«Φοβάμαι μήπως με ξανα-παρατήσει ο άνδρας μου, όπως έγινε πριν μερικά χρόνια… Μήπως μείνω μόνη. Όπως τότε.
Το μεγαλύτερο διάστημα που έμεινα μόνη στη ζωή μου, δηλαδή χωρίς να είμαι σε σχέση, είναι δύο-τρεις μήνες… Γιατί να φοβάμαι τόσο πολύ;… Δεν θέλω να φοβάμαι…».
Δεν φοβάσαι κάτι που ήδη δεν γεύτηκες, δεν βίωσες ποτέ…
Το ενδεχόμενο του να μείνεις μόνη, αβοήθητη δεν σε παραπέμπει μόνο στο γεγονός που συνέβη στην συντροφική σου σχέση πριν μερικά χρόνια, όπως εσύ νομίζεις.
Ο σημερινός σου φόβος σε οδηγεί στο πολύτιμο παρελθόν σου.
Τότε που, σφηνωμένη μέσα στις συμπληγάδες της προσπάθειάς σου να «σώσεις» τον δύσκολο γάμο των γονιών σου, και της απελπισίας σου, γιατί κανείς δεν μπορούσε να σε γλυτώσει από την κανιβαλιστική αίσθηση της παντοδυναμίας σου, βίωνες την ψυχική σου μοναξιά σαν πραγματικό κίνδυνο που απειλεί ολόκληρη σου την ύπαρξη.
Σήμερα, δεν κινδυνεύεις πραγματικά.
Όμως είσαι «δεμένη» σ’ ένα παρελθόν που δεν είναι «παρελθόν» -αφού ποτέ πραγματικά δεν παρήλθε-, δεν το προσπέρασες.
Γι’ αυτό συνεχίζεις να το «φλερτάρεις», ζητάς να το βιώσεις μέσα από τις εμπειρίες που, κατ’ αναλογία, σου θυμίζουν τον πρωτογενή σου πόνο.
«Μα γιατί; Εγώ δεν θέλω να πονέσω! Πολύ περισσότερο μάλιστα, δεν θέλω να ξαναπονέσω… θέλω να ζήσω! Χωρίς να φοβάμαι…» ανενδοίαστα και με ειλικρίνεια μου λες.
Συνήθως ο φόβος πάει πακέτο με τη επιθυμία.
Ό,τι βαθιά φοβάσαι, ταυτόχρονα, διακαώς, το ζητάς.
Έχεις ανάγκη να το περάσεις. Όχι να το προσπεράσεις.
Όχι, δεν είσαι μαζοχίστρια.. κάθε άλλο!
Πρώτον, η εμπειρία του πόνου μπορεί να μην είναι ευχάριστη, αλλά είναι εξαιρετικά πολύτιμη αναπτυξιακά.
Μέσα απ’ αυτήν βιώνει κανείς ολόκληρο τον εαυτό του, αφού στην εμπειρία του βαθύ πόνου σύσσωμες η αισθητηριακή και η ψυχική αντίληψη είναι αλάνθαστα παρούσες.
Δεν υπάρχει κάποιο κενό ώστε να έρθει η διάνοια να το καλύψει την στιγμή που κανείς εμπειράται το τραυματικό γεγονός.
Ο άνθρωπος βιώνει με ανεπανάληπτο τρόπο τον εαυτό του ενωμένο, ολοκληρωμένα παρών.
Μολονότι οι ερμηνευτικές παρεμβάσεις της νόησης τείνουν, σε μεταγενέστερο χρόνο, να συμπληρώσουν τα κενά της αναπαραστατικής μνήμης του τραυματικού γεγονότος, η σπάνια εμπειρία της ενότητας που βίωσε το υποκείμενο συνεχίζει ασυνείδητα να κινεί τα νήματα της βούλησής του, προσκαλώντας το με χίλιους τρόπους να την θυμηθεί, να την βιώσει.
Για να την χρησιμοποιήσει στο νέο, το πιο ενήλικο ψυχικά, πλαίσιο της ζωής του.
