Είμαστε σαν τα ποτάμια. Λαμπεροί στην επιφάνεια σφύζουμε από ζωή αλλά βαθιά μέσα μας κυλούν πανίσχυρα, αόρατα ρεύματα ψυχικών αναμνήσεων και επιθυμιών. Είναι οι συναθροισμένες μνήμες όλων των γήινων ενσαρκώσεων που φέρει η ψυχή μας. Αυτές μας κάνουν να αγαπάμε ένα άτομο και να απεχθανόμαστε κάποιο άλλο. Να νιώθουμε υπέροχα συναισθήματα και δονήσεις με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο σε μια φάση της ζωής μας και σε κάποια άλλη φάση να νιώθουμε απαίσια και άβολα με το ίδιο εκείνο πρόσωπο. Τα πρότυπα και οι συνήθειες έχουν πάρει σχήμα και μορφή μέσα στην εσώτερη συνειδητότητά μας και αποφασίζουν τον τρόπο με τον οποίο θα φερθούμε στους ανθρώπους γύρω μας.
Κάθε άτομο που βρίσκεται στον περίγυρο της παρούσας ζωής μας, βρισκόταν παρόμοια στον περίγυρο περασμένων ζωών μας. Οι γονείς, τ’ αδέλφια, οι σύντροφοι, τα παιδιά, οι φίλοι, οι συνάδελφοι, τα αφεντικά, ακόμα και οι εχθροί μας άρχισαν να μοιράζονται τη ζωή μαζί μας πολύ πιο πριν από την παρούσα ζωή μας.
Τα αποτελέσματα εκείνων των περασμένων εμπειριών αντανακλώνται στις συνθήκες των σημερινών μας σχέσεων. Είναι επόμενο, οι δικές τους μνήμες των κοινών μας περασμένων εμπειριών να επηρεάζουν τη συμπεριφορά τους προς εμάς, σήμερα.
Όμως οι επιρροές από τις δράσεις εκείνων των περασμένων ζωών δεν μας είναι ξεκάθαρες. Συχνά, εκείνοι με τους οποίους ζήσαμε πολλές καλές ζωές είναι οι ίδιοι με τους οποίους είχαμε και πολλά προβλήματα και διαφωνίες, ένα μείγμα από «καλό» και «κακό» κάρμα, δηλαδή. Πράγματι, είναι πολύ σπάνιο μια σχέση παρελθούσας ζωής να είναι καλή από όλες τις απόψεις. Οι θετικές πλευρές μιας περασμένης ζωής θα μας αποφέρουν μεγάλες χαρές και υποστήριξη στο παρόν, ενώ αντίθετα, οι περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν είχαμε φερθεί με αγάπη, θα γίνουν αφορμή για πόνο αλλά και για μάθηση (βελτίωση) των σχέσεών μας στην παρούσα ζωή. Κανείς δεν μπορεί να αποφύγει αυτές τις επιρροές. Είτε μας αρέσει είτε όχι, ο συμπαντικός νόμος του Κάρμα μας φέρνει συνεχώς αντιμέτωπους με τη χρήση της ελεύθερης βούλησής μας κατά το παρελθόν. Έτσι, τα όσα κάναμε στις άλλες ψυχές (ανθρώπους) και τα όσα έκαναν οι άλλες ψυχές σε εμάς φαίνονται στις καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε με τις σχέσεις μας σε τούτη τη ζωή.
ΟΜΑΔΕΣ ΨΥΧΩΝ
Από την αρχή οι ψυχές μας είχαν την τάση να ταξιδεύουν στο χρόνο ομαδικά, και η ίδια η πράξη του να ταξιδεύουν μαζί για τόσο μεγάλα χρονικά διαστήματα δημιουργεί δυνάμεις έλξης που βοηθούν στη διατήρηση και την ανάπτυξη σχέσεων ανάμεσα στα μέλη των ομάδων. Σχεδόν όλες οι ψυχές στον πλανήτη σήμερα υπήρχαν και σε παλαιότερες εποχές της ανθρώπινης ιστορίας. Ως αποτέλεσμα, οι σχέσεις των λαών του κόσμου σήμερα είναι μια αντανάκλαση των δραστηριοτήτων του παρελθόντος ανάμεσά τους. Οι ομάδες ψυχών δεν είναι άκαμπτες ή στατικές. Κάθε ψυχή μπορεί να χρησιμοποιήσει την ελεύθερη βούληση και να επιδιώξει εμπειρίες σε μιαν άλλη ομάδα. Ούτε οι γενιές ενσαρκώνονται σε αυστηρά, άκαμπτα μοτίβα. Για παράδειγμα, δυο μέλη της οικογενειακής ομάδας που ήταν πατέρας και γιος σε μια ζωή, μπορεί να αλλάξουν θέσεις και να γίνουν παππούς και εγγονός. Ή να επιλέξουν να ενσαρκωθούν ως αδέλφια. Ωστόσο, μπορούν να επιλέξουν να μην είναι ξανά στην ίδια οικογένεια.
