Η αμφιθυμία στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις
Όλοι κάποιες φορές έχουμε βιώσει μέσα σε μια σχέση αντίθετα μεταξύ τους συναισθήματα ή επιθυμίες, που οφείλονται στην ύπαρξη μιας εσωτερικής σύγκρουσης. Ο βαθμός και η ένταση αυτών των αντίθετων μεταξύ τους συναισθημάτων μπορεί να επηρεάσει την εξέλιξη της σχέσης και την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο συντρόφων.
Η αμφιθυμία οφείλεται στην ανικανότητα επίλυσης εσωτερικών συγκρούσεων που οδηγεί σε μια έλλειψη της παρουσίας, ενώ ένας συνηθισμένος τρόπος έκφρασης είναι η σύγχυση. Η αμφιθυμία και η σύγχυση θα μπορούσαν προσωρινά, σε μια φάση της σχέσης, να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε σχέση, ενώ το άτομο χρειάζεται λίγο χρόνο να επιλύσει αυτή την αντίθεση ή να αναζητήσει νέες πληροφορίες που θα το βοηθήσουν να επιλύσει αυτή την εσωτερική σύγκρουση που βιώνει.
Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις η αμφιθυμία γίνεται μια χρόνια αντίδραση του ατόμου μέσα στις στενές διαπροσωπικές του σχέσεις με αποτέλεσμα να εμφανίζει μια σύγχυση που εκδηλώνεται ως μια αμυντική στάση απέναντι στις σχέσεις και το άτομο αναζητά ατρόπους να προστατεύσει τον εαυτό του, προσπαθώντας να μην είναι απόλυτα παρόν μέσα στις σχέσεις τους. Η σύγχυση που εκφράζει και γίνεται μια συνήθεια το οδηγεί στην ενίσχυση της αίσθησης ότι είναι αβοήθητο. Η αμφιθυμία εμποδίζει το άτομο από τη σύναψη βαθύτερων διαπροσωπικών σχέσεων.
Μια χρόνια μορφή αμφιθυμίας συνήθως δημιουργεί μια σχέση που ο ένας σύντροφος χαρακτηρίζεται ως μη δεσμευμένος και ο άλλος ως άτομο που θέλει τη δέσμευση. Ο κάθε σύντροφος θα αναπτύξει συμπεριφορές που θα σχετίζονται με τη σύγκρουση που βιώνει στην προσπάθειά του να φέρει πιο κοντά του ή να απομακρύνει τον σύντροφό του. Ο κάθε σύντροφος υιοθετεί δηλαδή ένα συγκεκριμένο ρόλο στη σύγκρουση που συμβάλλει στη διατήρηση ή στη διακοπή της σχέσης, ενώ κινείται ανάμεσα στα δύο άκρα ενός δίπολου. Έτσι, το άτομο σκέφτεται: «ναι, θέλω να είμαι περισσότερο μαζί σου και ταυτόχρονα, όχι, δεν θέλω να είμαι περισσότερο μαζί σου. Ναι, θέλω να σε βλέπω, αλλά ταυτόχρονα, όχι, δεν σε αντέχω. Ναι, σε θέλω, όχι, δεν γίνεται να σε θέλω, δεν σε θέλω».
Τα αμφίθυμα συναισθήματα που βιώνει το άτομο μέσα σε μια σχέση το οδηγούν σε διαφορετικές κατευθύνσεις και σε σύγχυση, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια αίσθηση αβεβαιότητας και μη δυνατότητας πρόβλεψης της εξέλιξης της σχέσης, καθώς και μη σταθερότητας και εμπιστοσύνης. Αυτή η αίσθηση εντείνει ακόμη περισσότερο τα αμφίθυμα συναισθήματα κάνοντας το άτομο να νιώθει: σ? αγαπώ αλλά και σε μισώ, θέλω να μείνω αλλά θέλω και να φύγω.
Μια σχέση με έντονα αμφίθυμα συναισθήματα συνήθως βιώνει πολλούς χωρισμούς και διακοπές, ενώ τα άτομα δεν λαμβάνουν ευχαρίστηση και ασφάλεια από αυτή τη σχέση. Μέσα σε μια τέτοια σχέση είναι δύσκολο οι δύο σύντροφοι να νιώσουν άνετα, να είναι ο εαυτός τους και να είναι ανοιχτοί ο ένας στον άλλο. Όταν έρχονται αντιμέτωποι με την πιθανότητα διάλυσης της σχέσης τους, πιστεύουν ότι φτάνοντας στα άκρα και προκαλώντας το τέλος της σχέσης ο άλλος θα αρνηθεί ή θα τους ζητήσει να γυρίσουν πίσω.
Ο κάθε σύντροφος κρατά κρυφές ορισμένες πτυχές του εαυτού του με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια απόσταση, να μην έρχονται πολύ κοντά συναισθηματικά και να αυξάνεται το άγχος και η αγωνία για την πιθανότητα χωρισμού. Το ζευγάρι με αμφίθυμα συναισθήματα μπαίνει μέσα σε ένα φαύλο κύκλο, που χαρακτηρίζεται από ανασφάλεια, έλλειψης σταθερότητας και εμπιστοσύνης, καθώς και μια συναισθηματική απόσταση που δεν επιτρέπει την εξέλιξη μιας βαθιάς σχέσης.
Μέσα σε μια αμφίθυμη σχέση, ο σύντροφος που αναζητά τη δέσμευση νιώθει πληγωμένος και βιώνει την απόρριψη από τον άλλο σύντροφο. Αισθάνεται ότι δεν είναι αρκετά καλός για τον άλλο και δεν μπορεί να τον ικανοποιήσει και να ανταποκριθεί στις επιθυμίες του. Ο σύντροφος που κουβαλά περισσότερη αβεβαιότητα και ανασφάλεια νιώθει ένοχος που δεν είναι ικανός να προσφέρει περισσότερα μέσα σε αυτή τη σχέση και δυσκολεύεται αρκετά να εκφράσει τα πραγματικά του συναισθήματα. Και οι δύο σύντροφοι νιώθουν ότι βρίσκονται μέσα σε σχέση που δεν είναι ακριβώς αυτό που θέλουν, αλλά δεν θέλουν και να τελειώσει η σχέση.
Συνήθως, τα άτομα ασχολούνται με τον αποχωρισμό, είτε γιατί επιθυμούν τον αποχωρισμό είτε επειδή τον φοβούνται. Αυτό δημιουργεί μια έντονη ανησυχία και δυσαρέσκεια στους συντρόφους καθώς και μια έντονη στέρηση και άγχος, νιώθοντας ότι βρίσκονται μέσα σε μια σχέση που δεν τους ταιριάζει. Το άτομο που συνήθως συνάπτει τέτοιου είδους σχέσεις θα πρέπει να βρει τρόπους να επιλύσει τις εσωτερικές συγκρούσεις που εμποδίζουν τις στενές διαπροσωπικές σχέσεις, τη λήψη αποφάσεων, την έκφραση των συναισθημάτων και την ικανότητα να είναι παρόν στη σχέση.
Στη ρίζα της αμφιθυμίας βρίσκονται θέματα που συνδέονται με τη δέσμευση και τον αποχωρισμό, με τα οποία θα πρέπει να ασχοληθεί το άτομο, ενώ θα πρέπει να κατανοήσει ότι η ευθραυστότητα και η μη τελειότητα είναι «φυσιολογικά» χαρακτηριστικά και μέρος της ζωής του.