ΑΓΑΠΗ εἶναι μία
ἀγαθή διάθεση τῆς ψυχῆς, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν προτιμάει τίποτε
ἄλλο περισσότερο ἀπό τό νά γνωρίσει τό Θεό. Εἶναι ἀδύνατον ὅμως ν'
ἀποκτήσει σταθερά μέσα τοῦ αὐτή τήν ἀγάπη, ὅποιος ἔχει ἐμπαθῆ
προσκόλληση σέ κάτι ἀπό τά γήινα.
Μήν πεῖς ὅτι καί μόνο ἡ πίστη μου στό Χριστό μπορεῖ νά μέ σώσει. Αὐτό εἶναι ἀδύνατον, ἄν δέν ἀποκτήσεις καί τήν ἔμπρακτη ἀγάπη. Ἡ ἁπλή πίστη, πού δέν συνοδεύεται μέ ἔργα ἀγάπης, τίποτε δέν ὠφελεῖ, ἀφοῦ καί τά δαιμόνια πιστεύουν καί τρέμουν.
Ὅπως ἡ μνήμη τῆς φωτιᾶς δέν ζεσταίνει τό σῶμα, ἔτσι καί ἡ πίστη χωρίς ἀγάπη δέν φωτίζει τήν ψυχή μέ τή γνώση τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖνο πού ἀγαπάει κανείς, σ' αὐτό καί εἶναι προσηλωμένος, καί, γιά νά μήν τό στερηθεῖ, καταφρονεῖ ὅλα ὅσα τόν ἀποσποῦν ἀπ' αὐτό. Ἔτσι κι ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τό Θεό, καλλιεργεῖ τήν καθαρή προσευχή καί διώχνει ἀπό μέσα τοῦ κάθε πάθος πού τόν ἐμποδίζει ἀπ' αὐτήν.
Ὁ νοῦς πού ἑνώνεται μέ τό Θεό καί παραμένει μαζί του μέ τήν προσευχή καί τήν ἀγάπη, αὐτός γίνεται σοφός, ἀγαθός, δυνατός, φιλάνθρωπος, σπλαχνικός, μακρόθυμος. Μ' ἕνα λόγο, ἔχει πάνω του ὅλα τά θεία γνωρίσματα. Ὅταν ὅμως ἀπομακρύνεται ἀπό τό Θεό καί προσκολλᾶται στά γήινα, ἤ γίνεται σάν κτῆνος, καθώς κυλιέται στίς ἡδονές, ἤ γίνεται σάν θηρίο, καθώς φιλονικεῖ μέ τούς ἀνθρώπους γιά πράγματα ὑλικά.
Ἐκεῖνος πού φοβᾶται τό Θεό, ἔχει πάντοτε σύντροφό του τήν ταπεινοφροσύνη. Καί ἡ ταπεινοφροσύνη τόν ὁδηγεῖ στήν ἀγάπη καί τήν εὐχαριστία τοῦ Θεοῦ. Σκέφτεται δηλαδή τήν προηγούμενη ζωή του, τά διάφορα ἁμαρτήματα καί τούς πειρασμούς του, καί πῶς ἀπ' ὅλα αὐτά τόν γλύτωσε ὁ Κύριος καί τόν μετέφερε ἀπό τή ζωή τῶν παθῶν στόν κατά Θεόν βίο. Μέ τέτοιες σκέψεις λοιπόν ἀποκτάει καί τήν ἀγάπη πρός τό Θεό, τόν εὐεργέτη καί κυβερνήτη τῆς ζωῆς του, τόν ὁποῖο ἀδιάλειπτα εὐχαριστεῖ μέ πολλή ταπεινοφροσύνη.
Ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τό Θεό, ζεῖ ἀγγελικό βίο πάνω στή γῆ. Νηστεύει καί ἀγρυπνεῖ, ψάλλει καί προσεύχεται, καί γιά κάθε ἄνθρωπο σκέφτεται πάντοτε τό καλό.
Μήν πεῖς ὅτι καί μόνο ἡ πίστη μου στό Χριστό μπορεῖ νά μέ σώσει. Αὐτό εἶναι ἀδύνατον, ἄν δέν ἀποκτήσεις καί τήν ἔμπρακτη ἀγάπη. Ἡ ἁπλή πίστη, πού δέν συνοδεύεται μέ ἔργα ἀγάπης, τίποτε δέν ὠφελεῖ, ἀφοῦ καί τά δαιμόνια πιστεύουν καί τρέμουν.
Ὅπως ἡ μνήμη τῆς φωτιᾶς δέν ζεσταίνει τό σῶμα, ἔτσι καί ἡ πίστη χωρίς ἀγάπη δέν φωτίζει τήν ψυχή μέ τή γνώση τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖνο πού ἀγαπάει κανείς, σ' αὐτό καί εἶναι προσηλωμένος, καί, γιά νά μήν τό στερηθεῖ, καταφρονεῖ ὅλα ὅσα τόν ἀποσποῦν ἀπ' αὐτό. Ἔτσι κι ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τό Θεό, καλλιεργεῖ τήν καθαρή προσευχή καί διώχνει ἀπό μέσα τοῦ κάθε πάθος πού τόν ἐμποδίζει ἀπ' αὐτήν.
Ὁ νοῦς πού ἑνώνεται μέ τό Θεό καί παραμένει μαζί του μέ τήν προσευχή καί τήν ἀγάπη, αὐτός γίνεται σοφός, ἀγαθός, δυνατός, φιλάνθρωπος, σπλαχνικός, μακρόθυμος. Μ' ἕνα λόγο, ἔχει πάνω του ὅλα τά θεία γνωρίσματα. Ὅταν ὅμως ἀπομακρύνεται ἀπό τό Θεό καί προσκολλᾶται στά γήινα, ἤ γίνεται σάν κτῆνος, καθώς κυλιέται στίς ἡδονές, ἤ γίνεται σάν θηρίο, καθώς φιλονικεῖ μέ τούς ἀνθρώπους γιά πράγματα ὑλικά.
Ἐκεῖνος πού φοβᾶται τό Θεό, ἔχει πάντοτε σύντροφό του τήν ταπεινοφροσύνη. Καί ἡ ταπεινοφροσύνη τόν ὁδηγεῖ στήν ἀγάπη καί τήν εὐχαριστία τοῦ Θεοῦ. Σκέφτεται δηλαδή τήν προηγούμενη ζωή του, τά διάφορα ἁμαρτήματα καί τούς πειρασμούς του, καί πῶς ἀπ' ὅλα αὐτά τόν γλύτωσε ὁ Κύριος καί τόν μετέφερε ἀπό τή ζωή τῶν παθῶν στόν κατά Θεόν βίο. Μέ τέτοιες σκέψεις λοιπόν ἀποκτάει καί τήν ἀγάπη πρός τό Θεό, τόν εὐεργέτη καί κυβερνήτη τῆς ζωῆς του, τόν ὁποῖο ἀδιάλειπτα εὐχαριστεῖ μέ πολλή ταπεινοφροσύνη.
Ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τό Θεό, ζεῖ ἀγγελικό βίο πάνω στή γῆ. Νηστεύει καί ἀγρυπνεῖ, ψάλλει καί προσεύχεται, καί γιά κάθε ἄνθρωπο σκέφτεται πάντοτε τό καλό.
Ἡ ἀγάπη πρός τό Θεό παρακινεῖ ὅποιον τήν ἔχει νά καταφρονεῖ κάθε
πρόσκαιρη ἡδονή καί κάθε κόπο καί λύπη. Ἄς σέ πείσουν γι' αὐτό ὅλοι οἱ
ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι τόσα ἔπαθαν γιά τό Χριστό.
Ἡ ἀνέκφραστη εἰρήνη πού ἔχουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ὀφείλεται σ' αὐτά τά δύο: στήν ἀγάπη πρός τό Θεό καί στήν ἀγάπη ἀναμεταξύ τους. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τούς ἁγίους ὅλων τῶν αἰώνων. Πολύ καλά λοιπόν ἔχει λεχθεῖ ἀπό τό Σωτήρα μας, ὅτι σ' αὐτές τίς δύο ἐντολές συνοψίζονται ὅλος ὁ νόμος καί ἡ διδασκαλία τῶν Προφητῶν (Μάτθ. 22, 40).
Ὅποιος ἀγαπάει τό Θεό δέν εἶναι δυνατόν νά μήν ἀγαπήσει καί κάθε ἄνθρωπο σάν τόν ἑαυτό του. Καί ὅσους ἀκόμα εἶναι ὑπόδουλοι στά πάθη τους, κι αὐτούς τούς ἀγαπάει σάν τόν ἑαυτό του, καί χαίρεται μέ ἀμέτρητη καί ἀνείπωτη χαρά ὅταν τούς βλέπει νά διορθώνονται.
«Ὅποιος μέ ἀγαπάει», λέει ὁ Κύριος, «θά τηρήσει τίς ἐντολές μου» (Ἰω. 14, 23). «Καί ἡ δική μου ἐντολή εἶναι νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλο» (Ἰω. 15,12). Ἐκεῖνος λοιπόν πού δέν ἀγαπάει τόν πλησίον του, ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου. Καί ὅποιος ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου, οὔτε τόν Κύριο εἶναι δυνατόν ν' ἀγαπήσει.
Μήν καταφρονήσεις τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης γιατί μ' αὐτή θά γίνεις παιδί τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ παραβαίνοντας τήν θά γίνεις παιδί τῆς γέεννας.
Ἡ ἀνέκφραστη εἰρήνη πού ἔχουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ὀφείλεται σ' αὐτά τά δύο: στήν ἀγάπη πρός τό Θεό καί στήν ἀγάπη ἀναμεταξύ τους. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τούς ἁγίους ὅλων τῶν αἰώνων. Πολύ καλά λοιπόν ἔχει λεχθεῖ ἀπό τό Σωτήρα μας, ὅτι σ' αὐτές τίς δύο ἐντολές συνοψίζονται ὅλος ὁ νόμος καί ἡ διδασκαλία τῶν Προφητῶν (Μάτθ. 22, 40).
Ὅποιος ἀγαπάει τό Θεό δέν εἶναι δυνατόν νά μήν ἀγαπήσει καί κάθε ἄνθρωπο σάν τόν ἑαυτό του. Καί ὅσους ἀκόμα εἶναι ὑπόδουλοι στά πάθη τους, κι αὐτούς τούς ἀγαπάει σάν τόν ἑαυτό του, καί χαίρεται μέ ἀμέτρητη καί ἀνείπωτη χαρά ὅταν τούς βλέπει νά διορθώνονται.
«Ὅποιος μέ ἀγαπάει», λέει ὁ Κύριος, «θά τηρήσει τίς ἐντολές μου» (Ἰω. 14, 23). «Καί ἡ δική μου ἐντολή εἶναι νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλο» (Ἰω. 15,12). Ἐκεῖνος λοιπόν πού δέν ἀγαπάει τόν πλησίον του, ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου. Καί ὅποιος ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου, οὔτε τόν Κύριο εἶναι δυνατόν ν' ἀγαπήσει.
Μήν καταφρονήσεις τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης γιατί μ' αὐτή θά γίνεις παιδί τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ παραβαίνοντας τήν θά γίνεις παιδί τῆς γέεννας.
Γιά τίς ἑξῆς πέντε αἰτίες οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦν ὁ ἕνας τόν ἄλλο:
- Γιά τό Θεό, ὅπως ὁ ἐνάρετός τους ἀγαπάει ὅλους, καί ὅπως κάποιος ἀγαπάει τόν ἐνάρετο, ἔστω κι ἄν ὁ ἴδιος δέν ἔγινε ἀκόμα ἐνάρετος.
- Γιά φυσικούς λόγους, ὅπως οἱ γονεῖς ἀγαποῦν τά παιδιά τους, καί ἀντιστρόφως.
- Ἀπό κενοδοξία, ὅπως ἀγαπάει κάποιος αὐτόν πού τόν δοξάζει.
- Ἀπό φιλαργυρία, ὅπως ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τόν πλούσιο γιατί τοῦ δίνει χρήματα.
- Ἀπό φιληδονία, ὅπως ἐκεῖνος πού ἀγαπάει ἕνα πρόσωπο γιατί τοῦ ἱκανοποιεῖ τή γαστριμαργία ἤ τή σαρκική του ἐπιθυμία.
Ἀπ' αὐτές λοιπόν τίς αἰτίες, ἡ πρώτη εἶναι ἀξιέπαινη, ἡ δεύτερη οὔτε ἐπαινετή οὔτε ἀξιοκατάκριτη, ἐνῶ οἱ ὑπόλοιπες εἶναι ἐμπαθεῖς.
Σέ ὅλες μας τίς πράξεις ὁ Θεός ἐξετάζει τό σκοπό γιά τόν ὁποῖο τίς ἐκτελοῦμε. ἄν δηλαδή τίς κάνουμε γι' Αὐτόν ἤ γιά κάτι ἄλλο. Ὅταν λοιπόν θέλουμε νά κάνουμε ἕνα καλό, ἄς μήν ἔχουμε σκοπό ν' ἀρέσουμε στούς ἀνθρώπους, ἀλλά μόνο στό Θεό. Σ' Αὐτόν ν' ἀποβλέπουμε καί ὅλα νά τά κάνουμε γιά τή δική Του δόξα. Διαφορετικά, θά κουραζόμαστε χωρίς νά κερδίζουμε τίποτα.