Γενικά, όμως, οι ομάδες ψυχών ενσαρκώνονται σε κύκλους, ξανά και ξανά μαζί, περίπου την ίδια εποχή. Μιλάμε εδώ για εποχές και όχι για χρόνια. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στις υπαγορεύσεις του Edgar Cayce.
Στις σχέσεις των ομάδων, τα καρμικά χρέη μπορεί να δημιουργήσουν μερικές πολύ τραγικές καταστάσεις. Η συνάντηση των ψυχών μπορεί να καταλήξει σε φόνο, βιασμό, βασανιστήρια και άλλες ειδεχθείς πράξεις. Φανταστείτε τι θα μπορούσε να συμβεί αν τα καρμικά χρέη φέρουν μαζί τις ψυχές του Ρωμαϊκού στρατού του Κολοσσαίου με τις ψυχές εκείνων που έριξαν βορά στα λιοντάρια, ή τις ψυχές των Ισπανών Κονκισταδόρ με τις ψυχές των Ίνκας, των Αζτέκων, ή τις ψυχές των Ναζί με των Εβραίων.
ΑΔΕΛΦΕΣ ΨΥΧΕΣ
Μια «αδελφή ψυχή» δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια ψυχή με την οποία έχουμε μοιραστεί πάρα πολλές ζωές και με την οποία συντονιζόμαστε πλήρως. Καταλαβαινόμαστε όπως κανένας άλλος δεν μπορεί να μας καταλάβει. Αυτή η κατανόηση δίνει στις αδελφές ψυχές την ικανότητα να βοηθά η μία την άλλη με τρόπους που θα ήταν δύσκολο να επιτευχθούν αν δεν υπήρχε αυτός ο τόσο ισχυρός δεσμός μέσα στους αιώνες. Λειτουργούν συμπληρωματικά σε μια σχέση, προσφέροντας αυτό που λείπει η μία στην άλλη.
Συνήθως σκεφτόμαστε τις «αδελφές ψυχές» ως εραστές ή συζύγους αγαπημένους, αλλά μπορεί να είναι και συνεργάτες, φίλοι, αδέλφια, συμμαθητές κλπ. Δεν είναι απαραίτητο να είναι οπωσδήποτε ερωτικό ζευγάρι.
ΔΙΔΥΜΕΣ ΨΥΧΕΣ (ΔΙΔΥΜΕΣ ΦΛΟΓΕΣ)
Μια ψυχή, πριν από την είσοδό της στη δυαδικότητα της Γης, εμπεριέχει και την αρσενική και την θηλυκή ενέργεια. Καθώς εισέρχεται στο γήινο πεδίο, επιλέγει μια από τις δυο φύσεις της και προβάλει τα χαρακτηριστικά της ενέργειας που επέλεξε. Όσο δύσκολο και αν σας φαίνεται, το άλλο κομμάτι της μπορεί να επιλέξει να ενσαρκωθεί στη Γη περίπου την ίδια εποχή. Με άλλα λόγια, η ψυχή μας, που είναι πολύ πιο πολύπλοκη από ό,τι μπορούμε να φανταστούμε, είναι σε θέση να χωριστεί στα δυο, μια αρσενική οντότητα και μια θηλυκή και να ενσαρκωθούν στη Γη ξεχωριστά την ίδια περίπου περίοδο. Υπάρχουν μερικά παραδείγματα στις υπαγορεύσεις του Κέυση. Αξίζει να αναφέρουμε τη σχετική με μια ομάδα τεσσάρων ψυχών (στην παρούσα ενσάρκωση), ένας σύζυγος, η γυναίκα του, ο μεγαλύτερος γιος τους και μία γυναίκα συνεργάτης στην οικογενειακή επιχείρηση και πολύ καλή φίλη της οικογένειας. Ο Κέυση είπε στον σύζυγο πως η γυναίκα του ήταν η αδελφή ψυχή του και χωρίς εκείνη η ζωή του δεν θα έφτανε στο ύψιστο δυναμικό της. Όμως, η γυναίκα συνεργάτης του ήταν η «δίδυμη φλόγα» του, με άλλα λόγια ήταν το άλλο μισό της ψυχής του. Επιπλέον, η δίδυμη φλόγα της γυναίκας του ήταν ο μεγάλος γιος. Κατανοώ πόσο παράξενα σας φαίνονται όλα αυτά, αλλά οι δυναμικές της ζωής είναι πέρα από τη μεγαλύτερη φαντασία μας.
