Η έλλειψη ευαισθητοποιήσεως μπροστά σε μια δύσκολη ψυχική κατάσταση ενός συνανθρώπου μας, μπορεί να έχει τραγικά αποτελέσματα.
Το φοβερό αυτό συμβάν το έπαθε και το έζησε ένας ηλικιωμένος άνδρας, παρ’ όλο που ήταν καλός Χριστιανός, ιερέας κλπ. Όσο καιρό έζησε μετά, το θυμόταν και πάντοτε έκλαιγε από τύψεις.
Μια ημέρα, πρωινό ήταν, ξεκίνησε από την Εκκλησία για την Επισκοπή, γιατί είχε συνάντηση με τον Επίσκοπο. Καθώς ανηφόριζε τον δρόμο προς την κεντρική λεωφόρο, συνάντησε έναν γνωστό του - αρκετά νέο άνδρα- ο οποίος φαινόταν έξαλλος, αγριεμένος, με ανακατεμένα μαλλιά και με το βλέμμα γεμάτο απελπισία. Ο ιερέας τα ‘χασε.
– Τι έχεις, βρε Γιώργο; Τι σου συμβαίνει; μπόρεσε να του πη.
Ο άλλος ξέσπασε.
– Άσε με, άσε με! Δεν αντέχω άλλο στο σπίτι. Θα πάω να πνιγώ!
– Τι είναι αυτά που λες; του απάντησε ο χριστιανός.
– Αυτό που σου λέω! Έχεις λίγο καιρό να σου τα πω να ξεσπάσω; ρώτησε, με την ελπίδα ότι ο ιερέας θα μπορούσε λίγο να τον ακούσει.
Δυστυχώς όμως δεν ζύγισε καλά τα πράγματα και γυρίζει και του λέει:
– Να σε ακούσω, φίλε μου, αλλά τώρα έχω μια συνάντηση με τον Δεσπότη. Θέλεις να συναντηθούμε το απόγευμα; του πρότεινε.
Απογοητευμένος ο άλλος του απάντησε μ’ ένα ξερό “Καλά” και έφυγε ακόμη πιο ταραγμένος.
Το μεσημέρι γύρισε ο ιερεύς στο σπίτι του και του έβαλε η πρεσβυτέρα του να φάει. Ενώ έτρωγε, χτύπησε το τηλέφωνο. Το σήκωσε η γυναίκα του και αυτό που άκουσε την έκανε να παγώσει. Έμεινε με το ακουστικό μετέωρο. Ο χριστιανός ανησύχησε και την ρώτησε τι συμβαίνει. Η απάντηση:
– Μου είπαν ότι ο Γιώργος βρέθηκε νεκρός. Προ ολίγου τον βρήκαν!
Κεραυνός αν έπεφτε επάνω στον άνθρωπό μας, λιγότερο θα τον συγκλόνιζε!
– Γυναίκα, εγώ τον σκότωσα, φώναζε και έκλαιγε με απόγνωση.
Άδικα προσπαθούσε να τον παρηγορήσει εκείνη.
– Αχ, γιατί ανέβαλα να τον ακούσω; Λες και ο Δεσπότης θα με παρεξηγούσε αν του εξηγούσα;
Πήγε σε πολλούς πνευματικούς να εξομολογηθεί το γεγονός. Πήρε την άφεση, αλλά ο καημός τον ακολούθησε ως το τέλος της ζωής του.
Ας μας προβληματίσει το πάθημα αυτιού του Χριστιανού και ας ενδιαφερόμαστε για τις ψυχικές ανάγκες του πλησίον, ζητώντας φώτιση και Χάρι από τον Θεό, ώστε να μπορούμε να προσφέρουμε κατανόηση, παρηγοριά, έμπρακτη βοήθεια. Είθε.
