Πριν λίγο καιρό ψάχνοντας παλιά συρτάρια ανακάλυψα μια ευχητήρια κάρτα με αυτόγραφο του Ευγένιου Σπαθάρη του μεγάλου καλλιτέχνη του ελληνικού θεάτρου σκιών. Βλέποντας αυτή την κάρτα πέρασε μέσα από το μυαλό μου ο πολύ σπουδαίος ρόλος που έπαιξε ο Καραγκιόζης στην παιδεία και τη ψυχαγωγία πολλών γενεών μικρών και μεγάλων παιδιών.
Θυμάμαι την εποχή των παιδικών μου χρόνων στο χωριό που κάθε καλοκαίρι, μας ψυχαγωγούσε ο περίφημος και χαρισματικός Χιώτης καραγκιοζοπαίχτης ο Σίμος. Τα παιδιά κατά κανόνα τον βοηθούσαμε στις παραστάσεις και αυτός συχνά πυκνά μας διηγούνταν με ενθουσιασμό τις περιπέτειες του Καραγκιόζη, άθελά του, με τον τρόπο που ένας σκηνοθέτης διδάσκει τους ρόλους στους ηθοποιούς του. Μας σχεδίαζε τα ίχνη των φιγούρων στα χαρτόνια και αφού τις κατασκευάζαμε επιδιδόμασταν και εμείς στο παίξιμο παραστάσεων που στήναμε μόνοι μας στις γειτονιές. Όλο αυτό το παιχνίδι ήταν προσέγγιση στο θέατρο σκιών με ένα δάσκαλο που χαιρόταν να μας λέει και να μας εξηγεί τις πανέξυπνες ατάκες του καραγκιόζη, που κατά περίπτωση, αυτοσχεδιάζοντας, έριχνε «μπηχτές» στα κακώς κείμενα της εποχής.
Όπως κατάλαβα αργότερα όλα τούτα ήταν ένα μπόλιασμα θεατρικό πρώτης τάξεως, για τη ζωή του χωριού. Στα δεκαοχτώ μου η γνωριμία μου με τον Νίκο Γιαλούρη λάτρη της λαϊκής τέχνης και ιδιαίτερα του Καραγκιόζη έγινε αφορμή να καταλάβω και να συνειδητοποιήσω ότι αυτό το θεατρικό είδος, απʼόπου κι αν προέρχεται η καταγωγή του, έγινε πέρα για πέρα δικό μας, ελληνικό. Έχει παρά πολλά αριστοφανικά χαρακτηριστικά. Για τον Γιαλούρη είναι η συνέχεια του Αριστοφάνη. O καραγκιόζης είναι ένας ηρωας που δεν έχει τίποτα. Είναι στερημένος, άσχημος, τεμπέλης, ξυπόλητος και καμπούρης που διαρκώς πεινάει. Την ίδια ώρα είναι αυτόνομος και ανεξάρτητος. Από τίποτα δεν εξαρτάται. Και αυτό είναι το κορυφαίο ηρωικό χαρακτηριστικό του. Αυτή την αντίληψη της ελευθερίας και της μη εξάρτησης την διδάχτηκα από ένα ασυνήθιστο περιστατικό που μου συνέβη σʼένα λιμάνι της Βενεζουέλας.
Περνώντας μια υπόγεια διάβαση ενός δρόμου, μια γριά ζητιάνα που ήταν ξαπλωμένη πάνω σε ένα χαρτόνι, μου ζήτησε να της δώσω 100 βολιβάρ σαν να λέμε περίπου 80 ευρώ. Βρισκόμουνα σε περίεργη διάθεση και χωρίς να σκεφτώ βγάζω και της δίνω το ποσό που μου ζήτησε. Η γριά ζητιάνα έπιασε τα λεφτά με τονα χέρι και με το άλλο το μανίκι μου για να με σταματήσει. Με κοίταξε αυστηρά και μου είπε «Δεν είσαι καθόλου σεμνός φίλε, εμένα δεν με νοιάζει αν θα φάω τώρα ή μετά από δύο μέρες. Μένω παντού και πουθενά και δεν εξαρτιέμαι από τίποτα» και λέγοντας αυτά μου πέταξε πίσω τα λεφτά με ήρεμη περιφρόνηση. Έμεινα άναυδος από έκπληξη γιατί κύρια κατάλαβα πως τούτη η γριά ζητιάνα βίωνε ίσως μια από τις ψηλότερες κορφές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αυτήν της ανεξαρτησίας.
