Μύγας εγκώμιο από Λουκιανό - Point of view

Εν τάχει

Μύγας εγκώμιο από Λουκιανό




Η μύγα δεν είναι το μικρότερο των πτηνών, άν την συγκρίνωμε προς τα διάφορα είδη των κουνουπιών και άλλα ακόμη μικρότερα έντομα πτερωτά, αλλά είναι τόσο μεγαλύτερη από αυτά, όσο αυτή είναι από την μέλισσα μικρότερη.Το δε φτέρωμά της διαφέρει από το φτέρωμα των άλλων από τα οποία άλλα μεν έχουν φτερά και πτίλα σε όλο το σώμα, άλλα δε πτέρυγες με μακριά φτερά. 

Η μύγα είναι υμενόπτερη, όπως οι ακρίδες, τα τζιτζίκια και οι μέλισσες, αλλά τα φτερά της είναι τόσο απαλότερα όσο και μαλακότερα από τα Ελληνικά και Ινδικά υφάσματα. Είναι δε πλουμιστή, όπως τα παγώνια, άν παρατηροήσουμε προσεκτικά, όταν πετά στον ήλιο.

 Δεν πετά, όπως οι νυχτερίδες , με συνεχή κίνηση των πτερύγων, ούτε όπως οι ακρίδες με πηδήματα, ούτε όπως οι σφίγγες με βόμβο, αλλά η πτήσις της είναι εύστροφη και ομαλή, είτε αντίθετα, είτε προς την διεύθυνση του ανέμου πετά. 

Εκτός αυτού δεν πετά σιωπηλή αλλά άδουσα. το δε άσμα της δεν είναι δυσάρεστο όπως των κουνουπιών, ούτε θορυβώδες όπως των μελισσών ή όπως των σφηκών ο φοβερός και απειλητικός βόμβος, αλλά είνται τόσο λιγυρότερο όσο γλυκύτεροι από την σάλπιγγα και τα κύμβαλα είναι οι αυλοί.




Ερχόμαστε στην περιγραφή του υπόλοιπου σώματός της. Η κεφαλή της συνδέεται λεπτότατα με τον αυχένα και εύκολα περιστρέφεται. δεν είναι κολλημένη στον κορμό και αλύγιστη όπως των ακρίδων. Οι δε οφθαλμοί της προέχουν πολύ μοιάζοντας με κέρατα. Το στήθος της είναι στερεό και τα πόδια της δεν είναι όπως των σφηκών πολύ σφιγμένα και δυσκίνητα.

 Η δε κοιλιά της, είναι , όπως και το στήθος προφυλαγμένη και φαίνεται να φορά θώρακα, με τις ζώνες και τις φολίδες, τις οποίες παρουσιάζει. Δεν έχει κεντρί στην ουρά, όπως η σφήκα και η μέλισσα, αλλ΄αμύνεται κατά των εχθρών της με το στόμα και την προβοσκίδα, την οποία έχει όμοια με τους ελέφανες και με την οποία βόσκει και συλλαμβάνει και προσκολλάται. 

Επιπλέον είναι λίαν επιτήδεια η προβοσκίδα, έχοντας κατά το άκρο το σχήμα κοτυληδόνος. Απ΄αυτήν φυτρώνει δόντι με το οποίο κεντά και πίνει αίμα. Γιατί πίνει μεν και γάλα, αλλ΄αγαπά και το αίμα, το οποίο αφαιρεί χωρίς να προξενεί μεγάλο πόνο.

Έχει έξι πόδια, αλλά βαδίζει μόνο με τα τέσσερα, τα δε δύο μπροστινά μεταχειρίζεται σαν χέρια. Και μπορείτε να την δείτε ενώ βαδίζει με τα τέσσερα, να κρατά ψηλά με τα χέρια της κάτι φαγώσιμο, εντελώς σαν άνθρωπος.

Δεν γεννάται όπως την βλέπουμε, αλλά σκουλίκι κατ΄αρχάς από τα πτώματα ανθρώπων ή ζώων. έπειτα από λίγο φυτρώνουν πόδια και αποκτά φτερά και από ερπετό γίνεται πτηνό, το οποίο γεννά σκώληκα μικρό, ο οποίος πάλι κατόπιν γίνεται μύγα. 

Συμβιώνοντας με τους ανθρώπους, σαν συγκάτοικος και ομοτράπεζος, τρώει τα πάντα εκτός από λάδι, γιατί το λάδι την θανατώνει. Επειδή είναι βραχύβια ( γιατί πολύ μικρή είναι η διάρκεια της ζωής της) αγαπά το φως και της αρέσει να ζει σε μέρη φωτεινά. την δε νύχτα ησυχάζει και ούτε πετά, ούτε τραγουδά, αλλά μαζεύεται σε μιά άκρη και μένει ακίνητη.