Το «δυστύχημα» του να είσαι κληρικός
Είμαστε σίγουροι ότι ο τίτλος του άρθρου θα παραξενέψει τον αναγνώστη και ενδεχομένως τον σκανδαλίσει. Πριν βγάλει όμως κάποιος βιαστικό συμπέρασμα, ας κάνει τον κόπο να διαβάσει έως το τέλος το άρθρο, με δεδομένο ότι, τη Χάριτι του Θεού, τον Αύγουστο κλείνω μία δεκαετία (2006-2016) μέσα στο ράσο ως κληρικός (2 χρόνια ως διάκονος και 8 ως ιερεύς). Σε αυτό το άρθρο, με βάση αυτή την επέτειο, θα μιλήσουμε για την ιεροσύνη και τη διακονία του κληρικού, όχι όμως θεολογικά, αλλά πρακτικά και ρεαλιστικά, αναφερόμενοι στις αντιξοότητες που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας κληρικός στην πορεία του «εντός» και «εκτός» Εκκλησίας.
α) Ανώμαλη προσγείωση από μια «εικονική πραγματικότητα» στην πραγματικότητα: Οι εκκλησιαστικές και θεολογικές σχολές, από τις οποίες αποφοίτησε και ο γράφων, αντικειμενικά προσφέρουν υψηλά εφόδια σε κάποιον κληρικό. Διαβάζεις και ερευνάς την πορεία της Εκκλησίας μέσα στους αιώνες, τους Μεγάλους Πατέρες και τη θεολογία τους, μαθαίνεις δογματική, λειτουργική, βίους αγίων και αντιλαμβάνεσαι τη θεοπνευστία και την αλήθεια της Ορθοδοξίας. Ως εδώ καλά και άριστα. Το πρόβλημα είναι ότι όλα αυτά που διαβάζεις μετά τη χειροτονία σου πας να τα ζήσεις και να τα βιώσεις στην πράξη σε μια τοπική μητρόπολη γενικότερα και ενορία ειδικότερα. Εκεί διαπιστώνεις ότι πολλές φορές απέχει πολύ η θεωρία από την πράξη!
Εχεις διδαχθεί το υψηλό υπούργημα της ιεροσύνης, το πνευματικό ανάστημα του Μ. Βασιλείου και του Ιερού Χρυσοστόμου και απότομα προσγειώνεσαι στην απαραίτητη μεν, απέραντη δε γραφική δουλειά της ενορίας ή μητροπόλεως (Πρωτόκολλο, Εισερχόμενα, Εξερχόμενα, εκδόσεις πιστοποιητικών και αδειών γάμων, βεβαιώσεις, επιστολές, συντάξεις προϋπολογισμών - απολογισμών, αποδείξεις εισπράξεων, ευχαριστήρια κ.ά.) και αντί για Μ. Βασίλειο και Ιερό Χρυσόστομο και τους διορατικούς Γεροντάδες έχεις να κάνεις με τον μπαρμπα-Θανάση, την κυρία Κατίνα και τόσους άλλους, αξιοπρεπείς ανθρώπους κατά τα άλλα, αλλά με μια δυσπιστία προς το σχήμα και το πρόσωπό σου, η οποία όσο δεν σε γνωρίζουν τόσο μεγαλύτερη είναι και εξετάζουν και σχολιάζουν την κάθε σου κίνηση και συμπεριφορά για μήνες, συνήθως πίσω από την πλάτη σου.
Φυσικά, δεν εννοώ να μην υπάρχει εκκλησιαστική οργάνωση, απλώς επισημαίνω ότι κανείς δεν φρόντισε να σε διδάξει και να σε προετοιμάσει γι’ αυτό στις σχολές από όπου αποφοιτάς (μόνο τώρα τελευταία ευτυχώς αρχίζει και διδάσκεται εκκλησιαστική διοίκηση σε κάτι επιμορφωτικά σεμινάρια από το Ιδρυμα Ποιμαντικής της Αρχιεπισκοπής Αθηνών). Δεν υποτιμώ επίσης τα ονόματα και τις ιδιότητες που προανέφερα. Κάθε πρόσωπο έχει αξία και είναι ανεπανάληπτο, απλώς η εν Χριστώ κοινωνία-πολιτεία από δεδομένο γίνεται ζητούμενο και αρκετές φορές είδος προς εξαφάνιση...!