Και ο καραγκιόζης σαν ήρωας είναι διαρκώς πάνω σε αυτή την κορυφή. Από κει πάνω ελεύθερος μπορεί να διακωμωδεί, να σατιρίζει, να σαρκάζει, να καυτηριάζει και να καγχάζει, παρατηρώντας τις καθημερινές ανθρώπινες ιστορίες. Κανείς δεν τον επικρίνει γιʼαυτό. Το εκάστοτε καθεστώς απλά τον δέρνει και ενίοτε τον καταδιώκει προσωρινά. Δεν μπορεί να του προσάψει κανείς, κατηγορία ή αδίκημα, δεν μπορεί κανείς να τον πάρει στα σοβαρά. Αυτός ο δαρμός και η καταδίωξη θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι κάτι σαν αντίδραση του κατεστημένου, όπως θα αντιδρούσε ένας ασθενής στη θεραπεία με κάποιο φάρμακο που πονάει. Τα ανθρώπινα ελαττώματά του από την άλλη πλευρά, τον κάνουν φιλότιμο και γεμάτο κατανόηση και συγκατάβαση για τις ανθρώπινες αδυναμίες.
Μήπως και ο Έρασμος στο Μωρίας Εγκώμιο το ίδιο τέχνασμα δεν κάνει? Χρησιμοποιεί την θεά τρέλα (μωρία) και καυτηριάζει τα κακώς κείμενα. Όσες φορές τον κάθισε στο σκαμνί η ιερά εξέταση; Η απάντηση ήταν στερεότυπη. «Πώς να βάλω στο στόμα της θεάς τρέλας σωστά λόγια?»
Στον καραγκιόζη αξιοποιείται η δυνατότητα να συντελούνται οξύμωρες παντρειές διαφορετικών χρονικά εποχών με σπαρταριστό τρόπο. Στο έργο «Ο Μέγας Αλέξανδρος και το καταραμένο φίδι», ο Αλέξανδρος επικαλείται την Παναγιά για βοήθεια με την παρακάτω ατάκα «Ω Παναγιά μου Δέσποινα βοήθα, έξελθε κατηραμένε όφι έξω να μην σε εξέλθω εγώ». Σε μια άλλη ατάκα σατιρίζοντας τις νοθείες των βουλευτικών εκλογών συνομιλεί με τον πασά σαν πεθαμένος με την εξής ατάκα.
ΠΑΣΑΣ: Μιλούνε οι πεθαμένοι ορέ
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: όχι μόνο μιλούνε αλλά στις τελευταίες εκλογές ψηφίσανε κιόλας
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: όχι μόνο μιλούνε αλλά στις τελευταίες εκλογές ψηφίσανε κιόλας
Ο Καραγκιόζης φυσικά είναι ανατρεπτικό στοιχείο, αντιεξουσιαστής. Αυτό δείχνει σπαρταριστά ο παρακάτω διάλογος
ΒΕΖΙΡΗΣ: Πού κατοικείς;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Στο σπίτι μου…
ΒΕΖΙΡΗΣ: Ναι, αλλά το σπίτι σου πού βρίσκεται;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Απάνω στο οικόπεδο…
ΒΕΖΙΡΗΣ: Και το οικόπεδο πού βρίσκεται;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Από κάτω από το σπίτι…
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Στο σπίτι μου…
ΒΕΖΙΡΗΣ: Ναι, αλλά το σπίτι σου πού βρίσκεται;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Απάνω στο οικόπεδο…
ΒΕΖΙΡΗΣ: Και το οικόπεδο πού βρίσκεται;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Από κάτω από το σπίτι…
Η στάση του Καραγκιόζη με τη σύμφυτη καπατσοσύνη την εξυπνάδα, το πηγαίο και πολύ έξυπνο χιούμορ, αγκαλιάζει τον Έλληνα θεατή μικρό και μεγάλο. Τον βοηθά μέσα από τον αυτοσαρκασμό να ανακαλύψει και να κτίσει μια σωστή αυτοεκτίμηση με γερά θεμέλια. Να μπορεί έτσι να βλέπει τις τάσεις του, τις διαθέσεις του και τα ονειροπολήματά του με πολύ ξεχωριστό και καθαρό μάτι. Και όλα τούτα, μαζί με υπέροχες ώρες ξεγνοιασιάς και γέλιου.
του Μανώλη Φύσσα