Όσο, μέσα από τις τακτικές αποφυγής της ενήλικης διάνοιας, απομακρύνεσαι από την πιθανότητα να ξαναβιώσεις την πρωταρχική τραυματική κατάσταση που σε σημάδεψε, τόσο περισσότερο σε στοιχειώνει το άγχος της έλλειψης της στο παρόν.
Το παρόν δεν είναι, όπως ίσως νομίζεις, το χρονικό σήμερα.
Είναι η στιγμή που, αν και υπεισέρχεται μέσα στο χρόνο, εσύ την χρησιμοποιείς για να αντιληφθείς μέσα από το σύνολο των αισθητηριακών και υπαρξιακών σου δεδομένων, τον εαυτό σου ως ενιαία και –γι’ αυτό- άχρονη οντότητα.
Παρών δεν είναι ο χρόνος, αλλά εσύ που τώρα τον αξιοποιείς.
Συνήθως οι πιο πολλοί από μας βιώσαμε εαυτόν πλήρη σε μια παρελθούσα στιγμή μέγιστης οδύνης.
Ναι, μπορεί, όπως λες, ο σκοπός του ανθρώπου να είναι η ευτυχία.
Η ανθρώπινη ευτυχία δεν μπορεί όμως να ολοκληρωθεί πριν ο καθένας μας ανακαλύψει τους τρόπους που έχει στο οπλοστάσιο της ύπαρξής του για να βιώνει τον εαυτό του ολόκληρο, όχι πολυδιασπασμένο, όπως συνήθως το κάνει.
Πολύ συχνά, οι βιωμένες στιγμές μεγάλης οδύνης, αβοηθησίας και μοναξιάς ενός παιδιού γίνονται οδηγός προς την πολυπόθητη εμπειρία της υπαρξιακής του ενότητας ως ενήλικα.
Θα μπορούσε κάποιος να πει πως πράγματι ο δρόμος προς την αληθινή και σταθερή χαρά περνάει από τα αγκάθια της μνήμης του παρελθόντος που ποτέ δεν παρήλθε, γιατί διψάει να γίνει παρόν…
Το μεγαλύτερο διάστημα που έμεινα μόνη στη ζωή μου, δηλαδή χωρίς να είμαι σε σχέση, είναι δύο-τρεις μήνες… Γιατί να φοβάμαι τόσο πολύ;… Δεν θέλω να φοβάμαι…».
Δεν φοβάσαι κάτι που ήδη δεν γεύτηκες, δεν βίωσες ποτέ…
Το ενδεχόμενο του να μείνεις μόνη, αβοήθητη δεν σε παραπέμπει μόνο στο γεγονός που συνέβη στην συντροφική σου σχέση πριν μερικά χρόνια, όπως εσύ νομίζεις.
Ο σημερινός σου φόβος σε οδηγεί στο πολύτιμο παρελθόν σου.
Τότε που, σφηνωμένη μέσα στις συμπληγάδες της προσπάθειάς σου να «σώσεις» τον δύσκολο γάμο των γονιών σου, και της απελπισίας σου, γιατί κανείς δεν μπορούσε να σε γλυτώσει από την κανιβαλιστική αίσθηση της παντοδυναμίας σου, βίωνες την ψυχική σου μοναξιά σαν πραγματικό κίνδυνο που απειλεί ολόκληρη σου την ύπαρξη.
Σήμερα, δεν κινδυνεύεις πραγματικά.
Όμως είσαι «δεμένη» σ’ ένα παρελθόν που δεν είναι «παρελθόν» -αφού ποτέ πραγματικά δεν παρήλθε-, δεν το προσπέρασες.
Γι’ αυτό συνεχίζεις να το «φλερτάρεις», ζητάς να το βιώσεις μέσα από τις εμπειρίες που, κατ’ αναλογία, σου θυμίζουν τον πρωτογενή σου πόνο.