Για να επαινέσω την νοημοσύνη της δεν έχω παρά ν΄αναφέρω πως διαφεύγει τις επιβουλές του δόλιου εχθρού της , της αράχνης. Ενώ η αράχνη ενεδρεύει, παρακολουθεί με προσοχή τις κινήσεις της και την προσβλέπει ατενώς. όταν δε ορμά εναντίον της το θηρίο, διαφεύγει εγκαίρως και επιτηδείως απ΄τον εχθρό και τις πλεκτάνες του. 

Την δε ανδρεία και τη δύναμή της δεν είναι ανάγκη να εξάρωμε εμείς, αφού ο μεγαλοφωνότατος των ποιητών, ο ΄Ομηρος, θέλοντας να επαινέσει τον άριστο από τους ήρωες , δεν παραβάλλει την ανδρεία του με αυτή του λέοντος, της παρδάλεως ή του κάπρου, αλλά με την τόλμη της μύγας και την απτόητη και ακούραστη επιμονή της. 

Δεν της αποδίδει δε θράσος, αλλά θάρρος. διότι και διωκόμενη, λέει, δεν δειλιάζει και δεν σταματά, αλλά επανέρχεται και δαγκάνει. Τόσο πολύ θαυμάζει και επαινεί την μύγα, ώστε πολλές φορές και όχι σύντομα την αναφέρει. έτσι δε φαίνεται ότι την θεωρεί σαν κόσμημα της ποίησής του.

 Άλλοτε μεν παριστάνει σμήνη μυγών ιπτάμενα γύρα από αγγεία, τα οποία περιέχουν γάλα. άλλοτε δε όταν η Αθηνά απομακρύνει το βέλος, το οποίο διηυθύνετο κατά του Μενελάου και θα τον πλήγωνε θανάσιμα, ο δε ποιητής την παρομοιάζει με μητέρα που αγρυπνά πάνω απ΄το κοιμώμενο βρέφος της, βάζει δε πάλι την μύγα στην παραβολή. Αλλά και με επίθετο από τα ωραιότερα τις κόσμησε, αποκαλώντας τες "αδινάς= πολυπληθείς), τα δέ σμήνη τους "έθνη".

Τόσο δε δυνατή είναι, ώστε όταν δαγκώνει διατρυπά όχι μόνο ανθρώπου δέρμα αλλά και βοδιού και αλόγου και αυτόν τον ελέφαντα ενοχλεί, εισχωρώντας στις ρυτίδες του και την προβοσκίδα της βυθίζει ανάλογα του μεγέθους του ζώου. Στους έρωτες και τους γάμους τους έχουν πολλή ελευθερία οι μύγες. Ο αρσενικός δεν είναι γρήγορος όπως ο πετεινός στην ερωτική συνάντηση, αλλά ο εναγκαλισμός του με την θηλυκιά διαρκεί πολύ στον αέρα. και εξακολουθούν να πετούν, χωρίς η πτήση να διαταράσσει την ερωτική περίπτυξη.

Και άν αποκοπεί η κεφαλή της μύγας, το υπόλοιπο σώμα της εξακολουθεί να ζει και ν΄αναπνέει για πολύ χρόνο.

Αλλά το πιό θαυμαστό στη φύση της είναι εκείνο που θ΄αναφέρω. Μου φαίνεται ότι ο Πλάτωνας αυτό μόνο παρέλειψε σε όσα έγραψε περί ψυχής και αθανασίας. 

Γιατί όταν η μύγα πεθάνει, άν σκεπασθεί με στάχτη αναζεί και αρχίζει νέα ζωή, ούτως ώστε το παράδειγμά της να πείθει τους ανθρώπους ότι και αυτών η ψυχή είναι αθάνατη, αφού και όταν φύγει επανέρχεται, επανευρίσκει το σώμα και το ανασταίνει και κάνει την μύγα να πετά εκ νέου και επιβεβαιώνει τον περί του Ερμοτίμου του Κλαζομενίου μύθο. 

Είναι γνωστό αυτό που λέγεται σχετικά. ότι πολλές φορές η ψυχή του έφευγε, έπειτα δε επανερχόμενη έμπαινε στο σώμα και επανέφερε στη ζωή τον Ερμότιμο.

Χωρίς να εργάζεται και να κοπιάζει , η μύγα απολαμβάνει τους κόπους των άλλων και παντού έχει έτοιμο και πλούσιο τραπέζι. και κατσίκες γι΄αυτήν αρμέγονται και η μέλισσα κοπιάζει τόσο για την μύγα όσο και για τους ανθρώπους και οι μάγειροι της ετοιμάζουν νόστιμα εδέσματα, κάθεται στα τραπέζια των βασιλέων και πριν απ΄αυτούς δοκιμάζει τα φαγητά. περπατώντας δε μεταξύ των πιάτων, συντρώγει και συναπολαμβάνει τα πάντα.

