Η θεολογική διδασκαλία του Ωριγενη και η ανατροπή της από τον άγιο Επιφάνιο - Point of view

Εν τάχει

Η θεολογική διδασκαλία του Ωριγενη και η ανατροπή της από τον άγιο Επιφάνιο





Σύμφωνα με τον Ωριγένη, ο Θεός είναι Μονάς ή Ένας που εκδηλώνεται και αποκαλύπτεται. Είναι νοερά φύση, απλή, δεν επιδέχε­ται κανενός είδους προσθήκη και αποτελεί την αρχή των όντων. Είναι ακατάληπτος όχι όμως όπως το αφηρημένο και απόλυτο ον της φιλοσο­φίας αλλά είναι εκείνο το ανώτατο ον το οποίο δε μπορούμε να γνωρί­σουμε καθώς είναι πέρα από κάθε είδους κτιστής πραγματικότητας.

Καταπολεμώντας τις μοναρχιακές αντιλήψεις ο Ωριγένης υποστηρί­ζει ότι ο Λόγος είναι «δεύτερος Θεός». Δε μπορεί να συγκριθεί με τον Πατέρα διότι είναι εικόνα του και μάλιστα εικόνα της αγαθότητάς Του. Ο Υιός γεννάται πάντοτε από τον Πατέρα και όχι μόνο μία φορά. Ενώ όμως γεννάται υπάρχει και ως «νοητική και προθετική των όλων δύναμις».

Όσον αφορά την κοσμολογία ο Ωριγένης τοποθετεί την όλη δημι­ουργία στο πλαίσιο της αιωνιότητας υποστηρίζοντας ότι ο Θεός δεν κράτησε ποτέ κρυμμένη τη δύναμή Του, την οποία εκδήλωνε δημιουρ­γώντας και αποκαλυπτόμενος. Εφόσον ο Θεός πάντα δημιουργούσε δεν υπήρχε χρόνος χωρίς κόσμο. Αλλά η άποψη αυτή δεν σημαίνει ότι ο συγκεκριμένος κόσμος είναι αιώνιος αλλά ότι υπάρχει διαδοχική σειρά κόσμων σύμφωνα με τον καθηγητή Π. Χρήστου.

Πρώτα δημιουργήθηκε ο κόσμος των νόων, τα πνεύματα δηλαδή τα οποία ήταν λογικά και με δυνατότητα εκλογής τού καλού και τού κακού.

Η εμφάνιση της αμαρτίας συνδέεται στενά με την εκλογή τού κακού και είναι ένα προκόσμιο επεισόδιο. Η αμαρτία είναι η απομάκρυνση από το Θεό. Πρώτος αμάρτησε ο διάβολος τον οποίον ακολούθησαν οι ψυχές των ανθρώπων. Μόνο η ψυχή τού μελλοντικού ενσαρκωμένου Λόγου δεν αμάρτησε. Ο παρών υλικός κόσμος κτίσθηκε ως τόπος καθάρσεως και τιμωρίας των νόων που έπεσαν και επίσης τόπος όπου οι ψυχές πρέ­πει να αγωνιστούν για να αποκατασταθούν στο παλαιό αξίωμα. Για την κάθαρση από την αμαρτία ήρθε στον κόσμο ο Χριστός. Η ψυχή του απετέλεσε μεσάζον ον που συνέδεσε το Λόγο με το σώμα τού Χριστού.

Ο Άγιος Επιφάνιος δίνει τη δική του θεώρηση γύρω από την Ωριγένεια θεολογία. Σύμφωνα με τον Επιφάνιο ο Ωριγένης πίστευε ότι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι κτίσματα τού Πατρός. Ο Υιός δεν είναι φυσικός αλλά θετός Υιός.