Τις περισσότερες φορές οι δίδυμες φλόγες δεν επιλέγουν να ενσαρκώνονται την ίδια περίοδο.
ΓΟΝΕΙΣ & ΠΑΙΔΙΑ
Όσο δύσκολο και αν είναι να το πιστέψουμε, κάθε ψυχή επιλέγει τους γονείς της, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Οι ψυχές που έχουν υπάρξει σε περασμένες ζωές μαζί έχουν και μεγαλύτερη έλξη μεταξύ τους. Όταν μια ψυχή προσπαθεί να αποφασίσει μέσα από ποια κανάλια (γονείς) θα ενσαρκωθεί στη Γη, δέχεται μαζί τους περιορισμούς και τις ευκαιρίες που θα της προσφέρει η μελλοντική της οικογένεια. Από το πνευματικό πεδίο η ζωή στη Γη μοιάζει με ποτάμι που βλέπει κανείς από ψηλά. Η ψυχή βλέπει το ποτάμι και το μέγεθός του, τις στροφές και τα παρακλάδια του και βλέπει σε ποιο σημείο του ποταμού της ζωής βρίσκεται το πλοίο των γονιών. Με τον τρόπο αυτό έχει μια μεγαλύτερη οπτική της ζωής που θα βιώσει με τους συγκεκριμένους γονείς. Παρόλα ταύτα, επειδή η ζωή έχει πολλές παράπλευρες οδούς, η ψυχή μπορεί να δει μόνο τα πιο δυνατά ρεύματα της ζωής των γονιών. Δεν μπορεί να γνωρίζει αν οι γονείς, με την ελεύθερη βούληση που έχουν, αλλάξουν κάποια στιγμή γνώμη και βάλουν πλώρη για άλλα μονοπάτια, τα οποία θα αλλάξουν και το μέλλον της οικογένειας. Δεν είναι σίγουρο, ακόμα, ότι δεν θα αλλάξει και η ίδια γνώμη, μόλις επιβιβαστεί στο πλοίο τους. Το πεπρωμένο και η μοίρα υπάρχουν και πάνε παρέα με την ελεύθερη βούληση, αλλά τίποτε δεν μπορεί να ξεπεράσει τη δύναμη της ελεύθερης βούλησης της ψυχής, δοσμένη από τη θεότητα. Ανά πάσα στιγμή χρησιμοποιώντας την ελεύθερη βούληση μπορούμε να αλλάξουμε κατεύθυνση, σκοπούς, στάση, τα πάντα.
Η ψυχή εισέρχεται, γενικά, στο σώμα του βρέφους κοντά στην ή κατά την ώρα της γέννησης. Σε μια αρκετά ασυνήθιστη περίπτωση η ψυχή μπήκε δυο μέρες μετά τη γέννηση του μωρού. Όταν ρωτήθηκε για την καθυστέρηση, ο Κέυση απάντησε ότι η ψυχή γνώριζε πολύ καλά πόσο δύσκολη θα ήταν η ζωή που είχε επιλέξει να ζήσει, και δεν ήταν απόλυτα σίγουρη ότι ήθελε να γεννηθεί! Μετά ο Κέυση ρωτήθηκε, τι ήταν εκείνο που κράτησε ζωντανό το μωρό επί δυο ημέρες, και απάντησε, «το πνεύμα». Για τον Κέυση, η ψυχή ήταν η οντότητα με όλες τις προσωπικές αναμνήσεις και επιδιώξεις, ενώ το πνεύμα ήταν η δύναμη της ζωής.