Ἔργο ἀγάπης εἶναι ἡ ὁλόψυχη εὐεργεσία πρός τόν πλησίον μας, ἡ μακροθυμία καί ἡ ὑπομονή πού δείχνουμε ἀπέναντί του, καθώς ἐπίσης καί ἡ φρόνιμη καί συνετή χρησιμοποίηση τῶν πραγμάτων.
Ἡ διάθεση τῆς ἀγάπης δέν φανερώνεται μόνο μέ τήν παροχή χρημάτων, ἀλλά πολύ περισσότερο μέ τή μετάδοση πνευματικοῦ λόγου καί μέ τή σωματική διακονία.
Ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τό Χριστό, Τόν μιμεῖται ὅσο μπορεῖ. Ὁ Χριστός, γιά παράδειγμα,
- δέν ἔπαυσε νά εὐεργετεῖ τούς ἀνθρώπους.
- ἔδειχνε μακροθυμία, ὅταν τοῦ συμπεριφέρονταν μέ ἀχαριστία καί Τόν βλαστημοῦσαν.
- ὑπέμεινε ὅταν Τόν χτυποῦσαν καί Τόν θανάτωναν, χωρίς καθόλου νά σκέφτεται γιά κανέναν τό κακό πού Τοῦ ἔκανε.
Αὐτά τά τρία ἔργα εἶναι ἐκφραστικά της ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Χωρίς αὐτά, ἀπατᾶται ἐκεῖνος πού λέει ὅτι ἀγαπάει τό Χριστό ἤ ὅτι θά κερδίσει τή βασιλεία Του. Γιατί ὁ Κύριός μας βεβαιώνει: «Δέν θά μπεῖ στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἐκεῖνος πού μου λέει "Κύριε, Κύριε", ἀλλά ἐκεῖνος πού κάνει τό θέλημα τοῦ Πατέρα μου» (Μάτθ. 7, 21). Καί πάλι: «Ὅποιος μέ ἀγαπάει θά τηρήσει τίς ἐντολές μου» (Ἰω. 14,15).
«Ἐγώ σᾶς λέω», εἶπε ὁ Κύριος, «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς σας, εὐεργετεῖτε ὅσους σᾶς μισοῦν, προσεύχεστε γιά ὅσους σᾶς βλάπτουν» (Μάτθ. 5, 44). Γιατί ἔδωσε αὐτές τίς ἐντολές; Γιά νά σέ ἐλευθερώσει ἀπό τό μίσος, τή λύπη, τήν ὀργή καί τή μνησικακία καί νά σέ ἀξιώσει ν' ἀποκτήσεις τήν τέλεια ἀγάπη. Αὐτή εἶναι ἀδύνατον νά τήν ἔχει ὅποιος δέν ἀγαπάει ἐξίσου ὅλους τους ἀνθρώπους, ὅπως καί ὁ Θεός τούς ἀγαπάει ὅλους ἐξίσου.
Ὅποιος ἔχει τήν τέλεια ἀγάπη, δέν κάνει διακρίσεις στούς ἀνθρώπους. Ξέρει πώς ὅλοι μας ἔχουμε τήν ἴδια ἀνθρώπινη φύση, καί γι' αὐτό ἀνεξαίρετά τους ἀγαπάει ὅλους τό ἴδιο. Τούς ἐναρέτους τους ἀγαπάει ὡς φίλους, ἐνῶ τούς κακούς τους ἀγαπάει ὡς ἐχθρούς καί τούς εὐεργετεῖ καί μακροθυμεῖ καί ὑπομένει, ἄν τόν βλάψουν, χωρίς νά ὑπολογίζει καθόλου τό κακό πού τοῦ γίνεται. Ἀντίθετα, ἄν τό καλέσει ἡ περίσταση, πάσχει γιά χάρη τους, γιά νά τούς κάνει κι αὐτούς φίλους, ἄν εἶναι δυνατόν. Κι ἄν αὐτό δέν τό κατορθώσει, δέν ἀλλάζει τή διάθεσή του, ἀλλά συνεχίζει νά τούς ἀγαπάει ὅλους ἐξίσου.
Ἀγωνίσου, ὅσο μπορεῖς, ν' ἀγαπήσεις κάθε ἄνθρωπο. Ἄν αὐτό δέν μπορεῖς νά τό κάνεις ἀκόμα, τουλάχιστον μή μισήσεις κανέναν. Ἀλλά οὔτε αὐτό θά μπορέσεις νά τό πετύχεις, ἄν δέν καταφρονήσεις τά πράγματα τοῦ κόσμου.
Αὐτά πού διώχνουν τήν ἀγάπη ἀπό τόν ἄνθρωπο εἶναι τά ἑξῆς: ἡ προσβολή, ἡ ζημία, ἡ συκοφαντία σέ θέματα πίστεως ἤ διαγωγῆς, τά ξυλοκοπήματα, οἱ πληγές καί τά παρόμοια, πού συμβαίνουν εἴτε στόν ἴδιο εἴτε σέ κάποιον συγγενῆ ἤ φίλο του. Ἐκεῖνος λοιπόν πού γιά κάτι ἀπ' αὐτά διώχνει τήν ἀγάπη, δέν ἔμαθε ἀκόμα ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.
Ὅλος ὁ σκοπός τῶν ἐντολῶν τοῦ Σωτῆρος εἶναι νά ἐλευθερώσουν τό νοῦ ἀπό τήν ἀκράτεια καί τό μίσος, καί νά τόν ὁδηγήσουν στήν ἀγάπη Αὐτοῦ καί τοῦ πλησίον. Ἀπό αὐτή τή διπλή ἀγάπη γεννιέται τό φῶς τῆς ἔμπρακτης πνευματικῆς γνώσεως.
