Οι συσκευές παρακολούθησης των ζωτικών δεικτών ιδιαίτερα όσων αθλούνται – γνωστές και ως fitness trackers – σύντομα δεν αποκλείεται να αποτελούν παρελθόν καθώς οι επιστήμονες εργάζονται πυρετωδώς προκειμένου να ενσωματώσουν τα εκλεπτυσμένα συστήματα απευθείας στα ρούχα.
Ηδη πολλές εταιρείες έχουν αναπτύξει στα εργαστήριά τους τη δική τους σειρά «έξυπνων» αθλητικών ρούχων, γυαλιών ή ακόμη και εσωρούχων με δυνατότητα παρακολούθησης του καρδιακού παλμού, της απόστασης που έχει καλυφθεί και των θερμίδων που έχουν καταναλωθεί.
Ο «μαγικός» αυτός εξοπλισμός, σύμφωνα με τους ειδικούς, βασίζεται σε μια νέα γενιά εύκαμπτων και ελαστικών ηλεκτρονικών διατάξεων με δυνατότητα απευθείας εκτύπωσής τους σε υφάσματα. Οι τεχνολογίες αυτές – από την αγώγιμη μελάνη ως το αγώγιμο νήμα που ενσωματώνεται στην πλέξη ενός ρούχου – συνδυάζονται με αισθητήρες δημιουργώντας μια νέα γενιά «αόρατων» συσκευών fitness.
Ενσωματωμένα κυκλώματα
Τα τελευταία χρόνια οι έρευνες των επιστημόνων στον τομέα της ανάπτυξης ελαστικών αγώγιμων υλικών έχουν ενταθεί. Πολλά από τα ενδιαφέροντα πρότζεκτ που βρίσκονται σε εξέλιξη έχουν δώσει ελπιδοφόρα αποτελέσματα, ενώ αρκετά δεν μπορούν να φτάσουν στη γραμμή παραγωγής λόγω του απαγορευτικού κόστους τους.
Η εταιρεία DuPont Microcircuit Materials ανέπτυξε μια μελάνη με δυνατότητα εκτύπωσής της απευθείας επάνω σε ύφασμα μέσω ήδη διαθέσιμης τεχνολογίας. «Το μυστικό του όλου συστήματος εντοπίζεται στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη μελάνη μεταφέρει όλη την τεχνολογία της παρακολούθησης του αθλουμένου στο μπλουζάκι, στο μανίκι, στο ρολόι ή στα γυαλιά του» εξηγεί ο διευθυντής Μάρκετινγκ της εταιρείας Στίβεν Γουίλουμπαϊ. Και ενώ οι υπόλοιπες έξυπνες συσκευές fitness «τρέμουν» μια βουτιά στο πλυντήριο, η συγκεκριμένη μελάνη αντέχει κατά τους επινοητές της τουλάχιστον 100 κύκλους πλύσης.
«Εξυπνα» ρούχα, μεγαλύτερη ασφάλεια;
Η νέα γενιά έξυπνων ενδυμάτων θα μπορούσε να οδηγήσει σε ρούχα με επικοινωνιακά «χαρίσματα» τόσο για αθλητές και ασθενείς όσο και για επαγγελματίες σε επικίνδυνα πόστα, καθώς θα είναι ικανά να παρακολουθούν με ακρίβεια τους ζωτικούς δείκτες των χρηστών και να αναμεταδίδουν τα στοιχεία αυτά σε περίπτωση κινδύνου σε «δικτυωμένους» ειδικούς και γιατρούς.
Ηδη πολλές εταιρείες αθλητικών ειδών έχουν προχωρήσει στη δημιουργία ειδικού εξοπλισμού για επαγγελματίες αθλητές, π.χ. φόρμες, μπλουζάκια κ.ά., τα οποία επιτρέπουν τη διαρκή παρακολούθηση της φυσικής τους κατάστασης και των επιδόσεών τους τόσο εν ώρα προπόνησης όσο και εν ώρα αγώνων.
«Επειδή ακριβώς τα έξυπνα μπλουζάκια και άλλα έξυπνα ρούχα τοποθετούν τους αισθητήρες κοντά στο δέρμα του χρήστη, μπορούν να συλλέγουν πολύτιμες πληροφορίες και αξιόπιστα δεδομένα» εξηγεί η διευθύντρια Ερευνας Αντζελα Μακ Ιντάιαρ της εταιρείας αναλύσεων Gartner.
«Η πρώτη γενιά τέτοιων αθλητικών ρούχων ήδη κυκλοφορεί από εταιρείες όπως π.χ. η Adidas και η Under Armour, οι οποίες για την ώρα συνεργάζονται με επαγγελματίες αθλητές. Βλέπουμε όμως ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον και από πλευράς του καταναλωτικού κοινού».
Η ίδια θεωρεί ότι η δημιουργία «έξυπνων» εσωρούχων μπορεί να μοιάζει τραβηγμένη, ωστόσο για παράδειγμα οι hi-tech τιράντες ενός σουτιέν, οι οποίες θα έρχονται σε απευθείας επαφή με το δέρμα, θα μπορούσαν να συλλέγουν διαρκώς πολύτιμα βιομετρικά δεδομένα γύρω από την υγεία των γυναικών. Από τις προτάσεις που έχουν ξεχωρίσει είναι και τα έξυπνα κολάν και κάλτσες τα οποία πραγματοποιούν μετρήσεις γύρω από τις κυριότερες μυϊκές ομάδες, τον ρυθμό και την ένταση της σωματικής άσκησης.
«Ο ίδιος τύπος αισθητήρων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μεταξύ άλλων και για την προστασία ηλικιωμένων ατόμων μέσα στον χώρο του σπιτιού τους. Φοράει κανείς την κάλτσα ή τις παντόφλες του και το ενσωματωμένο σύστημα είναι σε θέση να γνωρίζει αν το άτομο αυτό έχει πέσει. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην περίπτωση επαγγελματιών σε δύσκολα πόστα, όπως π.χ. οι ανθρακωρύχοι. Στόχος είναι η ασφάλεια του χρήστη» αναφέρει η ειδικός.
Στην περίπτωση των ιατρικών εφαρμογών η Μακ Ιντάιαρ υποστηρίζει ότι η εν λόγω τεχνολογία δεν έχει περιορισμούς. Το πρόβλημα ωστόσο εντοπίζεται στη χρονοβόρα διαδικασία έγκρισής τους μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών και αυτό γιατί κύριος «πονοκέφαλος» παραμένει ο υπερβολικά μεγάλος όγκος ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων και η προστασία τους από τον κίνδυνο κυβερνοεπιθέσεων.
Βενιού Ειρήνη