Σύμφωνα με την μεταφυσική εργασία του Ρούντολφ Στάινερ, η ψυχή ενσαρκώνεται σε τέσσερα στάδια. 1) Ένα πρώτο επίπεδο συνειδητότητας εισέρχεται την ώρα της γέννησης. 2) Ένα δεύτερο και μεγαλύτερο επίπεδο συνειδητότητας εισέρχεται την εποχή που το μωρό βγάζει τα πρώτα του δόντια. 3) Ένα τρίτο εισέρχεται κατά την εφηβεία και 4) Το τελευταίο κομμάτι που ολοκληρώνει έτσι τη συνειδητότητα της ψυχής, εισέρχεται κοντά στην ηλικία των 21 ετών.
Οι περισσότερες πηγές συμφωνούν ότι τα δυο πρώτα χρόνια της ζωής είναι αφιερωμένα στην ανάπτυξη του φυσικού σώματος, από τα δυο έως τα επτά το παιδί σχηματίζει την έννοια του εαυτού και την άποψη για τον κόσμο. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας παράλληλα με τις σωματικές και συναισθηματικές αλλαγές, ο Κέυση αναφέρει πως αρχίζουν και οι καρμικές επιρροές. Γύρω στην ηλικία των είκοσι το άτομο αρχίζει να θέτει την πορεία του στη ζωή. Η ζωή συνεχίζεται από εκεί και μετά μέσα από σειρές εμπειριών και σταυροδρόμια αποφάσεων και επιλογών που συνήθως συμβαίνουν σε μεγάλους Επταετείς Κύκλους: 1-7, 8-14, 15-21, 22-28, 29-36, 37-44, και λοιπά.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Για να καταλάβουμε καλύτερα όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή ας κοιτάξουμε κάποια παραδείγματα βγαλμένα μέσα από την αληθινή ζωή. Κυρίως μέσα από τις υπαγορεύσεις του Έντγκαρ Κέυση.
Όπως όλα τα νεαρά κορίτσια έτσι και η Λίντα Μιλς ήθελε να ερωτευτεί κάποιο υπέροχο αγόρι, να κάνει οικογένεια και να έχει μια πλούσια, ολοκληρωμένη ζωή. Όταν γνώρισε τον μέλλοντα σύζυγό της ένιωσε να ελκύεται προς αυτόν παρά το ότι δεν ήταν εκείνο που η Λίντα είχε ονειρευτεί. Ειδικά δεν της άρεσε η τάση του να παίρνει τις αποφάσεις για εκείνη. Όμως η αγάπη τους ήταν αμοιβαία και δυνατή και ένιωθαν άνετα μεταξύ τους.
Παντρεύτηκαν και απέκτησαν δυο κορίτσια. Η Λίντα ένιωθε απόλυτη χαρά με την πρώτη της κόρη. Είχε πολύ καλή εγκυμοσύνη και όταν το μωρό γεννήθηκε περνούσαν οι δυο τους πολλές ώρες μαζί, ήταν διαρκώς ευτυχισμένες και η Λίντα νανούριζε το μωρό της τραγουδώντας. Αλλά η ιστορία με τη δεύτερη κόρη της ήταν διαφορετική. Είχε δύσκολη εγκυμοσύνη, γεμάτη ναυτία και στρες. Μετά τη γέννηση του μωρού δεν κατάφεραν να συγχρονιστούν ποτέ. Το μωρό δεν ήθελε να το κρατά ή να το παίζει όπως έκανε με το πρώτο και το τάισμά του ήταν ένας αγώνας. Στην πράξη, το μωρό απέκτησε αλλεργία στο μητρικό γάλα και το αντικατέστησαν με του εμπορίου. Μόνο το άγγιγμα του πατέρα του ανεχόταν και καθώς μεγάλωνε, η προτίμησή του για εκείνον άρχισε να είναι ξεκάθαρη. Ήταν το «κορίτσι του μπαμπά» ενώ η πρώτη κόρη ήταν «της μαμάς».