Ἄν «ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ» (Ρώμ. 13,10), ἐκεῖνος πού ἔχει μνησικακία γιά τόν ἀδελφό καί κάνει δόλια σχέδια ἐναντίον του καί τόν καταριέται καί χαίρεται γιά κάθε τοῦ πτώση, αὐτός δέν παραβαίνει ἄραγε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί δέν εἶναι ἄξιος γιά τήν αἰώνια κόλαση;
Ἄν «ἡ ἀγάπη δέν κάνει κακό στόν πλησίον» (Ρώμ. 13, 10), ἐκεῖνος πού φθονεῖ τόν ἀδελφό καί λυπᾶται γιά τήν προκοπή του καί μέ εἰρωνεῖες προσπαθεῖ νά κηλιδώσει τήν ὑπόληψή του ἤ τόν ἐπιβουλεύεται μέ κάποια κακοήθεια, αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν ἀποξενώνει ἄραγε τόν ἑαυτό του ἀπό τήν ἀγάπη καί δέν τόν κάνει ἔνοχο γιά τήν αἰώνια κρίση;
Ὁ Χριστός δέν θέλει νά ἔχεις ἐναντίον κανενός ἀνθρώπου μίσος ἤ λύπη ἤ ὀργή ἤ μνησικακία ὁποιασδήποτε μορφῆς καί γιά ὁποιοδήποτε πρόσκαιρο πράγμα. Κι αὐτό τό διακηρύσσουν παντοῦ τά τέσσερα Εὐαγγέλια.
Ὅποιος βλέπει καί ἴχνος μόνο μίσους μέσα στήν καρδιά του πρός
ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο καί γιά ὁποιοδήποτε σφάλμα του, αὐτός δέν ἀγαπάει
καθόλου τό Θεό. Γιατί ἡ ἀγάπη πρός τό Θεό δέν ἀνέχεται καθόλου τό μίσος
κατά τοῦ πλησίον.
Μήν πεῖς, «Δέν μισῶ τόν ἀδελφό μου», τή στιγμή πού δέν θέλεις νά τόν θυμᾶσαι. Ἄκουσε τί λέει ὁ προφήτης Μωυσῆς. «Μήν μισήσεις τόν ἀδελφό σου μέ τή σκέψη σου. Νά τόν ἐλέγξεις ὅμως, γιά νά μήν ἔχεις τήν ἁμαρτία πού θά εἶχες, ἄν ἀδιαφοροῦσες γιά τή διόρθωσή του» (Λευιτ. 19,17).
Ἡ λύπη εἶναι στενά συνδεδεμένη μέ τή μνησικακία. Ὅταν λοιπόν ὁ νοῦς σκέφτεται τό πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ καί αἰσθάνεται λύπη, εἶναι φανερό ὅτι τοῦ κρατάει κακία. «Οἱ δρόμοι ὅμως τῶν μνησικάκων ὁδηγοῦν στόν πνευματικό θάνατο» (Πάρ. 12, 2/, γιατί «ὁ κάθε μνησίκακος εἶναι παραβάτης τοῦ νόμου» (Πάρ. 21, 24).
Τήν ὥρα τῆς εἰρήνης σου μή θυμᾶσαι ἐκεῖνα πού σου εἶπε ὁ ἀδελφός τόν καιρό πού σέ στενοχώρησε - εἴτε σέ σένα κατά πρόσωπο τά εἶπε, εἴτε σέ ἄλλον καί μετά τά ἄκουσες - γιά νά μήν πέσεις στό πάθος τῆς μνησικακίας.
Ὅταν συνομιλεῖς μέ ἄλλους, πρόσεχε μήπως ἐξαιτίας τῆς λύπης πού διατηρεῖς ἀκόμα κρυμμένη μέσα σου, νοθεύσεις τούς ἐπαίνους σου γιά τόν ἀδελφό, ἀναμειγνύοντας ἀσυναίσθητα στά λόγια σου τήν κατηγορία. Χρησιμοποίησε στίς συνομιλίες σου ἁγνό ἔπαινο γιά τόν ἀδελφό, καί νά προσεύχεσαι γι' αὐτόν εἰλικρινά, σάν νά προσεύχεσαι γιά τόν ἑαυτό σου. Ἔτσι, πολύ σύντομα θά ἐλευθερωθεῖς ἀπό τό ὀλέθριο μίσος.
Μή θίξεις τόν ἀδελφό σου μέ ὑπονοούμενα, μήν τυχόν σου ἀνταποδώσει κι ἐκεῖνος τά ἴδια καί χάσετε ἔτσι καί οἱ δύο σας τήν ἀγάπη. Ἄν ὁ ἀδελφός ἔσφαλε, ὑπόδειξέ του τό σφάλμα μέ παρρησία καί ἀγάπη γιά νά διαλύσεις ἔτσι τήν αἰτία τῆς στενοχώριας καί ν' ἀπαλλαγεῖτε ἀπό τήν ταραχή καί τή λύπη. Βλαστήμησε κάποιος; Μή μισήσεις αὐτόν, ἀλλά τή βλασφημία καί τό δαίμονα πού τόν ἔκανε νά βλαστημήσει. Ἄν ὅμως μισεῖς αὐτόν πού βλαστήμησε, μίσησες ἄνθρωπο καί ἔτσι ἀθέτησες τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης. Ὅ,τι ἔκανε ἐκεῖνος μέ τό λόγο, τό κάνεις ἐσύ μέ τό ἔργο. Ἄν τώρα τηρεῖς τήν ἐντολή, δεῖξε τήν ἀγάπη σου καί ὅσο μπορεῖς βοήθησε τόν ν' ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό κακό.
Δέν μπορεῖ μία λογική ψυχή, πού τρέφει μίσος ἐναντίον κάποιου ἀνθρώπου, νά εἰρηνεύσει μέ τό Θεό, ὁ ὁποῖος ἔχει δώσει τίς ἐντολές. Γιατί ἐκεῖ μας λέει: «Ἄν δέν συγχωρεῖτε τά σφάλματα τῶν συνανθρώπων σας, οὔτε ὁ Πατέρας σᾶς ὁ οὐράνιος θά συγχωρήσει τά δικά σας σφάλματα» (Μάτθ. 6,15).
Ἄν θέλεις νά μήν ξεπέσεις ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, οὔτε τόν ἀδελφό σου ν' ἀφήσεις νά κοιμηθεῖ λυπημένο μαζί σου οὔτε καί σύ νά κοιμηθεῖς λυπημένος μαζί του. Πήγαινε, συμφιλιώσου μέ τόν ἀδελφό σου, καί τότε ἔλα πρόσφερε στό Χριστό τό δῶρο τῆς ἀγάπης σου μέ καθαρή συνείδηση καί θερμή προσευχή.
Ἐξέτασε τή συνείδησή σου μέ κάθε ἀκρίβεια, μήπως ἐξαιτίας σου δέν συμφιλιώθηκε ὁ ἀδελφός μαζί σου. Τή συνείδηση, πού γνωρίζει τίς κρυφές σου σκέψεις, μήν τήν καταφρονεῖς, γιατί ἔτσι θά σού γίνεται ἐμπόδιο τήν ὥρα τῆς προσευχῆς καί θά σέ κατηγορεῖ τήν ὥρα τοῦ θανάτου σου.