Επίσης υποστήριζε ότι οι ψυχές προϋπήρχαν και σε κάποια στιγμή έπεσαν από τον κόσμο τού πνεύματος στον υλικό κόσμο και φυλακί­στηκαν στο σώμα. Ο Ωριγένης ερμήνευε αλληγορικά το χωρίο (Ψαλμ. 118, 67) «πριν ή ταπεινωθήναί με, εγώ επλημμέλησα» για να στηρίξει την αντίληψή του για την πτώση των ψυχών. Με το χωρίο (Ψαλμ. 114, 7) «επίστρεψον ψυχή μου εις την ανάπαυσίν σου» προσπαθούσε να στηρίξει την αντίληψή του περί επιστροφής της ψυχής στην αρχέγονη κατάσταση. Επίσης ο Ωριγένης πίστευε ότι οι δερμάτινοι χιτώνες που ενδύθηκαν οι πρωτόπλαστοι ήταν το σώμα, σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 3, 21) «εποίησεν αυτοίς χιτώνας δερμάτινους και ενέδυσεν αυτούς». Αυτή η αντίληψη αποτελούσε θεμελιώδη προϋπόθεση της ερμηνείας που έδινε ο Ωριγένης στο είδος και τον τρόπο της γενικής ανάστασης η οποία χαρακτηρίζεται από τον Επιφάνιο «ελλιπής».

Ο Άγιος Επιφάνιος προσπαθώντας να στηρίξει την άποψή του ότι βασικό σημείο του πυρήνα της τριαδολογίας του Ωριγένη είναι η πεποί­θηση στην πιστότητα του Υιού, παρέθετε ένα απόσπασμα από την εξήγηση του Ωριγένη στον πρώτο ψαλμό. Ο Άγιος Επιφάνιος όμως τονίζει ότι, εάν ο Υιός είναι ποίημα και κτίσμα, δεν θα πρέπει να προσκυνείται, καθώς «παν γαρ το κτιστόν ου προσκυνητόν». Ο Υιός δεν είναι κτίσμα καθώς ο ίδιος είχε πει ότι «εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί» (Ιωαν. 14, 30) και «εγώ και ο πατήρ εν εσμέν» (Ιωαν. 10, 30). Ο Χριστός κατά τη διάρκεια της ένσαρκης παρουσίας ποτέ δεν είπε ότι ο «Θεός έκτισέ με» αλλά ότι «ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα» (Ιωαν. 14, 9). Όλα αυτά τα χωρία υποδηλώνουν ότι ο Υιός δεν είναι κτίσμα αλλά φυσικό γέννημα του Πατρός. Εδώ τίθεται το ερώτημα: Ο Ωριγέ­νης πίστευε πράγματι ότι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι κτίσματα; Όσον αφορά το Λόγο ο Ωριγένης πίστευε ότι προέρχεται εκ του Πατρός και ότι είναι η νοητική και προσθετική των όλων δύναμις, η προαιωνίως υπάρχουσα στον Πατέρα, γεννάται αΐδια από τον Πατέρα, αλλά διακρίνεται από τον Πατέρα κατά το πρόσωπο αντιθέμενος στον τροπικό μοναρχιανισμό, καθώς είναι «δύο τη υποστάσει πράγματα».

