Κοίταξε το ακροατήριο και πήρε μια ανάσα πριν συνεχίσει να μιλά. Είχαν περάσει ήδη δύο ώρες συζήτησης πάνω στο θέμα «οι θετικοί άνθρωποι στη σημερινή αρνητική εποχή».
«Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας κάποιες προσωπικές σκέψεις και συναισθήματα.
Έχουν υπάρξει ορισμένες φορές στη ζωή μου που στην προσπάθειά μου να μην επηρεάζομαι από την αρνητικότητα των ανθρώπων, την άφηνα να συγκεντρώνεται μέσα μου.
Μάζευα όλη την πίκρα και τη στεναχώρια του κόσμου που με περιτριγυρίζει και ερχόταν τελικά η στιγμή που όλο αυτό χρειαζόταν μια δίοδο, μια έξοδο διαφυγής, την οποία προσωπικά έβρισκα μέσα από το κλάμα.
Άφηνα τη συσσωρευμένη πίεση που τυλίγει την ψυχή μου να γίνει καθαρτικό νερό και να ξεπλύνει την κακία των ανθρώπων εκείνων που ανήκουν στο μόνιμα ανικανοποίητο αχάριστο είδος, το οποίο άλλοτε φυτοζωεί κι άλλοτε τρώει τις σάρκες άλλων για να νιώσει δυνατό μέσα από την αδυναμία τους.
Αυτό το παράξενο είδος που έχει βαλθεί να εξαφανίσει οτιδήποτε δεν του μοιάζει.
Έχει μπερδέψει την ασχήμια για ομορφιά και έχει ως μόνιμο μέλημα του να την εξαπλώσει.
Νομίζει πως προσπαθώντας να μειώσει η να πληγώσει άλλους ανθρώπους, τους κάνει να μοιάζουν λιγότερο ελκυστικοί κι έτσι η ευτυχία ή το χαμόγελό τους θα έρθει σ’ εκείνους.
Τους λυπάμαι κατά βάθος κι ας είναι η κακιά το μόνο κτήμα τους. Δεν έμαθαν ποτέ άλλο τρόπο.
Κι αν ίσως κάποτε ήξεραν, κάπου στην πορεία ξέχασαν ή δεν βρήκαν κάποιον πρόθυμο να τους θυμίσει πως είναι να αγαπάς πρώτα τον εαυτό σου και έπειτα τους άλλους.
Όχι όλους τους άλλους, όχι εκείνους που βολεύει να αγαπάς ή πρέπει να αγαπάς, μόνο όσους νιώθεις πως θέλεις να αγαπάς.
Άλλωστε η αγάπη δεν εξαναγκάζεται, δεν απαιτείται, δεν έρχεται μαζί με οδηγίες χρήσης και μενού επίλυσης προβλημάτων σε περίπτωση που κάτι πάει λάθος.
Η αγάπη γεννιέται πάνω στην αλληλεπίδραση με τη ζωή, τον έρωτα, τις προσωπικές σχέσεις.
Πρέπει να την φροντίζεις για να διατηρείται και να μεγαλώνει, διαφορετικά καταλήγεις να αγαπάς τις αναμνήσεις σου.
Αυτό που κάποτε υπήρξες, εκείνον που κάποτε λάτρεψες, τη ζωή που κάποτε είχες, τα πράγματα που κάποτε απέκτησες.
Όλα εκείνα τα περασμένα μεγαλεία μιας εποχής που μοιάζει θησαυρός που έθαψες και ξέχασες το μέρος που καταχώνιασες το χάρτη για να τον ξαναβρείς.
Δεν σκέφτονται πως στην πραγματικότητα δεν θέλησαν ποτέ αρκετά να βρουν ξανά την καλοσύνη στη ζωή τους. Αντ’ αυτού βολεύτηκαν στο ζοφερό λαβύρινθο της κακίας τους.
Τους ακούω να παραπονιούνται για όλα εκείνα που δεν έχουν, που δεν έζησαν, που δεν μάτωσαν πάνω στην διεκδίκηση για να κερδίσουν. Μόνο παρακαλούν να μην τα αποκτήσουν οι άλλοι.