Κατοικία ορισμένη, φωλιά δεν έχει, αλλά ζει περιπλανώμενο βίο, όπως οι Σκύθες,  όπου νυχτωθεί εκεί και κατοικία και κρεβάτι βρίσκει. Στο σκοτάδι, όπως είπα, ησυχάζει. Δεν καταδέχεται να κάνει τίποτε κρυφό, ούτε νομίζει πρέπον να κάνει κάτι κρυφό, για το οποίο θα ντρεπόταν άν το έκανε στο φως.

Κατά την μυθολογία, υπήρξε πάλαι ποτέ και γυναίκα -Μυία ονομαζόμενη-, πολύ όμορφη , αλλά φλύαρη με λόγια και άσματα, η οποία έγινε αντίζηλος της Σελήνης στον έρωτά της με τον Ενδυμίωνα. Επειδή συχνά σήκωνε από τον ύπνο τον νεανίσκο, με την αισθηματική της φλυαρία και τα ερωτικά της άσματα, ο μεν Ενδυμίων αγανάκτησε, η δε Σελήνη θύμωσε και την μεταμόρφωσε σε μύγα. 

Και γι΄αυτό ενθυμούμενη τον Ενδυμίωνα, ενοχλεί τώρα των ύπνο όλων των κοιμωμένων, κυρίως δε των νέων και τρυφερών. Και το δάγκωμά της και η επιθυμία του αίματος δεν σημαίνει αγριότητα, αλλά έρωτα και αγάπη προς τους ανθρώπους. όπως μπορεί απολαμβάνει και κάτι δρέπει απ΄την άνθηση του κάλλους.

Υπήρξε, κατά τις διηγήσεις των παλιών και ποιήτρια πολύ ωραία και σοφή. Μυία επίσης ονομαζόταν και μιά διάσημη εταίρα των Αθηνών, για την οποία ο κωμικός ποιητής είπε:

Η Μυία δ΄έδακνεν αυτόν άχρι της καρδίας.

Βλέπετε ότι ούτε η κωμική μούσα περιφρόνησε ούτε απέκλεισε από τη σκηνή το όνομα της μύγας , ούτε οι γονείς εντρέποντο να ονομάζουν Μυίας τις θυγατέρες τους. Αλλά και η τραγωδία με μεγάλο έπαινο αναφέρει την μύγα στα εξής :

Δεινόν γε την μυίαν αλκίμω σθένει
πηδάν επ΄ανδρών σώμαθ΄, ως πλησθή φόνου,
άνδρας δ΄οπλίτας, πολέμιον ταρβείν δόρυ

( Είναι ντροπή να βλέπουμε με ποιά τόλμη απτόητη οι μύγες επιπίπτουν κατά των ανθρώπων και πίνουν αίμα, άνδρες δε στρατιώτες να φοβούνται το πολέμιο δόρυ).

Πολλά θα είχα να πω και για τη Μυία, την κόρη του Πυθαγόρα, αλλά η ιστορία της είναι σε όλους γνωστή.

Υπάρχει δε και είδος μυγών, πολύ μεγαλόσωμων, τις οποίες ο λαός ονομάζει στρατιωτικές, άλλοι δε σκυλόμυγες. Οι μύγες αυτές έχουν τον βόμβο πολύ τραχύ και η πτήση τους είναι πολύ ταχεία. 

Είναι δε μακροβιότερες και όλο το χειμώνα τον περνούν χωρίς τροφή, κρυμμένες στα κοιλώματα των οροφών. Οι μύγες αυτού του είδους παρουσιάζουν αυτό το αξιοθαύματοστο.ότι σ΄αυτές το αρσενικό και θηλυκό συνυπάρχει σε κάθε μία. και είναι όπως ο γιός του Ερμή και της Αφροδίτης, ο οποίος έχει μικτή φύση και διττό το κάλλος.

΄Εχω και άλλα πολλά να πω, αλλά παύω εδώ, για να μην φανεί πως προσπαθώ, κατά την παροιμία να κάνω την μύγα, ελέφαντα.

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, ΑΠΑΝΤΑ ΤΟΜΟΣ Ι΄
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ
( Στην ανάρτηση έχουν γίνει μικρές επεμβάσεις στην νεοελληνική απόδοση που παρατίθεται στο βιβλίο, ώστε ν΄αποδοθεί στην Δημοτική)

via

Pages