Η θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας - Point of view

Εν τάχει

Η θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας


Συνεχώς προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε τις εμπειρίες μας, έτσι ώστε να έχουν νόημα για εμάς.
Πρόσεξε τις σκέψεις σου… … γίνονται λόγια.

Πρόσεξε τα λόγια σου γίνονται πράξεις.

Πρόσεξε τις πράξεις σου γίνονται συνήθειες.

Πρόσεξε τις συνήθειές σου γίνονται χαρακτήρας.

Πρόσεξε το χαρακτήρα σου γίνεται η μοίρα σου…

Χαλίλ Γκιμπράν, Λιβανέζος ποιητής –φιλόσοφος [...]
Θα μοιραστώ μαζί σας ένα μυστικό. 
Ένα μεγάλο μυστικό της ελληνικής κοινωνίας. 
Θα μου επιτρέψετε να μιλήσω με ψυχολογικούς όρους αυτή τη φορά. 
Και θα ξεκινήσω ευθύς αμέσως. 
Θα προσπαθήσω να ταξινομήσω και να σας καταθέσω την σκέψη μου. 
Ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά. 
Γνωρίζεις πολύ καλά φίλη/ε μου-ας μου επιτραπεί ο ενικός μιας και η ώρα είναι περασμένες 10- πως το να καπνίζεις, προκαλεί μεγάλο κακό στην υγεία σου. 
Σωστά;; 
Παρ' όλά αυτά, συνεχίζεις ακάθεκτος να καπνίζεις, επιφαινόμενος χίλιες δύο δικαιολογίες. 
Δεν θα ήθελα να ταράξω τον αυστηρά ταξινομημένο και ήσυχο βίο σου αλλά οφείλω να σου πω πως βιώνεις μία γνωστική ασυμφωνία.
 Δεν θέλω να σε φέρω σε αμηχανία απλώς ήθελα να μοιραστώ την γνώση που απέκτησα προσφάτως μαζί σου. 
Αυτό που θέλω να πω είναι πως προσπαθείς με κάθε τρόπο να μειώσεις την ασυμφωνία που δημιουργείται από τα δύο γνωστικά αντιφατικά μεταξύ τους στοιχεία: από το γεγονός δηλαδή ότι είσαι λάτρης του καπνίσματος γνωρίζοντας όμως ταυτοχρόνως ότι το κάπνισμα μπορεί να σου στερήσει αυτό το πολύτιμο αγαθό με το όνομα "Ζωή". 
Όντας λοιπόν τόσο εύστροφος, ενεργοποιείς διάφορους μηχανισμούς και σαθρά επιχειρήματα όπως "Καρκίνος μπορεί να διαγνωστεί και σε κάποιον μη καπνιστή" ή "Η επιβάρυνση της υγείας στη σημερινή εποχή μπορεί να προέλθει από την κακή διατροφή ή την υιοθέτηση ανθιυγεινών συνηθειών όπως η καθιστική ζωή".. 
Η Θεωρία της Γνωστικής Ασυμφωνίας προτάθηκε από τον Leon Festinger το 1956, ως ζευγάρια από γνωστικά, αντιφατικά μεταξύ τους, στοιχειά. 
Γνωστικό στοιχείο, μπορεί να θεωρηθεί οτιδήποτε είναι γνώση, συμπεριφορά ή πεποίθηση για τον περιβάλλον, τον εαυτό του ή για την συμπεριφορά κάποιου άλλου. 
Το ζευγάρι των γνωστικών στοιχείων μπορεί να αποτελείται από παρόμοια ή αντίθετα μεταξύ τους στοιχεία ( Festinger , 1957). 
Στην περίπτωση όπου τα γνωστικά στοιχεία είναι σχετικά μεταξύ τους τότε είναι είτε σύμφωνα ή ασύμφωνα. 
Συνεπώς η Θεωρία της Γνωστικής Ασυμφωνίας ορίζεται ως εξής: «Γνωστική Ασυμφωνία είναι η τάση του ατόμου να μειώνει την ασυμφωνία που δημιουργείται από δυο γνωστικά αντιφατικά μεταξύ τους στοιχεία». 
Για να γίνω πιό κατανοητή και μαζί με μένα, η θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας, ο Leon Festinger περιγράφει την Γνωστική Ασυμφωνία, σαν ένα δυσάρεστο αίσθημα για το άτομο και ως κατευθυντήρια δύναμη η οποία αναγκάζει το μυαλό στο να εφευρίσκει νέες σκέψεις ή πεποιθήσεις για να τροποποιήσουν τις υπάρχουσες πεποιθήσεις (ή σκέψεις) έτσι ώστε να ελαχιστοποιήσουν το ποσό σύγκρουσης μεταξύ των γνωστικών στοιχείων. 
Τρέμω στην ιδέα να επεκτείνω την θεωρία αυτή στα διάφορα παρακλάδια της σύγχρονης ελληνικής κοινωνικής ζωής.. 
Να αποπειραθώ..; 
Γνωρίζεις πολύ καλά ότι έχεις περιορισμένες οικονομικές απολαβές. 
Παρ' όλα αυτά, θα πάρεις δάνειο, το οποίο θα ξοδευτεί μέχρι και το τελευταίο ευρώ για να αγοράσεις το υπερπολυτελές αμάξι και κατ'επέκταση για να κάνεις την ανάλογη επίδειξη ισχύος στους γύρω σου. 
Με γειά σου, με χαρά σου. Και μετά, όταν το ταμείον θα είναι μείον, θα βγείς στην πλατεία Συντάγματος για να υπερασπιστείς μέχρι τελικής πτώσεως τα κεκτημένα σου. 
Ενώ θα γνωρίζεις, επίσης πολύ καλά, ότι θα μπορούσες να συγκρατήσεις την ακόρεστη ματαιοδοξία σου και να ξοδέψεις αυτό το οικονομικό έμβασμα, σε υλικά τα οποία είχες πραγματικά ανάγκη. 
Είμαι απλός παρατηρητής των καταστάσεων. 
Σκοπός μου δεν είναι να θίξω κανέναν. 
Όπως όλοι μας προσπαθώ να απαντήσω στα ερωτήματα που μέρα με τη μέρα με κατακλύζουν όλο και περισσότερο. 
Το πρόβλημά μας είναι η έλλειψη ρεαλισμού. 
Ας αναμετρηθούμε με τους εαυτούς μας. 
Ας διαβάσουμε έναν βιβλίο παραπάνω.
Ας προβληματιστούμε σας παρακαλώ.. 
Όχι τί έκανε αυτή η χώρα για εμάς αλλά τί πραγματικά πράττουμε εμείς για αυτή. Ευλογία και κατάρα μαζί.