Κάποια στιγμή επισκέφθηκε η οικογένεια τον Κέυση για μια υπαγόρευση και τότε αναδύθηκαν στην επιφάνεια οι λόγοι για τα προβλήματα της παρούσας ζωής τους. Η Λίντα και ο άντρας της είχαν υπάρξει πολλές φορές στο παρελθόν αντρόγυνο, αλλά στην αμέσως προηγούμενη ήταν πατέρας και κόρη. Η τωρινή του τάση να την ελέγχει και να αποφασίζει για εκείνη, προερχόταν από το ότι ήταν ο πατέρας ακριβώς στην προηγούμενη ενσάρκωση. Η Λίντα ήταν ένα άγριο, επαναστατικό παιδί και αυτό επειδή σε πάρα πολλές προηγούμενες ζωές ήταν ζευγάρι με την οντότητα που τώρα ήταν ο πατέρας της. Η ζωή ήταν δύσκολη και για εκείνον. Την μεγάλωνε χωρίς τη βοήθεια της γυναίκας του που είχε πεθάνει. Όλα αυτά τα συναισθήματα τα μετέφεραν μαζί τους στην τωρινή τους ζωή. Όσο για την πρώτη κόρη της, ήταν η καλύτερή της φίλη σε πολλές ενσαρκώσεις της και πάντα την βοηθούσε με τη φιλία και την αγάπη της. Η δεύτερη κόρη της ήταν ερωμένη του πατέρα της σε πολλές προηγούμενες ζωές, οπότε φαντάζεστε τους λόγους για την αμοιβαία εχθρότητα που ένιωθαν μάνα και κόρη. Το μωρό δεν ήταν αλλεργικό μόνο στο γάλα της Λίντα, δεν ήθελε ούτε τα χάδια ούτε τη φροντίδα της, ενώ αντίθετα προτιμούσε την αγάπη του πατέρα. Ο πατέρας και η δεύτερη κόρη έπρεπε να μάθουν να αγαπάνε ο ένας τον άλλον με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο αγάπης και να μην παρασυρθούν σε αιμομιξία. Φυσικά όλα τα συναισθήματά τους προέρχονταν από το υποσυνείδητο, αλλά επηρέαζαν την συνειδητή ζωή τους.
Βλέπουμε, λοιπόν, τα βαθιά ρεύματα των περασμένων εμπειριών να παίζουν σημαντικό ρόλο στις παρούσες σχέσεις. Σύμφωνα με τον Κέυση, σκοπός τους ήταν τώρα, από την άποψη των ψυχών τους, να ζήσουν μαζί ξανά και να κάνουν προσπάθειες να εντείνουν την αγάπη και να περιορίσουν τις πικρίες και τις κακές συνήθειες που κουβαλούσαν από το παρελθόν τους.
Σε μιαν άλλη περίπτωση, ο Μάικλ Παρκς φοβόταν πολύ το σκοτάδι και παρά τις προσπάθειες που έκανε να καταπολεμήσει το φόβο του δεν είχε καταφέρει τίποτα. Ο φόβος του δεν ήταν όπως φοβούνται τα παιδιά το σκοτάδι. Φοβόταν μέχρι θανάτου, μέχρι του σημείου να νιώθει πως πνίγεται αν έμενε για λίγο διάστημα στο σκοτάδι. Τίποτε δεν είχε συμβεί στην παιδική του ηλικία που να ήταν αιτία αυτού του μεγάλου φόβου. Οι γονείς του πάντα πρόσεχαν να μην μείνει το παιδί τους σε σκοτεινό χώρο γι’ αυτό και λάμβαναν όλα τα μέτρα. Αργότερα, όταν παντρεύτηκε, η γυναίκα του αποδείχτηκε πολύ υπομονετική μαζί του. Έφτιαξαν ένα πρόγραμμα να πηγαίνει για ύπνο πρώτα εκείνος και να κοιμάται με τα φώτα ανοιχτά και εκείνηνα πηγαίνει στο κρεβάτι όταν τον είχε πάρει ο ύπνος. Τότε μόνο έκλεινε τα φώτα για να κοιμηθεί. Αν, όμως, ο Μάικλ ξυπνούσε μέσα στη νύχτα, αγχωνόταν και ένιωθε πολύ άβολα. Προσπαθούσε να μην πανικοβληθεί μέχρις ότου ανάψει το φως