«Αλλά όπως αμφέβαλλα για τα πάντα και περίμενα από την κάθε στιγμή να επιβεβαιώνει την ύπαρξή μου, όπως δεν αισθανόμουν να μου ανήκει τίποτε, κατά τρόπο πραγματικό, αναμφισβήτητο, αποκλειστικό και καθορισμένο μόνον από εμένα, όπως δεν ήμουν παρά ένας γιος αποκληρωμένος, άρχισα ν’ αμφιβάλλω ακόμη και για το ό,τι μου ήταν το πιο οικείο, για το ίδιο μου το σώμα»
– Φράντς Κάφκα ‘Γράμμα στον πατέρα’ –
Το αγόρι για να αναγνωρίσει την ανδρική του ταυτότητα και να διαμορφώσει ένα υγιή σεξουαλικό προσανατολισμό χρειάζεται να ταυτιστεί με τον πατέρα του, ο οποίος εκτιμά την αξία του γιου του με λόγια και με πράξεις που φανερώνουν το υπεύθυνο ενδιαφέρον του προς εκείνον. Ένα αγόρι για να εδραιώσει τη σεξουαλική του ταυτότητα στρέφεται αρχικά στη μητέρα του, σαν ποθητό αντικείμενο που είναι για εκείνον, διεκδικώντας την για τον εαυτό του, ώστε να την έχει ολότελα δική του και συχνά συγκρούεται με τον πατέρα του, προκειμένου να μην την μοιράζεται μαζί του.
Ο πατέρας του παιδιού χρειάζεται να χαμογελάσει με αυτή την σύγκρουση και να μην ανταποδώσει την επιθετικότητα. Χρειάζεται με τρυφερότητα να δώσει στο παιδί του να καταλάβει πως μπορεί να αγαπά τη μητέρα του, αλλά δεν μπορεί να έχει σεξουαλικές διαθέσεις για εκείνη, γιατί είναι δική του γυναίκα και γιατί είναι μητέρα του. Συγχρόνως τον υποστηρίζει σε αυτό που νιώθει, γιατί είναι ωραίο και συνταιριασμένο με το φύλο του και τον ενθαρρύνει να το στρέψει σε άλλα κορίτσια που θα μπορούσε να τα επιθυμήσει, μέχρι να επιλέξει εκείνη που θα προτιμήσει ως γυναίκα της καρδιάς του.
Όσο του μιλά για αυτό το θέμα, χρειάζεται να νιώθει περηφάνια για το γεγονός ότι το παιδί του είναι αγόρι, ώστε να νιώσει και εκείνος περηφάνια για το φύλο του. Όταν αναφέρεται στη σεξουαλική διάσταση του φύλου του, πρέπει να νιώθει θαυμασμό για κείνον, ώστε το παιδί του να αισθανθεί πως το φύλο του τού ανήκει ολοκληρωτικά και μπορεί να το αξιοποιήσει δυναμικά, χωρίς ενοχές που θα μπορούσαν να αναστείλουν τη σεξουαλικότητά του. Στην πορεία, όταν θα του αρέσουν πολλά κορίτσια και θα του είναι δύσκολο να διαλέξει, θα τον ενθαρρύνει ότι είναι ωραίο να θαυμάζει τις γυναίκες, για να μπορεί να βρει σε αυτές στοιχεία που του αρέσουν στο γυναικείο φύλο, αλλά στη συνέχεια θα κατασταλάξει στην επιλογή του και θα σέβεται τη σύντροφο του εκφράζοντας την πίστη του σε αυτήν.
Αν ο ίδιος αισθάνθηκε ανταγωνιστικά τον δικό του πατέρα στην παιδική του ηλικία, χρειάζεται να μάθει να αξιοποιεί τα συναισθήματα του παρελθόντος, ώστε να μη μεταθέσει στον γιο του τα συναισθήματα θυμού που ένιωσε για τον πατέρα του ή απαξίωσης για τον εαυτό του. Αν δηλαδή έχει αισθανθεί απορριπτικό τον πατέρα του και δεν έχει συμφιλιωθεί με την αξία του, μπορεί να θυμώσει με τη συμπεριφορά του παιδιού του απορρίπτοντας τον με λόγια ή με πράξεις που θα μπορούσαν να πλήξουν την αυτοεκτίμησή του.
