Διονύσιος Σαργέντης
Ζούμε στην αρχή της τρίτης χιλιετίας μετά τη γέννηση του Χριστού. Ένας κοινός πολιτισμός έχει ήδη αρχίσει προ πολλού να γίνεται αποδεκτός από ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η επιστήμη, η τεχνολογία, η οικονομία και η πληροφορία παγκοσμιοποιούνται. Η τεχνική, υποστηριζόμενη από τη συνεχώς επαυξανόμενη και εξελισσόμενη γνώση καθιστά πλέον εφικτή την καθολική επικοινωνία μεταξύ λαών και πολιτιστικών παραδόσεων. Ένας νέος ορίζοντας διανοίγεται μπροστά μας: αυτός της παγκόσμιας κοινωνίας των ανθρώπων. Ποτέ στην ιστορία του πολιτισμού δεν έχουμε συναντήσει τέτοιο φαινόμενο και μάλιστα σε τόσο μεγάλη έκταση. Το φαινόμενο αυτό βοά ότι κάτι σήμερα ολοκληρώνεται και ότι κάτι καινούριο αρχίζει. Σίγουρα η εποχή μας αποτελεί ριζική τομή στην παγκόσμια ιστορία.
Η εν λόγω τομή σηματοδοτεί την ολοκλήρωση μιας μεγάλης περιόδου της ανάπτυξης του ανθρωπίνου πνεύματος και τη μετάβαση σε μιαν άλλη ποιοτικά διαφορετικήπερίοδο. Για να κατανοήσουμε σε όλο της το βάθος αυτή τη μετάβαση πρέπει να δούμε την ιστορία ως την κίνηση του πνεύματος προς την επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού. Πρέπει δηλαδή να βάλουμε σε παρένθεση τη μηδενιστική θεώρηση της ιστορίας, τη θεώρηση που κατανοεί τον ιστορικό χρόνο ως τόπο της τυχαιότητας, του παραλόγου και της απολύτου απροσδιοριστίας και να δούμε πάλι το ιστορικό γίγνεσθαι ως εντελεχή κίνηση πραγματώσεως του πνεύματος μέσα στον χρόνο. Και πρέπει βεβαίως να αφήσουμε πίσωμας την εγελιανού ή μαρξικού τύπου ιστορική εντελέχεια. Για να το πούμε καθαρά: Η εντελέχεια της ιστορίας δεν είναι η πραγμάτωση της απόλυτης αυτοσυνειδησίας του λόγου ούτε η ολοκληρωμένη και ευτυχής κοινωνία σε έναν κόσμο όπου ο θάνατος έχει ισχύ, αλλά η αναίρεση της περατότητας και του θανάτου. Ο σκοπός της περιπέτειας του πνεύματος στο χρόνο είναι η πραγμάτωση της αθανασίας του ανθρώπου και η αφθαρτοποίηση της φύσης. Η ιστορία δηλαδή θα έχει φτάσει στο τέλος της, στην ολοκλήρωσή της, όταν πραγματοποιηθεί η ανάσταση των νεκρών.
Είναι ίδιον των μεγάλων θρησκειών, κυρίως των μονοθεϊστικών, ότι η ανάσταση των νεκρών που επαγγέλλεται η εσχατολογική τους διδασκαλία αφήνει ένα ασαφές μήνυμα για την τελείωση του κόσμου. Ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ εγκαταλείπουν το εσχατολογικό τέλος, το πλήρωμα των καιρών, σε μιαν αόριστη παραπομπή στη θεϊκή παντοδυναμία. Δεν είναι δηλαδή ο άνθρωπος που θα πραγματώσει μέσω της ιστορικής του πορείας και εξέλιξης (δια του Θεού βεβαίως) την ανάσταση των νεκρών, αλλά αυτή θα γίνει ως δια μαγείας από τον Θεό, αφού αυτός νοείται ως παντοδύναμος. Η πράξη της τελείωσης του κόσμου συγκροτεί για τη θρησκεία έναν άγνωστο Χ στην ιστορία και αφήνεται απροσδιόριστη. Είναι τέτοια δε η απροσδιοριστία στην οποία εγκαταλείπεται το τέλος του κόσμου που ούτε καν οι αποκαλυπτικές προφητείες δεν δύνανται να ταυτοποιήσουν τα ιστορικά έσχατα. Η θρησκεία επιχειρεί λοιπόν, για να αποφύγει το μεγάλο αυτό εμπόδιο, να εντοπίσει τη βίωση των εσχάτων στην προσωπική κοινωνία με τον Θεό και βεβαίως στην εκκλησιαστική εμπειρία.
