Ο Μαρκήσιος, λόγω της δουλειάς του, έχει γνωρίσει πάρα πολλές κατηγορίες γυναικών. Όλες του σπάνε λίγο-πολύ τα νευρά, ακόμα και αυτές που δεν κάνουν κάτι εντελώς μεμπτό.
Μόνο μια κατηγορία όμως καταφέρνει παράλληλα και να σε κάνει να θες να τις φέρεις ένα πιάτο παπουτσάκια στο κεφάλι και από την άλλη να σε κάνει να χαμογελάς σαν ηλίθιος μόνο και μόνο που την βλέπεις. Είναι οι λεγόμενες μαζορέτες.
Η μαζορέτα δεν έχει συγκεκριμένη ηλικία. Μπορεί να είναι δεκαέξι, εικοσιδύο η να σαραντάρισε.
Ντύνεται πάντα με φανταχτερά χρώματα για να είναι στο κέντρο της προσοχής, φοράει κρεμαστά, χαϊμαλιά και δαχτυλίδια, και είναι σχεδόν πάντα γλυκούλα και κοντή –οι ψηλές γκομενάρες δεν μπαίνουν πότε σε αυτή την κατηγορία– και η φωνή της είναι κάτι ανάμεσα σε γατί που το ζουλάς και στρουμφάκι.
Η μαζορέτα έχει γύρω της μια αύρα χαράς. Σαν την Καλομοίρα, η ίδια είναι πάντα χαρούμενη και χαμογελαστή. Δουλειά δεν έχουμε, λεφτά δεν υπάρχουν, με φάκες την βγάζουμε τέσσερις φόρες την εβδομάδα αυτή είναι μόνιμα με ένα χαμόγελο σαν του Τζόκερ και θα κοιτάει τα πάντα με θαυμασμό και χαρά σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. «Αχ τι ωραίος τοίχος», «ΠΟΠΟ τι όμορφο ηλιοβασίλεμα», «κοίτα κοίτα ένα γαϊδουράκι».
Γαϊδούρι είναι κυρα μου! Δεν έχεις ξαναδεί; Τι σκατά ενθουσιάζεσαι, το κέρατο μου το τράγιο;
Το θέμα είναι ότι άμα μείνεις μαζί της για πάνω από μια ώρα, σε πιάνει και εσένα η αύρα χαράς και χαμογελάς σαν χιπστεράς που μόλις ανακάλυψε καινούργιο μάλλινο πουλόβερ.
Η μαζορέτα επίσης δεν έχει καμιά απολύτως αίσθηση του χιούμορ. Γελάει συνέχεια και με τα πάντα, όσο ηλίθιο να είναι το αστείο, και όταν γελάει σε σπρώχνει λες και θέλει να σε ρίξει από την καρέκλα, όπως κάνει η Μενεγάκη.
Όταν βγαίνει με τις φίλες της είναι αυτή που φωνάζει πιο πολύ από όλες, προσφωνεί τις άλλες με το εμετικό «φίλη» (να βρείτε δίκες σας εκφράσεις κυρίες μου, που έχετε κατακλέψει τις δικές μας) και είναι η πρώτη που με το που ακουστεί τραγούδι που της αρέσει θα ανεβεί στην καρέκλα και θα κουνηθεί σαν το Νεπάλ στο σεισμό.
Να σημειωθεί ότι ακριβώς επειδή είναι γλυκούλα και δεν το περιμένεις, είναι ικανές να καυλώσουν ακόμα και νεκρό έτσι πως χορεύουν, και αυτό που τις κάνει ακόμα καλύτερες σε αυτό, είναι ότι σε αντίθεση με άλλες γκόμενες που ξέρουν ότι είναι όμορφες και προκαλούν, οι μαζορέτες δεν καταλαβαίνουν την ομορφιά τους και έτσι τις χαζεύεις ακόμα περισσότερο.
Στην γενική παρέα η μαζορέτα μπορεί να μην είναι το κέντρο της προσοχής, άλλα είναι αυτή που ουσιαστικά σκορπά γύρω της τα περισσότερα χαμόγελα. Είναι επίσης αυτή στην οποία όλοι εμπιστεύονται τα περισσότερα, γιατί μπορεί να πας να της πεις ότι πέθανε η γιαγιά σου και να φύγεις με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η μαζορέτα αν και δεν είναι η πιο όμορφη της παρέας, είναι σίγουρα η πιο ερωτεύσιμη και αυτή με την οποία θα κολλήσεις περισσότερο. Κοινώς, είναι αυτή η οποία αξίζει το λιγότερο μένος από όλες. Το απόλυτο «κορίτσι τις διπλανής πόρτας».
«Γιατί τότε, δάσκαλε, τις κράζεις αφού παραδέχεσαι ότι τις συμπαθείς;» θα ρωτήσετε, αναγνώστες μου, και θα έχετε δίκιο. Θα σας απαντήσει αμέσως ο Μαρκήσιος.
Δεν αντέχεται τόση χαρά! Είναι σαν να την πήραν όταν τη γέννησαν και να την κάνανε σάουνα σε καπνούς μαύρου Ζωνανίων. Πραγματικά σου σπάει τα νευρά.
Έρχεσαι κυρα μου και μου χαλάς την μαυρίλα μου και την μιζέρια μου. Ό,τι και να γίνει θα γελάει. Θα βλέπει τα πάντα θετικά. Άμα πια! Δεν είναι δυνατόν!
Άσε που δε συναντάς αυτή την κατηγορία πότε σε άντρα.
Έχει μια θεωρία ο Μαρκήσιος.
Κατά βάθος, η μαζορέτα είναι βρυκόλακας. Τρέφεται με συναισθήματα. Είναι έτσι και γελάει γιατί ξέρει ότι κάθε φορά που σε κάνει να χαμογελάς τρώει λίγο από την ψυχή σου ώστε να την χρησιμοποιήσει στα σατανικά της πειράματα.
Αν δεν ισχύει αυτό, είναι απλά χαζοχαρούμενη.