στο κομοδίνο του. Αλλά και πάλι, έφευγε από το κρεβάτι, πήγαινε στο σαλόνι, άναβε όλα τα φώτα και συνέχιζε τον ύπνο του στον καναπέ, γνωρίζοντας ότι τα φώτα θα έμεναν ανοιχτά συνεχώς. Μια νύχτα ο Μάικλ ξύπνησε από ένα τρομακτικό όνειρο. Ονειρεύτηκε πως ήταν κλεισμένος σ’ ένα σκοτεινό μπουντρούμι που ολόγυρα περιστοιχιζόταν από έναν υγρό πέτρινο τοίχο, τόσο ψηλό που δεν μπορούσε να διακρίνει πού τελείωνε. Δεν υπήρχε τρόπος να βγει από εκεί και κανένας δεν ερχόταν για βοήθεια. Άρχισε να κλαίει. Έκλαψε τόσο πολύ που το κελί του άρχισε να γεμίζει δάκρυα. Όταν αντιλήφθηκε πως το νερό από τα δάκρυα είχε φτάσει μέχρι το στήθος του, θέλησε να σταματήσει το κλάμα αλλά δεν μπορούσε. Ένιωθε ολότελα κολλημένος σε μια κατάσταση από την οποία δεν μπορούσε να διαφύγει, χωρίς ελπίδα να δει ξανά το φως της ζωής. Τελικά το νερό έφτασε στη μύτη του και ήταν αναγκασμένος να στέκεται στις μύτες των ποδιών του για να αναπνέει, παρόλ’ αυτά συνέχισε το κλάμα. Αργά-αργά αφέθηκε να παρασυρθεί κάτω από το νερό, παραδίνοντας τη θέλησή του στην πραγματικότητα της δύσκολης θέσης του. Εκείνη τη στιγμή ξύπνησε από το όνειρο. Τα σεντόνια είχαν ποτίσει από τον ιδρώτα που κάλυπτε το σώμα του.
Διηγήθηκε το όνειρο στη γυναίκα του και στους γονείς του, που έκλαψαν και στενοχωρήθηκαν πολύ. Όμως, κατά βάθος, ο Μάικλ άρχισε να νιώθει καλά. Παρατήρησε ότι ο φόβος του για το σκοτάδι είχε αρχίσει να μειώνεται από το όνειρο και μετά. Ήταν σαν κάτι στο όνειρο να τον θεράπευσε και να τον άλλαξε.
Ένα χρόνο αργότερα ο Μάικλ έλαβε μέρος σε μια σειρά πειραμάτων ανάκλησης του παρελθόντος μέσω αναδρομής στις εμπειρίες περασμένων ζωών. Από τις πληροφορίες που πήρε άρχισε να καταλαβαίνει γιατί φοβόταν το σκοτάδι.
Σε μια παλαιότερη ενσάρκωση είχε αποστατήσει από την αυλή του Λουδοβίκου 14ου. Οι επιθέσεις του κατά των δυνάμεων του βασιλιά ήταν τόσο βίαιες και καταστροφικές που σύντομα έγινε ο πιο καταζητούμενος άνδρας στη Γαλλία. Οι επιδρομές του είχαν καταστρέψει πολλές βασιλικές αποθήκες και η ικανότητά του να διαφεύγει τη σύλληψη είχαν αυξήσει υπερβολικά το μίσος των κυνηγών του. Μια μέρα κατάφεραν να τον συλλάβουν και τον πέταξαν σε ένα μπουντρούμι-πηγάδι, το σκέπασαν και τον άφησαν να πεθάνει έναν αργό θάνατο. Κατάφερε να επιβιώσει αρκετές μέρες σ’ εκείνο το απόλυτο σκότος. Στην αρχή πίστευε ότι οι φίλοι του και η οικογένειά του θα κατάφερναν να τον ελευθερώσουν, αλλά καθώς οι μέρες περνούσαν κατάλαβε ότι κανείς δεν θα ερχόταν να τον σώσει, έχασε τις ελπίδες του και πέθανε. Τις τελευταίες μέρες είχε χάσει κάθε αίσθηση χρόνου και το μυαλό του είχε αρχίσει να τα χάνει. Δεν ήξερε πια τι ήταν πραγματικότητα και τι ψευδαίσθηση. Αλλά το χειρότερο ήταν το αδυσώπητο σκοτάδι και ο περιορισμός. Αυτό θυμόταν η ψυχή του και φοβόταν τόσο πολύ.
