Περί Μετουσίωσης
Το παρακάτω κείμενο δημιουργήθηκε ως απόρροια μιας σελίδας ενός ιστολογίου σχετικού με την αρχαιότητα: http://arxaia-ellinika.blogspot.gr/2013/09/h-therapeia-ths-psyxhs-sto-avato-tou-asklhpioy.html. Αφού περιγράφεται η ιστορία του Ασκληπιού (ο πατέρας του Απόλλωνας σκότωσε την μητέρα του Κορωνίδα και παρέδωσε τον Ασκληπιό ως βρέφος στον Κένταυρο Χείρωνα), η λατρεία του και η μέθοδος θεραπείας που χρησιμοποιούσε (την οποία ο συγγραφέας παραλληλίζει με την μοντέρνα ψυχοθεραπεία), γίνεται μια σημαντική αναφορά στην εσωτερική παρόρμηση που οδήγησε τον Ασκληπιό να ασχοληθεί με την θεραπεία των ανθρώπων. Παραθέτω:
«Το δόσιμό του Ασκληπιού από τον ισχυρότατο, αλλά ανεπαρκή γονέα, Απόλλωνα και με νεκρή την μητέρα άφησε ένα ανοιχτό τραύμα στον Ασκληπιό το οποίο έπρεπε να θεραπεύσει. Το δε πλάσμα που περιέθαλψε, ανέθρεψε και καθοδήγησε τον Ασκληπιό στην ιατρική του ήταν ο Κένταυρος Χείρωνας, ο οποίος είχε την δική του πληγή. Άθελα του ο Ηρακλής τον είχε τραυματίσει κατά την σύγκρουση του με άλλους Κενταύρους για ένα αγγείο κρασί. Η πληγή του Χείρωνος δεν μπορούσε να θεραπευτεί, του προκαλούσε συνεχή πόνο. Ο μέντορας, όπως και ο μαθητής, ήταν ένας πληγωμένος θεραπευτής. Ο θεραπευτής πρέπει να αναζητήσει την δική του θεραπεία στα θέματά του ώστε με αυτογνωσία να οδηγήσει κι άλλους στην δική τους θεραπεία. Η μέθοδος θεραπείας του Ασκληπιού αποτελεί στόχο και μοντέλο για κάθε ψυχοθεραπευτική εμπειρία: Με την καθοδήγηση και την μεσολάβηση του πνεύματος και συνοδεία της ψυχής, ο ικέτης βυθίζεται στην μήτρα του τραύματος, όπου εμφανίστηκε η αρχική πληγή που τώρα πυορροεί».
Ασφαλώς, η αναφορά γίνεται κυρίως σε σωματικά τραύματα, τα οποία βασανίζουν το άτομο, σαφώς, όμως, γίνεται υπαινιγμός και σε ψυχικά τραύματα, τα οποία με τη σειρά τους μπορούν να αποβούν κινητήρια δύναμη για τη συμπεριφορά. Με απλά λόγια, σκεπτόμενος κανείς τη δική του κατάσταση και προσπαθώντας να ξεπεράσει τα αρνητικά συναισθήματα που νιώθει σχετικά με αυτήν (και τα οποία πιθανώς επιθυμεί να στρέψει εναντίον οικείων προσώπων), επιλέγει μια συμπεριφορά που του αποφέρει κοινωνική καταξίωση, μετατρέποντας τα αρνητικά συναισθήματα σε δημιουργική συμπεριφορά. Η σκέψη αυτή σχετίζεται με την έννοια της μετουσίωσης, κομβική στην διαδικασία της ψυχοθεραπείας. Ο όρος προέρχεται από τη Χημεία και την Αλχημεία, όπου σημαίνει την μετάβαση μιας ουσίας απ’ ευθείας από την στερεά στην αέρια μορφή, δίχως το πέρασμα από μια ενδιάμεση υγρή φάση.
Ο πρώτος που έκανε χρήση του όρου σε κείμενο φιλοσοφικό ήταν ο Friedrich Nietzscheστο έργο του Ανθρώπινο, Πολύ Ανθρώπινο (1878). Εκεί, στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο «Για Πρώτα και Τελευταία Πράγματα» κάνοντας λόγο για τις ανθρώπινες αντιθέσεις αναφέρει ότι «δεν υφίσταται, με την αυστηρή έννοια του όρου, καμμία πράξη μη εγωιστική ούτε κανένας συλλογισμός απολύτως ελεύθερος από μεροληψία· [όταν εμφανίζονται] και τα δύο είναι απλώς μετουσιώσεις, στις οποίες το βασικό στοιχείο [υπονοεί την εγωιστική σκέψη] φαίνεται να έχει σχεδόν διαλυθεί και να εμφανίζεται μόνο μέσα από την πιο επίπονη ενδοσκόπηση».