Αυτό θα έχει αντίκτυπο στα συναισθήματα του παιδιού του και θα διστάζει να διεκδικεί τις επιθυμίες του, θα φοβάται να σχετιστεί με τη γυναίκα, γιατί θα αισθάνεται απαγορευτικό το βλέμμα του γονιού του και τελικά θα αναστέλλει τη σεξουαλικότητά του στην ιδέα μιας τιμωρίας, έστω και φανταστικής. Ενώ, όταν θα προσπαθεί να διεκδικήσει την επιθυμία του, θα γυρεύει απεγνωσμένα την επιβεβαίωση από τους άλλους, με τρόπους που κάποιες φορές θα πλήττουν την αξία του.
Αν ο πατέρας αισθανθεί ηττημένος και πιστέψει πως για μια ακόμα φορά χάνει τη θέση του, θα μεταδώσει αυτό το συναίσθημα στο παιδί του και κάθε φορά που ο γιος του θα διεκδικεί κάτι, η ηττοπάθεια του πατέρα θα τον συνοδεύει και θα έχει επιπτώσεις στις δικές του προσπάθειες, όπου ματαιωμένος θα παραιτείται από αυτές. Κάθε φορά που θα ορθώνει το ανάστημα του, για να διεκδικήσει δυναμικά την επιθυμία του, η εικόνα του ανήμπορου πατέρα θα επισκιάζει και θα καταβάλλει τη διάθεση του να προσπαθήσει. Αν αισθανθεί αδικημένος όταν ισχυροποιείται ο γιος του, θα μεταφέρει υποσυνείδητα αυτό το συναίσθημα στο παιδί του και εκείνο θα νιώθει ένοχο στην ιδέα πως η δική του κατάκτηση θα σημάνει τη θυσία ενός άλλου προσώπου ή ίσως και την απώλειά του, θα παθητικοποιηθεί και δεν θα αναλαμβάνει δυναμικά τη ζωή του.
Αν ο πατέρας είναι αυταρχικός και απαγορεύσει στο παιδί του τη σεξουαλικότητα του, το παιδί θα αισθανθεί πως κατέχει κάτι το οποίο είναι απορριπτέο και απαγορευτικό, οπότε θα αποβάλλει τις ιδιότητές του και θα επιλέγει τη μοναξιά και την ερήμωση. Αν ο πατέρας είναι εξαρτώμενος από τον δικό του πατέρα που δεν του επέτρεψε τη πρόσβαση με ελεύθερο τρόπο στη σεξουαλικότητά του και προσδίδει ανήθικα στοιχεία σε αυτήν, το παιδί θα αισθάνεται ντροπή και αμηχανία με τις λειτουργίες του σώματός του, οπότε θα παραμερίζει τη σεξουαλικότητά του και θα τη μεταθέτει στα επιτεύγματά του μεγαλώνοντας, όπου θα επιδίδεται με πάθος, αλλά δεν θα του δίνει ουσιαστική ικανοποίηση ούτε η προσπάθεια αλλά ούτε και η νίκη.
Αν ο πατέρας, επειδή δεν έζησε τη δική του εφηβεία, χειραγωγεί το γιο του να χρησιμοποιήσει ανεξέλεγκτα τη σεξουαλικότητά του ως μέσο για να εξοφλήσει τα δικά του χρέη, το παιδί αισθάνεται τη σεξουαλικότητά του σαν εργαλείο ελέγχου και θα χρησιμοποιεί τις γυναίκες ως αντικείμενα, όπως αισθάνεται και ο ίδιος για τον πατέρα του. Ο πατέρας του μεταδίδει το μήνυμα: ζήσε για μένα, κάνε ό,τι δεν έκανα, οπότε ο γιος, είτε θα αναδιπλώνεται στον εαυτό του αντιδρώντας, είτε θα επιδίδεται σε μια ακόρεστη ικανοποίηση, όπου όμως δεν θα απολαμβάνει τη σεξουαλικότητά του αλλά θα αποτελεί για εκείνον, ένα παιγνίδι εξουσίας, που στην ουσία θα συνδιαλέγεται μέσα από αυτό με τον πατέρα του, ελπίζοντας στην επιβεβαίωσή του.