Σύμφωνα με το Θεοδώρου, ο Ωριγένης χρησιμοποιώντας κάποιες εκφράσεις ότι ο Λόγος παρίσταται ως το «πρεσβύτατον πάντων των δημιουργημάτων» και ως κτιστή σοφία, έδωσε έρεισμα σε κάποιους αντιωριγενιστές όπως ο Άγιος Επιφάνιος να τον κατηγορήσουν για πρόδρομο τού Αρείου. Όμως ο Ωριγένης τονίζει ότι ο Λόγος δεν είναι Θεός κατά μετουσίαν αλλά κατ’ ουσίαν και ο όρος ομοούσιος απαντά δύο φορές στον Ωριγένη. Σύμφωνα με το Θεοδώρου αδίκως ο Ωρι­γένης χαρακτηρίζεται ως πρόδρομος του αρειανισμού καθώς τα παρα­πάνω χωρία θα πρέπει να ερμηνευθούν σε συσχετισμό με την πίστη ότι ο Λόγος είναι Θεός ο οποίος γεννάται αΐδια από τον Πατέρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ οι Αρειανοί δε χρησιμοποίησαν την αυθεντία του Ωριγένη για να στηρίξουν τις απόψεις τους. Ωστόσο υπάρχει το σχήμα υποταγής στον Ωριγένη όπως μαρτυρεί και ο Άγιος Επιφάνιος , αν και ο Λόγος είναι «δεύτερος Θεός» και εικόνα της αγαθότητάς του, εντούτοις είναι Υιός φύσει και όχι κατ’ υιοθεσίαν. Ως προς την διδασκαλίαν τού Άγιου Πνεύματος, ο Ωριγένης διδάσκει ότι είναι αιώνιο και ισοστάσιο προς την αιωνιότητα τού Υιού. Έχει την αυτή τιμή και δόξα προς τον Πατέρα και τον Υιόν, ενώ φαίνεται ότι πουθενά δεν το αποκαλεί πιστό, επειδή σε κανένα σημείο της Αγίας Γραφής το “Άγιο Πνεύμα δεν αναφέρεται ως κτιστό.

Το δεύτερο σημείο της θεολογίας τού Ωριγένη στο οποίο αντιτάσσεται ο Άγιος Επιφάνιος, είναι η αντίληψη για την ανάσταση των νεκρών. Ο Επιφάνιος παραθέτει τη διδασκαλία τού Ωριγένη όπως διασώζεται από το Μεθόδιο Ολύμπου σύμφωνα με την οποία κατά την ανάσταση τα σώματα θα είναι πνευματικά χωρίς να υπάρχει αφανισμός «τού προτέρου είδους καν επί το ενδοξότερον γένηται αυτού η τροπή». Σύμφωνα με τον Ωριγένη αυτό το οποίο θα αναστηθεί δεν θα είναι το παχυλό σώμα το οποίο αυξάνεται και αλλάζει με τη λήψη των τροφών καθώς είναι ρευστή η «φύσις τού σώματος» αλλά «το σωματικόν είδος καθ’ ο ειδοποιείται» ο κάθε άνθρωπος. Αυτό το σωμα­τικό είδος δεν αλλάζει ποτέ και «εν τη αναστάσει περιτίθεται πάλιν την ψυχήν επί το κρείττον μεταβάλλον ου πάντως τόδε έτι εντεταγμένον το κατά την πρώτην υποκείμενον».

Ο Ωριγένης δε συμφωνεί σε κάθε είδους υλιστική, παχυλή και απλοϊκή ερμηνεία της αναστάσεως και γι’ αυτό το λόγο επικαλείται τα χωρία (Α” Κορ. 15, 44) «Σπείρεται σώμα ψυχικόν εγείρεται σώμα πνευ­ματικόν» και (Α” Κορ. 15, 50) «σαρξ και αίμα βασιλείαν Θεού κληρονομήσαι ου δύνανται». Επίσης συμβουλεύει να ερμηνεύονται σωστά τα χωρία τα οποία ευνοούν μία απλοϊκή ερμηνεία της αναστάσεως όπως αυτά που κάνουν λόγο για το όραμα τού Ιεζεκιήλ.

Ο Άγιος Επιφάνιος αντιτίθεται στην θεωρία τού Ωριγένη ότι οι δερμάτινοι χιτώνες είναι τα υλικά σώματα καθώς αυτό φανερώνει ότι τα υλικά σώματα αποτελούν μία μεταπτωτική κατάσταση. Σύμφωνα με τον Ωριγένη αυτή η μεταπτωτική κατάσταση θα καταργηθεί με την Ανάσταση όπου θα υπάρξει επιστροφή στην προπτωτική κατάσταση. Κατά τον Επιφάνιο οι δερμάτινοι χιτώνες είναι η παχυλότητα των σωμάτων η οποία θα καταργηθεί με την ανάσταση. Ο Άγιος αρνείται να δεχτεί ότι τον άνθρωπο τον χαρακτηρίζει μόνο η ψυχή καθώς σώμα και ψυχή βρίσκονται άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους.