Ο Sigmund Freud (1930) πίστευε ότι η μετουσίωση ήταν ένα σημάδι ωριμότητας (πολιτισμού), που επιτρέπει στους ανθρώπους να λειτουργούν φυσιολογικά με πολιτισμικά αποδεκτούς τρόπους. Όριζε την μετουσίωση ως την διαδικασία εκτροπής των σεξουαλικών ενστίκτων προς πράξεις υψηλότερης κοινωνικής αξίας, θεωρώντας την μάλιστα ως ένα «λανθάνον χαρακτηριστικό της πολιτισμικής εξέλιξης». Η Anna Freud (1937), τοποθέτησε την μετουσίωση στην λίστα των μηχανισμών άμυνας («η οποία, όμως, χρήζει μάλλον μελέτης από την πλευρά του φυσιολογικού παρά της νεύρωσης»), υπό την έννοια ότι παρέχει μια σταδιακή επίλυση των βρεφικών συγκρούσεων, οι οποίες σε διαφορετική περίπτωση οδηγούν σε νεύρωση.
Ο C. Rycroft στο Critical Dictionary of Psychoanalysis (1995) ορίζει την μετουσίωση (sublimation) ως εξής:
«Αναπτυξιακή διαδικασία, μέσω της οποίας ενστικτικά δυναμικά εκφορτίζονται σε μη-ενστικτικές μορφές συμπεριφοράς. Η διαδικασία περιλαμβάνει (α) την μετάθεση [ψυχικής] ενέργειας από δραστηριότητες και αντικείμενα πρωτογενούς (βιολογικού) ενδιαφέροντος σε άλλα μικρότερου ενστικτικού ενδιαφέροντος, (β) τον μετασχηματισμό της ποιότητας του συναισθήματος που συνοδεύει τη δραστηριότητα με το να γίνεται «από-σεξουαλικοποιημένη» και «από-επιθετικοποιημένη» και (γ) απελευθέρωση της δραστηριότητας από τις επιταγές της ενστικτικής έντασης.
Στην αντίστοιχη σελίδα της Wikipedia(http://en.wikipedia.org/wiki/Sublimation_%28psychology%29#cite_note-1) η μετουσίωση ορίζεται ως «ένας ώριμος τύπος μηχανισμού άμυνας, κατά τον οποίον κοινωνικά ανεπίτρεπτες παρορμήσεις ή φαντασιώσεις μετατρέπονται συνειδητά σε κοινωνικά αποδεκτές πράξεις ή συμπεριφορά, οδηγώντας πιθανώς σε μια μακροπρόθεσμη μεταστροφή της αρχικής παρόρμησης». Οι Wade and Tavris (2000) αναφέρουν ότι μετουσίωση υπάρχει όταν η μετατόπιση «εξυπηρετεί έναν υψηλό πολιτιστικό ή κοινωνικά χρήσιμο σκοπό, όπως στην περίπτωσης της δημιουργίας τέχνης ή εφευρέσεων».
Όμως, με ποιόν τρόπο αυτή η έννοια βρίσκει εφαρμογή στην καθημερινότητα; Είναι γνωστό ότι η ψυχαναλυτική σκέψη θέλει την συμπεριφορά του ανθρώπου να κινείται από δυο μεγάλες ενδοψυχικές δυνάμεις: την ενόρμηση της ζωής και την ενόρμηση του θανάτου. Η πρώτη σχετίζεται με την ψυχική ένταση που προκαλεί η σεξουαλική επιθυμία (libido) και η δεύτερη με την ψυχική ένταση που προκαλεί το ένστικτο της καταστροφής (αν και η ύπαρξή του αμφισβητείται). Όταν αυτά τα ένστικτα μπορούν να ικανοποιηθούν, η ένταση αποφορτίζεται και το υποκείμενο βρίσκεται σε ψυχική χαλάρωση. Όταν, όμως, αυτές οι επιθυμίες δεν μπορούν να εκτονωθούν, επειδή κατευθύνονται προς άτομα, τα οποία είναι απαγορευμένα (π.χ. γονείς, αδέλφια, συγγενείς), η ένταση παραμένει και δημιουργεί δυσλειτουργική συμπεριφορά, σε επίπεδο τουλάχιστον νεύρωσης. Τότε το άτομο αναζητεί εναλλακτικούς τρόπους για εκτόνωση και αποσυμπίεση. Για να το επιτύχει, χρειάζεται πρώτα να μετασχηματίζει (μετουσιώσει) την «απαγορευμένη» επιθυμία σε κάτι εφικτό· σε μια δραστηριότητα «κοινωνικά ή/και πολιτισμικά αποδεκτή». Όπως και στις φυσικές επιστήμες, το στερεό-συμπαγές ψυχικό μόρφωμα της δυσλειτουργικής επιθυμίας χρειάζεται να μεταμορφωθεί σε συμπεριφορά «υψηλού επιπέδου» (αιθερικής/αέριας μορφής), να περιβληθεί με υψηλή αισθητική και νόημα, ώστε να μπορέσει να εκδηλωθεί με επιτρεπτό και αποδεκτό τρόπο.
Έτσι, για παράδειγμα, η απορριπτέα επιθυμία για καταστροφή προσφιλών προσώπων (λόγω μίσους) μπορεί να μετουσιωθεί σε δημιουργία έργων τέχνης (π.χ. πίνακες ζωγραφικής, «σκοτεινά» κείμενα, βίαιες κινηματογραφικές ταινίες), οπότε η επιθετική ενόρμηση εκδηλώνεται έχοντας αφαιρέσει τον «δυσάρεστο» μανδύα της και παίρνοντας, αντιθέτως, κοινωνικά αποδεκτή μορφή.