«Μα γιατί; Εγώ δεν θέλω να πονέσω! Πολύ περισσότερο μάλιστα, δεν θέλω να ξαναπονέσω… θέλω να ζήσω! Χωρίς να φοβάμαι…» ανενδοίαστα και με ειλικρίνεια μου λες.
Συνήθως ο φόβος πάει πακέτο με τη επιθυμία.
Ό,τι βαθιά φοβάσαι, ταυτόχρονα, διακαώς, το ζητάς.
Έχεις ανάγκη να το περάσεις. Όχι να το προσπεράσεις.
Όχι, δεν είσαι μαζοχίστρια.. κάθε άλλο!
Πρώτον, η εμπειρία του πόνου μπορεί να μην είναι ευχάριστη, αλλά είναι εξαιρετικά πολύτιμη αναπτυξιακά.
Μέσα απ’ αυτήν βιώνει κανείς ολόκληρο τον εαυτό του, αφού στην εμπειρία του βαθύ πόνου σύσσωμες η αισθητηριακή και η ψυχική αντίληψη είναι αλάνθαστα παρούσες.
Δεν υπάρχει κάποιο κενό ώστε να έρθει η διάνοια να το καλύψει την στιγμή που κανείς εμπειράται το τραυματικό γεγονός.
Ο άνθρωπος βιώνει με ανεπανάληπτο τρόπο τον εαυτό του ενωμένο, ολοκληρωμένα παρών.
Μολονότι οι ερμηνευτικές παρεμβάσεις της νόησης τείνουν, σε μεταγενέστερο χρόνο, να συμπληρώσουν τα κενά της αναπαραστατικής μνήμης του τραυματικού γεγονότος, η σπάνια εμπειρία της ενότητας που βίωσε το υποκείμενο συνεχίζει ασυνείδητα να κινεί τα νήματα της βούλησής του, προσκαλώντας το με χίλιους τρόπους να την θυμηθεί, να την βιώσει.
Για να την χρησιμοποιήσει στο νέο, το πιο ενήλικο ψυχικά, πλαίσιο της ζωής του.
Όσο, μέσα από τις τακτικές αποφυγής της ενήλικης διάνοιας, απομακρύνεσαι από την πιθανότητα να ξαναβιώσεις την πρωταρχική τραυματική κατάσταση που σε σημάδεψε, τόσο περισσότερο σε στοιχειώνει το άγχος της έλλειψης της στο παρόν.
Το παρόν δεν είναι, όπως ίσως νομίζεις, το χρονικό σήμερα.
Είναι η στιγμή που, αν και υπεισέρχεται μέσα στο χρόνο, εσύ την χρησιμοποιείς για να αντιληφθείς μέσα από το σύνολο των αισθητηριακών και υπαρξιακών σου δεδομένων, τον εαυτό σου ως ενιαία και –γι’ αυτό- άχρονη οντότητα.
Παρών δεν είναι ο χρόνος, αλλά εσύ που τώρα τον αξιοποιείς.
Συνήθως οι πιο πολλοί από μας βιώσαμε εαυτόν πλήρη σε μια παρελθούσα στιγμή μέγιστης οδύνης.
Ναι, μπορεί, όπως λες, ο σκοπός του ανθρώπου να είναι η ευτυχία.
Η ανθρώπινη ευτυχία δεν μπορεί όμως να ολοκληρωθεί πριν ο καθένας μας ανακαλύψει τους τρόπους που έχει στο οπλοστάσιο της ύπαρξής του για να βιώνει τον εαυτό του ολόκληρο, όχι πολυδιασπασμένο, όπως συνήθως το κάνει.
Πολύ συχνά, οι βιωμένες στιγμές μεγάλης οδύνης, αβοηθησίας και μοναξιάς ενός παιδιού γίνονται οδηγός προς την πολυπόθητη εμπειρία της υπαρξιακής του ενότητας ως ενήλικα.
Θα μπορούσε κάποιος να πει πως πράγματι ο δρόμος προς την αληθινή και σταθερή χαρά περνάει από τα αγκάθια της μνήμης του παρελθόντος που ποτέ δεν παρήλθε, γιατί διψάει να γίνει παρόν…