Η επιθυμία μας - Point of view

Εν τάχει

Η επιθυμία μας





Σ΄ αγαπώ με το πάθος που έντυνα

παλιά τις λύπες μου και με την πίστη

των παιδικών μου χρόνων.

Σ’ αγαπώ με μιαν αγάπη που

νόμιζα πως έχασα

Ελιζαμπεθ Μπραουνινγκ 

Η καλλιέργεια της επιθυμίας μας είναι απαραίτητη, προκειμένου να αναπτύξουμε με τους ανθρώπους που μας ενδιαφέρουν μια στενή προσωπική σχέση. 

Μόνο αν αφυπνίσουμε την επιθυμία μας, αν παραδοθούμε στο ταξίδι της, αν την φιλέψουμε με έγνοια και αγάπη, διασφαλίζοντας την ελπίδα στο όνειρο και την πίστη στην υλοποίησή του, θα οδηγηθούμε στα μονοπάτια της, γυρεύοντας στις διαδρομές της την μέθεξη που θα σταλάξει μέσα μας την αποφασιστικότητα να εναγκαλιστούμε μαζί της, ώστε να αγκαλιάσουμε τρυφερά τους ανθρώπους που αγαπάμε. 

Προσεγγίζουμε τους ανθρώπους που επιλέγουμε, δεσμευόμαστε μαζί τους με ευθύνη κι ωριμότητα, ενώ τα συναισθήματα, που πάλλονται την καρδιά μας, μας προσφέρουν την ψυχική ανάταση που εξυψώνει την αξία μας, απελευθερώνοντας μας από παραστάσεις που μας περιόριζαν στο παρελθόν και μας επέστρεφαν σε δαιδαλώδεις διαδρομές, όπου η συναισθηματική σύγχυση που νιώθαμε μάς αποπροσανατόλιζε από τους στόχους μας.

Σύμφωνα με την ψυχική ωριμότητα που μας διακρίνει, αναλαμβάνουμε την επιθυμία μας ή την προσπερνάμε, κάθε φορά που η επαφή μαζί της μας διακινεί πρωτόγνωρα συναισθήματα.

Αν έχουμε κατανοήσει συναισθηματικά τον εαυτό μας, αν έχουμε αξιοποιήσει θετικά το απόσταγμα από τα βιώματα μας, αν έχουμε συμφιλιωθεί με την αξία μας, ταξιδεύουμε με την επιθυμία μας σε πρόσωπα που συμμετέχουν στην ολοκλήρωσή της και τα αιτήματα που τους απευθύνομε προσδιορίζονται από υγιή, καθάρια στοιχεία που βοηθούν τη σχέση να εξελιχθεί και να ωριμάσει.

Αν όμως έχουμε αφήσει τις αρνητικές εικόνες του παρελθόντος να μας επηρεάζουν, κυριευόμαστε από την ανάγκη μας, την οποία προσαράζουμε σε ξέρες, όπου η συντριβή είναι αναπόφευκτα δραματική. 

Ναυαγούμε σε λιμνάζοντα απαξιωτικά νερά και παρότι δυσφορούμε σε αυτά, η Πυγμαία μας αίσθηση εκτίμησης για τον εαυτό μας μετατρέπει τα αβαθή ύδατα σε ωκεανούς, όπου παραμένουμε σε αυτούς με την ψευδαίσθησή μας να κολυμπά ανενόχλητη, θαλασσοδέρνοντας την αίσθηση που έχουμε για την αυτοεκτίμησή μας, πνίγοντας την εμπιστοσύνη στις δυνατότητες μας.


Εάν είμαστε ώριμοι συναισθηματικά, η κινητήριος δύναμη στη σχέση μας είναι η αγάπη μας, οπότε χάρη στην επιθυμία μας βυθιζόμαστε στην ψυχή του ανθρώπου μας και εξερευνούμε τις διαδρομές της καρδιάς του, ώστε γνωρίζοντας τα μύχια της ψυχής του να τον συναντήσουμε σε μια σχέση βαθιάς συναισθηματικής δέσμευσης.