Άλλο ένα παράδειγμα μετουσίωσης της ερωτικής επιθυμίας, από τον Rycroft αυτή τη φορά:
Η πνευματική περιέργεια θεωρείται ως μια μετουσίωση της σκοποφιλίας [τάση του ανθρώπου να λαμβάνει ευχαρίστηση από την παρατήρηση, όπως ακριβώς κάνει ένα μωρό], υπό το πρίσμα ότι (α) κατευθύνεται προς μη-σεξουαλικά θέματα, (β) η ηδονή που την συνοδεύει δεν είναι σεξουαλικής φύσεως, και (γ) οι διαφορές που παρατηρούνται στην σφοδρότητα είναι ανεξάρτητες από την ένταση των ενστίκτων.
Μέσα από την έννοια της μετουσίωσης επιδιώκεται να εξηγηθεί η ανέλιξη των «υψηλών λειτουργιών» μέσα από τις χαμηλότερες, γεγονός που μπορεί να συντελεστεί μέσα από την διαδικασία της ψυχαναλυτικής θεραπείας. Η αδυναμία μετουσίωσης των«απαγορευμένων» ενορμήσεων οδηγεί σε νευρώσεις και άλλες ψυχικές διαταραχές. Στην περίπτωση αυτή, η ψυχοθεραπεία λειτουργεί καταλυτικά. Αρχικά, συμβάλλει στην ανάδυση νέων ενδιαφερόντων και ταλέντων, προσφέροντας έτσι διέξοδο και αποφόρτιση των αρνητικών ενορμήσεων. Στη συνέχεια αναλύοντας τα βαθύτερα αίτια των ενορμήσεων αυτών αναδύονται και τα «απωθημένα συμπτώματα», όσων πάσχουν από νευρωτική κατάπτωση. Τα ένστικτα που μετουσιώνονται κυρίως είναι αυτά που έχουν εκδηλωθεί στην προγενετήσια περίοδο του ανθρώπου (βρεφική και πρώτη νηπιακή ηλικία) παρά τα ενήλικα σεξουαλικά. Από αυτό φαίνεται ότι η μετουσίωση είναι μια ενδοψυχική λειτουργία, η οποία ακολουθεί εξελικτικά το υποκείμενο στις διάφορες φάσεις της ζωής του. Στο παράδειγμα της πνευματικής περιέργειας, η αμυντική λειτουργία της μετουσίωσης σημαίνει την αύξηση της πνευματικής περιέργειας έπειτα από ανάλυση των αναστολών της σεξουαλικής περιέργειας της παιδικής ηλικίας (Rycroft, 1995).
Παρόμοιες περιπτώσεις μπορούν να θεωρηθούν οι αγαθοεργίες, η επαναστατική τάση για αλλαγή του κόσμου, η ενασχόληση με τα κοινά κ.ά.
Γενικά, η λειτουργία της μετουσίωσης φαίνεται πως κινητοποιεί σε μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά του ανθρώπου. Η επίδραση του κοινωνικού και πολιτισμικού παράγοντα συμβάλλει τα μέγιστα προς αυτή την κατεύθυνση, αποτρέποντας στις περισσότερες των περιπτώσεων τον άνθρωπο να προβεί σε ακρότητες και βιαιότητες, οι οποίες φέρνουν στο προσκήνιο ανεπιθύμητες φαντασιώσεις και συμπεριφορές.
Βιβλιογραφία
Freud, A. (1937). The ego and the mechanisms of defence (Cecil Baines, Trans.). UK, London: Hogarth (original German edition, 1936).
Freud, S. (1961). Civilization and Its Discontents in The Standard Edition Of The Complete Psychological Works of Sigmund Freud - The Future of an Illusion, Civilization and its Discontents, and Other Works (vol. XXI), trans. by James Strachey. UK, London: Hogarth Press (original German edition, 1930).
Nietzsche, F. (2005). Human, All Too Human (9th ed.). UK, Cambridge: University Press (original German edition, 1878).
Rycroft, C. (1995). Critical Dictionary of Psychoanalysis (2nd ed.). UK, London: Penguin Books.
Wade, C., & Tavris, C. (2000). Psychology (6th ed.). USA, NJ: Prentice Hall.
Freud, S. (1961). Civilization and Its Discontents in The Standard Edition Of The Complete Psychological Works of Sigmund Freud - The Future of an Illusion, Civilization and its Discontents, and Other Works (vol. XXI), trans. by James Strachey. UK, London: Hogarth Press (original German edition, 1930).
Nietzsche, F. (2005). Human, All Too Human (9th ed.). UK, Cambridge: University Press (original German edition, 1878).
Rycroft, C. (1995). Critical Dictionary of Psychoanalysis (2nd ed.). UK, London: Penguin Books.
Wade, C., & Tavris, C. (2000). Psychology (6th ed.). USA, NJ: Prentice Hall.