Έτσι ο άνθρωπος σώζεται ως ολότητα.

Το σώμα προορίζεται να σωθεί και όχι μόνο η ψυχή. Το σώμα θα αναστηθεί και θα είναι πνευματικό. Ο όρος «πνευματικό» δεν σημαίνει ότι δε θα υπάρχει ταυτότητα τού σώματος πριν και μετά την ανάσταση αλλά ότι το σώμα πια θα πράττει πνευματικά έργα και αυτό θεμελιώνε­ται στο χωρίο (Γαλ. 5, 25) «Ει ζώμεν πνεύματι, πνεύματι και στοιχώμεν». Έτσι μετά την ανάστασιν το σώμα δε θα πράττει σαρκικά αλλά πνευματικά έργα. Το σώμα λοιπόν τού ανθρώπου θα είναι όπως ήταν το σώμα τού αναστημένου Χριστού το οποίον αν και απέβα- λε την υλική παχύτητα όμως ταυτιζόταν με το σώμα που έπαθε. Ο αναστημένος Χριστός με το αναστημένο σώμα του συνέφαγε με τους μαθητές του. Το χωρίο (Λουκ. 24, 39) «Ίδετε ότι Πνεύμα, σάρκα και οστέα ουκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα» για να δείξει την πραγματι­κότητα του σώματός τού Χριστού ο οποίος δεν ήταν φάντασμα.

Ο Επιφάνιος υποστηρίζει ότι οι δερμάτινοι χιτώνες δεν ήταν τα σώματα. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η δημιουργία της Εύας έγινε από την πλευρά τού Αδάμ σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 2, 21) «επέβαλεν ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ και ύπνωσε και έλαβε μίαν των πλευρών αυτού». Μόνο ένας άνθρωπος με υλικό σώμα έχει «πλευρά» η οποία είναι μέρος τού σώματος και όχι ένα Πνεύμα. Επίσης η θεία Γραφή αναφέρει ότι ο άνθρωπος πλάσθηκε από χώμα σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 1, 21) «ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν και έλαβε χούν από της γης και έπλασε τον άνθρω­πο» Το χώμα λοιπόν έγινε η πρώτη ύλη για τη δημιουργία του σώματος του Αδάμ. Επίσης η Εύα όταν δημιουργήθηκε είχε οστά και υλικό σώμα καθώς ο ίδιος ο Αδάμ όταν ξύπνησε από το βαθύ ύπνο αναφώ­νησε «τούτο νυν οστούν εκ των οστών μου και σαρξ εκ της σαρκός μου» 

(Γεν. 2,23).

Ενέργειες τού Αδάμ όπως λήψη και βρώση τροφής σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 2, 7), η κάλυψη της γύμνιας του με φύλλα σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 3, 10) «την φωνήν σου ήκουσα και εφοβήθην» αποδεικνύουν έμμεσα ότι ο προπτωτικός άνθρωπος έφερε ένα υλικό σώμα το οποίο όμως δεν ήταν υποταγμένο στη φθορά.


Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο ο ίδιος ο Χριστός είχε πει ότι «εάν μη ο κόκκος τού σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει, εάν δε αποθάνη πολύν καρπόν φέρει» (Ιωάν. 12, 24). Αυτός ο κόκκος τού σίτου είναι το σώμα τού Χριστού και όχι κάποιου άλλου, ούτε κάποιο μέρος μόνο τού σώματος. Αυτό το σώμα σταυρώθηκε και αυτό το σώμα αναστήθηκε. Αυτό μαρτυρείται από τα λόγια του αγγέλου προς τις Μυροφόρες που επισκέφτηκαν τον κενό τάφο, «οίδα γαρ ότι Ιησούν τον εσταυρωμένον ζητείτε, ουκ έστιν ώδε.ηγέρθη γαρ καθώς είπε» 
(Ματθ. 28,5-6).