Μήν ἀφήσεις τ' αὐτιά σου ν' ἀκοῦνε τά λόγια ὅποιου καταλαλεῖ, οὔτε καί τά δικά σου λόγια νά φτάνουν στ' αὐτιά τοῦ φιλοκατήγορου, μιλώντας ἤ ἀκούγοντας μέ εὐχαρίστηση κατά τοῦ πλησίον σου, γιά νά μή χάσεις τή θεία ἀγάπη καί βρεθεῖς ἀπόκληρός της αἰώνιας ζωῆς.
Μή νομίζεις ὅτι σέ ἀγαποῦν ἐκεῖνοι πού σου μεταφέρουν λόγια, τά ὁποία σου προξενοῦν λύπη καί μίσος ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ, ἀκόμα κι ἄν σου φαίνονται ὅτι λένε ἀλήθεια. Αὐτούς νά τούς ἀποστρέφεσαι σάν θανατηφόρα φίδια, ὥστε κι ἐκείνους νά σταματήσεις νά κατηγοροῦν καί τή δική σου ψυχή ν' ἀπαλλάξεις ἀπό τήν κακία.
Τόν ἀδελφό, πού τόν εἶχες μέχρι χθές πνευματικό καί ἐνάρετο, μήν τόν κρίνεις σήμερα ὡς κακό καί πονηρό, ἐπειδή ὁ διάβολος σ' ἔβαλε νά τόν μισήσεις. Ἐσύ, μέ τήν ἀγάπη πού μακροθυμεῖ, ἔχοντας στό νοῦ σου τά χθεσινά καλά του, διῶξε τό σημερινό μίσος τῆς ψυχῆς.
Ἐκεῖνον πού μέχρι χθές ἐπαινοῦσες ὡς καλό καί τόν ἐγκωμίαζες ὡς ἐνάρετο, μήν τόν κακολογήσεις σήμερα, ἐπειδή τόν μίσησες, ἔχοντας ὡς πρόσχημα τόν δικό του ἄσχημο λόγο. Ἐσύ συνέχισε νά τόν ἐπαινεῖς, ἀκόμα κι ἄν κυριαρχεῖσαι ἀπό τή λύπη. Μ' αὐτόν τόν τρόπο εὔκολα θά ἐπανέλθεις στή σωτήρια ἀγάπη.
Ὅταν μᾶς δοῦν οἱ δαίμονες νά καταφρονοῦμε τά πράγματα τοῦ κόσμου, μέ σκοπό νά μή μισήσουμε γιά χάρη τούς τούς ἀνθρώπους καί ξεπέσουμε ἔτσι ἀπό τήν ἀγάπη, τότε ξεσηκώνουν ἐναντίον μᾶς συκοφαντίες, ὥστε μήν ὑποφέροντας τή λύπη νά μᾶς ἀναγκάσουν νά μισήσουμε τούς συκοφάντες.
Μήν πεῖς, «Δέν μισῶ τόν ἀδελφό μου», τή στιγμή πού δέν θέλεις νά τόν θυμᾶσαι. Ἄκουσε τί λέει ὁ προφήτης Μωυσῆς. «Μήν μισήσεις τόν ἀδελφό σου μέ τή σκέψη σου. Νά τόν ἐλέγξεις ὅμως, γιά νά μήν ἔχεις τήν ἁμαρτία πού θά εἶχες, ἄν ἀδιαφοροῦσες γιά τή διόρθωσή του» (Λευιτ. 19,17).
Ἡ λύπη εἶναι στενά συνδεδεμένη μέ τή μνησικακία. Ὅταν λοιπόν ὁ νοῦς σκέφτεται τό πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ καί αἰσθάνεται λύπη, εἶναι φανερό ὅτι τοῦ κρατάει κακία. «Οἱ δρόμοι ὅμως τῶν μνησικάκων ὁδηγοῦν στόν πνευματικό θάνατο» (Πάρ. 12, 2/, γιατί «ὁ κάθε μνησίκακος εἶναι παραβάτης τοῦ νόμου» (Πάρ. 21, 24).
Τήν ὥρα τῆς εἰρήνης σου μή θυμᾶσαι ἐκεῖνα πού σου εἶπε ὁ ἀδελφός τόν καιρό πού σέ στενοχώρησε - εἴτε σέ σένα κατά πρόσωπο τά εἶπε, εἴτε σέ ἄλλον καί μετά τά ἄκουσες - γιά νά μήν πέσεις στό πάθος τῆς μνησικακίας.
Ὅταν συνομιλεῖς μέ ἄλλους, πρόσεχε μήπως ἐξαιτίας τῆς λύπης πού διατηρεῖς ἀκόμα κρυμμένη μέσα σου, νοθεύσεις τούς ἐπαίνους σου γιά τόν ἀδελφό, ἀναμειγνύοντας ἀσυναίσθητα στά λόγια σου τήν κατηγορία. Χρησιμοποίησε στίς συνομιλίες σου ἁγνό ἔπαινο γιά τόν ἀδελφό, καί νά προσεύχεσαι γι' αὐτόν εἰλικρινά, σάν νά προσεύχεσαι γιά τόν ἑαυτό σου. Ἔτσι, πολύ σύντομα θά ἐλευθερωθεῖς ἀπό τό ὀλέθριο μίσος.
Μή θίξεις τόν ἀδελφό σου μέ ὑπονοούμενα, μήν τυχόν σου ἀνταποδώσει κι ἐκεῖνος τά ἴδια καί χάσετε ἔτσι καί οἱ δύο σας τήν ἀγάπη. Ἄν ὁ ἀδελφός ἔσφαλε, ὑπόδειξέ του τό σφάλμα μέ παρρησία καί ἀγάπη γιά νά διαλύσεις ἔτσι τήν αἰτία τῆς στενοχώριας καί ν' ἀπαλλαγεῖτε ἀπό τήν ταραχή καί τή λύπη. Βλαστήμησε κάποιος; Μή μισήσεις αὐτόν, ἀλλά τή βλασφημία καί τό δαίμονα πού τόν ἔκανε νά βλαστημήσει. Ἄν ὅμως μισεῖς αὐτόν πού βλαστήμησε, μίσησες ἄνθρωπο καί ἔτσι ἀθέτησες τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης. Ὅ,τι ἔκανε ἐκεῖνος μέ τό λόγο, τό κάνεις ἐσύ μέ τό ἔργο. Ἄν τώρα τηρεῖς τήν ἐντολή, δεῖξε τήν ἀγάπη σου καί ὅσο μπορεῖς βοήθησε τόν ν' ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό κακό.