 Κι όσο η ανταπόκριση από εκείνον πυκνώνει αυτό που νιώθουμε, όσο η αλληλεπίδραση μαζί του μάς γεμίζει με πληρότητα συναισθημάτων, τόσο προσπαθούμε να καλλιεργήσουμε στο εύφορο έδαφος της καρδιάς μας τους γόνιμους σπόρους της επιθυμίας μας, ώστε να ανθίσει και να καρποφορήσει αυτό που αμοιβαία νιώθουμε.

Η αγάπη μελώνει το ψυχικό μας σύστημα, πλουτίζει τα συναισθήματά μας, στρογγυλεύει τη λογική μας και οι επιθυμίες μας δικαιωμένες στρέφονται με ελευθερία στον άνθρωπό μας αλλά και στο περιβάλλον μας, γιατί όλο αυτό που αισθανόμαστε διαχέεται στον περίγυρό μας.

 Με την αγάπη άρρηκτα ενωμένη με την επιθυμία, διαβαίνουμε τις διαδρομές της ζωής μας, έχοντας την αίσθηση του ‘μαζί’ να μας γαληνεύει και να ευφραίνει την αξία μας.

Εκείνο που μας ωθεί στην αναζήτηση του ανθρώπου μας είναι ο έρωτας, οπότε παραδινόμαστε στις αισθήσεις μας, όπου, ενωμένες με τις δικές του, μυούμαστε σε ένα κόσμο ευφορίας, σε ένα κόσμο ταξιδιού, όπου η ένωση γυρεύει την αντάμωση του πόθου και πλεγμένοι ψυχικά μαζί του, δίνουμε μια νέα συμβολική μορφή στο σώμα μας, μια άλλη διάσταση στην ζωή μας, μια νέα εικόνα στην ύπαρξη μας.

 Το νέκταρ της ηδονής, ηδύποτο που περιχύνει το δέρμα μας, το οποίο απορροφά την γλυκύτητα και την μυρωδιά της ανθισμένης ζωής, μας προσφέρεται και το προσφέρουμε και χάρη σε αυτήν την αίσθηση ένα ψυχικό δέρμα αναγεννιέται, που μας περιτυλίγει τρυφερά ως χάδι της ζωής μας.


Εάν όμως είμαστε προσκολλημένοι στο παρελθόν, αδιαφοροποίητοι από εικόνες που, παρότι αδικηθήκαμε, τις υιοθετούμε, νομίζοντας πως εκείνες προσδιορίζουν την αξία μας, τότε γυρεύουμε από τα πρόσωπα της ζωής μας να παίζουμε από κοινού σε ένα έργο ζωής, που το σενάριο του είναι επώδυνα προβλέψιμο.

Όσο οι σκιές της μνήμης σέρνουν το ομιχλώδες πέπλο τους στο σήμερα, περπατάμε στους ίδιους δαιδαλώδεις δρόμους, ανελεύθεροι, παίζοντας τους ίδιους δραματικούς ρόλους και ενώ ποθούμε να απεγκλωβιστούμε από το φαύλο κύκλο της επανάληψης, οι μνήμες επηρεάζουν τις αντιδράσεις μας, παρασύροντας μας στο λάθος.

Τα σκοτάδια του μυαλού μας σκιαγραφούν στο πρόσωπο που απευθυνόμαστε την θολή μας ανάγκη, η οποία παρέμεινε σβησμένη από την ατέρμονη ανεκπλήρωτη προσμονή και εξαρτημένοι από εκείνον ψηλαφίζουμε στο σύθαμπο τα γνώριμα ασαφή περιγράμματα. 

Τα συναισθήματά μας, διασκορπισμένα από ελλείμματα που δεν καλύφθηκαν ποτέ, στρέφονται με απόγνωση σε εκείνον, προσδοκώντας να αποκατασταθεί ό,τι διαμελίστηκε σε ένα προηγούμενο χρόνο, γυρεύοντας στο θύτη ή στο θύμα την συγκόλληση που λαχταράμε.

Κι η επιθυμία μας, κάθε φορά που ερχόμαστε σε επαφή μαζί της, επειδή η ανάγκη μας παρέμεινε διψασμένη, κρύβεται τρομαγμένη στα βαθιά νερά της αμφιβολίας, φοβούμενη πως, επειδή τα συναισθήματά μας προβάλλουν ξέφρενα, θα την πνίξουν στην πλημμυρίδα τους, οπότε η ματωμένη μνήμη προσκαλεί την άμπωτη που φυραίνει την ελπίδα και έντρομη η επιθυμία υποχωρεί.

