«παίγνιον ἀνόμου γυναικὸς» - Point of view

Εν τάχει

«παίγνιον ἀνόμου γυναικὸς»




Τοῦ Φώτη Κόντογλου

Σήμερα ποὺ γράφω, μέρα Τετάρτη, 29 Αὐγούστου, εἶναι ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ἀληθινὰ λέγει τὸ τροπάρι τοῦ "Μνήμη δικαίου μετ' ἐγκωμίων, σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου, Πρόδρομε". Μὲ ἐγκώμια καὶ μὲ εὐλάβεια γιορτάζανε ἄλλη φορᾶ οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ τὸν Πρόδρομο, ἀλλὰ τώρα τοῦ φτάνει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου. Αὐτὴ ἡ μαρτυρία θ' ἀπομείνει στὸν αἰώνα, εἴτε τὸν γιορτάζουνε εἴτε δὲν τὸν γιορτάζουνε οἱ ἄνθρωποι, εἴτε τὸν θυμοῦνται εἴτε τὸν ξεχάσουνε. K' ἡ μαρτυρία εἶναι τούτη: πὼς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶναι "ὁ ἐν γεννητοῖς γυναικὼν μείζων" δήλ. "ὁ πιὸ μεγάλος ἀπ' ὅσους γεννηθήκανε ἀπὸ γυναίκα" κατὰ τὰ λόγια του ἴδιου του Χριστοῦ. Γι' αὐτὸ κ' ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὤρισε νὰ μπαίνει τὸ εἰκόνισμά του πλάγι στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ στὸ εἰκονοστάσιο τῆς κάθε ὀρθόδοξης ἐκκλησιᾶς. Ἕναν τέτοιον Ἅγιο δὲν ἔχουμε καιρὸ νὰ γιορτάσουμε. Ἔχουμε ὅμως καιρὸ νὰ γιορτάζουμε καὶ νὰ κάνουμε φαγοπότια ὅπως ἔκανε ὁ Ἡρώδης, σὲ καιρὸ ποὺ πεινᾶνε χιλιάδες ἀδέλφια μας. Ἀπάνω σ' ἕνα τέτοιο φαγοπότι μαρτύρησε ὁ Πρόδρομος, κι' αὐτὴ τὴν ἱστορία τὴν ξέρουνε ὅλοι......

  Αὐτὸς ὁ τύραννος, ὁ Ἡρώδης, γιὰ νὰ γίνει τετράρχης τῆς Ἰουδαίας, σκότωσε πολλοὺς ἐχθρούς του. Στὸν καιρὸ τοῦ ὁ κόσμος εἶχε γεμίσει ἀπὸ σκοτωμὸ καὶ σκληροκάρδια. Οἱ λεγεῶνες τῆς Ρώμης σφαζόντανε μεταξύ τους. Ὁ Καίσαρας, ὁ Πομπήιος, ὁ Ἀντώνιος, ὁ Ὀκτάβιος, ὁ Βροῦτος, ὁ Κάσσιος πολεμούσανε ὁ ἕνας καταπάνω στὸν ἄλλον γιὰ τὸ ποιὸς θὰ ἐξουσιάζει τὴν οἰκουμένη. Οἱ πιὸ μικροὶ σατράπες, σὰν τὸν Ἡρώδη, τρωγόντανε κι' αὐτοὶ μεταξύ τους καὶ κολλούσανε σ' ἕνα δυνατὸν ὁ καθένας. O Ἡρώδης ἤτανε φίλος μὲ τὸν Ἀντώνιο ποὺ πῆρε στὴν ἐξουσία τοῦ τὴν Ἀσία ὕστερα ἀπὸ τὴ μάχη ποὺ ἔγινε στοὺς Φιλίππους. Σὰν σκότωσε ὅλους τους ἐχθρούς του, ἀπόμεινε ἕνας μοναχὸς ποὺ τὸν λέγανε Ὑρκανὸ κ' ἤτανε ἀρχιερέας, μὰ ἔκρυβε πονηρὰ τὴν ἔχθρητά του ὡς νὰ μπορέσει νὰ τὸν ξαποστείλει κι' αὐτὸν στὸν ἄλλον κόσμο. Στὴν πονηριὰ ἤτανε τέτοιος, ποὺ ὁ Χριστὸς τὸν ἔλεγε πονηρὴ ἀλεποῦ. Μὰ ἡ πεθερὰ τοῦ Ἡρώδη Ἀλεξάνδρα, ποὺ ἤτανε κόρη τοῦ Ὑρκανοῦ, κατάλαβε τὸν κακὸ σκοπό του, κ' ἔγραψε στὴ βασίλισσα τῆς Αἰγύπτου τὴν Κλεοπάτρα καὶ τὴν παρακαλοῦσε νὰ μιλήσει στὸν Ἀντώνιο τὸν ἐραστή της γιὰ τὸ γυιὸ τῆς τὸν Ἀριστόβουλο. Κεῖνες τὶς μέρες πῆγε στὴν Ἱερουσαλὴμ ἕνας φίλος του Ἀντωνίου λεγόμενος Δήλιος. Καὶ σὰν εἶδε τὸν Ἀριστόβουλο καὶ τὴν ἀδελφή του Μαριάμη, ἀπόμεινε σαστισμένος ἀπ' τὴν ἐμορφιά τους, κ' εἶπε στὴν Ἀλεξάνδρα νὰ στείλει στὸ μασκαρὰ τὸν Ἀντώνιο τὶς ζωγραφιές τους. Σὰν τὶς εἶδε ὁ Ἀντώνιος, πολὺ εὐχαριστήθηκε κ' ἔγραψε νὰ τοῦ στείλουνε τὸν Ἀριστόβουλο. Μὰ ὁ Ἡρώδης, ποὺ εἶχε μυρισθεῖ τὰ σχέδια τῆς Ἀλεξάνδρας, ἔγραψε στὸν Ἀντώνιο πὼς ἂν ἔφευγε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ ὁ Ἀριστόβουλος, θὰ γινόντανε ταραχὲς κι' ἀκαταστασίες. Τὴν Ἀλεξάνδρα τὴν πρόσταξε νὰ κάθεται στὴν Ἱερουσαλήμ, γιὰ νὰ βλέπει τί κάνει, γι' αὐτὸ καὶ κείνη ἔγραψε καὶ παραπονιότανε στὴν Κλεοπάτρα, ποὺ τῆς μήνυσε νὰ πάρει τὸν Ἀριστόβουλο καὶ νὰ πάγει στὴν Αἴγυπτο. Γιὰ νὰ ξεφύγει λοιπὸν ἀπὸ τὰ νύχια τοῦ Ἡρώδη, εἶπε καὶ φτιάξανε δύο σεντούκια καὶ στόνα μπῆκε αὐτὴ καὶ στ' ἄλλο ὁ Ἀριστόβουλος. Ἀλλὰ τοὺς πρόδωσε στὸν τύραννο ἕνας ὑπηρέτης του, καὶ τοὺς πιάσανε καὶ τοὺς πήγανε στὴν Ἱερουσαλήμ. O Ἡρώδης ἔκανε πὼς τοὺς συγχώρησε, μὰ σὲ λίγον καιρὸ βρῆκε εὐκαιρία νὰ ἐκδικηθεῖ. Μία βραδιὰ ἡ Ἀλεξάνδρα τὸν προσκάλεσε σ' ἕνα συμπόσιο ποὺ ἔκανε στὴν Ἱεριχῶ, κι' αὐτὸς προσκάλεσε τοὺς φίλους του νὰ κολυμπήσουνε στὶς θαυμαστὲς γοῦρνες ποὺ εἶχε κανωμένες γιὰ νὰ διασκεδάζει, κι' αὐτοὶ ἐκεῖ ποὺ κολυμπούσανε καὶ παίζανε μεταξύ τους, πνίξανε τὸ δυστυχισμένο τὸν Ἀριστόβουλο. O Ἡρώδης ἔκανε πὼς πικράθηκε πολὺ κ' ἔθαψε τὸν Ἀριστόβουλο μὲ μεγάλη πομπή, μὰ ὁ κόσμος ἤξερε πὼς αὐτὸς τὸν σκότωσε.

    Ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ στάθηκε γεμάτη ἀπὸ φονικὰ καὶ ραδιουργίες. Στὸ τέλος ἀρρώστησε καὶ σκουληκίασε τὸ κορμί του, καὶ πέθανε ὕστερα ἀπὸ μεγάλη ἀγωνία στὸ 2 μ.X. Ἀνάμεσα στὰ τερατουργήματα ποὺ ἔκανε ἤτανε κ' ἡ σφαγὴ τῶν 14.000 νηπίων κατὰ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, κι' ὁ ἀποκεφαλισμὸς τοῦ Προδρόμου, σ' ἕνα συμπόσιο ποὺ ἔκανε, κ' ἡ γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου, Ἡρωδιάδα, ἔβαλε τὴν κόρη τῆς Σαλώμη καὶ χόρεψε μπροστά του γυμνή. Καὶ τόσο ἐνθουσιάσθηκε ὁ τύραννος ἀπὸ τὸ χορό, ποὺ ἔταξε στὴ Σαλώμη νὰ τῆς δώσει τὸ μισὸ βασίλειό του. Μὰ ἐκείνη, δασκαλεμένη ἀπὸ τὴ μάνα της, ποὺ ἐχθρευότανε τὸν Ἰωάννη ἐπειδὴ τὴ μάλωνε γιατί ζοῦσε μὲ τὸν ἀδελφό του ἀνδρός της, τοῦ ζήτησε τὸ κεφάλι τοῦ Προδρόμου. O Ἡρώδης στεναχωρήθηκε, γιατί κατὰ βάθος κι' αὐτὸ τὸ θηρίο σεβότανε τὸν Ἰωάννη γιὰ Ἅγιο, καὶ μαζὶ μ' αὐτὸ φοβότανε καὶ τὸν κόσμο ποὺ τιμοῦσε τὸν Ἰωάννη σὰν προφήτη. Ἐπειδὴ ὅμως εἶχε πάρει ὅρκο, ἔστειλε ἕνα στρατιώτη καὶ τὸν ἀποκεφάλισε μέσα στὴ φυλακή, κ' ἡ Σαλώμη ἔφερε τὸ κεφάλι καὶ τόβαλε ἀπάνω στὸ τραπέζι, σ' ἕνα ματωμένο δίσκο. Καὶ τότε, ἐκείνη ἡ φρενιασμένη τίγρη εὐχαριστήθηκε καὶ τρύπησε τὴ γλώσσα του μὲ μία βελόνα γιὰ νὰ τὴν ἐκδικηθεῖ, ἐπειδὴ ὁλοένα ἔλεγε: "Μετανοεῖτε!". Καί, ὢ τοῦ θαύματος, μόλις τρύπησε τὴ γλώσσα του ἡ πόρνη, μίλησε κ' εἶπε πάλι: "Μετανοεῖτε!"

   Αὐτὰ γινήκανε μέσα σ' ἕνα ἀσβολερὸ φρούριο ποὺ τὸ λέγανε Μαχαιρούντα, στὰ βουνὰ τῆς Περαίας. Τὸ ἁγιασμένο λείψανο πρόσταξε ὁ Ἡρώδης νὰ τὸ θάψουνε μαζὶ μὲ τὸ κεφάλι, μὰ ἡ Ἡρωδιάδα ζήτησε νὰ θάψουνε τὴν κεφαλὴ χωριστά, ἀπὸ τὸ φόβο της μὴν κολλήσει μὲ τὸ κορμὶ καὶ ζωντανέψει καὶ σηκωθεῖ ἀπάνω. Οἱ μαθητὲς τοῦ Ἰωάννου πήγανε νύχτα καὶ κλέψανε τὸ σῶμα του καὶ τὸ θάψανε σ' ἄλλο μέρος.             

 Aυτό τὸ μακάριο τέλος ἔλαβε γιὰ τὴν ἀλήθεια ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, τὸ χελιδόνι ποὺ ἔφερε τὴν ἄνοιξη στὸν ἁμαρτωλὸ τὸν κόσμο ὁπού τὸν ἔδερνε χειμώνας βαρὺς.
via

Pages