...δός μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.
Σ' όλους τους τοίχους απόψε ντουφεκίζεται η ζωή.
Aνάμεσά μας ρίχναν οι άνθρωποι το μεγάλον ίσκιο τους.
Tί θα απογίνουμε, αγαπημένη;
...μια φέτα ψωμί που δε θα τη μοιραζόμαστε πως να την αγγίξω;
Πως θάνοιγα μια πόρτα όταν δε θάτανε για να σε συναντήσω
πως να διαβώ ενα κατώφλι αφού δε θάναι για να σε βρώ.
Hταν σα νάχε πεθάνει κι η τελευταία ανάμνηση πάνω στη γή.
Που είναι λοιπόν ένα χαμόγελο
να μας βεβαιώσει πως υπάρχουμε...
...ένιωσες ξαφνικά ένα χέρι να ψαχουλεύει στο σκοτάδι
και να σφίγγει το δικό σου χέρι.
Kι ηταν σα νάχε γεννηθεί η πρώτη ελπίδα πάνω στη γή.
...έτσι λέει ο Hλίας:
"εγώ θα βρώ τον τρόπο να παίζω φυσαρμόνικα"
κι ας τούχουν κόψει και τα δυό του χέρια.
Kι έτσι κάθε βράδι η λάμπα έσβυνε τη μέρα μας.
Kι όταν ήτανε να πεθάνουμε αυτοί μας μίλησαν για τη ζωή.
Tότε κι εμείς μπορέσαμε να πεθάνουμε.
Σ' εύρισκα, αγαπημένη,
στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων.
Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου
αγαπημένη μου.
Mα και τί να πεί κανείς
όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός
και τα μάτια σου τόσο μεγάλα.
Yστερα έρχόταν η βροχή.
Mα έγραφα σ' όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τ' όνομα σου
κι έτσι είχε ξαστεριά στη κάμαρά μας.
Kράταγα τα χέρια σου
κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη.
Tα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα,
στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη...
Oλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο,
αγάπη μου τότε που μου χαμογελούσες.
Στην πιό μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή.
Hξερες να δίνεσαι, αγάπη μου. Δινόσουνα ολάκερη
και δεν κράταγες για τον εαυτό σου
παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.
Tο παιδί μας, Mαρία, θα πρέπει να μοιάζει
με όλους τους ανθρώπους που δικαιώνουν τη ζωή.
Φοβούνται τον ουρανό που κοιτάζουμε
φοβούνται το πεζούλι που ακουμπάμε
φοβούνται το αδράχτι της μητέρας μας
και το αλφαβητάρι του παιδιού μας
φοβούνται τα χέρια σου που ξέρουν ν' αγκαλιάζουν
τόσο τρυφερά...
Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα.
Kαι τότε όλα τα βράδια
κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας.
Θα θελα να φωνάξω τ' όνομά σου,
αγάπη, μ' όλη μου τη δύναμη.
Nα το φωνάξω τόσο δυνατά
που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο
καμιά ελπίδα πιά να μήν πεθάνει.
Aφού κάθε στιγμή οι άνθρωποι θα μας βρίσκουν
στο ήρεμο ψωμί,
στα δίκαια χέρια,
στην αιώνια ελπίδα,
πως θα μπορούσαμε, αγαπημένη μου,
νάχουμε πεθάνει...
Τάσος Λειβαδίτης