Μαθημένοι να ξεδιψάμε από το νερό της άρνησης, εξιδανικεύουμε την έλλειψη, επειδή σε αυτήν μπορούμε να ελέγχουμε τα συναισθήματα μας, από τρόμο πως θα μας κατακλύσουν, υποκύπτοντας όμως έτσι σε μια γνώριμη φτώχεια που συρρικνώνει την ύπαρξή μας, καθιστά άστεγη την αίσθηση ασφάλειας μας, προκαλεί τριγμούς στην εμπιστοσύνη μας, ψαλιδίζει τα φτερά της ελευθερίας μας, ενοχοποιεί τις πρωτοβουλίες μας. 

Κι όσο η έλλειψη αποδοχής του εαυτού μας διαφεντεύει την αξία μας, η εκτίμηση στον εαυτό μας ποδοπατείται δουλικά, και ως υπόδουλοι της μειονεκτικής μας αίσθησης, παραιτούμαστε από την επιθυμία μας , υπακούοντας τυφλά στην ανάγκη μας που μας σέρνει στον αλλοτριωτικό της χορό.



Η ελλειμματική μας ανάγκη μάς κατευθύνει σε εξουσιαστές που πνίγουν κάθε αίσθηση ελευθερίας μας, αλλά εμείς αιχμάλωτοι του φόβου μας παραμένουμε αναντίρρητα εκεί, μεταθέτοντας την οδύνη της σκλαβιάς μας αλλού, δικαιώνοντας έτσι τον ρόλο του θύματος, ενώ ο φόβος ροκανίζει την ελπίδα μας, ο έλεγχος την πνευματική μας διαύγεια.

Η αίσθηση, ότι δεν είμαστε σημαντικοί, μας ωθεί σε εκείνους που κραυγάζουν με πομπώδη τρόπο για την ελευθερία των άλλων και γινόμαστε τυφλοί ουραγοί τους, ελπίζοντας πως θα μας σώσουν, ενώ εκείνοι σέρνουν με απόγνωση τις δικές τους αλυσίδες, αδύναμοι να τις αποχωριστούν, πιέζοντας εμάς να πρωτοστατήσουμε στην επανάσταση που οι ίδιοι τρομάζουν να κάνουν, ώσπου τελικά εγκαταλείπουμε το δικαίωμα στο όνειρο και παραιτούμαστε από τις υποχρεώσεις στον εαυτό μας, ανελεύθεροι και δέσμιοι της χαμηλής αυτοεκτίμησής μας.

Η αίσθηση της ανεπάρκειας μας λειτουργεί περιοριστικά στην εμπιστοσύνη που έχουμε στον εαυτό μας και παραπλανημένοι οδηγούμαστε σε εκείνους που δεν τολμούν να αναλάβουν τις ευθύνες τους, κι εμείς από λύπηση αναλώνουμε την ενέργεια μας να τους ‘σώσουμε’, μήπως γιγαντώσουν το ανάστημά τους στο λιλιπούτειο κράτος που κατοικούν, ώσπου τελικά συμμαχούμε μαζί τους, προβάλλοντας από κοινού την ανημποριά μας αλλού και παρέα θρηνούμε την μιζέρια μας, ανήμποροι να αναλάβουμε τις δυνατότητες μας, γιατί η κούραση καταβάλλει την επιθυμία μας για αυτές.

Εξαρτημένοι από μια ταπεινότητα, την οποία ερμηνεύουμε ως μετριοπάθεια, υπακούμε τυφλά στις εντολές που λάβαμε στο παρελθόν, τις κάνουμε σημαία και τις ακολουθούμε ως λάβαρό μας, οι οποίες τελικά εξουσιάζουν το εγώ μας και το καθιστούν αδύναμο, ατροφικό, μαραμένο από ζωή να αλλοιώνεται από τις υποβολές των άλλων και να χάνει ολοσχερώς την αλήθεια του.