Σε ένα αξιομνημόνευτο πείραμα του 1959, ο ψυχολόγος Leon Festinger ζήτησε από τους συμμετέχοντες να εκτελέσουν μια σειρά από βαρετές διαδικασίες, όπως για παράδειγμα να γυρίζουν απλά ένα διακόπτη, για διάρκεια μιας ώρας. Στη συνέχεια ο κάθε συμμετέχον πληρώθηκε από 1 έως 20 δολάρια για να πει σε έναν επόμενο συμμετέχοντα – ερευνητή ότι η όλη εργασία ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Εκείνοι που πληρώθηκαν 1 δολάριο περιέγραψαν την εργασία ως πολύ πιο διασκεδαστική από ότι εκείνοι που πληρώθηκαν 20 δολάρια.
Το συμπέρασμα; Εκείνοι που πληρώθηκαν με περισσότερα χρήματα ένιωσαν ότι είχαν μια επαρκή δικαιολογία για το γεγονός ότι εκτελούσαν μια βαρετή εργασία για μια ώρα. Όμως εκείνοι που πληρώθηκαν μόνο ένα δολάριο, αισθάνθηκαν την ανάγκη να δικαιολογήσουν το χρόνο που ξόδεψαν, ώστε να μειώσουν το επίπεδο ασυμφωνίας μεταξύ των πεποιθήσεών τους και της συμπεριφοράς τους, λέγοντας πως η δραστηριότητα ήταν διασκεδαστική και επιμορφωτική. Με άλλα λόγια, προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας ότι δε χάσαμε άδικα το χρόνο και τον κόπο μας όταν το αντίτιμο για την εργασία μας είναι ευτελές ή μηδαμινό. Σε αντίθεση με όσους θα περίμεναν ότι αυτή η απάντηση θα δίνονταν από αυτούς που πήραν τα περισσότερα χρήματα.
Αμερικανός εκπαιδευτικός και κοινωνικός ψυχολόγος. Ανέπτυξε τις θεωρίες της γνωστικής ασυμφωνίας και της κοινωνικής σύγκρισης, οι οποίες εξακολουθούν να παίζουν ρόλο στη σύγχρονη ψυχολογία. Ήταν οπαδός της σχολής της μορφής.
Προσωπική ζωή