Η γενική ανάσταση των ανθρώπων θα γίνει πραγματικότητα εξ αίτιας της ανάστασης τού Χριστού. Η γενική ανάσταση τού ανθρώπινου γένους από δυνατότητα θα γίνει πραγματικότητα. Αυτή η πεποίθη­ση αποτελεί το θεμέλιο της πίστης σύμφωνα με το χωρίο (Α’ Κορ. 15, 14) «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή και η πίστις υμών, ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες τού Θεού, ότι εμαρτυρήσαμεν κατά τού Θεού ότι ήγειρε τον Χριστόν, ον ουκ ήγειρεν, είπερ άρα νεκροί ουκ εγείρονται».

Η εικόνα τού κόκκου τού σίτου ο οποίος πέφτει στη γη και πεθαί­νει χρησιμοποιείται επίσης από τον Απόστολο Παύλο στο χωρίο (Α Κορ. 15, 35). «Αλλ’ ερείς τις· πως εγείρονται οι νεκροί; ποίω δε σώματι έρχονται; άφρον συ ο σπείρεις, ου ζωοποιείται εάν μη αποθάνη, και ο σπείρεις, ου το σώμα το γενησόμενον σπείρεις, αλλά γυμνόν κόκκον, ει τύχοι σίτου ή τινός των λοιπών. Ο δε Θεός αυτώ δίδωσι σώμα καθώς ηθέλησε, και εκάστω των σπερμάτων το ίδιον σώμα». `Ο Άγιος Επιφάνιος επικαλούμενος το ανωτέρω χωρίο τονίζει ότι αυτό που σπείρεται όταν φυτρώνει δεν αλλάζει ουσία αλλά είναι καρπός τού αυτού σπέρ­ματος. Κατά τον ίδιον τρόπο όταν το σώμα ενταφιάζεται και μετά ανασταίνεται δεν αλλάζει κατά τη βαθύτερη ουσία του διότι «το σπειρόμενον αυτό εστί το εγειρούμενον». Αυτός λοιπόν ο κόκκος που θάβεται στη γη, αυτό το σώμα που πεθαίνει και ενταφιάζεται «σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία, σπείρεται εν ατιμία, εγείρεται εν δόξη» (Α΄ Κορ. 15, 43). 

Τα χωρία (Ψαλμ. 29, 1) «Υψώσω σε Κύριε, ότι υπέλαβές με ανακαινίζων τον οίκον μου και ουκ ευφράνας τους εχθρούς μου επ’ εμέ» και (Παροιμ. 24, 27) «ετοίμαζε εις την έξοδον τα έργα σου και παρασκευάζου εις τον αγρόν» σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο κάνουν λόγο για την ανάσταση των ανθρώπων. Ο «οίκος» τού χωρίου είναι το σώμα τού ανθρώπου το οποίο ανακαινίζεται από τον Κύριο. Η φράση παρασκευάζου εις τον αγρόν» αναφέρεται στην απόθεση τού σώματος στη γη, ενώ η «ανοικοδόμηση» τού οίκου αναφέρεται στην ανάσταση τού ανθρώπου. Εφόσον ο Θεός έχει δημιουργή­σει τον άνθρωπο κατά τον ίδιο τρόπο θα αναδημιουργήσει το σώμα ανασταίνοντάς το. Ο Άγιος Επιφάνιος αρνείται να δει το γεγονός της ανάστασης κάτω από μία ανθρωπολογία με διασπαστικές τάσεις. Όχι μόνο η ψυχή αλλά επίσης και το σώμα είναι προορισμένο να σωθεί. Εάν το σώμα δε θα μετάσχει της βασιλείας τού Θεού τότε είναι ανώφελη όλη η ασκητική προσπάθεια τού ανθρώπου καθώς η άσκηση προε­τοιμάζει το σώμα για την είσοδό του στη βασιλεία τού Θεού.

Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή


Pages