Δραπετεύουμε λοιπόν μαζί, θύτες και θύματα παρέα, στη χώρα της άγονης φαντασίωσης, όπου εκείνο που κυοφορείται εκεί και μας κρατά συρραμμένους είναι η ατέρμονη αναμονή, ότι στο βάθος του τούνελ θα υπάρξει ελπίδα πως μαζί θα αναστήσουμε την ζωή, υποκύπτοντας τελικά σε ένα βασανιστικό μαρασμό, που εξασθενεί κάθε σπόρο, ο οποίος αναπαράγεται ατροφικός στο αλίπαντο χώμα που τον καλλιεργούμε.

Η επιθυμία μας αλλοιώνεται από την ανάγκη για επιβεβαίωση γιατί το καθρέφτισμά μας παρέμεινε θολό, οπότε προσπαθούμε να συγκολλήσουμε τα ραγίσματά μας, προσδοκώντας να ανακτηθεί η αξία μας και επιζητάμε μέσα από τη σχέση εκείνον τον θαυμασμό που θα μας επιτρέψει να αισθανθούμε σημαντικοί στο βλέμμα κάποιου, που θα καθρεφτίσει τον εαυτό μας για να επέλθει η ενότητα στο ψυχικό μας σύστημα.


Τα αιτήματά μας προσδιορίζονται από την ανάγκη μας για επιδοκιμασία, ώστε να αποκαταστήσουμε την ραγισμένη μας εικόνα, να επιβεβαιώσουμε την ύπαρξη μας, να ολοκληρωθούμε στο βλέμμα του, να γίνει ο ίδιος ένας καθρέφτης, ώστε να πάψουμε να είμαστε ένα ομοίωμα, ένα είδωλο, αποτέλεσμα αντανάκλασης απωθημένων προσδοκιών, όσων κοίταζαν σε μας αυτό που τους έλειπε και όχι τον εαυτό μας.

Γυρεύουμε μια επιβεβαίωση για να αποκτήσει συνοχή αυτό που διάσπαρτα περιφέρεται μέσα μας, ώστε το Εγώ μας να αποκτήσει μορφή, ο εαυτός μας περιεχόμενο. 

Επιθυμούμε από εκείνον, όχι να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, αλλά να μας μυήσει στα μυστήρια του εαυτού μας, να εισχωρήσει στο άδυτο της ψυχής μας και να ανασύρει ότι ιερό έχουμε καθρεφτίζοντάς το, ώστε να θαμπωθούμε από τα σημεία του εαυτού μας, για να αποκτήσει λαμπρότητα η αξία και ο σεβασμός στον εαυτό μας.

Τα αιτήματα, που απευθύνουμε ο ένας στον άλλον, δεν αποτελούν χάδι για την ψυχή, δεν αγκαλιάζουν τα συναισθήματα, αλλά όλη η προσπάθεια γίνεται για να πετύχουμε αυτό που θέλουμε, αυτό που λείπει από την ζωή μας, αυτό που δεν έχει καθρεφτιστεί αρκετά, για να αποκτήσει υπόσταση το ανυπόστατο μέσα μας και ελπίζουμε και οι δυο πως ο άλλος θα γίνει το μέσο όπου θα το ολοκληρώσουμε, θα το επιβεβαιώσουμε, ώστε η αγωνιώδης αναζήτηση να σταματήσει. 

Η σχέση γίνεται χρήση, όπου χρησιμοποιούμε και χρησιμοποιούμαστε.

Η ανάγκη για εξάρτηση πρωτοστατεί, προσπαθώντας να θρέψουμε τα ελλείμματά μας, οπότε προσπαθούμε να ικανοποιήσουμε μέσα από την σχέση τα κενά μας, να τραφούμε ανεξάντλητα ο ένας από τον άλλον, για να χορτάσουμε μια πεινασμένη ζωή. 

Ανυπόμονη η ανάγκη μας στρέφεται εξαρτητικά στο άλλο πρόσωπο απαιτώντας με ληστρικό τρόπο για απολαύσεις που δεν δόθηκαν σε προγενέστερο χρόνο.

