[…] στο τέλος προσπάθησε να μας πει ότι αυτό που βασάνιζε το λαό στο "Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο" δεν ήταν το γεγονός ότι γελούσαν αντί να σκέπτονται, αλλά ότι δεν ήξερα γιατί γελούν και για ποιο λόγο είχαν σταματήσει να σκέπτονται.
Όλοι είχαμε το βλέμμα στραμμένο στο 1984. Όταν η χρονιά αυτή έφτασε και η προφητεία δεν βγήκε αληθινή, οι σκεπτόμενοι Αμερικανοί άρχισαν να σιγοτραγουδούν ικανοποιημένοι. Οι ρίζες της φιλελεύθερης δημοκρατίας είχαν κρατήσει. Στην Αμερική, τουλάχιστον, οι εφιάλτες του Όργουελ δεν πραγματοποιήθηκαν, έστω και αν ο τρόμος είχε βρει αλλού εδάφη να εγκατασταθεί.
Ωστόσο, είχαμε λησμονήσει ότι εκτός από το σκοτεινό όραμα του Όργουελ υπήρχε και ένα άλλο, εξίσου ανατριχιαστικό – λίγο παλαιότερο και κάπως λιγότερο γνωστό: Ο " Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος" τους Άλντους Χάξλεϊ. Αντιθέτως με ό,τι πιστεύει ο πολύς κόσμος, ακόμη και οι άνθρωποι κάποιας παιδείας, ο Χάξλεϊ και ο Όργουελ δεν έκαναν την ίδια προφητεία. Ο Όργουελ προειδοποιούσε ότι κάποια στιγμή θα επιβληθεί ένας έξωθεν αυταρχισμός. Αντιθέτως, για το Χάξλεϊ δεν χρειάζεται Μεγάλος Αδελφός για να στερηθεί η ανθρωπότητα την αυτονομία, την ωριμότητα και την ιστορική της μνήμη. Εκείνος πίστευε ότι σιγά σιγά οι άνθρωποι θα καταλήξουν να αγαπούν την καταπίεσή τους, να λατρεύουν την τεχνολογία και να αποδομήσουν την ικανότητά τους για σκέψη.
Το Όργουελ τον φόβιζαν οι άνθρωποι που θα απαγόρευαν τα βιβλία. Το Χάξλεϊ τον φόβιζε το γεγονός ότι δεν θα υπήρχε λόγος να απαγορευτεί ένα βιβλίο γιατί δεν θα βρισκόταν άνθρωπος πρόθυμος να διαβάσει. Ο Όργουελ φοβόταν εκείνους που θα μας στερούσαν την πληροφόρηση. Ο Χάξλεϊ φοβόταν εκείνους που θα μας υπερπληροφορούσαν τόσο ώστε να καταντήσουμε πλάσματα παθητικά και εγωιστικά. Ο Όργουελ φοβόταν ότι η αλήθεια θα φυλασσόταν μυστική. Ο Χάξλεϊ φοβόταν ότι η αλήθεια θα πνιγόταν σε έναν ωκεανό σύγχυσης. Ο Όργουελ φοβόταν ότι θα αναπτύσσαμε πολιτισμό υποτέλειας. Ο Χάξλεϊ φοβόταν ότι θα αναπτύσσαμε πολιτισμό κοινοτοπίας ασχολούμενοι μόνο με δραστηριότητες αντίστοιχες του όργκυ-πόργκυ, του φυγόκεντρου αγριοκουταβιού και των αισθησιακών ταινιών.
Όπως επισήμανε ο Χάξλεϊ στο βιβλίο του "Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος", οι υπέρμαχοι της ελευθερίας της σκέψης και οι ορθολογιστές που πάντα γρηγορούσαν και αντιμάχονταν κάθε μορφή τυραννίας "παρέλειψαν να εκτιμήσουν την ακόρεστη δίψα του ανθρώπου για ψυχαγωγία". Στο "1984", σημείωνε ο Χάξλεϊ, "οι άνθρωποι ελέγχονταν μέσω της οδύνης". Με λίγα λόγια, ο Όργουελ φοβόταν ότι θα μας καταστρέψουν αυτά που μισούμε. Ο Χάξλεϊ φοβόταν ότι θα μας καταστρέψουν αυτά που αγαπάμε.
Το βιβλίο αυτό εξετάζει την πιθανότητα να έχει δίκιο ο Χάξλεϊ, όχι ο Όργουελ.
*Πηγή: «Διασκέδαση Μέχρι Θανάτου» εκδ. Κατάρτι.