δηλαδή για αυθαίρετες και βολικές κρίσεις.

Ας δούμε την πρώτη παρετυμολογία. 

Φαίνεται ότι το δεύτερο συνθετικό της λέξης άνθρωπος είναι το ουσιαστικό ὤπ-ς ( ὤψ), πρόσωπο, όψη. Το πρώτο συνθετικό ἀνθρ – προέρχεται από το ἀνήρ, ἀνδρός: ἄνδρ-ωπ- ος >ἄνθρωπος; Όσοι και όσες ακολουθούν αυτή την, γι αυτούς, ετυμολογία αγνοούν τρία πολύ πολύ βασικά στοιχεία -το ένα από αυτά δεν το διαθέταμε πριν την ανάγνωση των αρχείων της Πύλου. Ας δούμε το πρώτο. Η αρχαία ελληνική γλώσσα έχει παραγάγει πάρα πολλές λέξεις με πρώτο συνθετικό το ἀνδρ -παραθέτω μερικές τις οποίες μεταχειριζόμαστε ακόμα: ανδριάντας, ανδραγάθημα, ανδρικός, ανδρόγυνο, ανδρείος, ανδρεία, ανδράποδο, ανδρείκελο. Γιατί σε αυτές τις λέξεις, και σε όλες τις άλλες, δεκάδες, της αρχαίας ελληνικής το δ δεν μετεξελίχθηκε σε θ; Γιατί μόνο στη λέξη ἄνθρωπος το δ να πάψει να προφέρεται ως δ και να προφέρεται ως θ;

Η απάντηση είναι απλή – και είναι το δεύτερο στοιχείο. Η ομοιότητα του δ με το θ παρακίνησε ευφάνταστους να διατυπώσουν τη γνωστή παρετυμολογία: ἄνδρωπος > ἄνθρωπος. Αγνοούν όμως ότι το δ προφέρονταν κάποτε ως ντ, προφορά που επιβιώνει ακόμα και σήμερα (άντρας <άνδρας, δέντρο <δένδρο). Στη μυκηναϊκή εποχή προφέρονταν ως ντ: διαβάζουμε τις λέξεις ανδριάς (a-di-ri-ja-te, ανδριάντει, δοτική οργανική) τέσσερις φορές – θα δούμε σε ποια αρχεία όταν θα δώσουμε την χαριστική βολή στην παρετυμολογία ἄνδρωπος, και Αλεξάνδρα, στο αρχείο των Μυκηνών:V 659.2:a-re-ka-sa-da-ra!

Υπάρχει και η σημασιολογική πτυχή του ζητήματος -το τρίτο στοιχείο. Γιατί να ταυτιστεί ο άνθρωπος με τον άνδρα; Ο άνθρωπος είναι το ον που έχει την όψη ανδρός; Πολύ παράξενο μου φαίνεται – και όντως είναι! Η γυναίκα, το παιδί είναι άνθρωποι – έχουν την όψη ἀνδρός; Όσοι και όσες υιοθετούν αυτήν την παρετυμολογία αγνοούν ότι η λέξη ἀνήρ δηλώνει όχι μόνο αποκλειστικά και μόνο τον άνδρα αλλά τον άνδρα πολεμιστή – ἀνήρ είναι αυτός που έχει μεγάλη ισχύ, αυτός που σκοτώνει, όπως είδαμε όταν εξετάσαμε την ετυμολογία της λέξης. Η λέξη ἄνθρωπος δεν προέρχεται από το ἄνδρωπος.

Ούτε από το ἄνω θρώσκω. 

Πώς φτάσαμε από το ἄνω θρώσκω στο ἄνθρωπος μόνο ένας θεός ξέρει και η αχαλίνωτη φαντασία των υποστηρικτών αυτής της παρετυμολογίας. Θα το σκέφτονταν πολύ να την προτείνουν και να την υιοθετούν εάν γνώριζαν ότι το ρήμα θρώσκω είναι ένα ρήμα που παράγεται από ένα άλλο και δηλώνει την επανάληψη της ενέργειας του αρχικού ρήματος – τα ρήματα αυτά λέγονται θαμιστικά. Το θρώσκω προέρχεται από τον αόριστο έθορον και σημαίνει αναπηδώ, σκιρτώ, πηδώ. Το όνομα θορός είναι το σπέρμα του άνδρα ή του ζώου – που χύνεται με ορμή. Τι μπορεί να δηλώνει η φράση άνω θρώσκω, πηδώ προς τα άνω; Ο άνθρωπος είναι το ον που πηδάει προς τα πάνω;