 Ενωμένοι αδιαίρετα σε ένα πολύπλοκο σχήμα, όπου τα περιγράμματα δεν είναι σαφή, ρουφάμε ο ένας από τον άλλο το μεδούλι της ύπαρξης, για να επανορθωθεί η αίσθηση του ραγισμένου δεσμού στο ψυχικό μας σύστημα. 

Η σχέση γίνεται εργαλείο, όπου μέσα από αυτήν προσπαθούμε απεγνωσμένα να επανορθώσουμε ό,τι κομματιάστηκε στο παρελθόν, γυρεύοντας την συγκόλλησή τους, χρησιμοποιώντας ένα πρόσωπο ή τα συναισθήματα του για αυτόν τον σκοπό.



Η αυτοεκτίμηση μας υποφέρει και υποκύπτουμε σε μια περιορισμένη εικόνα εαυτού, όπου οι επιλογές μας καθρεφτίζουν την αίσθηση της μειονεκτικής μας αξίας.

 Στρεφόμαστε σε εκείνους που συντηρούν την υποβαθμισμένη μας εικόνα, ενώ, αν από θετική συγκυρία συναντήσουμε την επιθυμία στο βλέμμα κάποιου να μας απευθύνεται, οι κινήσεις μας χαρακτηρίζονται από απαξίωση προς το πρόσωπό μας, αμφιβολία για τον άνθρωπο που δονεί μέσα μας πρωτόγνωρα συναισθήματα, ανασφάλεια για το αν εξελιχθεί θετικά η σχέση. 

Δίνουμε αλλά δεν δινόμαστε ουσιαστικά, προσφέρουμε αλλά δεν μοιραζόμαστε, τον φροντίζουμε αλλά δεν ξεδιπλώνουμε τα συναισθήματά μας στην καρδιά του, σπαταλάμε την αγάπη μας χωρίς όριο και σεβασμό στον εαυτό μας, κι όταν εξαντληθούμε προκαλούμε καταιγίδες, όπου ασφυκτιούμε σε αυτές, δικαιώνοντας την αρνητική εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας.

Η επιθυμία θυσιάζεται και οι ανάγκη προσδιορίζεται από τις προσπάθειες μας να δικαιώσουμε μια συγκεκριμένη εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας, την εικόνα του θύματος, όπου μας δόθηκε από πρόσωπα που πέρασαν από την ζωή μας και, αδύναμοι να την αποχωριστούμε, την οικειοποιούμαστε, παραχωρώντας τον εαυτό μας, τα συναισθήματα μας, το ίδιο μας το είναι προς εξυπηρέτηση του άλλου.

 Νιώθοντας την χαμηλή μας αυτοεκτίμηση να συμπιέζει το είναι μας, παραχωρούμε ολάκερο τον εαυτό μας στον άλλο και εθισμένοι σε ένα δεύτερο ρόλο θυσιάζουμε το είναι μας στην υπηρεσία του ερωτικού μας συντρόφου. 

Επειδή δεν εκτιμάμε την ύπαρξη μας, υποτιμάμε την αξία μας και επιλέγουμε ανθρώπους, που παρότι δεν ανταποκρίνονται σε αυτό που πραγματικά θέλουμε, τους εξιδανικεύουμε προσκυνώντάς τους. 

 Επαίτες της ζωής μας σερνόμαστε, ώσπου ανακαλύπτουμε ότι ένα κύμα θλίψης έχει παρασύρει την ζωή μας.

Αν εκτιμάμε τον εαυτό μας, είμαστε σε επαφή με τα συναισθήματα μας και επομένως μπορούμε εύκολα να αναγνωρίσουμε αν αυτό που νιώθουμε είναι αγάπη και έρωτας και να το διαφοροποιήσουμε από την προσδοκία μας να αναπληρωθεί ό,τι στερηθήκαμε, την ανάγκη για επιβεβαίωση, το πάθος για εξάρτηση ή τη θυσία. 

 Σε αυτά τα σχήματα νιώθουμε επώδυνα συναισθήματα, όπου στροβιλιζόμαστε συνεχώς σε μια συναισθηματική σύγχυση και αν δεν της αντισταθούμε, θα έρθει η θλίψη να μας προειδοποιήσει για την ψυχική φθορά, αποτέλεσμα των επιλογών μας.


