Είναι γνωστό πως ο τρόπος με τον οποίο σκεφτόμαστε, ερμηνεύουμε και αναλύουμε τις καταστάσεις γύρω μας, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα των διαπροσωπικών μας σχέσεων αλλά και της ζωής μας γενικότερα. Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε την καταστροφολογία ως μοτίβο σκέψης.
Η καταστροφολογία είναι μια από τις γνωστικές διαστρεβλώσεις (οι οποίες μελετήθηκαν εκτενώς από τον ψυχιάτρους και θεμελιωτές της γνωστικής συμπεριφορικής θεραπείας AaronT. Beck και David. DBerns). Το χαρακτηριστικό της καταστροφολογικής σκέψης είναι η τάση να προβλέπουμε και να περιμένουμε πάντα την χειρότερη δυνατή εξέλιξη. Τα άτομα, στην σκέψη των οποίων κυριαρχεί αυτό το μοτίβο, θεωρούν περισσότερο πιθανή μια αρνητική έκβαση των καταστάσεων παρά μια θετική, με αποτέλεσμα να κατακλύζονται διαρκώς από αρνητικά συναισθήματα και άγχος.
Οι «καταστροφολόγοι» θεωρούν πως δεν πάσχει ο τρόπος σκέψης τους καθώς αυτό που περιμένουν ως αποτέλεσμα είναι ρεαλιστικά πιθανό να συμβεί. Το λάθος στο οποίο εμπίπτουν όμως είναι πως υποτιμούν ή δεν πιστεύουν πως μια θετική ή και ουδέτερη εξέλιξη είναι εξίσου ή και πιθανότερη. Το χειρότερο είναι πως οποιαδήποτε εξέλιξη και αν συμβεί, την ερμηνεύουν με τέτοιο τρόπο που ενισχύει το αρχικό καταστροφολογικό σκεπτικό τους.
Για παράδειγμα, ένας φοιτητής πιστεύει πως θα κοπεί σε ένα μάθημα επειδή είναι δύσκολο και σίγουρα θα του τύχουν και δύσκολα θέματα γιατί είναι άτυχος και σε αυτόν τυχαίνουν τα δύσκολα. Έχοντας αυτήν την πεποίθηση στο μυαλό του, το πιο πιθανόν είναι να μην διαβάσει όσο καλύτερα μπορεί γιατί «τσάμπα θα πάει ο κόπος μου», με αποτέλεσμα να κοπεί και να σκεφτεί ύστερα «το ήξερα εγώ, καλά το είχα φανταστεί». Στην περίπτωση αυτή όμως έχει απλώς δημιουργήσει ο ίδιος το αποτέλεσμα στο οποίο πίστευε, πέφτοντας στην παγίδα της αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο να περάσει το μάθημα. Σε αυτήν την περίπτωση, αν το μοτίβο της καταστροφολογίας είναι αρκετά δυνατό και παγιωμένο στην σκέψη του, θα υποτιμήσει την αξία αυτής της επιτυχίας, αποδίδοντας την σε εξωγενείς παράγοντες (τύχη) και όχι στον ίδιο του τον εαυτό (υποτίμηση του θετικού), αδυνατώντας έτσι να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση του αλλά και να αμφισβητήσει το σκεπτικό της καταστροφολογίας εξ αρχής.
Επίσης συχνά οι άνθρωποι θεωρούν ότι με το να περιμένουν την χειρότερη δυνατή εξέλιξη είναι ένας τρόπος για να προετοιμάζονται για τα χειρότερα, ούτως ώστε να μην απογοητευτούν όταν αυτά τους χτυπήσουν την πόρτα. Στην πράξη όμως μόνο αυτό δεν συμβαίνει. Το να πιστεύει κάποιος ότι τα πράγματα θα πάνε στραβά, δεν σημαίνει πως έχει προετοιμαστεί και το πώς θα τα αντιμετωπίσει. Οι «καταστροφολόγοι» συνήθως δεν προετοιμάζουν κανένα πλάνο αντιμετώπισης της καταστροφής απλά ταλαιπωρούνται από προκαταβολικό και συνεχές άγχος μέχρι να έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Επίσης ο φόβος της καταστροφής λειτουργεί ανασταλτικά σε κάθε τομέα της ζωής τους καθώς διστάζουν να πάρουν αποφάσεις, να διεκδικήσουν πράγματα και να λειτουργήσουν δυναμικά σε σοβαρά ζητήματα της ζωής τους. Έτσι, δεν εκφράζουν παράπονα στους φίλους τους γιατί είναι ότι θα τους παρατήσουν, τρέμουν μήπως κάνουν ένα λάθος στη δουλειά γιατί είναι σίγουροι ότι θα τους απολύσουν, αγχώνονται μπροστά σε εξετάσεις γιατί είναι σίγουροι ότι θα αποτύχουν, ταλαιπωρούνται μια μέρα πριν ταξιδέψουν γιατί είναι σίγουροι ότι θα χάσουν το πλοίο (παρόλο που δεν το έχουν χάσει ποτέ).
Το να υιοθετήσουμε ένα πιο λειτουργικό μοτίβο σκέψης, είναι σίγουρα κάτι που θα ανακουφίσει το άγχος μας και θα μας επιτρέψει να λειτουργήσουμε πιο ελεύθερα στη ζωή μας. Χρειάζεται ωστόσο να αντιληφθούμε πως υιοθετήσαμε έναν τέτοιο τρόπο σκέψης, τι τον συντηρεί στο τώρα και τι εξυπηρετεί στη ζωή μας. Η αλλαγή είναι για κάποιους μια δύσκολη διαδικασία, αλλά είναι εφικτή αν το βάλουμε στόχο και αποφασίσουμε να δουλέψουμε προς αυτή.
Βάλια Παυλίδου
Ψυχολόγος, Msc Κοινωνική Κλινικής Ψυχολογίας Α.Π.Θ
Γνωστική Συμπεριφορική Ειδίκευση