β) Από το «Ο Χριστός εν τω μέσω ημών», στο «Αρον- άρον, σταύρωσον αυτόν»: Στις αστικές μητροπόλεις και ενορίες κατά κανόνα υπάρχουν πάνω από δύο ιερείς σε μία ενορία, ανάλογα με τον πληθυσμό. Ενδεχομένως να υπάρχουν και τρεις μέχρι και πέντε και, σε ελάχιστες περιπτώσεις, έξι. Αυτό, υπό ιδανικές συνθήκες, θα ήταν ευλογία Θεού. Ομως, στην πράξη ένας νέος κληρικός, όταν τοποθετείται σε μια ενορία, συνήθως σαν τον Στρατό, βιώνει ανάλογες καταστάσεις χάσματος μεταξύ «παλιών» και «νέων» (περισσότερες και βαρύτερες υπηρεσίες, «καψόνια», «τρικλοποδιές», πισώπλατα μαχαιρώματα, ψεύτικες κατηγορίες και σκόπιμη δυσφήμηση του προσώπου του στα μάτια του επισκόπου και του κόσμου κ.ά.).
Στη Θεία Λειτουργία, στον ασπασμό της Αγάπης μεταξύ των κληρικών, λένε ο ένας στον άλλον «Ο Χριστός εν τω μέσω ημών», όμως αυτό (ευτυχώς με αρκετές εξαιρέσεις) καταντά στην πράξη «θεατρική κίνηση», χωρίς πρακτικό αντίκρισμα, αφού συνήθως δημιουργούνται κόντρες και χάσματα μεταξύ προϊσταμένου και συνεφημερίων, «κλίκες», αντιθέσεις, φατρίες και ένα σωρό δυσάρεστες καταστάσεις, που διχάζουν και τον κόσμο και την ενορία. Υπάρχουν ταπεινοί ιερείς που τα ανέχονται και με υπομονή τα αντιμετωπίζουν ως δοκιμασίες, άλλοι όμως κληρικοί που είναι εκ φύσεως δυναμικοί χαρακτήρες αντιδρούν και μάλιστα ανοιχτά. Ως αποτέλεσμα διχάζεται η ενορία και δηλητηριάζονται η ενότητα και το ομαλό κλίμα της. Τότε επεμβαίνει η κεντρική διοίκηση (επίσκοπος, πρωτοσύγκελος, γενικός αρχιερατικός) και συνήθως γίνεται μετάθεση κάποιου εκ των κληρικών, αλλά αντί να ειρηνεύσουν τα πράγματα, πολλές φορές οξύνονται και χειροτερεύουν.
Συνήθως δημιουργούνται κόντρες και χάσματα μεταξύ προϊσταμένου και συνεφημερίων, «κλίκες», αντιθέσεις, φατρίες και ένα σωρό δυσάρεστες καταστάσεις, που διχάζουν και τον κόσμο και την ενορία
γ) Από κληρικός-πατέρας-πρόσωπο πάντα παπαδάκι-πατριός σε σύγκριση με τον προηγούμενο ιερέα: Όταν ένας ιερέας με πολυετή διακονία σε μια ενορία συνταξιοδοτηθεί ή κοιμηθεί, αναμφισβήτητα έχει αφήσει το στίγμα του, έχει καθιερωθεί στη συνείδηση του κόσμου και συνήθως έχουν παγιωθεί κάποιες συνήθειες και πρακτικές που τον εξυπηρετούσαν. Αυτό από τη φύση του δεν είναι κακό. Το κακό ξεκινά όταν έρχεται άλλος ιερέας στη θέση του, αφού έχει καλλιεργηθεί συνειδητά ή ασυνείδητα μια προσωπολατρία. Τότε η συνεχής σύγκριση του νέου ιερέα σε σχέση με τον παλιό από το εκκλησίασμα είναι αναπόφευκτη και η «πατρότητα» του νέου ιερέα όχι μόνο δεν θεωρείται δεδομένη, αλλά αμφισβητείται συνεχώς, ιδιαιτέρως όταν εκείνος δεν συνεχίζει κάποιες παγιωμένες συνήθειες που είχε θεσπίσει ο προηγούμενος, οι οποίες πολλές φορές μάλιστα είναι αντίθετες προς τη γραμμή της μητροπόλεως και της παραδόσεως της Εκκλησίας γενικότερα (υπάρχει βέβαια ένας άτυπος κανόνας, ότι για έναν χρόνο δεν αλλάζεις τίποτα μέχρι να γνωριστείς με τον κόσμο που ποιμαίνεις. Η κεντρική διοίκηση όμως της μητροπόλεως συνήθως δεν σου πιστώνει τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα και ζητάει πιο άμεσες και ριζικές αλλαγές πολύ σύντομα).