Γεννήθηκε στις 8 Μαΐου του 1919 στη Νέα Υόρκη από Ρωσοεβραίους μετανάστες. Φοίτησε στο Γυμνάσιο Αρρένων της πόλης και πήρε το πρώτο του πτυχίο στο City College το 1939. Την επόμενη χρονιά ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του και το 1942 το διδακτορικό του στον τομέα της ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Ως φοιτητής παρακολούθησε μαθήματα του Κερτ Λεβίν, ψυχολόγος ο οποίος την περίοδο εκείνη διαμόρφωνε τη «θεωρία του πεδίου», σύμφωνα με την οποία η συμπεριφορά του ατόμου επηρεάζεται από σύγχρονα γεγονότα που συνυπάρχουν. Ο Φέστινγκερ συνεργάστηκε με τον Λεβίν στο πανεπιστήμιο ως επιστημονικός συνεργάτης για δύο χρόνια.

Το 1943 παντρεύτηκε την πιανίστα Μαίρυ Όλιβερ Μπαλού, απέκτησαν τρία παιδιά και μετά το διαζύγιό τους, ο Φέστινγκερ παντρεύτηκε την Τρούντυ Μπράντλει το 1968. Πέθανε από καρκίνο στις 11 Φεβρουαρίου 1989.
Επαγγελματική διαδρομή

Το 1943 ξεκίνησε να διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ και το 1945 άρχισε να εργάζεται ως επίκουρος καθηγητής στο Κέντρο Έρευνας για τον τομέα «Group Dynamics» που ίδρυσε ο Λεβίν στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης. Μετά το θάνατο του Λεβίν, το κέντρο έρευνας μετακόμισε στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, όπου ο Φέστινγκερ εργάστηκε ως αναπληρωτής καθηγητής από το 1948. Τρία χρόνια αργότερα μετέβη ως καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα. Από το 1955 έως το 1968 διετέλεσε καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ. Το 1959 έλαβε, για το έργο του, το βραβείο Διακεκριμένης Επιστημονικής Προσφοράς από τον Αμερικανικό Σύνδεσμο Ψυχολογίας.

Συμβολή στην ψυχολογία

Ο Φέστινγκερ επινόησε αρκετές εργαστηριακές μεθόδους για τη μελέτη των φαινομένων της κοινωνικής επιρροής, της προκατάληψης και της διαφήμισης και ανέπτυξε αρκετές σημαντικές ψυχολογικές θεωρίες, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγεται και η θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας. Η έρευνά του αυτή, την οποία διατύπωσε στο βιβλίο «Μια Θεωρία της Γνωστικής Ασυμφωνίας», θεωρείται η πιο σημαντική και διαρκής συμβολή του στο πεδίο της ψυχολογίας. Μελέτησε, λοιπόν, τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες η πεποίθηση και η δράση συμπορεύονται παρακάμπτοντας κάθε γνωστικού τύπου ασυμφωνία. Όταν ο Φέστινγκερ έμαθε ότι τα θύματα ενός σεισμού στην Ινδία ήταν τρομοκρατημένα καθώς πίστευαν ότι θα συνέβαινε ένας ακόμη πιο δυνατός σεισμός, παρά τις ενδείξεις για το αντίθετο, θεώρησε ότι οι άνθρωποι αυτοί πίστευαν τις συγκεκριμένες φήμες επειδή χρησίμευαν για να δικαιολογήσουν το φόβο που ένιωθαν ήδη. Από την πεποίθηση αυτή, ο Φέστινγκερ, ανέπτυξε τη θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας, μία κατάσταση δυσφορίας την οποία το άτομο βιώνει όταν έχει δύο αντικρουόμενες απόψεις.