Είμαι πεπεισμένη πια πως υπάρχει το είδος των ανθρώπων που θέλει να πηγαίνει μπροστά και να αφήνει τις νοσηρές καταστάσεις πίσω του και υπάρχει και εκείνο το είδος των ανθρώπων που μόνη του έννοια είναι να παρακολουθεί τους υπόλοιπους, να προσπαθεί να γίνουν τροχοπέδη στη ζωή τους, να ρίξει τους πάντες μέσα στον βούρκο των αρνητικών συναισθημάτων στον οποίο ζει.
Νομίζουν ότι το αίσθημα της διαβολικής ικανοποίησης πως η ζωή έδωσε στους άλλους αυτό που σύμφωνα με εκείνους τούς άξιζε, είναι πληρότητα.
Όμως η ζωή ξέρει να χαμογελά μόνο σε όσους της ανταποδίδουν χαμόγελα.
Απεχθάνεται την αχαριστία. Αρρωσταίνει από τα αρνητικά συναισθήματα. Θέλει να της μιλάς όμορφα και τρυφερά ακόμη και τις στιγμές που σε πονά.
Δεν υπάρχει κανείς που να μην έχει πληγώσει τίποτα και κανέναν ώστε να ζητά από τη ζωή να είναι πάντα ακέραιη και σωστή απέναντί του.
Όσοι είναι μαθημένοι μόνο στα δικαιώματα και αποφεύγουν τις υποχρεώσεις, είναι οι ίδιοι που ξεχνούν την κυριότερη προϋπόθεση για να τηρείται το συμβόλαιο με την ζωή.
Να προσπαθείς πάντα να δίνεις ό,τι θέλεις να εισπράξεις.
Έκλαιγα λοιπόν. Όχι γιατί είχα πληγωθεί, όχι γιατί είχα πονέσει, όχι γιατί ορισμένοι δεν άξιζαν την φιλία ή το χρόνο μου.
Έκλαιγα γιατί μετά τις τόσες φορές στη ζωή μου που πέτυχα τέτοιους ανθρώπους, δεν κατάφερα να πείσω τον εαυτό μου να μην στεναχωριέται.
Με τον εαυτό μου τα έβαζα γιατί συνέχιζα να προσπαθώ να σώσω βασανισμένες ψυχές.
Μέχρι που κατάλαβα πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν θέλουν να σωθούν.
Όποιος θέλει πράγματι να σωθεί, ψάχνει την χαραμάδα στο μπουντρούμι, την έξοδο από το σκοτάδι όσο μικρή και αν είναι, το παράθυρο στο φως.
Αυτοί ψάχνουν απλώς τρόπους να παρασύρουν κι άλλους στο λαγούμι τους γιατί τρέμουν τη μοναξιά της ψυχής τους.
Όσοι με μεγάλη ευκολία μαίνονται εναντίον ανθρώπων και συναισθημάτων που κάποτε τους συντρόφευσαν για ένα διάστημα στη ζωή τους, δεν είναι γεννημένοι να κάνουν φίλους αλλά εχθρούς.
Όμως εγώ συνειδητοποίησα πως δεν έχω καιρό για εχθρούς.
Μέλημα μου ήταν πάντα η φιλία μου με την ζωή.
Αυτό πρέπει να είναι και το δικό σας μέλημα.
Κι αν κάποιες φορές η ζωή σας κάνει να κλαίτε, προσπαθήστε να μην τα βάζετε μαζί της.
Οι πραγματικοί φίλοι σου μαθαίνουν να εκτιμάς την αλήθεια ακόμη και τις στιγμές που εκείνη σε πονά.»
Σταμάτησε να μιλά και κοίταξε προσεκτικά όσους τόση ώρα την παρακολουθούσαν. Διέκρινε μάτια θολά ή υγρά, ανθρώπους προδομένους από φίλους, πληγωμένους από εχθρούς.
Όμως όλοι τους είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Ήταν άνθρωποι που είχαν γίνει φίλοι με τον εαυτό τους και την ίδια τη ζωή.
Ήταν άνθρωποι που ήξεραν να κάνουν μόνο φίλους...