Γενικότερα υπάρχει μια αντίδραση, μια αποχή και μια «ανυπακοή» στις νέες κατευθυντήριες γραμμές του νέου ιερέα. Αυτά που γίνονται δεκτά είναι όσα συνήθιζε ο άλλος ιερέας και ό,τι απέφευγε ή δεν χρησιμοποιούσε σκόπιμα ο παλιός ιερέας δεν τα ακολουθεί κατά κανόνα το ποίμνιο, με αποτέλεσμα οι ενέργειες του νέου κληρικού να αποδοκιμάζονται ή να αντιμετωπίζονται με έντονη κριτική και αμφισβήτηση.
δ) Ο κληρικός είναι πρόσωπο με μηδενική προσωπική ζωή, πάντα δακτυλοδεικτούμενος, με ζωή που δαπανάται ανάμεσα σε μητρόπολη-ενορία-οικογένεια: Ο κληρικός διακονεί τον Θεό. Αυτό είναι το θεολογικό πλαίσιο που συνοπτικά τα λέει και τα περικλείει όλα. Στη πράξη όμως έχει να κάνει με μια αλληλεπίδραση και εξάρτηση με τη μητρόπολη στην οποία ανήκει. Όταν ο επίσκοπος είναι πραγματικός Πατέρας, όλα κυλούν όμορφα. Το πρόβλημα είναι όταν ο επίσκοπος είναι δεσπότης, καταπιεστικός και φορτικός στους κληρικούς. Επίσης μπορεί ο επίσκοπος όντως να είναι πατέρας, αλλά τα πρόσωπα που τον περιβάλλουν στη Μητρόπολη και έχουν τις επιτελικές θέσεις να είναι «βασιλικώτεροι του βασιλέως» και να κινούνται με διάθεση εκδικητική προς κάποιον κληρικό. Όσοι κληρικοί έχουν κτυπηθεί, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, από κακή εκκλησιαστική διοίκηση πραγματικά έχουν υποφέρει και πολλές φορές καταστραφεί κυριολεκτικά.
Μετά τη μητρόπολη, η ενορία είναι ο «στίβος μάχης» του κάθε κληρικού. Στους συνειδητούς και «μη επαγγελματίες» κληρικούς, ο ιερός ναός είναι το «πρώτο σπίτι» και όχι το δεύτερο... όπως λένε σε άλλους κλάδους για κάποιον που ασχολείται με τη δουλειά του πολύ. Ακολουθίες, Θείες Λειτουργίες, αγρυπνίες, Μυστήρια, ποιμαντικές δράσεις, εκδηλώσεις, εξομολογήσεις, γραφική εργασία, προσκυνηματικές εκδρομές, συνεδριάσεις του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και του Φιλόπτωχου Ταμείου κ.ά. δεσμεύουν τις περισσότερες ώρες του 24ώρου για έναν ιερέα. Γι’ αυτό μιλάμε για λειτούργημα και όχι για επάγγελμα.