Η γνωστική ασυμφωνία συχνά πηγάζει από τις αξίες του ατόμου και μπορεί να εντοπιστεί μεταξύ των γνωστικών στοιχείων των στάσεων του ατόμου, μεταξύ στάσεων και συμπεριφοράς του ατόμου και όταν το άτομο, λόγω των υφιστάμενων συνθηκών, εξαναγκάζεται να συμπεριφερθεί με τρόπο που έρχεται σε σύγκρουση με τις αξίες και πεποιθήσεις του. Όταν, λοιπόν, το άτομο συμμετέχει σε πρακτικές ή δραστηριότητες που γνωρίζει ότι είναι επιβλαβείς για τον εαυτό του ή τους άλλους, όπως το κάπνισμα ή η μοιχεία, μπορεί να βιώσει μία κατάσταση γνωστικής ασυμφωνίας.
Η θεωρία της κοινωνικής σύγκρισης του Φέστινγκερ υποστηρίζει ότι το άτομο αξιολογεί τις ιδέες, τις αξίες και τις πεποιθήσεις του κάνοντας σε σύγκριση με τις ιδέες των άλλων. Επιπλέον, το άτομο τείνει να αναζητά την συντροφιά ατόμων με τα οποία μοιράζεται τις ίδιες αξίες και πεποιθήσεις, γι' αυτό και συχνά δημιουργούνται φιλίες και ρομαντικές σχέσεις ανάμεσα σε άτομα που διαθέτουν παρόμοια συστήματα πεποιθήσεων. Το άτομο συνήθως αισθάνεται άβολα από τις διαφορές που προκύπτουν μεταξύ του ιδίου και των αγαπημένων του, κάτι που μετασχηματίζεται σε μία προσπάθεια γεφύρωσης των διαφορών αυτών, είτε αλλάζοντας τις πεποιθήσεις του άλλου, είτε αλλάζοντας τις προσωπικές του πεποιθήσεις.
Στο βιβλίο «Όταν η προφητεία αποτυγχάνει», ο Φέστινγκερ και οι συνάδελφοί του μοιράστηκαν τις εμπειρίες τους από τη διείσδυσή τους σε μία μικρή αίρεση η οποία πίστευε ότι το τέλος του κόσμου ήταν επικείμενο. Το βιβλίο εξετάζει τις επιπτώσεις που προκύπτουν όταν οι πεποιθήσεις των ανθρώπων διαψεύδονται από αποδεικτικά στοιχεία. Ο Φέστινγκερ παρατήρησε ότι όταν οι προφητείες για την καταστροφή του κόσμου αποδεικνύονται λανθασμένες, αυτό δεν μεταπείθει τα μέλη της ομάδας. Αντιθέτως, τα άτομα αυτά θεωρούν ότι οι πεποιθήσεις τους ήταν η αιτία αποτυχίας ολοκλήρωσης της προφητείας.
Ο Φέστινγκερ περιγράφεται συχνά ως ο ψυχολόγος που έδωσε στο πείραμα τη μορφή του ισχυρού επιστημονικού οργάνου που παίζει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση της γνώσης.
Είπε: «Οι άνθρωποι επιδιώκουν έντονα να αξιολογούν τις επιδόσεις τους συγκρίνοντας τους εαυτούς τους με άλλους, και όχι χρησιμοποιώντας αδιαμφισβήτητα κριτήρια.»

via

Pages