Η αθεΐα και ο μηδενισμός του δεκάτου ενάτου και του εικοστού αιώνα εξοβέλισαν από τον ιστορικό ορίζοντα τον Θεό αυτό, ο οποίος ξαφνικά και χωρίς τη συνειδητή, και μάλιστα τεχνική συνέργεια του ανθρώπου πραγματώνει τα έσχατα, και έθεσαν ως Θεό τον άνθρωπο. Ο Θεός της θρησκείας έπρεπε να εξαλειφθεί για να κατανοήσει το ανθρώπινο πνεύμα ότι σε αυτό το ίδιο εναπόκειται η εντελέχεια της ιστορίας. Η επιστήμη και η τεχνολογία ως την ώρα που μιλάμε είναι οι πρώτες, άμεσες και ανολοκλήρωτες ακόμη κινήσεις του πνεύματος προς τις ίδιες του τις δυνάμεις για να θέσει εαυτό ως τον ζωοποιό λόγο της ιστορικής εντελέχειας.
Είναι νομίζω σαφές. Ο Χριστός με το σωτηριολογικό Του έργο δεν νίκησε τον θάνατο καθολικά, αλλά μόνον τον δικό Του θάνατο. Εμείς συνεχίζουμε να πεθαίνουμε. Ο Χριστός έθεσε δηλαδή με τον θάνατο και την ανάστασή Του τον εαυτό Του ως όλη τη φύση, όχι όμως όλη τη φύση ως τον εαυτό Του. Αυτό σημαίνει ότι το Πρόσωπο του Χριστού παραμένει και μετά το σωτηριολογικό έργο μονόπλευρα ατομικό έχοντας ένα σαφές όριο μέσα στην φύση. Το όριο αυτό είναι η εμπειρία του κόσμου που βιώνουμε εμείς οι θνητοί άνθρωποι, είναι η φύση μέσα στην οποία ακόμη υπάρχουν η περατότητα και ο θάνατος. Ο Χριστός δεν μπορεί να επιτύχει την αφθαρτοποίηση του κόσμου χωρίς την συνέργεια του ανθρώπου και για το λόγο αυτό εμείς ακόμη πεθαίνουμε και η ιστορία συνεχίζεται. Η συνέργεια του ανθρωπίνου πνεύματος στο σωτηριολογικό έργο, η τεχνική συμμετοχή δηλαδή του ανθρώπου στην πράξη της θέωσης της φύσης και της αναστάσεως των νεκρών είναι το κεντρικό σημείο που αδυνατεί να θεωρήσει η μέχρι τώρα εκδοχή της θρησκείας και ο θεμελιακός λόγος για τον οποίο ο Χριστιανισμός ως σύνολη η αλήθεια στην μορφή της θρησκευτικής παράστασης ιστορικά έπρεπε να καταρρεύσει και να δώσει τη θέση του στην αθεΐα και στον μηδενισμό.
Η ανθρώπινη ιστορία μην έχοντας επιτύχει την αφθαρτοποίηση της φύσης αποκαλύπτει ένα κοινό χαρακτηριστικό όλων των έως τώρα εποχών της. Το χαρακτηριστικό αυτό είναι η εξάρτηση του πνεύματος από τον βιολογικό του καθορισμό. Το πνεύμα ως σήμερα ήταν απολύτως εξαρτημένο από τον εγκέφαλο που το έφερνε στη ζωή. Οι νευροεπιστήμες όλο και πιο πολύ το αποκαλύπτουν. Επίσης ήταν πάντοτε υποταγμένο στην περατότητα του σώματος, ακόμη δε και η μυστική ένωση με τον Θεό δεν αφορούσε στην αιωνιοποίηση του σώματος αλλά σε μιαν προς στιγμή και μόνον ακτιστοποίησή του. Όλοι ως τώρα οι άνθρωποι όλων των λαών και όλων των θρησκειών που κατάφεραν να ενωθούν με το θείο πέθαναν.
Αυτή η εποχή, η εποχή που το πνεύμα αδυνατεί να επιτύχει την ελευθερία απέναντι στη φύση και να θέσει τη φύση ως την συγκεκριμένη φανέρωσή του, είναι η εποχή που ολοκληρώνεται σήμερα: η πρώτη μεγάλη περίοδος της ιστορίας. Σήμερα το πνεύμα κατανοεί ότι η μονόπλευρη εξάρτησή του από τον βιολογικό του καθορισμό έφτασε στο τέλος της. Στον ορίζοντα που ξανοίγεται μπρος μας η ανθρωπότητα θα επιτύχει την ανάκλιση του πνεύματος στον εαυτό του και από κει ενοποιούμενη με τον Θεό-Λόγο θα μεταβεί ως ατομική ολότης στην εποχή της τεχνικής πραγμάτωσης της αφθαρτοποίησης του κόσμου και της αθανασίας του πνεύματος. Η πρώτη στιγμή της νέας περιόδου είναι η σημερινήπαγκοσμιοποίηση.