Κάποια στιγμή ο κληρικός επιτέλους γυρνάει σπίτι. Ο κόσμος νομίζει ότι πάει για να «ξεκουραστεί». Στην πράξη αυτό διαφέρει πολύ, γιατί, ιδιαίτερα αν υπάρχουν πολλά και μικρά τέκνα, ο ιερέας είναι και ο πατέρας της οικογένειας, που πρέπει να εξασφαλίσει τα προς το ζην εξωτερικά και τις ομαλές οικογενειακές συνθήκες εσωτερικά, σε συνεργασία με την πρεσβυτέρα. Να πάει τα παιδιά στα φροντιστήρια, στους γιατρούς, αλλά και μια βόλτα, όπως όλος ο κόσμος. Εδώ έχουμε να κάνουμε όμως με τις προκαταλήψεις του κόσμου. Όσο πιο κλειστή είναι μια κοινωνία τόσο δυσκολεύεται να καταλάβει ότι ο κληρικός ανήκει επίσης στην οικογένειά του, έχει ευθύνη και πρέπει να φροντίζει και την οικογενειακή ζωή του.
Ο καθηγητής μας στο Εκκλησιαστικό Λύκειο, π. Χρήστος Μακρής, μας έλεγε χαρακτηριστικά (και όσο περνάει ο χρόνος στη διακονία μας στο ράσο διαπιστώνουμε πόσο δίκιο είχε): «Προσέξτε καλά. Η κυρία Μαρία έχει τυρί και της το τρώει ένα ποντίκι. Αν τη ρωτήσεις ποιος σου τρώει, κ. Μαρία, το τυρί, αυτή θα πει τα ποντίκια! Έτσι θα λένε και για εσάς όταν γίνετε ιερείς. Ένας ιερέας θα κάνει ένα κακό, “οι παπάδες!” θα λέει ο κόσμος πάντα...! Επίσης, σε έναν δρόμο θα έχουν κατέβει για να κάνουν την ψιλή τους ανάγκη 50 άνθρωποι και ένας ιερέας. Αυτός που θα διηγηθεί τι συνέβη θα πει “50 πήγαν προς νερού τους σε έναν δρόμο και ένας παπάς”! Ποτέ ο ιερέας δεν περνά απαρατήρητος, γι’ αυτό προσέξτε καλά τη συμπεριφορά σας...!». Πραγματικά δακτυλοδεικτούμενος ο ιερέας και πάντα γίνεται στόχος από κακοπροαίρετους ανθρώπους, ιδιαίτερα στην αντιεκκλησιαστική και αντικληρική εποχή που ζούμε.
Γι’ αυτό λοιπόν στον τίτλο του άρθρου μας μιλήσαμε για το «δυστύχημα» του να είναι κανείς κληρικός, φυσικά με καθαρά κοσμικά κριτήρια. Ένας κληρικός γνωρίζει ότι όχι μόνο θα αντιμετωπίζει όλα τα παραπάνω, αλλά και ότι πρέπει να είναι έτοιμος να δώσει ακόμη και το αίμα του για τον Χριστό. Σκοπός μας δεν είναι η εδώ καλοπέραση, η αναγνώριση και ο έπαινος των ανθρώπων, αλλά η θυσιαστική αγάπη, η κακοπέραση και ο χλευασμός, όπως έπραξε ίδιος ο Κύριος, που σταυρώθηκε για όλους εμάς και μάλιστα ως ο μόνος αναμάρτητος. Αυτός είναι το πρότυπο και αυτή τη ζωή ευαγγελίστηκε και μίλησε για στενή και τεθλιμμένη οδό. Το Συναξάρι είναι γεμάτο με άγιους κληρικούς παντός βαθμού, που πέρασαν τα πάνδεινα και εντός και εκτός Εκκλησίας. Ουαί όμως σε αυτούς που ιεροκατηγορούν συστηματικά και στοχοποιούν αδίκως κληρικούς...! Στη θέση τους θα ανησυχούσα για τη σωτηρία μου πολύ...