Η αγάπη δημιουργεί μέσα μας μια ανάσα ελευθερίας, ένα μέλωμα στην ψυχή μας, οι εικόνες μας αποκτούν νόημα, η δημιουργικότητά μας ανθίζει και καρποφορεί και ολόκληρη η ζωή μας χρωματίζεται από ενδιαφέρον για αυτή, ενώ ένα κυματάκι ησυχίας μάς χαϊδεύει ωθώντας μας στην ζωή. 

Η λογική μας προικίζεται με ορθότητα, η κρίση μας καθάρια οπτική, τα συναισθήματά μας ξεκολλούν από την ανάγκη τους να χορτάσουν άπληστα και ικανοποιούνται από μια επιθυμία που επειδή υποστηρίζεται από αξίες αλήθειας, καθαρότητας, ψυχικής ομορφιάς, κυλούν ευχάριστα στο ψυχικό μας σύστημα δροσίζοντας το, και αυτά τα γάργαρα συναισθήματα εναρμονισμένα με την λογική, αποτελούν την πηγή των υγιών αποφάσεων μας.

Για να αγαπήσουμε τους άλλους, βαθιά, ουσιαστικά, αληθινά, χρειάζεται να μάθουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο. 

Να ενισχύσουμε την επιθυμία μέσα μας, ώστε το καθετί που διακινεί μέσα μας θετικά συναισθήματα να αποτελέσει ώθηση χαράς, ικανοποίησης, ψυχικής ζεστασιάς, προκειμένου να το ανταμώσουμε σε μια συνεύρεση αμοιβαιότητας. 

 Για να μυηθούμε σε αυτήν, χρειάζεται να τολμήσουμε να κάνουμε ένα ταξίδι στις εμπειρίες μας, να εξερευνήσουμε τα συναισθήματα που τις συνόδευσαν, να καταλαγιάσουμε το κύμα των δυσάρεστων συναισθημάτων που προκαλούν οι αναμνήσεις, οι οποίες στοιχειώνουν την αξία μας και επιδρούν καταλυτικά στην αγάπη για τον εαυτό μας.

Όσο αποδεχόμαστε κάθε υφάδι θύμησης και συνθέτουμε με αυτό ένα πίνακα, όπου η κάθε εικόνα είναι πολύτιμη, γιατί η θέλησή μας να τη ζήσουμε μας έκανε πιο σοφούς και μας προετοίμασε για τον δρόμο της αγάπης, τόσο μαθαίνουμε να αφυπνίζουμε την αποδοχή του έρωτα και της αγάπης στο ψυχικό μας σύστημα, γιατί σταλάζουμε αξία σε ό,τι κάναμε, κάτι που λειτουργεί σαν ένα θεραπευτικό φίλτρο που εξυγιαίνει τις ενοχές μας και βοηθά τις πρωτοβουλίες μας να δικαιωθούν. 

Όταν συνειδητοποιήσουμε πως το καθετι που συνέβηκε ήταν ένα σκαλοπάτι που μας βοηθησε στο διάβα της ζωής μας, τότε επιδοκιμάζουμε τον εαυτό μας για τις αποφάσεις του, τον επιβεβαιώνουμε για τα ουσιαστικά μαθήματα που πλούτισαν την διαδρομή μας. 

Δίνοντας αξία στον εαυτό μας, εκτιμώντας την αποφασιστικότητά μας να κρατήσουμε το απόσταγμα από τις εμπειρίες μας και να μπολιάσουμε με αυτό το ψυχικό μας σύστημα, νιώθουμε ασφάλεια και εμπιστοσύνη να γυρέψουμε την γαλήνη σε ανθρώπους που η ανταπόκρισή τους δικαιώνει την αποδοχή του έρωτα και της αγάπης, οπότε εμπιστευόμενοι τα ίχνη των συναισθημάτων μας στον ψυχισμό και στο σώμα μας, κολυμπάμε μυημένοι στην επιθυμία μας και της παραδινόμαστε, προκειμένου να συναντηθούμε με τον άνθρωπο μας που τα συναισθήματά του δονούνται στους ίδιους παλμούς με τους παλμούς της δικής μας καρδιάς.

Αγγελική Μπολουδάκη

Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι

Pages