Αν ο πατέρας είναι αποπλανητικός προς το παιδί του και του μιλά για τη σεξουαλικότητά του, όχι σαν κάτι όμορφο που προσφέρει ικανοποίηση σε δυο ανθρώπους που συνδέονται συναισθηματικά, αλλά με τις αφηγήσεις του τον διεγείρει, χρησιμοποιώντας τον στην ουσία για τους δικούς του σκοπούς, το παιδί μεταθέτει στη σεξουαλικότητά του αυτά που νιώθει για τον πατέρα του, την αισθάνεται βρώμικη στο δέρμα του και είτε την ακυρώνει είτε τη χρησιμοποιεί με τρόπο προσβλητικό για το σώμα του, την αξία του και την ερωτική του σύντροφο.
Η μητέρα χρειάζεται να είναι τρυφερή με το αγόρι της, χωρίς όμως να του μεταδίδει ερωτικά μηνύματα, που θα μπορούσαν να του προκαλέσουν συναισθηματική σύγχυση και να αισθανθεί πως η μητέρα του τον διεκδικεί για τον εαυτό της, μεταθέτοντας σε εκείνον αυτό που θα έπρεπε να αισθανθεί είτε για τον πατέρα του είτε, αν έχουν χωρίσει, για έναν άλλο άντρα. Στην περίπτωση αυτή το παιδί διατρέχει τον κίνδυνο να αισθανθεί προσάρτημα της μητέρας του, να αποκοπεί από την πραγματικότητα για να προστατευτεί και να μην αποδεχτεί την αυτονομία του.
Ενώ μπορεί να τον βοηθά να αναπτύσσει συναισθηματικές δεξιότητες, όπου χάρη σε αυτές θα μπορέσει να καταλάβει και να προσεγγίσει τη γυναίκα, θα αναθέσει στον πατέρα του το ρόλο να μιλήσει για θέματα σεξουαλικότητας ή σε ένα άλλο άντρα αν εκείνος απουσιάζει. Όταν το παιδί της γίνει έφηβος, θα χρειαστεί να κατανοήσει την αντιδραστικότητά του προς εκείνη, ο οποίος προσπαθεί με συγκρουσιακό τρόπο να απωθήσει την έλξη που νιώθει, προκειμένου αφενός να εδραιώσει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό αφετέρου να στραφεί σε μια γυναίκα που τον ελκύει, χωρίς να τον κρατούν δέσμιο παράταιρα συναισθήματα για τη μητέρα του.
Οι γονείς χρειάζεται να έχουν συμφιλιωθεί με τα συναισθήματα που τους προκάλεσαν τα βιώματα της παιδικής τους ηλικίας, για να μπορούν να επικοινωνήσουν με το παιδί τους σε θέματα τόσο ευαίσθητα αλλά και τόσο σημαντικά για τη ζωή του παιδιού τους, όπως είναι η σεξουαλικότητα του, για να μπορέσει και εκείνος να την αποδεχτεί και να την αξιοποιήσει με ώριμο τρόπο που θα του δίνει χαρά και συνάμα θα είναι αντίστοιχο της αξίας του. Αν οι γονείς του έχουν αποδεχτεί τον εαυτό τους, ενώ παράλληλα έχουν συμφιλιωθεί με τις ελλείψεις τους ειρηνικά, με την έννοια πως καθένας μας έχει ένα συγκεκριμένο φύλο και δυνατότητες που αντιστοιχούν σε αυτό, ενώ παράλληλα έχουν απελευθερωθεί από τις εξαρτήσεις τους από τους δικούς τους γονείς, θα μπορέσουν να βοηθήσουν το παιδί τους να αισθανθεί πως το σώμα του είναι δικό του και οι λειτουργίες του είναι φυσιολογικές, επιτρεπτές από τους ίδιους και πηγή χαράς για εκείνον.
Όσο το σώμα του παιδιού τους δεν αποτελεί μέσο προβολών ή μεταθέσεων δικών τους, τόσο δε θα του ζητούν, συνειδητά ή υποσυνείδητα να ανταποκριθεί στα δικά τους ελλείμματα ή στο δικό τους αίσθημα παντοδυναμίας μέσα από αυτό και άρα το παιδί θα εξοικειωθεί με αυτό, θα το αγαπήσει και θα το σεβαστεί.
Της Αγγελικής Μπολουδάκη
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι