Γνωρίζω έναν άντρα που αναζητούσε την εκπλήρωση σε όλη του τη ζωή. Στην αρχή, ίσως επειδή γεννήθηκε φτωχός, πίστευε πως η λύση βρισκόταν στην ευμάρεια που εξασφαλίζουν τα χρήματα.
Αφού, λοιπόν, έγινε μηχανικός, αργότερα εφευρέτης και εκατομμυριούχος, ανακάλυψε πως το χρήμα δεν ήταν η απάντηση.
Προσπάθησε με γυναίκες, με πολυτελή αυτοκίνητα, ακόμα με σκύλους και μια θαλαμηγό, αλλά κι αυτά τον απογοήτευσαν. Άρχισε, λοιπόν, να ταξιδεύει, να μη δουλεύει και, τελικά, να ζει αντισυμβατικά. Τίποτε όμως δε φαινόταν να τον ικανοποιεί.
Την εποχή που τον γνώρισα είχε δοκιμάσει καθετί που θα μπορούσε κανείς να του προτείνει, είχε κάνει κάθε προσπάθεια να βρει κι αυτός δεν ήξερε τι. Δοκίμασε τα μαθήματα κιθάρας, τρία την ημέρα – ένα για κλασική, ένα για φλαμένκο και ένα από κάποιον χίπι τραγουδιστή ο οποίος του έμαθε επίσης τη μαριχουάνα. Δοκίμασε το καλλιτεχνικό πατινάζ, ασκούμενος καθημερινά από τις τέσσερις έως τις έξι το απόγευμα. Δοκίμασε να φτιάξει συλλογή από αντίκες, μέχρι που γέμισε το διαμέρισμά του με τόσα παλιά ρολόγια και περσικά χαλιά, ώστε αναγκάστηκε να πάρει μια αποθήκη. Δοκίμασε διαδοχικά τον υπερσιτισμό και τη δίαιτα, το γάμο και το διαζύγιο, και τέλος δοκίμασε τη νηστεία, την αποχή από το σεξ και την εγκατάλειψη των υλικών του αγαθών.
Όταν τον συνάντησα την επόμενη φορά, είχε περάσει αρκετά χρόνια ως βουδιστής μοναχός. Τα μαλλιά του ήταν γκρίζα, φορούσε ένα ράσο, αλλά έδειχνε ίδιος. Όταν τον ρώτησα αν είχε βρει επιτέλους την εκπλήρωση, απάντησε: ”Όχι, εξακολουθεί να είναι κάπου αλλού”.
Κάνεις δεν ξέρει πολλά για την εκπλήρωση εκτός από το ότι είναι δύσκολο να τη βρεις και ίσως ότι δεν υπάρχει. Πολλοί που πιστεύουν σ’ αυτήν στα είκοσι τους χρόνια, παύουν να το πιστεύουν αργότερα. Μπορείς να ψάξεις για την εκπλήρωση πολύ σκληρά ή λιγότερο έντονα. Και μολονότι το δικαίωμά σου να την αποκτήσεις είναι εγγυημένο, η εγγύηση αυτή δεν περιλαμβάνει την επιστροφή της επένδυσής σου, άρα δεν υπάρχει κανείς να διαμαρτυρηθείς αν τα κάνεις θάλασσα και περάσεις όλη σου τη ζωή ακολουθώντας λάθος κατεύθυνση.
Η εκπλήρωση είναι πάντα κάτι που έχουν οι άλλοι, κάτι που μόλις σου ξεφεύγει. Είναι ένα εξαιρετικά σβέλτο σκυλί που μας αφήνει να το πιάσουμε εκατό φορές την ημέρα, αλλά μετά ξεγλιστράει με κάποιο τρόπο. Μοιάζει με χρυσό κύπελλο στην άκρη του ουράνιου τόξου ή με το να πιάνεις πουλιά στον αέρα. Είναι ο πραγματικός έρωτας, η απόκτηση πλούτου, ακόμα και το να μην παχύνεις. Οτιδήποτε όμως κι αν είναι, σου διαφεύγει συνεχώς και σε κάνει να τρέχεις όπως ο γάιδαρος πίσω από το καρότο και, ακόμα κι αν τσιμπήσει το δόλωμά σου ένα εκατομμύριο φορές, σπάνια κατορθώνεις να τη φέρεις στα χέρια σου.
Όλοι αισθανόμαστε ότι πρέπει να υπάρχει κάτι περισσότερο, αλλά αναρωτιόμαστε τι μπορεί να είναι πραγματικά αυτό το περισσότερο ενώ, πολύ συχνά, αυτό που λαχταρούσαμε πέρυσι δεν είναι αρκετό σήμερα. Περιμένουμε, λοιπόν, μάταια, για κάτι άλλο, κάτι ελάχιστα καλύτερο απ’ αυτό που διαθέτουμε και π
δουλειά, τον τέλειο έρωτα- και νιώθουμε απαίσια όσον καιρό περιμένουμε, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι μέσα σ’ αυτήν την αιωρούμενη κατάσταση, βρίσκεται η μοναξιά.