Ακριβώς όπως θα περίμενε κανείς, οι τωρινοί γονείς του και η γυναίκα του ήταν τα ίδια άτομα που περίμενε να τον σώσουν από το μπουντρούμι. Ο πατέρας και η γυναίκα του ήταν τότε οι καλύτεροι φίλοι και σύντροφοί του στις πολεμικές επιχειρήσεις, ενώ γυναίκα του τότε ήταν η τωρινή μητέρα του. Δεν είχαν πάει να τον σώσουν επειδή ήταν πολύ επικίνδυνο να ρισκάρουν να τον ελευθερώσουν χωρίς να τους συλλάβουν και να τους πετάξουν κι εκείνους στο μπουντρούμι. Οι πράξεις του ήταν εκείνες που τον οδήγησαν στο θάνατο, όμως οι γονείς του και η γυναίκα του είχαν μετανιώσει που δεν είχαν τουλάχιστον προσπαθήσει να κάνουν κάτι. Το όνειρο ήταν αυτό που ξύπνησε υποσυνείδητες μνήμες στους γονείς και στη γυναίκα του και γι’ αυτό αντέδρασαν με τέτοιο τρόπο. Όμως, το ότι έζησε ξανά την εμπειρία μέσα στο όνειρό του, τον ελευθέρωσε από τον φόβο θανάτου για το σκοτάδι.
Σε μιαν άλλη περίπτωση, ένας άντρας ερωτεύτηκε μια γυναίκα χωρισμένη και άρχισε να έχει εσωτερική πάλη με τα συναισθήματά του. Τελικά την παντρεύτηκε και προσπάθησε να είναι ένας καλός θετός πατέρας για το παιδί της. Όταν όμως συνειδητοποίησε πως δεν μπορούσε να αποκτήσει δικά του παιδιά, ένιωσε προδομένος και άρχισε να νιώθει μνησικακία για την ιδιαίτερη σχέση που υπήρχε ανάμεσα στη γυναίκα του και στο παιδί της. Απευθύνθηκε στον Έντγκαρ Κέυση και έμαθε ότι σε μια προηγούμενη ενσάρκωση στην αρχαία Ελλάδα είχε παντρευτεί την ίδια γυναίκα, η οποία δεν μπορούσε να μείνει έγκυος. Εκείνη την εποχή ήταν μεγάλη ντροπή για ένα ζευγάρι να είναι άτεκνο. Αν και έβλεπε την πικρία και τη θλίψη της, διάλεξε μια δεύτερη γυναίκα και απέκτησε παιδί μαζί της. Επιπλέον, την ταπείνωσε ακόμα περισσότερο φέρνοντας τη νέα γυναίκα και το παιδί τους να ζήσουν στο ίδιο σπίτι, αναγκάζοντας την πρώτη γυναίκα του να είναι μάρτυρας των περιπτύξεων και της χαράς που έδειχνε ο άντρας στη νέα του οικογένεια. Στην παρούσα ζωή, σύμφωνα με τον Κέυση, ήταν αυτός που δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει, αν και ήθελε πολύ ν’ αποκτήσει παιδιά. Και παρόλο που ζούσε στο ίδιο σπίτι με τη γυναίκα του και τον προγονό του, ένιωθε ξένος στην αγάπη που μοιραζόταν η γυναίκα του με το παιδί της.
Αν η γυναίκα του εκμεταλλευόταν την παρούσα θέση της και του έκανε τη ζωή μίζερη, απλά θα προετοίμαζε μια γεμάτη θλίψη μελλοντική ζωή. Ο νόμος του κάρμα είναι απρόσωπος. Οτιδήποτε κάνει κάποιος στον άλλον θα το βιώσει και ο ίδιος, αμετάκλητα. Αν η γυναίκα επέλεγε να βοηθήσει τον άνδρα της να ξεπεράσει τη θλίψη και την απομόνωση που ένιωθε, θα θεράπευε πολλές πληγές και συγχρόνως θα ελευθέρωνε τον εαυτό της από τον τροχό του κάρμα.