Ας έρθουμε τώρα στη μυκηναϊκή λέξη άνθρωπος (a-to-ro-qo). Είχε αυτή τη μορφή, είμαστε βέβαιοι; Ναι, είμαστε βέβαιοι. Εάν οι Μυκηναίοι γραφείς διέθεταν φωνητική γραφή θα έγραφαν ἀνθρώπω – δεν διέθεταν όμως. Είχαν μια συλλαβική γραφή (την Β΄) όπου το κάθε στοιχείο δεν αναπαρίστανε οπτικά ένα φθόγγο αλλά μια συλλαβή. Τη συλλαβή α την είχαν, όχι όμως και τις συλλαβές νθρω και πω. Και δεν τις είχαν διότι η Β΄ είναι μια γραφή που την δανείστηκαν και την προσάρμοσαν για να αποδώσουν ατελώς τη γλώσσα τους. Θα μπορούσαν να επινοήσουν κι άλλες συλλαβές αλλά δεν το έκαναν για πρακτικούς λόγους. Εάν το έκαναν, τα συλλαβογράμματά τους δεν θα ήταν ενενήντα αλλά πολλές εκατοντάδες – θα ήταν μια πάρα πολύ δύσχρηστη γραφή. Με τη γραφή λοιπόν που διέθεταν έγραψαν τη λέξη ἀνθρώπω ως a-to-ro-qo. Θα ρωτήσετε: που είναι το ν; γιατί το θ αναπαριστάνεται με το τ; πού είναι τα δύο ω ; τι είναι αυτό το q;

Η συλλαβική γραφή Β΄ δεν διακρίνει τα μακρά από τα βραχέα φωνήεντα. Το συλλαβόγραμμα ο και το ο σε όλα τα άλλα συλλαβογράμματα (ko, to, ro, no κτλ) άλλοτε αποδίδει το βραχύ ο και άλλοτε το μακρό ο (ω) – διότι, προφανώς, αυτοί που επινόησαν τη συλλαβική γραφή δεν διέθεταν μακρά και βραχέα φωνήεντα. Η μεγάλη δυσκολία όμως ήταν η απόδοση συλλαβών που περιείχαν συμφωνικά συμπλέγματα – με δύο ή τρία σύμφωνα ή που έληγαν σε σύμφωνο. Να τι αναγκάστηκαν να κάνουν.

Όταν μια συλλαβή έληγε σε σύμφωνο, το σύμφωνο αυτό πάντα το παρέλειπαν: κύμινον – ku-mi-no, χιτών – ki-to. Όταν μια συλλαβή άρχιζε με δύο σύμφωνα, άλλοτε παρέλειπαν το πρώτο (εάν ήταν υγρό [λ, ρ] ή έρρινο [μ, ν] κι άλλοτε την έκαναν δύο συλλαβές! Τη λέξη χαλκός την απέδωσαν ως ka-ko (παράλειψη του τελικού ς και του λ της συλλαβής λκος) – το χ αποδίδεται με το κ γιατί οι αρχικοί επινοητές της συλλαβικής γραφής δεν διέθεταν χ! Τη λέξη αγρός όμως την απέδωσαν ως a-ko-ro: η συλλαβή γρο έγινε ko-ro – ούτε γ διέθεταν οι επινοητές της συλλαβικής γραφής! Η συλλαβή λοιπόν νθρω έγινε to-ro: το έρρινο ν δεν δηλώνεται· η συλλαβή θρω έγινε δύο συλλαβές: to-ro, διότι και πάλι οι επινοητές της συλλαβικής γραφής δεν διέθεταν τον φθόγγο θ! Το συλλαβόγραμμα to αποδίδει τις συλλαβές το, τω, θο και θω. Και η συλλαβή qo; Γιατί δεν έγραψαν po, πο;

Η Μυκηναϊκή ελληνική εκτός από τα χειλικά (π, β, φ), τα οδοντικά (τ, δ, θ) και τα ουρανικά (κ, γ, χ) διέθετε και κάποια άλλα σύμφωνα τα οποία ονομάζονται χειλοϋπερωϊκά, τα kw, gw και gwh – το w είναι εκθέτης στο k και g, δεν μπορώ να το γράψω, δεν έχω τα σύμβολα. Αυτοί οι χειλοϋπερωϊκοί φθόγγοι μετεξελίχθηκαν μετά την μυκηναϊκή εποχή, κατά τους λεγόμενους Σκοτεινούς Αιώνες, σε χειλικούς, οδοντικούς και ουρανικούς. Να ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Διαβάζουμε τέσσερις φορές στη Πύλο και μία στη Θήβα τη λέξη qa-si-re-u, που δεν είναι άλλη από τη λέξη βασιλεύς. Η συλλαβή qa μετεξελίχθηκε σε βα. Η συλλαβή qo (πω) στη λέξη a-t0-ro-qo προφερόταν ως kwo: το όνομα ὤψ, ὠπ-ός προέρχεται από το *okw-s. Εξ ου και το okw-μα > οπ-μα> ὄμμα > ὀμμάτιον > μάτιον > μάτι!