Δέν μπορεῖ μία λογική ψυχή, πού τρέφει μίσος ἐναντίον κάποιου ἀνθρώπου, νά εἰρηνεύσει μέ τό Θεό, ὁ ὁποῖος ἔχει δώσει τίς ἐντολές. Γιατί ἐκεῖ μας λέει: «Ἄν δέν συγχωρεῖτε τά σφάλματα τῶν συνανθρώπων σας, οὔτε ὁ Πατέρας σᾶς ὁ οὐράνιος θά συγχωρήσει τά δικά σας σφάλματα» (Μάτθ. 6,15).
Ἄν θέλεις νά μήν ξεπέσεις ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, οὔτε τόν ἀδελφό σου ν' ἀφήσεις νά κοιμηθεῖ λυπημένο μαζί σου οὔτε καί σύ νά κοιμηθεῖς λυπημένος μαζί του. Πήγαινε, συμφιλιώσου μέ τόν ἀδελφό σου, καί τότε ἔλα πρόσφερε στό Χριστό τό δῶρο τῆς ἀγάπης σου μέ καθαρή συνείδηση καί θερμή προσευχή.
Ἐξέτασε τή συνείδησή σου μέ κάθε ἀκρίβεια, μήπως ἐξαιτίας σου δέν συμφιλιώθηκε ὁ ἀδελφός μαζί σου. Τή συνείδηση, πού γνωρίζει τίς κρυφές σου σκέψεις, μήν τήν καταφρονεῖς, γιατί ἔτσι θά σού γίνεται ἐμπόδιο τήν ὥρα τῆς προσευχῆς καί θά σέ κατηγορεῖ τήν ὥρα τοῦ θανάτου σου.
Μήν ἀφήσεις τ' αὐτιά σου ν' ἀκοῦνε τά λόγια ὅποιου καταλαλεῖ, οὔτε καί τά δικά σου λόγια νά φτάνουν στ' αὐτιά τοῦ φιλοκατήγορου, μιλώντας ἤ ἀκούγοντας μέ εὐχαρίστηση κατά τοῦ πλησίον σου, γιά νά μή χάσεις τή θεία ἀγάπη καί βρεθεῖς ἀπόκληρός της αἰώνιας ζωῆς.
Μή νομίζεις ὅτι σέ ἀγαποῦν ἐκεῖνοι πού σου μεταφέρουν λόγια, τά ὁποία σου προξενοῦν λύπη καί μίσος ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ, ἀκόμα κι ἄν σου φαίνονται ὅτι λένε ἀλήθεια. Αὐτούς νά τούς ἀποστρέφεσαι σάν θανατηφόρα φίδια, ὥστε κι ἐκείνους νά σταματήσεις νά κατηγοροῦν καί τή δική σου ψυχή ν' ἀπαλλάξεις ἀπό τήν κακία.
Τόν ἀδελφό, πού τόν εἶχες μέχρι χθές πνευματικό καί ἐνάρετο, μήν τόν κρίνεις σήμερα ὡς κακό καί πονηρό, ἐπειδή ὁ διάβολος σ' ἔβαλε νά τόν μισήσεις. Ἐσύ, μέ τήν ἀγάπη πού μακροθυμεῖ, ἔχοντας στό νοῦ σου τά χθεσινά καλά του, διῶξε τό σημερινό μίσος τῆς ψυχῆς.
Ἐκεῖνον πού μέχρι χθές ἐπαινοῦσες ὡς καλό καί τόν ἐγκωμίαζες ὡς ἐνάρετο, μήν τόν κακολογήσεις σήμερα, ἐπειδή τόν μίσησες, ἔχοντας ὡς πρόσχημα τόν δικό του ἄσχημο λόγο. Ἐσύ συνέχισε νά τόν ἐπαινεῖς, ἀκόμα κι ἄν κυριαρχεῖσαι ἀπό τή λύπη. Μ' αὐτόν τόν τρόπο εὔκολα θά ἐπανέλθεις στή σωτήρια ἀγάπη.
Ὅταν μᾶς δοῦν οἱ δαίμονες νά καταφρονοῦμε τά πράγματα τοῦ κόσμου, μέ σκοπό νά μή μισήσουμε γιά χάρη τούς τούς ἀνθρώπους καί ξεπέσουμε ἔτσι ἀπό τήν ἀγάπη, τότε ξεσηκώνουν ἐναντίον μᾶς συκοφαντίες, ὥστε μήν ὑποφέροντας τή λύπη νά μᾶς ἀναγκάσουν νά μισήσουμε τούς συκοφάντες.
Δέν ὑπάρχει βαρύτερος πόνος τῆς ψυχῆς ἀπό τή συκοφαντία, εἴτε στήν
πίστη συκοφαντεῖται κάποιος εἴτε στή διαγωγή. Καί κανείς δέν μπορεῖ νά
μένει ἀδιάφορος ὅταν συκοφαντεῖται, παρά μόνο ἐκεῖνος πού στρέφει τά
μάτια του στό Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος πού μπορεῖ νά μᾶς λυτρώσει ἀπό
τόν κίνδυνο καί νά φανερώσει στούς ἀνθρώπους τήν ἀλήθεια καί νά
παρηγορήσει τήν ψυχή μέ τήν ἐλπίδα.
Ὅσο ἐσύ προσεύχεσαι μ' ὅλη σου τήν ψυχή γιά ἐκεῖνον πού σέ συκοφάντησε, τόσο καί ὁ Θεός πληροφορεῖ γιά τήν ἀθωότητά σου ὅσους σκανδαλίστηκαν ἐξαιτίας τῆς συκοφαντίας.
Γνήσιος φίλος εἶναι ἐκεῖνος πού, στόν καιρό τοῦ πειρασμοῦ, συμμερίζεται ἀθόρυβα καί ἀτάραχα τίς θλίψεις, τίς ἀνάγκες καί τίς συμφορές τοῦ πλησίον, σάν νά εἶναι δικές του.
Μόνο ἐκεῖνοι, πού τηροῦν πιστά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί γνωρίζουν καλά τό βάθος τῶν θείων κριμάτων, δέν ἐγκαταλείπουν τούς φίλους τους, ὅταν αὐτοί δοκιμάζονται μέ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι ὅμως περιφρονοῦν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἀγνοοῦν τό βαθύτερο νόημα τῶν δοκιμασιῶν πού ὁ Θεός ἐπιτρέπει, αὐτοί, ὅταν μέν ὁ φίλος εὐημερεῖ, ἀπολαμβάνουν μαζί του, ἐνῶ ὅταν ταλαιπωρεῖται ἀπό τούς πειρασμούς, τόν ἐγκαταλείπουν. Κάποτε μάλιστα συμβαίνει νά συμμαχοῦν καί μέ τούς ἐχθρούς του.
Οἱ φίλοι του Χριστοῦ ἀγαποῦν εἰλικρινά ὅλους τους ἀνθρώπους, δέν ἀγαπιοῦνται ὅμως ἀπ' ὅλους. Οἱ φίλοι του κόσμου οὔτε ἀγαποῦν ὅλους, οὔτε ἀγαπιοῦνται ἀπ' ὅλους. Καί οἱ μέν φίλοι του Χριστοῦ διατηροῦν τήν ἀγάπη συνεχῶς μέχρι τέλους τῆς ζωῆς τους, ἐνῶ οἱ φίλοι του κόσμου τήν διατηροῦν μέχρις ὅτου συγκρουσθοῦν μεταξύ τους γιά πράγματα τοῦ κόσμου.
Δέν ἔχει ἀκόμα τέλεια ἀγάπη οὔτε βαθειά γνώση τῆς θείας πρόνοιας, ἐκεῖνος πού σέ καιρό πειρασμοῦ δέν κάνει ὑπομονή γιά ὅσα λυπηρά του συμβαίνουν, ἀλλά ἀποκόβεται ἀπό τήν ἀγάπη τῶν πνευματικῶν ἀδελφῶν.
Μήν βιάζεσαι νά καταστρέψεις τό δεσμό τῆς πνευματικῆς ἀγάπης, γιατί δέν ἔχει μείνει ἄλλη ὁδός σωτηρίας γιά τούς ἀνθρώπους.
Φιλαυτία εἶναι ἡ ἐμπαθής καί παράλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα μας, τήν ὁποία ἀντιμάχεται ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐγκράτεια. Ἐκεῖνος πού ἔχει τή φιλαυτία, εἶναι φανερό ὅτι ἔχει ὅλα τά πάθη.
Ἀρχή ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ φιλαυτία, καί τέλος ἡ ὑπερηφάνεια. Ἐκεῖνος πού τήν ξερίζωσε, ἔκοψε μαζί της καί ὅλα τά πάθη.
Μήν εἶσαι αὐτάρεσκος καί δέν θά γίνεις μισάδελφος. Μήν εἶσαι φίλαυτος καί θά γίνεις φιλόθεος.
Κάθε ἄνθρωπο πρέπει νά τόν ἀγαπᾶμε μέ τήν ψυχή μας. Ὅμως μόνο στό Θεό νά ἔχουμε τήν ἐλπίδα μας, κι Αὐτόν μ' ὅλη μας τή δύναμη νά λατρεύουμε. Γιατί ὅσο μᾶς συντηρεῖ Ἐκεῖνος, καί οἱ φίλοι μας φροντίζουν καί οἱ ἐχθροί δέν μποροῦν νά μᾶς βλάψουν. Ὅταν ὅμως Ἐκεῖνος μᾶς ἐγκαταλείψει, καί οἱ φίλοι ὅλοι μας ἀποστρέφονται καί οἱ ἐχθροί ἀποκτοῦν δύναμη ἐναντίον μας.
Ἄν ἐκεῖνος πού ἔχει ὅλα τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἔχει ὅμως ἀγάπη, τίποτα δέν ὠφελεῖται -ὅπως λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος (Ἅ' Κόρ. 13, 2)-, ἄραγε πόση προθυμία καί ζῆλο ὀφείλουμε νά δείξουμε γιά νά τήν ἀποκτήσουμε;
Τό θυμικό μέρος τῆς ψυχῆς* χαλιναγώγησε τό μέ τήν ἀγάπη, τό ἐπιθυμητικό καταμάρανε τό μέ τήν ἐγκράτεια, καί τό λογιστικό φτέρωσε τό μέ τήν προσευχή. Ἔτσι τό φῶς τοῦ νοῦ δέν θά θαμπωθεῖ ποτέ.
Νά καταπονεῖς τό σῶμα σου μέ νηστεία καί ἀγρυπνία, καί νά καταγίνεσαι ἀκούραστα μέ τήν ψαλμωδία καί τήν προσευχή. Τότε, θά ἔρθει σέ σένα ὁ ἁγιασμός τῆς σωφροσύνης καί θά σού φέρει τήν ἀγάπη.
Μή μολύνεις τό σῶμα σου μέ αἰσχρές πράξεις καί μή λερώνεις τήν ψυχή σου μέ πονηρές σκέψεις. Τότε ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ θά ἔρθει μέσα σου καί θά σού φέρει τήν ἀγάπη.
Πολλοί βέβαια ἔχουν πεῖ πολλά γιά τήν ἀγάπη. Ἄν ὅμως τήν ἀναζητήσεις θά τή βρεῖς μόνο στούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, γιατί μόνο αὐτοί εἶχαν γιά δάσκαλό τους στήν ἀγάπη, τήν ἀληθινή Ἀγάπη, τό Χριστό, καί ἔλεγαν: «Ἄν ἔχω τό χάρισμα νά προφητεύω καί νά γνωρίζω ὅλα τά μυστήρια, κι ἄν ἔχω ὅλη τή γνώση, ἀλλά δέν ἔχω ἀγάπη, σέ τίποτα δέν ὠφελοῦμαι» (Ἅ' Κόρ. 13, 2).
Ἐκεῖνος λοιπόν πού ἀπέκτησε τήν ἀγάπη, ἀπέκτησε τόν ἴδιο τό Θεό, γιατί «ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη» (Ἅ' Ἰω. 4,16).
Σ' Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα καί τό κράτος στούς αἰῶνες. Ἀμήν
Ὅσο ἐσύ προσεύχεσαι μ' ὅλη σου τήν ψυχή γιά ἐκεῖνον πού σέ συκοφάντησε, τόσο καί ὁ Θεός πληροφορεῖ γιά τήν ἀθωότητά σου ὅσους σκανδαλίστηκαν ἐξαιτίας τῆς συκοφαντίας.
Γνήσιος φίλος εἶναι ἐκεῖνος πού, στόν καιρό τοῦ πειρασμοῦ, συμμερίζεται ἀθόρυβα καί ἀτάραχα τίς θλίψεις, τίς ἀνάγκες καί τίς συμφορές τοῦ πλησίον, σάν νά εἶναι δικές του.
Μόνο ἐκεῖνοι, πού τηροῦν πιστά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί γνωρίζουν καλά τό βάθος τῶν θείων κριμάτων, δέν ἐγκαταλείπουν τούς φίλους τους, ὅταν αὐτοί δοκιμάζονται μέ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι ὅμως περιφρονοῦν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἀγνοοῦν τό βαθύτερο νόημα τῶν δοκιμασιῶν πού ὁ Θεός ἐπιτρέπει, αὐτοί, ὅταν μέν ὁ φίλος εὐημερεῖ, ἀπολαμβάνουν μαζί του, ἐνῶ ὅταν ταλαιπωρεῖται ἀπό τούς πειρασμούς, τόν ἐγκαταλείπουν. Κάποτε μάλιστα συμβαίνει νά συμμαχοῦν καί μέ τούς ἐχθρούς του.