Αυτό που φιλοσοφικά φανερώνει η παγκόσμια κοινότητα των ανθρώπων είναι η πραγματική μέθεξη του ατομικού ανθρώπου στον ξυνό Λόγο. Ο ξυνός Λόγος του όντος φανερώθηκε στον άνθρωπο ως σήμερα με τη μορφή της απροσδιόριστης καθολικότητας (στην Ανατολή) και της προσδιορισμένης, δηλαδή ατομικής ή προσωπικής καθολικότητας (στον Ελληνισμό, στο Χριστιανισμό και στο νεώτερο κόσμο). Στο Χριστιανισμό μάλιστα ο Λόγος ως ο ίδιος ο Θεός είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο στη φύση: ο Χριστός. Ο Χριστός είναι η άτμητος καθολικότης, ο Λόγος ως το εντελώς συγκεκριμένο ατομικό πνεύμα. Η ατομικότητά Του συγκροτεί όμως, όπως ήδη αναφέραμε, ένα όριο απέναντι στον φυσικό κόσμο και γι αυτό ο Θεός πρέπει να πεθάνει. Το σωτηριολογικό Του έργο, δηλαδή ο θάνατος και η ανάστασή Του, συνίσταται στην επέκταση της ατομικότητάς του σε ολόκληρο τον φυσικό κόσμο. Ο Χριστός θέτει με τον θάνατό Του την ατομικότητά Του ως όλη τη φύση και έτσι ανίσταται εκ νεκρών. Η φύση όμως στο καθεαυτό Είναι της δεν αφθαρτοποιείται επειδή η ατομικότητα του Χριστού δεν κοινωνεί ενεργώς με την ολότητα του φυσικού κόσμου. Και δεν κοινωνεί ενεργώς γιατί δεν έχει πραγματωθεί ακόμη η πνευματική ατομικότητα, η ίδρυσις δηλαδή της ατομικότητας μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα. Διότι μόνο μέσα από το ανθρώπινο πνεύμα, το οποίο δύναται να μέσω της ενότητας των ατομικών πνευμάτων να άρει το όριο της θεϊκής ατομικότητας μέσα στη φύση, μπορεί ο Χριστός να αποκτήσει πραγματική εξουσία στον κόσμο και στην ιστορία. Για τον λόγο αυτό ο Θεός-Λόγος πρέπει μετά την ανάστασή Του να εκλείψει, να απέλθει και να πέμψει το Πνεύμα. Το Πνεύμα επιτελεί την μεταβίβαση της ατομικότητας του Χριστού στον άνθρωπο. Διαχέεται στα περατά ατομικά πνεύματα και ιδρύει μια νέα ιστορική κίνηση. Από το σημείο αυτό η ιστορική εντελέχεια συνίσταται στην πνευματική επανασύσταση της ατομικότητας του Θεού-Λόγου, στην φανέρωση δηλαδή του αναστάντος Χριστού μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα, από όπου θα πραγματοποιήσει την αφθαρτοποίηση του κόσμου. Η ιστορία της ανθρωπότητας από το Χριστιανισμό της Ανατολής στο Ισλάμ, από το Ισλάμ στο Χριστιανισμό της Δύσης και από κει στη Μεταρρύθμιση, το Διαφωτισμό, την αθεΐα και το μηδενισμό ως την σημερινή παγκοσμιοποίηση είναι η κίνηση αυτής της εντελέχειας. Η μεν παγκοσμιοποίηση δηλώνει φιλοσοφικώς την αφηρημένη καθολικότητα της ενότητας των ανθρώπων, η ατομικότητά της όμως είναι ο Χριστός που στον ιστορικό ορίζοντά μας θα επανασυστήσει τον ατομικό, προσωπικό λόγο. Ο Χριστός θα φανερωθεί πάλι στην ιστορία ως ο ατομικός εαυτός της παγκόσμιας ενότητας. Μόνο από εκεί μπορεί το πνεύμα να θεώσει τη φύση. Η σημερινή επιστήμη και η τεχνολογία βρίσκονται καθ’ οδόν προς την πραγμάτωση του στόχου αυτού. Όταν μάλιστα αποκατασταθεί η φιλοσοφία ως η καθολική γνώση, ως η ενότητα των επιστημών, θα αποκαλυφθεί μέσα στον ίδιο τον επιστημονικό-φιλοσοφικό λόγο ο Χριστός ως ο άτμητος εαυτός της παγκόσμιας κοινωνίας των ανθρώπων.
Η παγκόσμια ενότητα των ανθρώπων είναι με τη σειρά της η απαραίτητη προϋπόθεσις της επανασύστασης του ατμήτου εαυτού τού ξυνού Λόγου, δηλαδή του Χριστού. Αυτό σημαίνει: Φτάσαμε στην εποχή όπου πλέον το καθολικό κοινωνείν είναι εφικτό και αναγκαίο. Είναι αναγκαίο διότι μόνο μέσω αυτού μπορεί να φανερωθεί το πρόσωπο του Χριστού στο πνεύμα. Ωστόσο το κοινωνείν αυτό είναι ακόμη αφηρημένο. Η ενότητα των ανθρώπων αποτελεί σήμερα μια πολυπολιτισμική κοινωνία, μια αφηρημένη καθολικότητα και όχι συγκεκριμένη προσωπική ύπαρξη. Και θα παραμείνει αφηρημένη εάν δεν κοινωνήσουν όλοι οι άνθρωποι στο Πρόσωπο του Χριστού, κάτι που θα σηματοδοτήσει τη δεύτερη μεγάλη περίοδο της ιστορίας: την εποχή της ελευθερίας του πνεύματος απέναντι στον βιολογικό του καθορισμό. Μόνον τότε μπορεί να αρχίσει η διαδικασία της αφθαρτοποίησης του φυσικού κόσμου. Η ελευθερία απέναντι στη βιολογική φύση μας θα φανερώσει την δυνατότητα εξουσίας μας πάνω στη φύση όχι όμως με την έννοια μιας εκστατικής κίνησης του Λόγου απέναντι στην υλικότητά του ούτε επίσης ως λογική μόνο πραγμάτωση του πνεύματος μέσα στην περατότητα, τυφλή μπροστά στο θάνατο της φυσικής ατομικότητας και στην εξουσία του χρόνου, αλλά ως κίνηση ανάκλισης του πνεύματος στον άτμητο εαυτό του, δηλαδή στον Χριστό, δια μέσου της κοινωνίας των ατομικών πνευμάτων, η οποία θα θεμελιώσει την πραγματική εξουσία του Θεού-Λόγου στον κόσμο και στην ιστορία. Η εξουσία αυτή ταυτίζεται με την δυνατότητα της άρσης της φυσικής περατότητας.
Η δεύτερη περίοδος της ιστορίας του πνεύματος, η περίοδος δηλαδή που αρχίζει σήμερα, είναι η πράξη της αθανατοποίησης του πνεύματος μέσα στον φυσικό κόσμο. Ως εκ τούτου η πρώτη περίοδος της ιστορίας του, η περίοδος της εξάρτησής του από τον βιολογικό του καθορισμό, ήταν η περίοδος της τραγωδίας του. Ο άνθρωπος πλήρωσε το φόρο της ύπαρξης μέσα απ’ τον χρόνο, τον θάνατο και τον πόνο.
Η περίοδος της ιστορίας που ολοκληρώνεται σήμερα δεν κατάφερε να λύσει το αίνιγμα της αθανασίας διότι δεν έθεσε ποτέ στον γνωσιακό της ορίζοντα το αίτημα της αφθαρτοποιήσεως της φύσης δια μέσου του ενοποιημένου πνευματικού Λόγου, δια μέσου δηλαδή της παγκόσμιας κοινωνίας των ανθρώπων στο ενεργώς αποκαλυπτόμενο Πρόσωπο του Χριστού. Η αφθαρτοποίησις αυτή ως ενέργημα του ιδίου του πνεύματος δια της μεθέξεώς του στον αληθινό του εαυτό, στον Χριστό, θα φανερωθεί ως αποστολή τεχνικήςιδρύσεως του όντος στη ρητώς διαμεσολαβημένη από τον χρόνο αιωνιότητα. Ο αιών του Λόγου είναι ο ίδιος ο χρόνος που ετεροιούμενος δεν απολύει στο μηδέν τον προσδιορισμό του αλλά τον αναπαράγει περισυλλέγοντάς τον στην αρχική ομοίωση προς τον εαυτό του. Η επίτευξη της αιωνιότητας ως τεχνική πράξις ιδρύσεως της θεϊκής υπάρξεως εν τω κόσμω είναι η εντελέχεια της εποχής που μόλις ξανοίγεται μπροστά μας. Ο παράδεισος δεν είναι ένας υπερουράνιος τόπος. Αυτός ο κόσμος που βρίσκεται μπροστά μας μέλλει να γίνει παράδεισος. Η χιλιετής βασιλεία την Αποκάλυψης έχει ήδη αρχίσει. Για πρώτη φορά στην ιστορία προβάλλει η ίδια η ιστορία ως πραγματική κάθαρσις της αρχέγονης τραγωδίας μας. Δεν έχουμε παρά να στρέψουμε τη ματιά μας προς την ανατολή του επερχόμενου ήλιου μας.
* Ο κ. Σαργέντης είναι διδάκτωρ φιλοσοφίας του πανεπιστημίου Βόννης και έχει εργαστεί για δύο χρόνια ως διδάσκων 407 στο τμήμα φιλοσοφίας του πανεπιστημίου Πατρών