Αν ένας άνθρωπος λοξοδρομήσει από τις εντολές του Θεού, τον πολεμούν μετά τα πάθη. Και αν αφήση κανείς τα πάθη να τον πολεμούν, δεν χρειάζεται διάβολος να τον πολεμήση. Και τα δαιμόνια έχουν “ειδικότητα”.
Χτυπούν τον άνθρωπο τάκ-τάκ, να του βρουν την πάθηση, την αδυναμία, για να τον πολεμήσουν. Θέλει προσοχή, να κλείνουμε τις πόρτες και τα παράθυρα -τις αισθήσεις-, να μην ανοίγουμε χαραμάδες στον πειρασμό και μπαίνη από εκεί ο εχθρός.
Εκεί είναι τα αδύνατα σημεία. Εάν αφήσης έστω και μία σχισμή ανοιχτή, μπορεί να μπή και να σου κάνη ζημιά. Ο διάβολος μπαίνει στον άνθρωπο, όταν υπάρχει λάσπη στην καρδιά του ανθρώπου, δεν πλησιάζει στο καθαρό πλάσμα του Θεού. Άμα ξελασπωθή η καρδιά, φεύγει ο εχθρός και έρχεται πάλι ο Χριστός.
Όπως το γουρούνι, όταν δεν βρει λάσπη, γουγουλίζει και φεύγει, έτσι και ο διάβολος δεν πλησιάζει στην καρδιά που δεν έχει βούρκο.
Τι δουλειά έχει σε καρδιά καθαρή και ταπεινή; Εάν λοιπόν δούμε ότι το σπίτι μας -η καρδιά μας- είναι παλιόσπιτο και κατοικεί ο εχθρός, πρέπει αμέσως να το γκρεμίσουμε, για να φύγη και ο κακός ενοικιαστής μας, δηλαδή το ταγκαλάκι. Γιατί, όταν η αμαρτία χρονίση στον άνθρωπο, ο διάβολος, φυσικά, αποκτάει περισσότερα δικαιώματα”.