Οἱ φίλοι του Χριστοῦ ἀγαποῦν εἰλικρινά ὅλους τους ἀνθρώπους, δέν ἀγαπιοῦνται ὅμως ἀπ' ὅλους. Οἱ φίλοι του κόσμου οὔτε ἀγαποῦν ὅλους, οὔτε ἀγαπιοῦνται ἀπ' ὅλους. Καί οἱ μέν φίλοι του Χριστοῦ διατηροῦν τήν ἀγάπη συνεχῶς μέχρι τέλους τῆς ζωῆς τους, ἐνῶ οἱ φίλοι του κόσμου τήν διατηροῦν μέχρις ὅτου συγκρουσθοῦν μεταξύ τους γιά πράγματα τοῦ κόσμου.
Δέν ἔχει ἀκόμα τέλεια ἀγάπη οὔτε βαθειά γνώση τῆς θείας πρόνοιας, ἐκεῖνος πού σέ καιρό πειρασμοῦ δέν κάνει ὑπομονή γιά ὅσα λυπηρά του συμβαίνουν, ἀλλά ἀποκόβεται ἀπό τήν ἀγάπη τῶν πνευματικῶν ἀδελφῶν.
Μήν βιάζεσαι νά καταστρέψεις τό δεσμό τῆς πνευματικῆς ἀγάπης, γιατί δέν ἔχει μείνει ἄλλη ὁδός σωτηρίας γιά τούς ἀνθρώπους.
Φιλαυτία εἶναι ἡ ἐμπαθής καί παράλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα μας, τήν ὁποία ἀντιμάχεται ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐγκράτεια. Ἐκεῖνος πού ἔχει τή φιλαυτία, εἶναι φανερό ὅτι ἔχει ὅλα τά πάθη.
Ἀρχή ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ φιλαυτία, καί τέλος ἡ ὑπερηφάνεια. Ἐκεῖνος πού τήν ξερίζωσε, ἔκοψε μαζί της καί ὅλα τά πάθη.
Μήν εἶσαι αὐτάρεσκος καί δέν θά γίνεις μισάδελφος. Μήν εἶσαι φίλαυτος καί θά γίνεις φιλόθεος.
Κάθε ἄνθρωπο πρέπει νά τόν ἀγαπᾶμε μέ τήν ψυχή μας. Ὅμως μόνο στό Θεό νά ἔχουμε τήν ἐλπίδα μας, κι Αὐτόν μ' ὅλη μας τή δύναμη νά λατρεύουμε. Γιατί ὅσο μᾶς συντηρεῖ Ἐκεῖνος, καί οἱ φίλοι μας φροντίζουν καί οἱ ἐχθροί δέν μποροῦν νά μᾶς βλάψουν. Ὅταν ὅμως Ἐκεῖνος μᾶς ἐγκαταλείψει, καί οἱ φίλοι ὅλοι μας ἀποστρέφονται καί οἱ ἐχθροί ἀποκτοῦν δύναμη ἐναντίον μας.
Ἄν ἐκεῖνος πού ἔχει ὅλα τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἔχει ὅμως ἀγάπη, τίποτα δέν ὠφελεῖται -ὅπως λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος (Ἅ' Κόρ. 13, 2)-, ἄραγε πόση προθυμία καί ζῆλο ὀφείλουμε νά δείξουμε γιά νά τήν ἀποκτήσουμε;
Τό θυμικό μέρος τῆς ψυχῆς* χαλιναγώγησε τό μέ τήν ἀγάπη, τό ἐπιθυμητικό καταμάρανε τό μέ τήν ἐγκράτεια, καί τό λογιστικό φτέρωσε τό μέ τήν προσευχή. Ἔτσι τό φῶς τοῦ νοῦ δέν θά θαμπωθεῖ ποτέ.
Νά καταπονεῖς τό σῶμα σου μέ νηστεία καί ἀγρυπνία, καί νά καταγίνεσαι ἀκούραστα μέ τήν ψαλμωδία καί τήν προσευχή. Τότε, θά ἔρθει σέ σένα ὁ ἁγιασμός τῆς σωφροσύνης καί θά σού φέρει τήν ἀγάπη.
Μή μολύνεις τό σῶμα σου μέ αἰσχρές πράξεις καί μή λερώνεις τήν ψυχή σου μέ πονηρές σκέψεις. Τότε ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ θά ἔρθει μέσα σου καί θά σού φέρει τήν ἀγάπη.
Πολλοί βέβαια ἔχουν πεῖ πολλά γιά τήν ἀγάπη. Ἄν ὅμως τήν ἀναζητήσεις θά τή βρεῖς μόνο στούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, γιατί μόνο αὐτοί εἶχαν γιά δάσκαλό τους στήν ἀγάπη, τήν ἀληθινή Ἀγάπη, τό Χριστό, καί ἔλεγαν: «Ἄν ἔχω τό χάρισμα νά προφητεύω καί νά γνωρίζω ὅλα τά μυστήρια, κι ἄν ἔχω ὅλη τή γνώση, ἀλλά δέν ἔχω ἀγάπη, σέ τίποτα δέν ὠφελοῦμαι» (Ἅ' Κόρ. 13, 2).
Ἐκεῖνος λοιπόν πού ἀπέκτησε τήν ἀγάπη, ἀπέκτησε τόν ἴδιο τό Θεό, γιατί «ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη» (Ἅ' Ἰω. 4,16).
Σ' Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα καί τό κράτος στούς αἰῶνες. Ἀμήν
* Σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἡ ψυχή ἀποτελεῖται ἀπό τά ἑξῆς
τρία μέρη: α) Τό θυμικό (συναίσθημα), τοῦ ὁποίου ἁμαρτήματα εἶναι τό
μίσος, ὁ φθόνος, ἡ ἀσπλαχνία κ.τ.ο. β) Τό ἐπιθυμητικό (βούληση), τοῦ
ὁποίου ἁμαρτήματα εἶναι ἡ φιλαργυρία, ἡ γαστριμαργία καί ὅλα τά σαρκικά
πάθη. γ) Τό λογιστικό (νοῦς), τοῦ ὁποίου ἁμαρτήματα εἶναι ἡ ἀπιστία, ἡ
αἵρεση, ἡ βλασφημία, ἡ ὑπερηφάνεια κ.τ.ο. Ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς ἐξαρτᾶται
ἀπό τήν ἁρμονία στή σχέση καί λειτουργία τῶν τριῶν αὐτῶν μερῶν της.
Ὁσίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