Φαίνεται λοιπόν πως οι γραφείς απέδωσαν πολύ σωστά, σύμφωνα με τις δυνατότητες της γραφής τους, τη μορφή ἀνθρώπω. Είμαστε βέβαιοι ότι το δεύτερο συνθετικό ήταν το okw, ωπ -: το πρόσωπο, η όψη. Το πρώτο συνθετικό δεν είναι το άνήρ, είναι μια άλλη λέξη, ένας άλλος χαρακτηρισμός της λέξης ὤψ. Και ο χαρακτηρισμός αυτός αποδίδεται με το πρώτο συνθετικό ἀνθρ -. Η όψη της μορφής που αναπαριστάνεται στο σκαμνί του θρόνου του Μυκηναίου Κυρίου ήταν ἀνθρ- Τι να είναι αυτό το ἀνθρ-;

Θα αφορούσε πιθανόν το μέγεθος, το σχήμα ή το χρώμα του προσώπου. Λέξη που να δηλώνει το μέγεθος ή το σχήμα και να αρχίζει με το ἀνθρ – δεν υπάρχει -εκτός αν κάνω λάθος. Θα μπορούσε όμως να υπάρχει για το χρώμα! Από την Ιλιάδα μαθαίνουμε ότι τα κάρβουνο λέγονταν άνθραξ – στην ραψωδία Ι η ἀνθρακιή (ανθρακιά) είναι ο σωρός των κάρβουνων, η θράκα (<ανθρακιά!). 

Η λέξη άνθραξ είναι η ελληνική λέξη για το κάρβουνο και εικάζουμε βάσιμα ότι θα την μεταχειρίζονταν και κατά τη μυκηναϊκή εποχή. Ἄνθρωπος λοιπόν είναι αυτός που έχει μαύρη όψη, μαύρο πρόσωπο. Όχι κατ’ ανάγκην μαύρος από την Αφρική, αν και δεν θα μπορούσαμε να το αποκλείσουμε αυτό το ενδεχόμενο αλλά μάλλον μελαχρινός, μαύρος σε σύγκριση με τους ξανθούς Αχαιούς Μυκηναίους -όπως μας βεβαιώνει η Ιλιάδα. Διότι οι γηγενείς κάτοικοι της ελλαδικής χερσονήσου ήταν μελαχρινοί -υπάρχει τοιχογραφία μελαχρινών, σκουρόχρωμων ανθρώπων που σφαγιάζονται από άλλους που κρατούν ξίφη στα χέρια.

Άνθρωπος είναι ο σκουρόχρωμος, ο μελαχρινός, ο μελαμψός γηγενής κάτοικος της Πελοποννήσου, ο ΥΠΟΤΕΛΗΣ.

Αυτόν, αυτούς πατάει με τα πόδια του ο Μυκηναίος Κυρίαρχος.

Και τώρα η χαριστική βολή. Η πινακίδα Τa 708 περιγράφει ένα άλλο ξύλινο σκαμνί, για τα πόδια του Κυρίου, το οποίο είναι διακοσμημένο με ανάγλυφη αναπαράσταση από ελεφαντόδοντο όπου εικονίζονται ανδρικές μορφές (a-di-ri-ja -pi, ἀνδριάμφι – οργανική δοτική πληθυντικού) και λιοντάρια (le-wo-pi, λέ Fομφι)! Εδώ ο Μυκηναίος Κύριος παρουσιάζεται ως κάποιος που υποδουλώνει άνδρες  -πολεμιστές δηλαδή- και λιοντάρια. Η μαρτυρία αυτή απορρίπτει κατηγορηματικά την παρετυμολογία ἄνθρωπος < ἄνδρωπος!


@Αθανάσιος Δρατζίδης /Ανωτάτη Σχολή Κακών Τεχνών


Αναζητήστε: Η Γιορτή της Ηττας & Η ανθρώπινη μνήμη σήμερα & ἱερός – ουσία: ετυμολογία και σημασιολογία


via

Pages