Ορισμένοι πιστεύουν πως η έλλειψη εκπλήρωσης που αισθάνεται η γενιά μας προκαλείται από την απροθυμία μας να δοθούμε σε κάτι. Ζούμε σε μια εποχή όπου η σύγχρονη τεχνολογία των επικοινωνιών μας κάνει να συνειδητοποιούμε τόσα πράγματα για τα οποία δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Μας πληροφορεί για το πόσο υποφέρουν αμέτρητοι άνθρωποι για τους οποίους δεν έχουμε άλλη εκλογή, παρά να προσπαθήσουμε να τους κρατήσουμε μακριά. Έτσι, πολλοί από μας πάψαμε να ενδιαφερόμαστε ή, νιώθοντας ανίσχυροι και εύθραυστοι από το έντονο ενδιαφέρον που δείχναμε, αναγκαστήκαμε να ελαττώσουμε τον πόνο μας, υποκρινόμενοι ότι τα βάσανα των ανθρώπων που δεν ξέρουμε, δεν είναι και τόσο αληθινά.
Υπάρχει και άλλο ένα πρόβλημα που προκαλεί η σύγχρονη επικοινωνία – το όνειρο της τελειότητας, καλλιεργημένο από το πλήθος των ονείρων των διαφημιστών. Περιστοιχιζόμαστε από παραδεισένιες νεράιδες, που μας προκαλούν με το χορό τους μέσα από κάθε σελίδα και οθόνη, αλλά όταν ερχόμαστε σ’ επαφή με την πραγματική ζωή, δε μοιάζει ποτέ να είναι τόσο υπέροχη. Μας ενθαρρύνουν να προσδοκούμε την τελειότητα, ενώ η τελειότητα είναι κάτι ανύπαρκτο, κι έτσι μένουμε πάντα λίγο απογοητευμένοι και διστάζουμε πάλι, ελπίζοντας πως ο επόμενος γύρος θα είναι αυτό που πραγματικά θέλουμε..
Είναι ωραίο να διαθέτεις ποικιλία εκλογών και η ευελιξία, οπωσδήποτε, κάνει τη ζωή πιο ενδιαφέρουσα, κινδυνεύεις όμως να χαθείς μέσα στη θάλασσα των δυνατοτήτων και δεν υπάρχει τίποτε το απελευθερωτικό σ’ αυτό. Εκείνοι που προσπαθούν πάντα να κάνουν την τέλεια εκλογή, απορρίπτοντας αυτό που έχουν γι’ αυτό που ελπίζουν να βρουν, στοιχηματίζουν το παρόν με το μέλλον και καταλήγουν να χάσουν και τα δύο.
Οι Έλληνες είχαν ένα μύθο για το Σίσυφο που είχε εξοριστεί από το Δία σ’ ένα έρημο νησί, το οποίο δεν είχε πάνω του τίποτα που να τον κρατάει απασχολημένο. Μετά από λίγο ο Σίσυφος άρχισε να τρελαίνεται. Μια μέρα τού ήρθε η ιδέα να μεταφέρει ένα μεγάλο βράχο πάνω στο λόφο του νησιού και όλη τη μέρα μοχθούσε με το βράχο, σπρώχνοντάς τον ακατάπαυστα κάτω από τον καυτό ήλιο. Το βράδυ, ενώ αντίκριζε σχεδόν την κορυφή του λόφου, τα παράτησε τελικά και άφησε το βράχο να κυλήσει πάλι κάτω. Επανέλαβε το ίδιο την επόμενη μέρα, και τη μεθεπόμενη, και για πολλούς μήνες ακόμα και, παρ’ όλο που ποτέ δεν έφτασε στην κορυφή του λόφου με το βράχο του, όταν τελικά τον βρήκαν είχε τα λογικά του, όπως ακριβώς προτού εκτοπιστεί στο νησί.
Πάντα μού άρεσε αυτή η ιστορία γιατί με βοήθησε να συνειδητοποιήσω κάτι που προηγουμένως μόνο φανταζόμουν – το γεγονός πως εκείνο που μας διασώζει είναι το δόσιμό μας στη ζωή και ότι αυτό στο οποίο δινόμαστε δεν έχει καμιά σημασία. Ξέρω πολύ καλά πως δεν είναι καθόλου εύκολο να απαλλαγείς από την αντίληψη ότι χρειάζεται να δοθείς σε κάτι σημαντικό, ή να μάθεις να βρίσκεις την ευχαρίστηση σ’ αυτό που υπάρχει -παρά τη δυσαρέσκεια, επειδή ευχόσουν να ήταν κάτι άλλο- αλλά, το μυστικό της ζωής είναι να σταματήσεις να άγχεσαι για το πώς θα βρεις το τέλειο στο οποίο θα δοθείς και να δοθείς σε κάτι, οτιδήποτε.
Και αν δεν μπορείς να δοθείς σε κάτι μεγάλο,
τότε δώσου σε κάτι μικρό.