Μια ακόμα περίπτωση, όπου μια όμορφη γυναίκα με μοντέρνα, κοσμοπολίτικη ζωή πήγε στον Κέυση και περιέγραψε το βαρύ φορτίο της: ο άντρας της ήταν «ανίκανος» και αυτή μια πολύ όμορφη, νέα γυναίκα. Γιατί; Γιατί βρισκόταν σε μια τέτοια κατάσταση; Θρηνούσε. Συνέχισε, λέγοντας ότι υπήρχε ένας άλλος άντρας στη δουλειά της και αναρωτήθηκε αν μπορούσε να συνάψει σχέση μαζί του, παραμένοντας με τον άντρα της… επειδή τον αγαπούσε τον άντρα της, απλά ήθελε να ολοκληρώσει τη γυναικεία φύση της. Ο Κέυση της έδωσε να καταλάβει γιατί βρισκόταν σε τέτοιο δίλημμα. Σε μια περασμένη ενσάρκωση την εποχή των Σταυροφοριών ήταν παντρεμένη με την ίδια οντότητα και στο παρόν. Ο άντρας της ήταν από τους πιο γνωστούς Σταυροφόρους και συχνά έλειπε σε πολέμους. Κάθε φορά που έφευγε, έβαζε στη γυναίκα του τη ζώνη αγνότητας. Κάποτε εκείνη ευχήθηκε με την καρδιά της να γίνει ισόπαλη με εκείνον, και τώρα, εκείνος βρισκόταν στη θέση που θα του επέτρεπε να εξισορροπήσει την αδικία.
Τι τρίγωνο! Δεν θα με εξέπληττε αν μάθαινα ότι ο άλλος άντρας βρισκόταν κοντά της στο κάστρο, όταν ο σύζυγος-σταυροφόρος έλειπε στους πολέμους! Τέλος πάντων, νάτοι και πάλι μαζί να επεξεργάζονται με θαυμαστό τρόπο εκδίκηση ή κάθαρση για τις περασμένες πράξεις τους. Ο σύζυγος είχε στο παρελθόν με ελεύθερη βούληση συνθλίψει τη βούληση της γυναίκας του, εξαναγκάζοντάς την να υποκύψει στον σεξουαλικό περιορισμό χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Στην πρόσφατη ζωή ήταν εκείνος που ήταν σεξουαλικά περιορισμένος και απογοητευμένος, ολότελα αφημένος στη δική της βούληση και τις επιλογές. Τώρα αυτή είχε τη δύναμη να τον κάνει να πληρώσει.
Αλλά, εκτός από όμορφη γυναίκα ήταν συνάμα και τρυφερή σύζυγος. Ο Κέυση την συμβούλεψε να κάνει αυτό που θα ήθελε να της κάνουν, αν βρισκόταν στη θέση του συζύγου της. Και αυτό έκανε. Αποτραβήχτηκε από τον άλλο άντρα και προσπάθησε να χτίσει μια ευτυχισμένη οικογένεια με τον άντρα της. Καταλαβαίνουμε ότι θα υπέφερε αλλά με τον τρόπο αυτό απέφυγε την εκδίκηση, που θα την έκανε να υποφέρει και στην επόμενη ζωή της. Χωρίς αμφιβολία η επόμενη ενσάρκωσή της θα είναι γεμάτη ευτυχία σωματική, νοητική, συναισθηματική και πνευματική.
Όταν ο Βάλτερ Μόρρισον μπήκε στην αίθουσα συνεδριάσεων, έμπαινε σε μια ιστορία που ξεπερνούσε τα όρια της παρούσας ζωής του. Ανάμεσα στα μέλη του συμβουλίου υπήρχαν ψυχές που είχαν υπάρξει οι κατακτητές του, οι υπηρέτες του, οι παλλακίδες του, άντρες του λόχου του αλλά και οι χειρότεροι εχθροί του! Φανταστείτε τι θα υποκινούσε την ψηφοφορία που σίγουρα ακολουθούσε μια πρόταση του Βάλτερ στο συμβούλιο των μετόχων. Ποιος θα τον υποστήριζε; Ποιος θα ήταν αντίθετος με τις ιδέες του;
Ο ίδιος ο Βάλτερ ένιωσε κατάπληξη όταν είδε τον τρόπο με τον οποίο επηρέαζε το παρελθόν τα συναισθήματα των μελών του συμβουλίου του.
Όταν οι σχέσεις αντιμετωπίζονται με τη γνώση των εμπειριών από τις παρελθούσες ζωές, οι συμπεριφορές, τα συναισθήματα και οι διαθέσεις μέσα στις ανθρώπινες σχέση γίνονται περισσότερο κατανοητές. Και τότε μπορούμε να «δουλέψουμε» με περισσότερη ευσπλαχνία και συγχώρεση τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε…