Η συμπεριφορά του ανθρώπου δεν καθορίζεται κατά τον Δημόκριτο από τον τρόπο δομής των υλικών ατόμων ή από εξωτερικές επιδράσεις. Η ατομική θεωρία του φιλοσόφου δεν έχει καμιά σχέση με τις ηθικές του αντιλήψεις ούτε τις επηρέασε. Από την ηθική του Δημοκρίτου απουσιάζει κάθε ντετερμινιστική αλλά και κάθε υλιστική ή νατουραλιστική σκέψη.
Θα περίμενε κανείς από έναν «υλιστή» φιλόσοφο να ζητούσε την ικανοποίηση των σωματικών αναγκών και ορμών, να θεωρούσε οδηγό της ανθρώπινης συμπεριφοράς τα βιολογικά ένστικτα. Και όμως δεν κάνει κάτι τέτοιο ο Δημόκριτος, ο οποίος θεωρεί σαν ανώτερο ιδανικό την ευθυμία, την ευχάριστη κατάσταση της ψυχής, και για την ευδαιμονία πιστεύει ότι είναι κατάσταση της ψυχής και όχι του σώματος, όπως ακριβώς και η δυστυχία.
Η ευθυμία αποκτάται με την τήρηση του μέτρου στις απολαύσεις και γενικά στη ζωή, με την αποφυγή υπερβολικών φιλοδοξιών, που οδηγούν στην πολυπραγμοσύνη και την υπερένταση:Οι άνθρωποι αποκτούν την ευχάριστη ψυχική διάθεση με τη μετρημένη απόλαυση και το μέτρο στη ζωή τους- αντίθετα, η στέρηση και η υπερβολή συνήθως προκαλούν μεταπτώσεις και μεγάλες εντάσεις στην ψυχή… Όποιος θέλει να βρίσκεται σε ευχάριστη ψυχική κατάσταση δεν πρέπει να καταπιάνεται με πολλά, ούτε στην προσωπική του ζωή ούτε στη δημόσια, ούτε να διαλέγει να κάνει πράγματα που είναι πάνω από τη δύναμή του και τη φύση του).
Ο Δημόκριτος υποστηρίζει το ιδανικό του μέτρου, όπως κάνουν και άλλοι Έλληνες στοχαστές. Την ιδέα του μέτρου τη θεμελιώνει καλύτερα απ’ ό,τι ο Αριστοτέλης. Ο τελευταίος καταλήγει στη διαπίστωση ότι είναι δύσκολο να προσδιοριστεί το μέτρο, η μεσότητα, στην πράξη. Αντίθετα ο Δημόκριτος βρήκε ένα κριτήριο του μέτρου. Το κριτήριο είναι καθαρά ψυχολογικό. Όταν νιώθει ο άνθρωπος μέσα του μεγάλες εντάσεις, όταν χάνει την ψυχική του ηρεμία, είναι απόδειξη ότι έχει ξεφύγει από το μέτρο, έχει μεταπέσει στην υπερβολή. Ο Αριστοτέλης δεν σκέφθηκε κάτι τέτοιο ούτε αναφέρεται καν στις απόψεις του Δημοκρίτου.
Όπως συμβαίνει και με άλλους Έλληνες στοχαστές, ο Δημόκριτος θέλει να περιορίσει το διονυσιακό στοιχείο, το ενστικτώδες και άμετρο, που ήταν έντονο ανάμεσα στους Έλληνες. Οι συνεχείς συμβουλές για τήρηση του μέτρου δικαιολογούνται μόνο αν οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή είχαν τάση για υπερβολές.
Ο Δημόκριτος συνιστά επίσης την ολιγάρκεια (Να αρκείται κανείς σ’ αυτά που έχει, οι μεγάλες επιθυμίες δημιουργούν μεγάλες ανάγκες. Πλησιάζει ο Δημόκριτος ιδέες που υποστήριξαν αργότερα οι Κυνικοί και οι Στωικοί. Φαίνεται όμως ότι οι Κυνικοί και οι Στωικοί εμπνεύστηκαν το ιδεώδες της ολιγάρκειας από τον Σωκράτη, τον λιτοδίαιτο αυτόν φιλόσοφο, και όχι από τη δημοκρίτεια ηθική.
Ο Δημόκριτος θέλει ο άνθρωπος να ζει σαν ελεύθερη ύπαρξη, να μην πιέζεται ψυχικά από τίποτε, ούτε από τα πιο εκπληκτικά φαινόμενα του κόσμου και της ζωής. Να τα ερευνά, αλλά να μην εντυπωσιάζεται βαθιά απ’ αυτά, να μη νιώθει δέος για τίποτα. Η σοφία πρέπει να είναι «άθαμβος». Ο Δημόκριτος δεν θέλει να αποκλείσει κάθε επίδραση του εξωτερικού κόσμου πάνω στο συναίσθημα του ανθρώπου, αλλά να διαφυλάξει την ελευθερία του. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να αισθάνεται συναισθήματα κατωτερότητας μπροστά στον κόσμο, να τον θαυμάζει υπερβολικά, να θαμπώνεται, να σκύβει από θαυμασμό και υπερβολική έκπληξη. Η ιδέα του επέδρασε και στους Στωικούς. Κι αυτοί αργότερα θα υποστηρίξουν «μηδέν θαυμάζειν των δοκούντων παραδόξων είναι».
Σωκράτης Γκίκας: Αρχαίοι Έλληνες Στοχαστές (εκδ. Σαββάλας)